search
ΠΕΜΠΤΗ 25.04.2024 19:12
MENU CLOSE

Η σελίδα του λοξού

09.08.2010 09:25
oldphotos128134595725.jpg

◆Καυτή η ανάσα μέσα στον ήλιο. Και πολυποίκιλες οι αντιδράσεις των συλλογισμών. ◆Λέξεις – δημιουργήματα ελλειμμάτων προερχομένων από τη μήτρα την ένοχη. Επιχειρήματα καλοκαιρινής προελεύσεως, με το καύσωμα να ξεπερνά τις προτάσεις να ανασύρει τις χαμένες λεπτομέρειες των πρώτων γραμμάτων και να παρασύρει το χθες στο σήμερα, εφαρμόζοντας την αναπνοή στα σημεία της στίξεως.

◆Καυτή η ανάσα μέσα στον ήλιο. Και πολυποίκιλες οι αντιδράσεις των συλλογισμών.

◆Λέξεις – δημιουργήματα ελλειμμάτων προερχομένων από τη μήτρα την ένοχη. Επιχειρήματα καλοκαιρινής προελεύσεως, με το καύσωμα να ξεπερνά τις προτάσεις να ανασύρει τις χαμένες λεπτομέρειες των πρώτων γραμμάτων και να παρασύρει το χθες στο σήμερα, εφαρμόζοντας την αναπνοή στα σημεία της στίξεως.

◆Στη βρεγμένη επιφάνεια του δέρματος κατακάθονται τα ηχοβολήματα και τα ακροδάχτυλα σπασμωδικά απομακρύνουν την αιωρούμενη στάχτη που κολλά στιγματίζοντας την απορία.

◆Χάδι ελαφρύ το φύσημα του μικρού Βοριά και το γυάλινο φιλοξενώντας την οργή, τον πόθο, τη μικροπρέπεια των μεγάλων ονείρων, κάνει το υγρό να φτιάχνει αυτοκρατορικά συναπαντήματα.

◆Κι όταν ανακουφίζεται με την ψευδαίσθηση η εξαθλίωση των σειρών, τότε μονομιάς ξεπηδούν τα κοραλλένια άμφια της μεταμφιεσμένης προσωπικής αντωνυμίας.

◆Καλοκαίρια μικρά και μεγάλα, με πανηγύρια, με πολλούς και λίγους, Σπουδαίους και ελάχιστους καθημερινούς και κυριακάτικους.

◆Πανηγύρια λογοτεχνικά της απαγγελίας των τακτοποιημένων λέξεων, των διορισμένων ποιητάδων, γραφιάδων και μεγαλοφυών αναλυτών.

◆Στο νησί του Βοριά, στην Τήνο τη γλυπτή, μαζεύτηκαν οι τεχνουργοί της γλώσσας. Και το τυπικόν αντικατέστησε την ουσία και να η σχολική γιορτή με τους δημάρχους και τους διάφορους άλλους επαγγελματίες μονόγλωσσους εκφωνητές. Κι είπε ο καθείς το ποίημά του και κάθιδρο το ποίμνιο παρακολούθησε χειροκροτώντας το μέγιστο αυτό πολιτιστικό γεγονός.

◆Και ούτε μια λέξη για τη λέξη ούτε μια φωνή για τη φωνή, μόνο σύμφωνα τα λεγόμενα, με τα σύμφωνα της τωρινής ανάγνωσης.

◆Κι είχε το παλιό το όνειρο πιασμένο με μπηχτράκι τα αρχαία τα μαλλιά, όταν ψιθύριζες τους καταραμένους, τους ξεμοναχιασμένους από τη θνητή γραμμή του τετραδίου.

◆Έφτασε κι ο σκηπτροφόρος, να θεριέψει ο μήνας, να γίνει Αύγουστος, να μαζευτεί η ανάγκη, να δώσει την κραυγή, να χαλαρώσει ο νους, να ’ρθουνε τα φεγγάρια, να κάνουν τα χρώματα, να ζωντανέψει το κορμί, να θυμηθεί το γέλιο τη ζωή, να ημερώσει η φωνή, να δραπετεύσει η άρνηση, να μείνει η ματιά, να γνέψει στο υπονοούμενο να πεταχτούν οι συνειρμοί, να σηκωθεί το κύμα.

◆Σκούροι οι βράχοι, απέναντι ο ήλιος θέλει να πέσει στο σκληρό με τις λιγότερες πληγές.

◆Στα χάρτινα καραβάκια των ειδήσεων ηλεκτροφόρα τα μηνύματα πυροδοτούν τα πρωτοσέλιδα.

◆Κλειστές και ανοικτές ενασχολήσεις μεροκάματα σκέψης μονότονα. Τα κορμιά βυθίζονται στην τρέλα και τα μισόλογα της πολιτικής σκέψης διανθίζουν το παράλογο με περισσότερα γράμματα.

◆Δυο ίσκιοι θα τραβήξουν το ριντό αργά, θα φανερωθεί πεσμένος ο ουρανός στον ορίζοντα, άδεια καθίσματα, μαξιλάρια πεταμένα. Πλάτες να φεύγουν. Φιμωμένα λουλούδια στις γλάστρες και μαραμένοι βασιλικοί.

◆Ψηλά εκεί που τελειώνει το ιχνογράφημα, ένας παλιάτσος να κάνει τον ήλιο. Ένα χαχανητό να γίνεται διαπεραστικό ατσάλι, να ανεβάζει τα δάχτυλα, να κλείνει τα αυτιά, να σφραγίζει τα μάτια.

◆«Καλοκαιριάτικα και σκέφτεσαι τους χειμωνιάτικους πόνους». Χαμογέλασε, παράτησε στο ακουμπισμένο απ’ τον καιρό πέτρινο τραπέζι το μισάνοιχτο βιβλίο.

◆Μια μύγα τετράπαχη ακουμπισμένη στην αυλακιά του χαρτιού. Τα μπροστινά πόδια να χαϊδολογούν τα τυπωμένα νοήματα.

◆Μια μπάντα με ημίγυμνους θεατές, με καραμούζες πολύχρωμες βύθισε τη σιωπή στη βρεγμένη άμμο.

◆Μια κακοφωνία αυγουστιάτικη παραξένεψε το ξύλο που έπλεε στο επιφανές βαθυγάλαζο.

◆Ένας σπάρος ριγωτός τριγύριζε ρίχνοντας την περιέργειά του στην κινούμενη ξένη σανίδα.

◆Κι η παράλια σκόνη συνέχιζε να φτιάχνει ανακατεμένα γέλια και δάκρυα.

◆Δίπλα σου, στις πλαγιές της θάλασσας.

Μυογράφημα

Κουβαδάκια πολλά. Κίτρινα, κόκκινα, μπλε. Φτυαράκια, τσουγκράνες, καλούπια να μπαίνει το υλικό να φτιάχνει σχήματα.

Μικρά χεράκια καθοδηγούμενα απ’ τους ήλιους και τα κύματα να φτιάχνουν χωριά, πολιτείες, κάστρα, στοές και δρόμους. Κι από πάνω όρθιοι κοιλαράδες ενήλικες μασώντας συσκευασμένες τροφές να ξεροβήχουν συζητώντας για ποδόσφαιρο, φουσκωτά και διάφορες άλλες συνηθισμένες σελίδες.

Θάλασσα με το ίδιο χρώμα από τότε που γεννήθηκε και παλιομοδίτης ο άνεμος να ξεσηκώνει την ίδια κυρά, χαμένος στα σκοτάδια της.

Στρατολογημένη η χαρά απλώθηκε στην παράκτια ψευδαίσθηση. Διάλειμμα ανακούφισης η αγκαλιά με το νερό, και φευγιό ονειρικό, όταν ξεψαρίζουν οι γλάροι το σταματημένο καΐκι.

Μουσική απ’ το πικάπ έρχεται στα αυτιά και γρατσουνίσματα νοσταλγικά ομορφαίνουν την ανάμνηση.

Ένα σπινιάρισμα γρήγορου τροχοφόρου κάνει τον μορφασμό να απολογείται για τη δυστυχία της στιγμής.

Βλέμματα περιστρεφόμενα, λέξεις ανακατεμένες, ήχοι μπερδεμένοι. Καβγάδες, στριγγλιές, χαχανητά.

Ένας πανικός προς στιγμήν απ’ το πλοίο που προσπέρασε τον ακίνητο πίνακα. Τα νερά ξελογιάστηκαν, οι πετσέτες βράχηκαν και το αδέξιο της βιασύνης προκάλεσε την αποκάλυψη των σωμάτων.

Προστακτικές άγριες και γλυκές να συνοδεύουν το περιστατικό και μπρούντζινα χρώματα να στεγνώνουν τα στόματα.

Ρακέτες, πολυβόλα, μπάλες πολύχρωμες και μια αγωνία να περάσει ο ήλιος μέσα στα σώματα.

Προορισμός αποκαθήλωσης της έγνοιας η ακρογιαλιά, κρατά μέχρι το σούρουπο να φανεί στη στροφή.

Και τότε, σκυμμένοι, μαζεύουν τις φωνές, τις στοιβάζουν στους σάκους, και κατευθύνονται στο διπλανό κοιμητήριο, περιμένοντας το αύριο.

Κόκκινο σημάδι

Ξέφυγε στα σύννεφα αφήνοντας το κόκκινο να σημαδέψει.

Αιωρούμενη υπόσχεση στο στερέωμα.

Χείλια του ουρανού, σύνθεμα της ματιάς.

Ομορφονιός περήφανος κρεμασμένος στον πόθο του.

Ξεχωριστός, πανέμορφος, μακρινός.

Με το κρυμμένο βλέμμα και την ανάσα τη γρήγορη.

Με το στεγνό στόμα και την υπερένταση για φωνή.

Με την κατάληξη να περιμένει την υγρασία της γης και το άστρο να καιροφυλακτεί.

Κόκκινο όπως το φως, ανερμήνευτο όπως η ζωή κι απέραντο όπως ο έρωτας.

Εγώ όπως κι Εσύ κι Εσύ όπως κι Εγώ, φώναξε η βροχή όταν κρύφτηκε ο ήλιος.

Μελαγχολία κι αισθαντικότητα.

Συναπάντημα ερωτικό, ορισμός των αντιθέσεων.

Στην απλώστρα του θαμπού στέγνωσε τα χρώματα ο θεός.

Και τεντωμένο το δάχτυλο χάιδεψε μεμιάς, παίρνοντας λίγο απ’ τη γέννηση.

Και στολίστηκαν οι αισθήσεις και λικνίστηκαν, βλέποντας, ρουφώντας κι ανασαίνοντας.

Τ’ απλωμένο κόκκινο σημάδι.

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΠΕΜΠΤΗ 25.04.2024 19:12