search
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 19.04.2024 01:09
MENU CLOSE

Ενότητα ή σχίσμα πάσης Ελλάδος

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2048
22-11-2018
26.11.2018 21:55
pn2211dis.jpg

 

Του Δημήτρη Κ. Παπαϊωάννου*

Είναι λάθος να συγχέουμε την Εκκλησία με την ιεραρχία, αλλά είναι πολύ μεγαλύτερο λάθος να συγχέουμε την Εκκλησία με μια ομάδα αρχιεπισκοποεκλεγμένων, η οποία συζήτησε με την πολιτεία και κατέληξε σε ορισμένες αποφάσεις ή προθέσεις προτάσεων, όπως αργότερα λέχθηκε. Αφενός επειδή αυτή η ομάδα δεν είχε επιλεγεί από την ιεραρχία, αφετέρου διότι αυτή η ομάδα δεν ήταν σε γνώση των πρεσβυτέρων ούτε περιλάμβανε πρεσβυτέρους – για τα θέματα που τους αφορούν τουλάχιστον.

Στην Εκκλησία δεν υπάρχει η εξουσία των ολίγων και εκλεκτών, οι οποίοι αυτοεπιλέγονται ή αρχιεπισκοποεπιλέγονται για να μετάσχουν σε αποφάσεις. Ήδη από την εποχή του Ιγνατίου είναι γνωστά στην Εκκλησία τα λόγια του, ότι δηλαδή θεωρεί «τους πρεσβυτέρους ως συνέδριον Θεού και ως σύνδεσμον των Αποστόλων» και χωρίς «τούτων (επισκόπου – πρεσβυτέρων) Εκκλησία ου καλείται», προτρέποντας μάλιστα τους πιστούς όπως «άνευ του επισκόπου και των πρεσβυτέρων μηδέν πράσσωσιν». 1

Ολόκληρο δε το απόσπασμα του Αγίου Ιγνατίου έχει ως εξής: «Ομοίως πάντες εντρεπέσθωσαν τους διακόνους ως Ιησούν Χριστόν, ως και τον Επίσκοπον, όντα τύπον του πατρός, τους δε πρεσβυτέρους ως συνέδριον Θεού και ως σύνδεσμον αποστόλων, χωρίς τούτων Εκκλησία ου καλείται». 2

Μπορεί λοιπόν αυτή η συντροφιά των ολίγων εκλεκτών του αρχιεπισκόπου να μονοπωλεί τους τρόπους συμφωνίας για τους πρεσβυτέρους, ερήμην τους, όταν μάλιστα είναι γνωστό ότι κατά την πρώτη περίοδο της χριστιανοσύνης οι τίτλοι επίσκοπος και πρεσβύτερος είναι ταυτόσημοι μέχρι της εποχής του Ιγνατίου, όπου διαμορφώνεται το επισκοπομοναρχικόν ιδίωμα ή το μοναρχικόν επισκοπάτον όπως αναφέρεται από τον Ι. Ν. Καρμίρη, ενώ διακρίνεται πλέον σαφώς από του αξιώματος των πρεσβυτέρων μόνον επί Ειρηναίου (2ος αιώνας). 3

Βέβαια με αυτή την έννοια είναι μάλλον ατυχής ο όρος «παπαδοπατέρες» και λαϊκίστικος μέχρι το μεδούλι για όσους εκφράσθηκαν υπέρ των πρεσβυτέρων, ενώ είναι σαφέστατη υποχρέωση του συνόλου της ιεραρχίας να τους υπερασπισθούν. Και δεν είναι μόνο το θέμα των μισθών των πρεσβυτέρων στην Ελλάδα, των οποίων η μισθοδοσία είναι έννομη υποχρέωση της πολιτείας λόγω παραχωρήσεως της περιουσίας της, υπάρχουν και τα διάφορα εκκλησιαστικά ιστορικά καθεστώτα.

1. Η ημιαυτόνομος Εκκλησία της Κρήτης, η οποία είναι ΝΠΔΔ, έχει κανονική εξάρτηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και δική της επαρχιακή σύνοδο, η οποία απαρτίζεται από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης και οκτώ ιερές μητροπόλεις. Ο αρχιεπίσκοπος Κρήτης εκλέγεται από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου μεταξύ τριών μητροπολιτών της Εκκλησίας Κρήτης, τους οποίους έχει υποδείξει μέσω εκλογής η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας Κρήτης. 4

2. Οι επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Δωδεκάνησο, με ειδικό πατριαρχικό καθεστώς (ομοταξίας), άμεσης δηλαδή, εκτός πνευματικής, διοικητικής εξάρτησης. Οι εκκλησιαστικές επαρχίες της Δωδεκανήσου, επομένως, α. Ρόδου, β. Κω και Νισύρου, γ. Λέρου, Καλύμνου και Αστυπάλαιας, δ. Καρπάθου και Κάσου, ε. Σύμης, Τήλου, Χάλκης και Καστελλορίζου, μετά της Πατριαρχικής Εξαρχίας Πάτμου, ανήκουν στο Πατριαρχείο.

3. Το καθεστώς των νέων χωρών. Στο άρθρο 11 του νόμου 590/1977 αναφέρεται ότι η Εκκλησία της Ελλάδος περιλαμβάνει τις μητροπόλεις της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχικού Θρόνου. (Πρόκειται για 36 μητροπόλεις).

Στην πράξη του 1928 αναφέρεται ότι η διοίκηση των μητροπόλεων αυτών παραχωρείται «άχρι καιρού» επιτροπικώς, δηλαδή σε απλά ελληνικά δανείζεται – και κάτι λιγότερο απ’ αυτό –, δεδομένου ότι ασκείται επιτροπεία στο όνομα του κατόχου, του οποίου το δικαίωμα δεν αμφισβητείται) στη διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος. Στην εκκλησιαστική διοίκηση εκείνο που έχει σημασία, πράγμα που δείχνει και την ενότητα της Ορθοδοξίας είναι ποιος επίσκοπος μνημονεύεται κατά τη διάρκεια της θείας ευχαριστίας. Και εκείνος που μνημονεύεται σ’ αυτές είναι ο εκάστοτε Πατριάρχης.

Αντικανονικά μνημονεύεται ενίοτε από ορισμένους επισκόπους η Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος δίπλα στο όνομα του Πατριάρχη. Όπως το καταλαβαίνει ο καθένας, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών δεν είναι και τόσο πάσης Ελλάδος, δεδομένου ότι συνδιοικεί την Εκκλησία της Ελλάδος με τους μητροπολίτες των νέων χωρών, οι οποίοι πνευματικώς ανήκουν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και μνημονεύουν τον εκάστοτε Πατριάρχη κατά τη διάρκεια της θείας ευχαριστίας. 5

Συνεννοήθηκε λοιπόν ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την Εκκλησία της Κρήτης, τους μητροπολίτες της Δωδεκανήσου πριν από τη λεγομένη συμφωνία ή πρόθεση συμφωνίας ή κατά τη λαϊκή έκφραση, Πατριάρχης το ’χει δει;

Στο σημείο αυτό καλό είναι να μην ξεχνάμε τα γεγονότα του 2004, τα οποία οδήγησαν στην προσωρινή διαγραφή του αρχιεπισκόπου Αθηνών από τα δίπτυχα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και σε μία εν τη ουσία σχισματική κατάσταση.

Ρωτήθηκε ο Οικουμενικός Πατριάρχης αν θέλει να εγκαταλείψει τους πρεσβυτέρους του, τις οικογένειές τους, τους γέρους σε πλείστες περιπτώσεις γονείς τους σε ένα αβέβαιο μη προσδιορισμένο καθεστώς;

Ουσιαστικά με τη συμφωνία αποδέχεται η πλευρά του αρχιεπισκόπου Αθηνών, όπως αυτά διατυπώθηκαν σε ημερήσια εφημερίδα κατ’ αποκλειστικότητα, τα εξής: Διατύπωσε μεν η Εκκλησία της Κρήτης την αρνητική της θέση, αλλά το θέμα δεν αφορά την περιουσία της Εκκλησίας της Κρήτης ούτε τους κληρικούς της. Δηλαδή, με άλλα λόγια, ο αρχιεπίσκοπος, ο οποίος προσωποποιεί την ενότητα της Εκκλησίας ως πρόεδρος της συνόδου της ιεραρχίας, αποδέχεται μέσα στο ελληνικό κράτος να ισχύουν δύο καθεστώτα όσον αφορά την κατάσταση των κληρικών, αποδεχόμενος διαίρεση των εκκλησιών της ελληνικής πολιτείας.

Απλά να θυμίσουμε εδώ ότι η διαίρεση και διχοτόμηση της Κύπρου ξεκίνησε από την εκκλησιαστική διαίρεση όταν στη συνεδρίαση «της Ιεράς Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου που πραγματοποιήθηκε στις 2 Μαρτίου του 1972, ο μητροπολίτης Γεννάδιος (Μαχαιριώτης) της Πάφου, ο μητροπολίτης Άνθιμος (Μαχαιριώτης) του Κιτίου και ο μητροπολίτης Κυπριανός (Κυριακίδης) της Κερύνειας κατέθεσαν πρόταση με την οποία ζητούσαν ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος να παραιτηθεί από την Προεδρία της Δημοκρατίας της Κύπρου επειδή θεωρούσαν ότι η παράλληλη άσκηση εκκλησιαστικών και κοσμικών καθηκόντων από έναν κληρικό ήταν ενάντια στους κανόνες της Εκκλησίας». 6

Επειδή λοιπόν ο μακαριότατος Ιερώνυμος Β’ ισχυρίσθηκε ότι το ράσο έχει κολλήσει πάνω του και δεν θα έκανε κακό στην Εκκλησία, θα ήθελα να θυμίσω ότι ο ίδιος αποτελεί πνευματικό παιδί του Νικοδήμου, εξαιρετικού κοινωνικού εργάτη υπέρ των κωφαλάλων, ο οποίος όμως δέχθηκε να εκλεγεί μητροπολίτης από την αντικανονική αριστίνδην σύνοδο της δικτατορίας των συνταγματαρχών, ο δε ίδιος ο μακαριότατος, φέρει το όνομα Ιερώνυμος προς τιμήν του αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Κοτσώνη, που, αν και καθηγητής του Κανονικού Δικαίου, δέχθηκε να αντικαταστήσει αντικανονικά τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο Β’, ο οποίος μάλιστα είχε πει τότε τα εξής:

«Αρνούμαι διαρρήδην να γίνω παραβάτης θείων προσταγμάτων, διότι θα είμαι ρίψασπις και προδότης και επίορκος, και υπό τοιαύτας συνθήκας δεν θα θελήσω ποτέ […] να καλύψω εξ αισχύνης το πρόσωπό μου. Αν η Εκκλησία και η πολιτεία θελήσει ούτως ή άλλως, είτε κανονικώς είτε νομίμως, να επιβάλει μίαν λύσιν, αντίθετον προς τας πεποιθήσεις μου, εγώ ου δύναμαι εμποδίσαι αυτήν και θα έχω να δικαιολογηθώ ενώπιον του δικαίου Κριτού ότι βία και δυναστεία υπέκυψα, αλλά και μετά διαμαρτυριών ενώπιον θεού και ανθρώπων».

Όταν τότε – ήμουν γραμματέας στο ίδρυμα «Άρτος Ζωής» – επισκέφθηκα μαζί με τον καθηγητή Σάββα Αγουρίδη τον μακαριστό Ιερώνυμο Α’ στο νοσοκομείο, είδα πράγματι το ράσο κολλημένο πάνω του, αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να αντικαταστήσει αντικανονικά τον Χρυσόστομο Β’.

Είναι πέραν πάσης κριτικής η άποψη, η οποία αναγράφεται σε μερίδα του Τύπου, η οποία ως λέγεται, υποστηρίζεται από την πλευρά του αρχιεπισκόπου, ότι τάχα το θέμα της μισθοδοσίας του κλήρου είναι θέμα περιουσιακό και όχι πνευματικό, οπότε δεν αφορά το Πατριαρχείο, ως η ανασφάλεια, για πρώτη φορά μετά το 1945 (Α.Ν.536/1945) 7 να βρεθούν εκτός Δημοσίου λογιστικού οι κληρικοί ή η υποβάθμιση, να αναφέρεται μόνο στο περιουσιακό. Ο άνθρωπος ευτυχώς δεν είναι κουτάκια προς ταξινόμηση. Εξάλλου «το σώμα των επισκόπων δεν υπήρξε πιστόν εις την αποστολήν του ενώ το σώμα των λαϊκών υπήρξε πιστό εις το βάπτισμά του». 8

 Το νυν δε αποδεχόμενη η πλευρά του Αρχιεπισκόπου το λεγόμενο «ουδετερόθρησκο ελληνικό κράτος» της ταιριάζει γάντι το της Αποκαλύψεως Γ, 15,16 «Οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει ούτε ζεστός· όφελον ψυχρός ης ή ζεστός. Ούτως ότι χλιαρός ει ούτε ψυχρός ούτε ζεστός και μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου».

Επίσης ας πληροφορήσει κάποιος τον κ. πρωθυπουργό περί των δυνατοτήτων προσφυγής για την εκκλησιαστική περιουσία, την οικειοποιηθείσα υπό του Ελληνικού Δημοσίου, των διαφωνούντων μητροπολιτών, ναών και μοναστηριών, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Θυμάμαι το 1996 να τρέχουμε αλλόφρονες, ο υπογράφων μαζί με τον κ. Κωνσταντίνο Κοντογιάννη, τότε γενικό διευθυντή θρησκευμάτων του ΥΠΕΠΘ, να περάσουμε τροποποίηση στους νόμους 1700/87 και 1811/1988 γιατί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είχε επιδικάσει αποζημίωση (απόφαση 10/1993/405/483/484/1994) τριών τρισεκατομμυρίων δραχμών σε πέντε μονές που δεν είχαν υπογράψει τη σύμβαση και είχαν προσφύγει σε αυτό. (Οι μονές ζητούσαν οκτώ τρισ., αρθρ. 55 Ν. 2413/1996).

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

1. Ιγνατίου, Τραλ. 3, 1.2, 2. Μαγν. 7, 1. Σμυρν. 8,1. Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγραφέων τομ. 2, σελ. 272, 281. Έκδοσις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1955. Βλ. και Ι.Ν. Καρμίρη, «Ορθόδοξος Εκκλησιολογία», σελ. 425, Αθήναι 1973.

2. ΒΕΠ ως άνω τομ. 2, σελ. 272.

3. Βλ. Πραξ. 20, 28. Ι.Ν. Καρμίρη ως άνω σελ. 387, Π.Ν. Τρεμπέλα, «Αι Πράξεις των Αποστόλων», σελ. 554 και υποσημειώσεις στους στίχους των Πράξεων.

4. Τροπολογία στο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων «Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία και άλλες διατάξεις» 30.10.2014, Ρύθμιση θεμάτων Εκκλησίας Κρήτης, Άρθρα 2 και 4.

5. Βλ. σχετικά και το άρθρο του Σωτήρη Μητραλέξη: https://www.huffingtonpost.gr/sotiris-mitralexis/-7137_b_ 11702766 .html, «Η Μεγάλη Σύνοδος, οι Νέες Χώρες, το Αυτόνομον και ο μύλος των παρεξηγήσεων».

6. Βικιπαίδεια, σχετικό λήμμα. Βλέπε σχετικά:«Θρησκευτικά Α’ Γυμνασίου, Εκκλησιαστική κρίση 1973 και επίλυσή της», σελ. 143-144, υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου. Εκδ. ΠΙΚ-ΙΑΠ, Κύπρος 2011, «Θρησκευτικά Α’ Γυμνασίου, Μάθημα 17 και 18: Η Εκκλησία της Κύπρου επί Κυπριακής Δημοκρατίας», σελ. 138-147, υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου. Εκδ. ΠΙΚ-ΙΑΠ, Κύπρος 2011.

7. Βλ. σχετικά και το άρθρο του επ. καθηγητή Γεώργιου Ι. Ανδρουτσόπουλου, «Καθημερινή» 15.11.2018, «Άποψη: Από τη χορηγία του 1945 στην επιδότηση του 2018».

8. Ι.Ν. Καρμίρη, «Ορθόδοξος Εκκλησιολογία», σελ.471, Αθήναι 1973.

* Ο Δημήτρης Κ. Παπαϊωάννου είναι θεολόγος, οικονομολόγος και αγρότης. Έχει υπηρετήσει στη Δημόσια Εκπαίδευση και υπήρξε σύμβουλος του Αντώνη Τρίτση στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων (1986-1988), καθώς όλων των υπουργών Παιδείας μέχρι το 2004. Επίσης ήταν επί σειρά ετών αρθρογράφος στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία».

 

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 19.04.2024 01:06