Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Με την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα αρχίζουν να ξεδιπλώνονται οι απαιτήσεις των δανειστών, προκειμένου να κλείσει η τεχνική συμφωνία (staff level agreement) με την οποία θα ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση και θα καταστεί εφικτό για την κυβέρνηση να πάει στα επόμενα βήματα, τον προσδιορισμό του διαστήματος εφαρμογής υψηλών (3,5%) πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018 και των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους.
Βέβαια όσο οι θεσμοί κάνουν «πενηνταράκια» τις απαιτήσεις τους τόσο πιο μεγάλα τα ερωτήματα για το πού βασίζεται η αισιόδοξη πρόβλεψη – καταρχάς της κυβέρνησης – ότι η τεχνική συμφωνία είναι δυνατό να κλείσει σύντομα. Πάντως ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας χθες, στο πλαίσιο των κοινών δηλώσεων με τον πρωθυπουργό της Μάλτας Τζόζεφ Μουσκάτ, εμφανίστηκε για μια ακόμη φορά αισιόδοξος ότι η αξιολόγηση μπορεί να κλείσει στο Εurogroup της 20ής Μαρτίου.
Ενδεχομένως η όποια αισιοδοξία του πρωθυπουργού να πηγάζει από το γεγονός ότι ο ίδιος, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει λάβει την πολιτική απόφαση η αξιολόγηση να κλείσει όσο σκληρά κι αν είναι τα μέτρα που θα απαιτηθούν, έτσι ώστε να τερματιστεί η πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα (η οποία επηρεάζει και τις τράπεζες, που ενδεχομένως να απειληθούν με νέα ανακεφαλαιοποίηση) και να μην ξηλωθεί το πουλόβερ τής μέχρι τώρα διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Από την άλλη, το κλίμα αισιοδοξίας φαίνεται να είναι μονόδρομος για τον πρωθυπουργό, ο οποίος τα τελευταία εικοσιτετράωρα δέχεται προειδοποιήσεις ότι αν δεν κλείσει η αξιολόγηση θα παγιωθεί το κλίμα αβεβαιότητας που επέστρεψε κατά το πρώτο δίμηνο το 2017. Αυτό το τελευταίο, το επικαλέστηκε η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, η οποία χθες, μια μέρα μετά τη συνάντηση με τον πρωθυπουργό στο Μαξίμου, είχε συνάντηση με τους εκπροσώπους των θεσμών.
Σημειώνεται πως μήνυμα υπέρ της γρήγορης ολοκλήρωσης της αξιολόγησης έστειλε τις προηγούμενες μέρες και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας,
καλώντας τις δύο πλευρές να επιδείξουν «ευελιξία» και «ρεαλισμό», διαφορετικά προειδοποιεί ότι «η χώρα θα εισέλθει σε έναν νέο κύκλο αβεβαιότητας, επιδείνωσης των σχέσεων με τους εταίρους-δανειστές και εγκλωβισμού της οικονομίας σε στασιμότητα».
Μήνυμα (και συνάμα νομιμοποιητικό επιχείρημα) επίσπευσης ήρθε χθες και από το Βερολίνο καθώς, σύμφωνα με δημοσίευμα της «Καθημερινής», η Μέρκελ φέρεται διατεθειμένη να διευκολύνει την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, όπως διακαώς επιθυμεί η κυβέρνηση, παρακάμπτοντας τον υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε, υπό την προϋπόθεση (σύμφωνα με το δημοσίευμα) «ότι η κυβέρνηση θα συμφωνήσει προηγουμένως στο πακέτο των περικοπών συντάξεων και αφορολογήτου, ύψους 2% του ΑΕΠ περίπου».
Υπό πίεση
Για να επιστρέψουμε όμως στα της κυβέρνησης, την προαναφερθείσα πολιτική απόφαση καλείται να υλοποιήσει – σηκώνοντας το ανάλογο πολιτικό βάρος – το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, το οποίο, μετά την υποχώρηση στο μίγμα πολιτικής και στην αποδοχή της μείωσης του αφορολόγητου και των περικοπών στις συντάξεις (αφού διαφορετικά δεν «ξεκλείδωνε» η επιστροφή των θεσμών) είναι εντεταλμένο να ασχοληθεί με το επώδυνο σκέλος των αποφάσεων του πόσο θα κοπεί από ποιους. Και ταυτόχρονα να βρει και στοχευμένα μέτρα ελάφρυνσης, κάτι που προφανώς δεν είναι τόσο απλό όσο μπορεί να ακούγεται και κατά τα φαινόμενα δεν αρκεί για τον τερματισμό της λιτότητας – εξ ου και η σχετική αποστροφή του υπουργού στη Βουλή «δεν ωραιοποιούμε την κατάσταση, ούτε λέμε ότι τελείωσε η λιτότητα», η οποία στρέφεται και προς το Μαξίμου.
Αυτή μοιάζει να είναι και η εστία της διάστασης μεταξύ του πρωθυπουργού και του υπουργού Οικονομικών, η οποία από το μεν Μαξίμου διαψεύδεται, από τη δε πλευρά Τσακαλώτου φαίνεται να υποβαθμίζεται σε διάσταση απόψεων στο επίπεδο της επικοινωνιακής διαχείρισης του αποτελέσματος της 20ής Φεβρουαρίου και της διαπραγμάτευσης συνολικότερα.
Με άλλα λόγια, εστία τριβής μεταξύ των δύο αποτελεί από τη μία η κεντρική πολιτική ανάγκη της κυβέρνησης να χρυσώσει το χάπι των σκληρών μέτρων απέναντι στους βουλευτές της πλειοψηφίας και την κοινωνία και από την άλλη η τεχνοκρατική προσέγγιση των Τσακαλώτου – Χουλιαράκη, που
επιθυμούν μια πιο προσγειωμένη και κοντά στην πραγματικότητα διαχείριση, έτσι ώστε αφενός να μην δημιουργηθούν προσδοκίες που γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να ικανοποιηθούν και από την άλλη να μην υπονομευθεί η διαπραγμάτευση από τις πολιτικές κορώνες στην εσωτερική σκηνή.
Στο μεταξύ, απέναντι στο κλίμα επίσπευσης που περιγράψαμε παραπάνω, την Τρίτη ο Ευκλείδης Τσακαλώτος επανέφερε τη θέση «τίποτα δεν κλείνει αν δεν συμφωνηθούν όλα», λέγοντας ότι «δεν υπάρχει συμφωνία αν δεν δω όλο το πακέτο». Στάση που αν μη τι άλλο εκπέμπει μεγαλύτερη επιφύλαξη από το πνεύμα της ρητορικής του Μαξίμου ότι με την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα το κλείσιμο της αξιολόγησης είναι υπόθεση μερικών ημερών.
Όσον αφορά τη διαπραγμάτευση, στο τραπέζι ήδη μπήκαν καταρχάς η μείωση του αφορολόγητου και οι περικοπές στις συντάξεις (με το αίτημα ΔΝΤ για την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς) με τον λογαριασμό από αυτές τις δύο παρεμβάσεις να εκκινεί από το 2% του ΑΕΠ, αν και από την πλευρά της κυβέρνησης αφήνεται να εννοηθεί ότι μπορεί να πέσει πιο κάτω από αυτό το ποσοστό. Επίσης στο τραπέζι βρίσκονται και τα ενεργειακά μέσω του αιτήματος των δανειστών να μειωθούν τα μερίδια αγοράς της ΔΕΗ μέσω των δημοπρασιών ενέργειας, με εναλλακτική, αν δεν ικανοποιείται αυτή η συνθήκη, την πώληση λιγνιτικών μονάδων. Επίσης, αν και δεν αποτελεί ύλη της τρέχουσας διαπραγμάτευσης, επανέρχεται στο τραπέζι το θέμα του υπερταμείου, καθώς οι δανειστές θέτουν ζήτημα καθυστερήσεων ως προς τη στελέχωση και λειτουργία του.
Η κυβέρνηση στο επίπεδο της επικοινωνιακής διαχείρισης ρίχνει μεγάλο βάρος στα αντισταθμιστικά μέτρα ή αντίμετρα εστιάζοντας στο καλό σενάριο, αυτό της επίτευξης των στόχων για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%, το οποίο, όπως λέει, περιλαμβάνει εξίσου τα μέτρα επιβάρυνσης αλλά και τα μέτρα ελάφρυνσης. Ωστόσο, παρά την προσπάθεια να περάσει το μήνυμα ότι τα μέτρα δεν είναι υπό αίρεση, το οικονομικό επιτελείο με δηλώσεις κινείται πιο κοντά στη γραμμή Ντάισελμπλουμ, που συνέδεσε τη δυνατότητα εφαρμογής των «καλών» μέτρων με την επίτευξη ή μη των στόχων.
Επιπλέον η κυβέρνηση επιχειρεί να δώσει στα «αντίμετρα» αναπτυξιακό χαρακτήρα, και αυτόν τον στόχο είχε και η σύσκεψη την περασμένη Παρασκευή στο Μαξίμου με τους υπουργούς των παραγωγικών υπουργείων.
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.