search
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 19.04.2024 04:48
MENU CLOSE

Η σελίδα του λοξού

06.12.2010 12:54
oldphotos129129444811.jpg

◆Βρε τον μπαγάσα τον σοφό με το μεγάλο καπέλο, τη μακριά γλώσσα, εκείνο το αργόσυρτο φραστικό σύνθεμα και το ξύσιμο το δαχτυλικό στον πώγωνα. Κούκλος μέσα στο κάδρο του με τη σοφία που του χάρισε το διορισμένο δομικό απολίθωμα που υπηρέτησε. Κι απέναντι βουβοί οι δέκτες να υπολαμβάνουν τη φήμη τού υπερτιμημένου σιωπώντας απλώς διά την οικονομία της οκνηρίας της νοημοσύνης.

◆Βρε τον μπαγάσα τον σοφό με το μεγάλο καπέλο, τη μακριά γλώσσα, εκείνο το αργόσυρτο φραστικό σύνθεμα και το ξύσιμο το δαχτυλικό στον πώγωνα. Κούκλος μέσα στο κάδρο του με τη σοφία που του χάρισε το διορισμένο δομικό απολίθωμα που υπηρέτησε. Κι απέναντι βουβοί οι δέκτες να υπολαμβάνουν τη φήμη τού υπερτιμημένου σιωπώντας απλώς διά την οικονομία της οκνηρίας της νοημοσύνης.

◆Και εκλαμβάνονται ως χειροκρότημα οι μογίλαλες συλλαβές των συμπερασμάτων.

◆Και ο χειμώνας ξεχάστηκε σε κάποιο συρτάρι κάποιου παλαιοπώλη χρόνου αφήνοντας την επιμήκυνση της καλοκαιρίας να φτιάχνει μια ευνομούμενη ψευδαίσθηση.

◆Στους πολιτικούς κόλπους κόντρες εσωτερικές άνευ ευρηματικότητας, αξιωματικά τεχνάσματα παρωχημένης ακουστικής και εμβατήρια σκέψεως κολλημένα σε σκεβρωμένες ξύλινες πινακίδες.

◆Ντόρες και Αντώνιοι να λεξιμαχούν για το υπόλοιπο της ψίχας και υπουργοί να αναζητούν σκιαγραφήματα ελπιδοφόρα, για να μετατρέψουν τη στρατοπεδευμένη απόγνωση σε μάγισσα φέρουσα μύρα και βότανα.

◆Και οι φωνές πληθαίνουν στα αναγνώσματα τα καθημερινά και πολυσύχναστες οι καταρρεύσεις συμπαρασύρουν το ψεύδος της οικοδομής.

◆Επικαιρότητα μονότονη και μια παρουσία αναζητά την εγκατάλειψη.

◆Δείπνα κι απόδειπνα, προσωπικότητες πολιτικές καταναλώνουν τις λιπαρές ουσίες παίζοντας το παιχνίδι της εξουσίας προς ίδιον όφελος. Και μετράς στον λευκό τοίχο τα μαύρα στίγματα που άφησε το πολυκαιρισμένο επισκεπτήριο των εντόμων.

◆Το αποδυσπέτημα κυριάρχησε και η αισιοδοξία μεταλλάχθηκε σε μια μισότρελη έννοια γδυμνή, ξυπόλυτη, με κρεμασμένα κουδούνια. Μοναχά ένας σαρκασμός άρχοντας της ανατροπής απόμεινε, να διεγείρει τις χαμένες λέξεις.

◆Στον παραλογισμό τα κείμενα συμμαχούν με τις επικρατούσες συνθήκες και ευνοούν τα καθέκαστα συμφωνώντας και διαφωνώντας.

◆Γιατί και η διαφωνία εξυπηρετεί από άλλο προμαχώνα την αλυσίδα των σημείων.

◆Και φτάσαμε ώς εδώ επιμηκύνοντας την υπερτίμηση των πάντων. Οι μετριότητες έπνιξαν το χωράφι και τα κούφια θεμέλια κατέρρευσαν. Και τώρα, φωνές δικαιολογούν την κακόμορφη βιτρίνα του συνθέματος, που φαντάζει αστεϊσμός ανάξιος προκλήσεως γέλωτος.

◆Περισσεύει το θράσος στην ουρά και ο άμοιρος ευθυνών κοιτά αποχαυνωμένος τον μικρό που ξεφυλλίζει την εικονογραφημένη ιστορία.

◆Στα κουτιά το μαγείρεμα συνεχίζεται ακάθεκτο και οι σάλτσες σκεπάζουν την εναπομείνασα φαιά ουσία του κρέατος που παρακολουθεί καρφωμένο στο ανάκλιντρο της συμφοράς.

◆Διά των δακρύων δεν γίνεται τίποτα και διά των χαχανητών το υπονοούμενο χάνει την έννοια της κρυμμένης κατασκευής.

◆Οι λέξεις, εργαλεία πεταμένα στις σελίδες τις κιτρινισμένες, περιμένουν την ανάστασή τους. Απλές και σύνθετες αναλύσεις κάνουν τη ζωή να μοιάζει πρόβλημα με πολλές λύσεις.

◆Μια υπόθεση, πολλά συμπεράσματα και οι αναστεναγμοί διαδέχονται ο ένας τον άλλον. Η αγωνία του εξεταζόμενου μπροστά σε μια κόλλα λευκού χαρτιού.

◆Οσονούπω καταφθάνουν και οι εορτές ρακένδυτες να θυμίσουν την παλιά ατμόσφαιρα.

◆Φέτος τα λαμπάκια θα είναι ζωγραφισμένα και οι κορδέλες θα κλείνουν άδεια περιεχόμενα.

◆Πλάκωσε η ψυχή της διπλανής ανάσας την ώρα που αναλογίστηκε.

◆Ένα χεράκι τράβηξε τα δάχτυλα από τη σκανδάλη του θυμού. Στο βάθος ένα παγκάκι χαμένο ανάμεσα στις τσουλήθρες. Μια φέτα αλειμμένη με μια νοστιμιά, ένα τρεχαλητό και νάσου τα όνειρα να ξεκουράζονται. Ένα τόπι κλοτσιές και να το χαμόγελο να ξανάρχεται.

◆Οι μικροχαρές να βγαίνουν απ’ τα ντουλάπια ντυμένες με τα αθλητικά τους.

◆Και με τη δύση του ηλίου, βεγκέρες και αρχαία ροφήματα. Ιστορίες απ’ τα παλιά και η αλήθεια να επανέρχεται αυτοκρατορική στην πατριδογνωσία της ψυχής μας!

 

Αποσκόπησις

Αίλουρος στον θρόνο.

Και υπήκοος ο έρωτας.

Ικέτης με υψωμένα δάχτυλα.

Το αρχέγονο πρωτοστάτησε και το μειδίαμα σιωπώντας αποχώρησε.

Φανέρωμα της κόρης.

Θρυπτόμενον όμμα, υγρό και διάφανο.

Απόβλεμμα απόρριψης, εμφάνιση αμείλικτου λόγου.

Απεικόνιση πανάρχαια, σύνοψη παραγράφου.

Εξουσία του πόθου, πολυμήχανος ερωτισμός.

Η γοητεία της σαγήνης, μοιραία ανάρτηση λέξεων, επέμβαση παρορμητική, καθέδρα της στιγμής.

Λειτουργία σιωπηρή ανάμεσα στα λιγοστά φύλλα.

Ευχολόγιο συναρτήσεων, ακολούθημα ξαναμμένο.

Αυθάδεια των αισθήσεων με συνοπτικό περιεχόμενο και μια κραυγή να ιχνηλατεί την τελειότητα.

Μεγαλειότητα της απλότητας, όραση ακριβής στο μεταίχμιο της λεπτομέρειας.

Παραλήρημα γραφής ενός απεγνωσμένου ήχου.

Και ένα μαγικό σύννεφο να προσπαθεί να κάνει τον ίσκιο.

Στην εικονογραφημένη πρόταση ο νους αναστέναξε.

Και γονάτισε.

Μυογράφημα

Ο μεγάλος γεννήθηκε στο χωριό. Η μάνα του καλή γυναίκα, ντόμπρα, απλή, με τα κιλά της και την αγανάδα της όπου χρειαζόταν.

Ο πατέρας γεωργός, αψύς, βαρύς κι ασήκωτος, ένα με τον μόχθο, δωρικός και πανύψηλος. Ο ήλιος του συναντούσε το φεγγάρι και η καλή κουβέντα όταν έβγαινε απ’ το στόμα του έμοιαζε με φωνή εξ ουρανού.

Τρία παιδιά μεγαλωμένα με μια φέτα ψωμί, ελιές και λάδι. Δυο αγόρια και ένα κορίτσι. Σχολειό το πρωί και μετά σπίτι και χωράφι, κότες, κουνέλια και σκάλισμα στα κηπευτικά.

Το σούρουπο, το βραδινό σιωπηλό στην αρχή και μετά μια κούραση να χαμογελά και να κάνει το όσπριο να φαντάζει μάννα ανακτορικό.

Μετά τα ασπροσέντονα να μυρίζουν τη φωτιά απ’ το κάρβουνο και στο πλαϊνό το χοντρό βιβλίο. Να ρουφιούνται οι γραμμές, να γίνονται γίγαντες οι σκέψεις. Και νάσου τα όνειρα να καρφώνονται στο μυαλό και ο ύπνος να ’χει την ανάσα μιας γαληνεμένης θάλασσας.

Πανεπιστήμια. Δικηγόρος ο ένας, μηχανικός ο άλλος.

Το κορίτσι παντρεύτηκε στα δεκαοχτώ ένα καλό παιδί απ’ το διπλανό χωριό. Πρόκοψε, έκανε παιδιά, έφτιαξε ένα μεγάλο σπίτι. Είχαν τις ελιές και κάναν’ λάδι. Δειλά ξεμύτισαν, βάλαν’ και μια ετικέτα κι ανασάναν’ αυτοί και το χωριό.

Τα αγόρια στην πόλη, κοστούμια, λουστρίνια, πούρα και κούρσες. Διαζύγια, γκόμενες, παιδιά συνοφρυωμένα.

Στον σταθμό του χωριού το τρένο σε λίγο θα φαινόταν από μακριά. Μια γυναίκα, ένας άντρας και τρία παιδιά. Ο καπνός έκανε σαν φίδι. Ένα τρίξιμο, οι πόρτες άνοιξαν. Μια μεγάλη αγκαλιά έσφιξε το χαμένο σπιτικό.

Το χαμόγελο συναντήθηκε, το τρένο έφυγε, το σφιχταγκάλιασμα έμεινε.

Το πρωινό, η ιστορία βρήκε την αρχή της και, το σούρουπο, το παλιό βιβλίο ξανάφερε τη θάλασσα στο προσκεφάλι!

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 19.04.2024 03:10