search
ΤΡΙΤΗ 23.04.2024 12:30
MENU CLOSE

Δέσμιες ισορροπιών οι ΗΠΑ

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2094
10-10-2019
14.10.2019 03:46
gal.png

 

Μπορεί ακόμα η Αμερική να προστατεύει τους συμμάχους της; Και τι γίνεται όταν μια χώρα – σύμμαχος των ΗΠΑ αντιμετωπίζει την επιθετικότητα ενός επίσης συμμάχου της Αμερικής, όπως συμβαίνει με την Τουρκία εις βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου;

Καθώς μάλιστα ο Πομπέο δηλώνει κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα ότι η χώρα του θα συνεχίσει να προσπαθεί να πείσει την Τουρκία πως όλα αυτά που κάνει δεν είναι προς το συμφέρον της. Κι ενώ λίγες ώρες αργότερα ο Ερντογάν έλεγε ότι ο αμερικανικός στρατός αποχωρούσε από τη βόρεια Συρία, ανοίγοντας τον δρόμο στον Τούρκο Πρόεδρο για στρατιωτική επέμβαση αμέσως μετά το τηλεφώνημα που είχε με τον Ντόναλντ Τραμπ.

Ας τα πάρουμε, όμως, από την αρχή. Από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου η στρατηγική της Αμερικής κυριαρχείται από το δόγμα της αποτροπής. Με απλά λόγια, η αποτροπή αναφέρεται στην ικανότητα των ΗΠΑ ή των συμμάχων τους να χρησιμοποιεί απειλές για να πείσει ένα άλλο κράτος ότι το κόστος κάποιων ενεργειών, για παράδειγμα το να εισβάλει σε μια χώρα, θα είναι μεγαλύτερο από τα οφέλη. Για την Ουάσιγκτον, άλλωστε, η αποτροπή δεν ήταν ποτέ μονάχα για την προστασία των ΗΠΑ.

Χτίζοντας το σύστημα των συμμαχιών της, που σήμερα αποτελεί καίριο κομμάτι της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, η Αμερική ανέπτυξε τη στρατηγική της «εκτεταμένης αποτροπής». Σύμφωνα με αυτήν οι ΗΠΑ θα χρησιμοποιούσαν τη στρατιωτική τους ισχύ για να υπερασπιστούν μια σύμμαχο χώρα και τα κράτη – μέλη του ΝΑΤΟ. Το ζητούμενο για τους Αμερικανούς δεν ήταν μόνο να αποθαρρύνουν ενέργειες της Ρωσίας (τα τελευταία χρόνια και της Κίνας) σε Ευρώπη και Ασία, αλλά και να καθησυχάζουν τους συμμάχους τους.

Αν οι χώρες – σύμμαχοι των ΗΠΑ γνωρίζουν ότι η Ουάσιγκτον εγγυάται την ασφάλειά τους, δεν χρειάζεται να λάβουν περαιτέρω μέτρα που μπορεί να αποσταθεροποιήσουν το διεθνές σύστημα. Η Αμερική παραμένει δεσμευμένη στο να κάνει χρήση στρατιωτικής – ακόμα και πυρηνικής – δύναμης για να υπερασπιστεί τους συμμάχους της από την επιθετικότητα αντίπαλων χωρών.

Η… συμμαχική επιθετικότητα

Τι γίνεται, λοιπόν, όταν μια χώρα – σύμμαχος των ΗΠΑ αντιμετωπίζει την επιθετικότητα ενός επίσης συμμάχου της Αμερικής; Όπως η περίπτωση της Ελλάδας και της Κύπρου με τις απειλές της Τουρκίας.

Σε τέτοιες περιπτώσεις οι παραδοσιακές στρατηγικές υπεράσπισης και αποτροπής δεν ωφελούν. Γι’ αυτό συνδυάζονται με οικονομικά, διπλωματικά και στρατιωτικά «εργαλεία», ώστε να υπάρξει ένα πιο ρεαλιστικό σχέδιο αντίδρασης. Βέβαια, για να κρατήσει το σύστημα των συμμαχιών της καθησυχασμένο και ικανοποιημένο, η Αμερική πρέπει να τηρήσει ένα περίπλοκο παιχνίδι ισορροπιών.

Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο δήλωσε κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Αθήνα το προηγούμενο σαββατοκύριακο ότι η Αμερική «θα συνεχίσει να προσπαθεί να πείσει την Τουρκία ότι οι παράνομες ενέργειες και γεωτρήσεις ανοιχτά της Κύπρου δεν είναι προς το συμφέρον της Άγκυρας».

Όταν ρωτήθηκε τι θα έπρεπε να περιμένει η Ελλάδα από τις ΗΠΑ σε περίπτωση που τουρκικές δυνάμεις αποβιβαστούν σε ένα ελληνικό νησί, απάντησε: «Να είστε βέβαιοι ότι θα δράσουμε για να προστατεύσουμε και να διατηρήσουμε τις βασικές αξίες της κυριαρχίας ενός κράτους, του κράτους δικαίου και της προστασίας της ιδιωτικής περιουσίας». Παράλληλα επεσήμανε ότι οι παράνομες γεωτρήσεις της Τουρκίας είναι απαράδεκτες αλλά και ότι «η διαμάχη δεν θα πρέπει να στρατιωτικοποιηθεί».

Ποιος είναι ο ρόλος των ΗΠΑ;

Ο Πομπέο είναι από αυτούς που υποστηρίζουν θερμά την παρουσία των ΗΠΑ στο εξωτερικό. Παρά τη ρητορική Τραμπ, που συχνά έπληξε την εμπιστοσύνη των συμμάχων στη δέσμευση της Αμερικής για υπεράσπισή τους, ο Πομπέο δεν είναι οπαδός του απομονωτισμού.

Όμως, όταν η Αμερική θέλει να πείσει μια χώρα ότι θα έχει περισσότερα να χάσει παρά να κερδίσει από ενέργειες που δεν βρίσκουν σύμφωνη την Ουάσιγκτον, το τρυκ είναι το εξής: Να διασφαλίσει ότι η τιμωρία για τη μη συμμόρφωση είναι ανάλογη με την επιθετικότητα, την ανυπακοή ή την όποια ανεπιθύμητη ενέργεια, διατηρώντας τη δυνατότητα να κλιμακωθεί περαιτέρω η πίεση αν χρειαστεί, αλλά πάντα αναλογικά με την αξία που δίνει η Αμερική στη σχέση της με την «ανυπάκουη» χώρα.

Στην περίπτωση Ελλάδας – Τουρκίας, παρά την «απασφάλιση» του Ερντογάν και τις όποιες εντάσεις μεταξύ Ουάσιγκτον – Άγκυρας τα τελευταία χρόνια, η Αμερική δεν θέλει με κανέναν τρόπο να διαλύσει τη συμμαχική της σχέση με τη γειτονική μας χώρα. Κάτι που φαίνεται κι από τους χειρισμούς στο θέμα της Συρίας.

Την ίδια στιγμή εκφράζει με ξεκάθαρο τρόπο τη στήριξή της σε Ελλάδα και Κύπρο, αλλά επίσης, ή ακόμα και πιο ξεκάθαρα, τονίζει ότι οι ΗΠΑ δεν θα επιτρέψουν να στρατιωτικοποιηθεί η διαμάχη. Άρα η Ουάσιγκτον κατέστησε σαφές ότι δεν προτίθεται να απαντήσει με βία στους τσαμπουκάδες της Τουρκίας στο Αιγαίο κι ότι θα φροντίσει να τη συνετίσει μέσω της διπλωματίας.

Πάντως, όταν ο Αμερικανός ΥΠΕΞ ρωτήθηκε στην Αθήνα αν αναμένουμε κυρώσεις σε ό,τι αφορά τις τουρκικές προκλήσεις στην ΑΟΖ της Κύπρου, απάντησε πως «θα συνεχίσουμε να προσπαθούμε να πείσουμε τους Τούρκους ότι αυτά δεν είναι προς το συμφέρον κανενός». Σύντομα, άλλωστε, από τη μορφή που θα πάρει μια διευθέτηση (συνεκμετάλλευσης;) των ενεργειακών κοιτασμάτων της ανατολικής Μεσογείου θα φανεί πού τοποθετεί τις προτεραιότητές της η αμερικανική στρατηγική.

Η εισβολή στη Συρία

Η επιθετικότητα της Τουρκίας δεν περιορίζεται στον ελληνικό χώρο. Ο Ερντογάν ετοιμάζεται καιρό για εισβολή στη Συρία – ουσιαστικά για επίθεση στις κουρδικές δυνάμεις στη νότια Συρία, τις οποίες θεωρεί τρομοκρατικές. Μάλιστα, έχοντας πλέον και το πράσινο φως των ΗΠΑ. Κι ενώ μια κρίση ξεσπάει στα τουρκικά σύνορα με τη Συρία, μια άλλη κρίση γιγαντώνεται στο Αιγαίο. Οι αφίξεις προσφύγων και μεταναστών στα ελληνικά νησιά ανέβηκαν κατακόρυφα.

Τι συμβαίνει, όμως, συγκεκριμένα με τους πρόσφυγες από τη Συρία; Μεγάλο ρόλο παίζει η εντολή Ερντογάν στην άλλη πλευρά του Αιγαίου προς εκατοντάδες χιλιάδες Σύρους που βρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη να εγκαταλείψουν την πόλη μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου. Κάποιοι από αυτούς που απειλούνται με απέλαση κρύφτηκαν. Άλλοι επιλέγουν να πληρώσουν έναν λαθρέμπορο για να τους περάσει στην Ελλάδα.

Λίγες χώρες μπορούν να ισχυριστούν ότι έχουν κάνει περισσότερα από την Τουρκία για τους εκατομμύρια ανθρώπους που εγκαταλείπουν τη Συρία. Η Τουρκία έχει πάρει 3,6 εκατ. Σύρους πρόσφυγες, προσφέροντάς τους πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και μερική πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Σε 100.000 έχει δώσει υπηκοότητα.

Όμως, η στάση των Τούρκων πολιτών έναντι των προσφύγων σκληραίνει, ιδίως όσο χειροτερεύει η οικονομία. Σε πολλά μέρη όπου οι Σύροι έχουν εγκατασταθεί σε μεγάλους αριθμούς οι Τούρκοι παραπονούνται ότι τους μειώνουν τους μισθούς, ανεβάζουν τα νοίκια, δεν πληρώνουν φόρους. Η αντιπάθεια προς τους πρόσφυγες είναι ένα από τα λίγα θέματα που ενώνουν την τουρκική κοινή γνώμη και, πλέον, το 86% των Τούρκων θέλει να στείλει η κυβέρνηση Ερντογάν τους πρόσφυγες πίσω στη Συρία.

Μ’ έναν σμπάρο…

Έχοντας τα κόμματα της αντιπολίτευσης απέναντί του, σε σύμπλευση με την κοινή γνώμη και μετά τις απώλειες στις δημοτικές εκλογές την άνοιξη, ο Ερντογάν κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα. Ότι πρέπει γρήγορα να ξεφορτωθεί σημαντικό αριθμό προσφύγων. Το σχέδιό του είναι να εγκαταστήσει 700.000 πρόσφυγες σε μια «ασφαλή ζώνη», που σκοπεύει να στήσει στις κουρδικές νοτιανατολικές περιοχές της Συρίας.

Σκεπτόμενος «πονηρά» και… οικογενειακά, όχι μόνο εμβολίζει την προοπτική μετατροπής αυτών των περιοχών σε κουρδικό κράτος, αλλά λογαριάζει να αναλάβει και την ανοικοδόμηση αυτής της «ασφαλούς ζώνης» μέσω εταιριών που ελέγχει η οικογένειά του ή «δικοί» του επιχειρηματίες.

Γενικότερα, η ανοικοδόμηση της Συρίας θα είναι ένα τιτάνιο έργο, άρα και μια τεράστια μπίζνα.

Το καθεστώς Άσαντ, μέσω νέων νόμων, έχει κατασχέσει τις περιουσίες σημαντικού ποσοστού όσων έφυγαν, κυρίως σουνιτών. Το ΑΕΠ της χώρας βρίσκεται, στην καλύτερη περίπτωση, στο ένα τρίτο του προπολεμικού επιπέδου και η αξία της λίρας Συρίας είναι σήμερα ίση με το ένα δέκατο ενός αμερικανικού σεντ.

Αναπόφευκτα η κυβέρνηση Άσαντ δεν μπορεί να αναλάβει την ανοικοδόμηση. Δεν διαθέτει ούτε τα χρήματα ούτε το ανθρώπινο δυναμικό για να φέρει σε πέρας ένα τόσο δαπανηρό πρότζεκτ. Ο λογαριασμός για την ανοικοδόμηση της Συρίας υπολογίζεται σε 250 – 400 δισ. δολάρια, ποσό αστρονομικό.

Η Αμερική δεν θεωρείται πιθανό να βοηθήσει, καθώς και τα δυο κόμματα στο Κογκρέσο δεν θέλουν να συνεργαστούν με τον Άσαντ. Από την άλλη πλευρά η Κίνα θα θέλει να βγάλει κέρδος, αλλά η διεφθαρμένη και διαλυμένη οικονομία της Συρίας δεν μοιάζει ιδιαίτερα υποσχόμενη. Η Ρωσία και το Ιράν δεν ενδιαφέρονται να αναλάβουν σημαντικό μερίδιο του κόστους ανοικοδόμησης. Αυτό που τις απασχολεί είναι να διασφαλίσουν γενναιόδωρες παραχωρήσεις για εξαγωγή πετρελαίου και διαχείριση λιμανιών.

Όσο για την Ευρωπαϊκή Ένωση; Δηλώνει ότι δεν πρόκειται να βοηθήσει μέχρι να δει πολιτική αλλαγή, αν και η γραμμή αυτή δεν είναι ενιαία. Κάποιες χώρες – μέλη υποστηρίζουν ότι η ανοικοδόμηση της Συρίας ίσως ενθαρρύνει κάποιους πρόσφυγες να γυρίσουν πίσω. Κάτι τέτοιο ίσως ισχύει για Σύρους που βρίσκονται σε άθλιους προσφυγικούς καταυλισμούς στον Λίβανο ή την Ιορδανία, αλλά μάλλον δεν θα δελέαζε αυτούς που κατάφεραν να φτάσουν στην Ευρώπη.

Πέρα από το όποιο υλικό κομμάτι, οι Σύροι φοβούνται τι τους περιμένει από το καθεστώς Άσαντ αν επιστρέψουν. Το Συριακό Δίκτυο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα εκτιμά ότι το 75% όσων έχουν επιστρέψει είτε ανακρίθηκαν είτε φυλακίστηκαν είτε στρατολογήθηκαν.

Ασταθής για δεκαετίες

Σύμφωνα με το Συριακό Δίκτυο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ο Άσαντ, φοβούμενος μην χάσει την εξουσία, βασάνισε και σκότωσε τουλάχιστον 14.000 ανθρώπους που κρατούσε σε παράνομο δίκτυο φυλακών του καθεστώτος. Άλλοι 128.000 θεωρείται ότι παραμένουν στα μπουντρούμια, αν και πολλοί θα έχουν πια πεθάνει.

Κάποια ευρωπαϊκά κράτη θεωρούν ότι ήρθε η ώρα να λάβουν μέρος στην ανοικοδόμηση και να στείλουν τους Σύρους πρόσφυγες πίσω στην πατρίδα τους. Όμως, άλλα θεωρούν ότι οι πρόσφυγες δεν πρόκειται να γυρίσουν πίσω οικειοθελώς, άρα η ανοικοδόμηση θα ωφελήσει μόνο το καθεστώς Άσαντ και όσους το στήριξαν. Συνεπώς εκτιμούν ότι καλύτερα να αφήσουν το Ιράν και τη Ρωσία να πληρώσουν για την ανοικοδόμηση.

Εκτός από την Τουρκία, ο Λίβανος και η Ιορδανία, χώρες που φιλοξενούν μεγάλο αριθμό Σύρων σε προσφυγικούς καταυλισμούς αρχίζουν να αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα. Οι ντόπιοι δεν τους θέλουν και τους κατηγορούν ότι «στεγνώνουν» τους πόρους και τους παίρνουν τις δουλειές. Ο Ερντογάν, μάλιστα, στέλνει πλέον Σύρους πρόσφυγες ακόμη και στο Ιντλίμπ, όπου μαίνονται μάχες και βομβαρδισμοί.

Με τις περιουσίες τους να έχουν κατασχεθεί ή αρπαχθεί, εκδιωγμένοι από τη δική τους χώρα και ανεπιθύμητοι στις υπόλοιπες, υπάρχει ο κίνδυνος οι πρόσφυγες να ριζοσπαστικοποιηθούν.

Η Συρία εκτιμάται, σύμφωνα με τον «Economist», ότι θα παραμείνει ασταθής για χρόνια, πιθανώς για δεκαετίες. Ο Άσαντ είναι κοντά στο να κατατροπώσει τους εχθρούς του και όλα θα κριθούν στο Ιντλίμπ. Αλλά θα είναι μια νίκη χωρίς νόημα. Οκτώ χρόνια εμφυλίου πολέμου κατέστρεψαν τη οικονομία και κόστισαν 500.000 ανθρώπινες ζωές. Ο μισός πληθυσμός της χώρας είναι εκτοπισμένος. Η Συρία θα είναι για πολλά χρόνια εξαθλιωμένη και διχασμένη και οι συνέπειες θα φτάνουν πολύ πιο μακριά από τα σύνορά της. Η δυστυχία και η μιζέρια της Συρίας θα δηλητηριάζουν την ευρύτερη περιοχή για χρόνια ακόμα.

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΤΡΙΤΗ 23.04.2024 12:28