search
ΤΕΤΑΡΤΗ 24.04.2024 23:42
MENU CLOSE

Λίνα Νικολακοπούλου

25.01.2010 04:38

«Μια στιγμή να κατεβάσω τον ήχο των κυμάτων». Αυτό που λέει η Λίνα Νικολακοπούλου μοιάζει με στίχο της. Είναι όμως κυριολεκτικό.

Συνέντευξη στη Ναταλί Χατζηαντωνίου

Συχνά όταν επιστρέφει στο σπίτι της βάζει ένα dvd και βλέπει μόνο θάλασσα. «Έτσι ξεκουράζομαι», εξηγεί η δημιουργός που με τους στίχους της απενοχοποίησε τις ατομικές ιδιαιτερότητες, το συναίσθημα, ακόμα και το δικαίωμα στη μοναξιά. Σ’ ένα χρόνο θα συμπληρώσει τριάντα χρόνια παρουσίας στο τραγούδι. Αλλά εν τω μεταξύ γιορτάζει τα 40ά γενέθλια του Zoom και το αειθαλές του ποιητικού λόγου. Στο Zoom, αναλαμβάνοντας η ίδια τον φετινό του προγραμματισμό, έβαλε στοίχημα να ξανακάνει την ιστορική μπουάτ στέκι. Μ’ ένα σταθερό σχήμα (Μελίνα Τανάγρη και Τρίφωνο) για τα Παρασκευοσάββατα, καθιέρωσε τις Δευτέρες των Φιλοξενουμένων –καλώντας κάθε φορά καλλιτέχνες που είχαν περάσει από τον χώρο ή και άλλους που του ταιριάζουν– και τις Τετάρτες των Ποιητών, διοργανώνοντας μικρά αφιερώματα σε μεγάλους ποιητές. Ταυτόχρονα, επιμελήθηκε ένα πρόγραμμα στο Altera Pars, που μπορεί να ολοκληρώθηκε ήδη αλλά άφησε πίσω του έναν «αυτόπτη μάρτυρα»: Το cd «Φ Χρυσός Λόγος» περιλαμβάνει το μουσικό απόσταγμα της παράστασης που έστησε η Νικολακοπούλου με το συγκρότημα Άνεμος. Τους Κώστα Χατζόπουλο και Κατερίνα Νιτσοπούλου δηλαδή, που μελοποίησαν δεκαοκτώ ποιήματα (των Κικής Δημουλά, Αντρέα Εμπειρίκου, Λίνας Νικολακοπούλου, Βασιλικής Νικοπούλου, Τζαλαλαντίν Ρουμί, Γιώργου Σκούρτη, Ντίλαν Τόμας) και τα παρουσίασαν με τη συμβολή, εκτός των άλλων, και μιας μεγάλης βίντεο-οθόνης, στην οποία προβαλλόταν η εικαστική γραφή του Γιώργου Ξένου.

Φέτος προσπαθείτε να υπερασπιστείτε το δικαίωμα της ποίησης να υπάρχει.

Λ.Ν.: Υπάρχει μια αναθέρμανση ενδιαφέροντος για την ποιητική πλευρά της καθημερινότητας. Είναι φυσικό μετά από τόσο άδειασμα. Όταν αδυνατίζει το συλλογικό αίσθημα, αλλά εμείς έχουμε την επιθυμία να γίνουμε δυνατότεροι από τους κακούς οιωνούς, το πιο δωρεάν κεφάλαιο που διαθέτουμε είναι οι φωνές όσων μίλησαν με αγάπη για τον άνθρωπο. Γι’ αυτό πάντα σε περιόδους που ο κόσμος είχε αγωνία και αμφιβολία κατέφευγε στην ποίηση. Κι αυτό γινόταν με πρωτοβουλία καλλιτεχνών κι από άλλους χώρους.

Σαφώς περνάμε μια δύσκολη περίοδο. Κάποτε όμως τα προβλήματα δημιουργούσαν καλλιτεχνικές συσπειρώσεις και παρέες, ενώ τώρα πια φέρνουν κυρίως εσωστρέφεια.

Λ.Ν.: Στους καιρούς του φόβου ή της αφυδατωμένης πραγματικότητας δεν υπάρχει χαρά ούτε στην οικογένεια των καλλιτεχνών. Υπάρχει αγωνία κι εγωισμός. Καθένας κοιτάει να σταθεροποιήσει τον εαυτό του. Κι έτσι, ενώ κάποιοι μεταξύ τους κάτι μπορεί να λένε μυστικά, όλοι μαζί φοβούνται. Σαν να περιμένουμε κάποιον να ξεκινήσει και μετά να τον ακολουθήσουμε. Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι λειτουργούν ακόμα καλλιτεχνικά και βγάζουν ωραία πράγματα. Άρα δεν έχει στερέψει το πηγάδι.

Πάντως και το τραγούδι, ενώ παλαιότερα τα κοινωνικά προβλήματα του έδιναν ακόμα μεγαλύτερο λόγο ύπαρξης, τώρα γίνεται όλο και πιο μονοδιάστατο.

Λ.Ν.: Κάποτε υπήρχε ένας ιδεολογικός δρόμος. Όταν λ.χ. ήμουν φοιτήτρια ο ιδεολογικός ορίζοντας ήταν νόμιμος και ο πολιτικός δρόμος παρών. Αυτά όμως, για κάποιο λόγο που μας υπερβαίνει, τελείωσαν. Ο κύκλος της σχεδίας που μας έβγαζε στα ανοιχτά έκλεισε. Μοιάζει δηλαδή σαν να γίνεται ένα παιχνίδι μέσα στο οποίο ο ιδεολόγος δεν μπορεί πια να μπει. Φυσικά μπορεί να πιέσει ρεαλιστικά ο πολίτης, να αρνηθεί κάποια μέτρα, να κατεβεί στο δρόμο. Αλλά αυτό δεν είναι ικανό να εμπνεύσει έναν νέο άνθρωπο να δημιουργήσει.

Κι όμως δημιουργούν κατά κανόνα ρυθμικά κομμάτια σε αγγλόφωνο στίχο.

Λ.Ν.: Οι νέοι φαίνεται να έχουν απογοητευθεί από την πολιτική. Κι επειδή δεν υπάρχει πια και ρομαντισμός κανείς δεν τον χρησιμοποιεί ως βήμα. Πρέπει να βρεθεί μια καινούργια ισχυρή αιτία που να καλεί τον ανθρώπινο ψυχισμό στη διεκδίκηση αυτής καθεαυτής της ζωής κι όχι μόνο του μεροκάματου και της ασφάλειας για τα γεράματα. Μέχρι να ’ρθεί στην επιφάνεια αυτό το δικαίωμα των νέων να αρθρώσουν τον λόγο τους, η αγγλική γλώσσα κι ένας παγκόσμιος ρυθμός είναι σαν φόρμα πιο ταιριαστά. Αφού υπάρχει ήδη τόσος θόρυβος, θορυβώδες πρέπει να είναι και το σήμα των νέων για να ακουστεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι όσα παιδιά αρθρώνουν τέτοιο λόγο δεν ξέρουν τι λένε. Αντίθετα.

Τα νέα παιδιά ψάχνουν τον τρόπο τους. Και η γενιά σας στέκει αμήχανη. Γιατί;

Λ.Ν.: Απ’ ό,τι καταλαβαίνω εμπειρικά, φταίει ότι κανείς δεν παίρνει πρωτοβουλία, όταν η αφορμή δεν δίνεται από ένα τραγικό γεγονός. Για την υπόθεση του Οτσαλάν, π.χ., είχαμε μαζευτεί αυθόρμητα τριάντα άνθρωποι. Διαφορετικά, για να υπάρξει αποτέλεσμα, καθένας κάπως πρέπει να εξομολογείται ό,τι σκέφτεται μόνος του, στο σπίτι του. Όταν όμως κανείς δεν μιλάει και καθένας καταναλώνει τη μέρα για να τρέξει στις δουλειές του, τότε πώς να συνδυαστούμε;

Είναι παράδοξο να μιλάμε για συσπείρωση και μαζικότητα με την πρώτη στιχουργό που πάλεψε για το αντίθετο, για να δώσει φωνή στην ατομική ιδιαιτερότητα.

Λ.Ν.: Τότε μιλάγαμε για τη διεκδίκηση ενός δικαιώματος. Αλλά επειδή είχε ωριμάσει ο καιρός το αίτημα δεν ήταν και τόσο αδιαπέραστο. Με το που δημοσιοποιούσες ένα έργο έβλεπες αμέσως την αποδοχή, πράγμα που σήμαινε ότι το κοινό ήταν έτοιμο. Ενώ τώρα είναι δυσκολότερο να δημιουργηθεί ό,τι λέμε κοινό αίσθημα.

Στην εποχή μας όμως έχουμε φτάσει πια στο σημείο να αντιμετωπίζουμε την ατομική ιδιαιτερότητα σαν αυταξία.

Λ.Ν.: Δεν είναι αυτό. Η όρεξη και το «θέλω» έχουν σβηστεί, σαν τις παλιές κασέτες που μετά από λίγο καιρό έλιωναν και δεν έπαιζαν. Αυτή τη στιγμή θέλει κόπο για να καταλάβεις εάν και γιατί θέλεις να πας κάπου. Εκτός από τους ανθρώπους που είναι πολύ αγαπητοί και τόσο αναγνωρίσιμοι ώστε να λέμε «πάμε εκεί να δούμε τον τάδε», οι επιλογές που μένουν στους υπόλοιπους, τους λιγότερο γνωστούς καλλιτέχνες, φαίνεται σαν να τους ωθούν ή να γίνουν πρώτοι ή διαφορετικά να πάψουν να υπάρχουν. Η εποχή είναι δηλαδή ή του ύψους ή του βάθους. Η μεσαία περιοχή έχει δυσκολία. Όμως κι αυτή, όπως κι η μεσαία τάξη, εκπροσωπεί μια απαραίτητη διαστρωμάτωση.

Πολιτικά μπορεί να εκφραστεί η ομάδα που πλήττεται περισσότερο;

Λ.Ν.: Τέτοιος πολιτικός λόγος θα παρουσιαστεί εάν αυτή η ομάδα καταφέρει να αρθρώσει γενικώς λόγο. Για την ώρα είμαστε εγκλωβισμένοι σε όσα κόμματα είναι στη Βουλή, κάτι μεγαθήρια που έχουν μηχανισμούς. Το ίδιο όμως συμβαίνει και στην ψυχαγωγία. Όλοι οι άλλοι πρέπει να ωριμάσουν και να γίνουν εύρωστες φωνές. Τότε θα δημιουργηθεί κι ο πολιτικός τους λόγος και το δικαίωμα στη δημοκρατία και την πολυφωνία.

Κι όσο αυτό δεν γίνεται;

Λ.Ν.: Θα ’χουμε τις ίδιες αγκυλώσεις. Θα πηγαίνουμε στα Αριστερά γι’ αυτή τη διεκδίκηση, στο ΠΑΣΟΚ για κάποια άλλη, στη Δεξιά για άλλη. Γιατί πάλι στα ίδια σπίτια κατοικούν οι ιδέες. Έτσι δεν κάνουμε τίποτα. Δεν θα βιαστώ όμως να πω κι ότι τέλειωσε το πολιτικό παιχνίδι, γιατί ποτέ δεν ξέρουμε τις ανατροπές.

Κι οι νέοι φαίνεται να ξέρουν τι δεν θέλουν από το παλιό σύστημα, αλλά να μην ξέρουν τι θέλουν.

Λ.Ν.: Νομίζω ότι θέλουν το δικαίωμα να ονειρεύονται και να μην τους λογοκρίνουν το όνειρο. Θέλουν το δικαίωμα να δουν αλλιώτικα το θέμα «ζωή». Αλλά εν τω μεταξύ, τους κάνουν πλύση εγκεφάλου: «πρέπει να πάρεις πτυχία, να μιλάς πέντε γλώσσες…», ενώ ήδη αυτά έχουν ματαιωθεί. Τελικά, οι νέοι δεν μπορούν να καθρεφτίσουν το πρόσωπό τους σε ό,τι υπάρχει. Αλλά διεκδικούν την τεχνολογία ή το δικαίωμά τους να κάθονται στη λιακάδα και θέλουν και να ανταμειφθούν αξιακά, επειδή είναι μια γενιά πιο ευαίσθητη και τρυφερή από τις προηγούμενες.

Είναι η νέα γενιά πιο τρυφερή;

Λ.Ν.: Είναι με τον τρόπο της. Επειδή όμως έχει δει πιο σκούρα την πραγματικότητα διαλέγει να είναι τα «θέλω» της απλούστερα. Θέλουν να ζήσουν, να μη φοβούνται ότι δεν θα βρουν δουλειά, ότι δεν θα ’χουν χώρους να περπατήσουν. Αλλά κι αυτά τα απλά «θέλω» χρειάζονται εμπνευσμένες πράξεις. Να μην περιμένουν δηλαδή οι νέοι ότι κάτι θα γίνει, κάποιος θα τους ακούσει. Δεν ακούει κανείς.

Ήσασταν κατεξοχήν ο άνθρωπος που απενοχοποίησε το προσωπικό συναίσθημα. Είχε κόστος αυτό;

Λ.Ν.: Δεν νομίζω.

Κι όμως, έχω ακούσει ανθρώπους να λένε ότι «δεν μπορώ τα μελό της Νικολακοπούλου».

Λ.Ν.: Και τι με νοιάζει εμένα; Δεν με πειράζει• και μάλιστα εύχομαι σ’ αυτούς που έχουν την άλλη ματιά να με πάρουν κι εμένα μια μέρα από το χέρι και να μου πουν «έλα, βρε παιδί μου, κι από δω, να δεις τι ωραία που είναι». Εγώ είμαι ανοιχτή. Και χαίρομαι με όποιον ήρθε κι είπε με άλλο τρόπο τα πράγματα ωραία. Χάρηκα που ήρθε, λ.χ., ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ένας δημιουργός που έχει πράγματα να πει. ΄Η χάρηκα που ήρθε μια προσωπικότητα όπως η Μάρθα Φριντζήλα, με τόση ευρωστία μέσα της. Θα πάω και προς τα εκεί. Φυσικό είναι καθένας μας κάποιους ανθρώπους να στεγάζει και κάποιους να τους αφήνει αδιάφορους ή εχθρικούς. Εγώ, όμως, επειδή έχουν περάσει χρόνια, έχω και μια άλλη επαλήθευση, το χαμόγελο των ανθρώπων που μου λένε «καλημέρα» στο δρόμο. Κάτι πήραν από μένα. Άρα, αυτό που έχω υπάρξει δεν είναι ένα κενοτάφιο. Είναι γεμάτο ζωή.

Πόσο τρομαχτικό είναι να μπορείς να κάνεις τον άλλο να κλάψει; Και τι εξουσία είναι να μπορείς να τον κάνεις να πάψει να κλαίει;

Λ.Ν.: Ο καθένας μας το έχει γευτεί αυτό μες στις παρέες του, όταν μπορεί να πει σε ένα φίλο «σώπα, βρε, θα περάσει κι αυτό». Το ίδιο συμβαίνει. Απλώς εγώ ξαναγίνομαι η έφηβη που υπήρξα, γιατί ό,τι κατάφερε ο λόγος μου τα ’χα καταφέρει και σαν παιδί, όταν πήγαινα να φέρω με προθυμία ένα ποτήρι νερό ή έλεγα ένα ανέκδοτο κι άλλαζε το κλίμα. Ήταν εξαρχής η στάση μου στη ζωή.

Τολμούσατε να εκτεθείτε;

Λ.Ν.: Βέβαια. Τολμούσα να χορέψω δημόσια, να πω ποιήματα στις γιορτές, να κλάψω δυνατά, να διεκδικήσω το δικαίωμά μου να βγω έξω μια ώρα που δεν έπρεπε. Δεν περίμενα βέβαια ότι τα ίδια θα τα κατάφερνα και μέσα από τα τραγούδια. Γι’ αυτό έχω πάρει πολλή χαρά, όταν άνθρωποι διαφορετικών ηλικιών μου λένε «με αυτό το τραγούδι ακόμα γλεντάμε» ή «ακόμα κλαίμε». Κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τα παλιά μου. Τέσσερα ζευγάρια παντρεύτηκαν πρόσφατα με το «Να μ’ αγαπάς» από το Τρίφωνο!

Πώς γράφετε; Σε πολλά τραγούδια σας αφορμή μοιάζει να δίνει μια εικόνα, ένα αντικείμενο. Αυτό πώς σας επισκέπτεται;

Λ.Ν.: Όταν πηγαίνεις γυρεύοντας θα το δεις και το αντικείμενο και την εικόνα. Κι εγώ καταλαβαίνω ότι έχω πια τη ματιά του ανθρώπου που πέρασε πολλές αγωνίες, αλλά συνεχίζει να είναι ψυχικά και πνευματικά εύρωστος, ξέροντας τώρα πια πώς να αφήσει τη λύπη να περάσει από μέσα του, όπως έλεγε ο Λειβαδίτης νομίζω, «είμαι τόσο λυπημένος που μπορεί να περάσει από μέσα μου ένα σμήνος πουλιά». Όταν μου συμβαίνει μένω ήρεμη. Κι ύστερα γράφω ή μάλλον αφήνομαι να «ζωγραφίσω» με μια ματιά που έχει περισσότερη αγάπη.

Τα τραγούδια που μας έκαναν να κλάψουμε τα γράψατε κι εσείς κλαίγοντας;

Λ.Ν.: Τα περισσότερα ναι. Αν και αυτό που ’χω καταλάβει είναι ότι δεν στεκόμουν ποτέ να δω τον γκρεμό. Έγραφα κοιτώντας συνήθως προς το μέρος της στεριάς. Φαίνεται πως αυτό το οριστικό του «γκρεμού» δεν το ήθελα όταν ήμουν νέα. Και τώρα πια δεν ξέρω αν θα καταφέρω με νηφαλιότητα ή με παραχώρηση να το βάλω μέσα στον λόγο μου.

Γιατί να θέλετε να βάλετε τον «γκρεμό» στο λόγο σας;

Λ.Ν.: Γιατί είναι κι αυτό ένα σύνορο, ώστε να μην είναι κανείς πάντα αισιόδοξος χωρίς να κατανοεί ότι ο βυθός είναι από κάτω.

Με τον λόγο σας χρίσατε ηρωίδες απλές γυναίκες, σε μια εποχή που δεν συνηθιζόταν αυτό.

Λ.Ν.: Στο τραγούδι πράγματι δεν ήταν εύκολο. Καθαρό γυναικείο λόγο έφεραν η Αφροδίτη Μάνου, η Χαρούλα Αλεξίου, η Μαριαννίνα Κριεζή. Σιγά σιγά βγήκαν κι άλλες γυναίκες που μιλούσαν. Ήταν μάλλον θέμα συγχρονισμού.

Εσείς όμως δώσατε λόγο και στη νοικοκυρά που σιδερώνει.

Λ.Ν.: Το έκανα με απλότητα. Το πέρασα ήσυχα ως μια γυναικεία αξία της καθημερινότητας. Κι έτσι κάτι που το ξέρουμε όλοι στο σπίτι μας πήρε την αξία του και ίσως την ποιητική του διάσταση.

Τη σημερινή γυναίκα πώς τη βλέπετε;

Λ.Ν.: Απορώ πώς τα καταφέρνουν γυναίκες που εργάζονται κι έχουν παιδιά. Τις βλέπω στο μετρό να κρατάνε τα παιδιά τους απ’ το χέρι κουρασμένες… Σκέφτομαι όλα αυτά τα έξοδα, το κουράγιο τους. Καταλαβαίνω, βέβαια, πως όταν σου χαμογελάει το παιδί σου είναι όλα καινούργια.

Σας έλειψε ο ρόλος της μητρότητας;

Λ.Ν.: Δεν πρόλαβα. Ακολούθησα έναν εαυτό που είχε πάρα πολλά όνειρα κι ήθελε πολλά να γίνουν πραγματικότητα. Κάποια στιγμή πέρασα από την επίγνωση ότι το τρένο δεν έχει επιστροφή κι αναρωτήθηκα. Είναι όμως σαφές ότι εγώ ήμουν το παιδί μου, που το μεγάλωσα. Μέσα μου ήμουν μικρή, ήθελα το ένα, ήθελα το άλλο και δεν ήμουν σε θέση απ’ ό,τι ήθελα κάτι να εκχωρήσω για να φέρω στον κόσμο μια άλλη ζωή.

Ήσασταν κόρη στρατιωτικού. Πώς ακολουθήσατε τον μποέμ δρόμο της τέχνης;

Λ.Ν.: Με ισορροπία. Ο πατέρας μου ήταν μέσα του πολύ μπροστά. Δεν ήθελε να επιβάλλει κανένα φόβο. Κι αφού έβλεπε ότι δεν φοβόμουν δεν ήθελε να μου κόψει αυτή τη δύναμη. Όταν στα είκοσι του είπα ότι θα φύγω απ’ το σπίτι, ενώ πίστευα ότι θα γίνει μάχη, εκείνος μου είπε «πήγαινε, αρκεί να είσαι σε θέση να πατήσεις στα πόδια σου». Ήταν το μεγαλύτερο δώρο που μπορούσε να μου κάνει. Τον τίμησα όμως. Γιατί έκτοτε θεώρησα ότι την ελευθερία μου του τη χρωστάω.

Και η μητέρα σας;

Λ.Ν.: Ήταν ένας άνθρωπος πολύ λεπτός πνευματικά. Μια προσωπικότητα αξιαγάπητη, που ενέπνευσε και πολλούς άλλους, τους μαθητές της να μάθουν γράμματα, τα παιδιά, που μετά έγιναν γονείς, να φέρονται στα παιδιά τους καλά. Έσπειρε καλό σπόρο. Το είδα. Όπως είδα και πώς κρατούσε απόσταση από οτιδήποτε ευτελές. Είχε ένα ξεκάθαρο γούστο, τόσο που εγώ μπροστά της ήμουν σαν Ινδιάνα.

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΤΕΤΑΡΤΗ 24.04.2024 23:40