search
ΤΕΤΑΡΤΗ 08.05.2024 06:44
MENU CLOSE

Σωτήρης Χατζάκης

25.10.2010 11:55
Σωτήρης Χατζάκης  - Media

Δεν φτάνει το ξαφνικό φθινοπωρινό κρύο και το σοβαρό κρυολόγημα του Σωτήρη Χατζάκη. Όσο μιλάμε, φτάνει και η «καταιγίδα»: Μείον 30% στον προϋπολογισμό του ΚΘΒΕ για το 2011.

Συνέντευξη στη Ναταλί Χατζηαντωνίου

Όποιος αναλαμβάνει διευθυντής σε κρατικό θεσμό, δεν υπάρχει περίπτωση να μην πέσει στο στόμα μας. Άλλοτε δικαίως κι άλλοτε λιγότερο. Ειδικά ο εκάστοτε καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος οφείλει να γνωρίζει ότι εισέρχεται σε θερμή ζώνη. Ο εκεί συνδικαλισμός, μαζί με όλα ή κάποια από τα υπόλοιπα, έχει οδηγήσει στην ατυχή κατάληξη της συνεργασίας με το θέατρο πολλών σπουδαίων του χώρου. Ο Σωτήρης Χατζάκης, πάντως, μέχρι στιγμής κατόρθωσε να μην έχει τόσα προβλήματα με τους συνδικαλιστές. Όχι ότι περνάει τις βόρειες μέρες του αμέριμνος. Η κρίση, οι αναγκαστικές περικοπές, τα κληρονομημένα χρέη, οι απόψεις για τις επιλογές του και τώρα το επιπλέον 30% μείον στον προϋπολογισμό του 2011 όλων των εποπτευόμενων από το ΥΠΠΟ φορέων, δεν είναι παίξε-γέλασε. Ο ίδιος, πάντως, εφαρμόζοντας μία κοινωνική πολιτική που κατεβάζει το θέατρο στον κόσμο ή ανεβάζει λαϊκά θεάματα με αναγνωρίσιμους συχνά ηθοποιούς, επιχειρεί να εφαρμόσει υπέρ του κόσμου ακριβώς αυτό: Παίξε-γέλασε…

Κεραυνός εν καταιγίδι το επιπλέον 30% των περικοπών;

Σ.Χ.: Εν τρικυμία. Και μεγάλο πλήγμα. Προσπαθούμε να δούμε με ψυχραιμία τι θα κάνουμε. Θεωρώ όμως ότι είναι κι ευκαιρία ο υπουργός Πολιτισμού να αντιτάξει στις περικοπές κάποια ποσά από εναλλακτικές πηγές ώστε να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε. Ξέρω ότι είναι μια δύσκολη στιγμή για τη χώρα κι ότι όταν έχει κανείς να επιλέξει ανάμεσα σε ένα νοσοκομείο κι ένα θέατρο, επιλέγει να κλείσει το θέατρο. Αλλά αν μπορούμε να προσπαθήσουμε να μείνουν και τα δύο ανοιχτά, πρέπει να βρούμε έναν τρόπο συναινετικό και ψύχραιμο, ώστε να μείνουν ανοιχτά και τα θέατρα. Ούτε ο πολιτισμός πρέπει να την πληρώσει, ούτε τα θέατρα που είναι «εκκλησίες». Μην ξεχνάτε άλλωστε ότι το ΚΘΒΕ είναι ένας μεγάλος οργανισμός της Β. Ελλάδος κι όχι μόνον της Θεσσαλονίκης. Κι εμείς τουλάχιστον έτσι λειτουργήσαμε.

Το έχουμε ωστόσο συνδέσει κυρίως με τη Θεσσαλονίκη, που, όμως, δεν έχει αριθμό θεάτρων κατ’ αναλογία αντίστοιχο με αυτό των Αθηνών. Γιατί;

Σ.Χ.: Γιατί οι νέοι Θεσσαλονικείς, μια καταπληκτική γενιά 15-30 ετών, έχει αποθαρρυνθεί από το κέλυφος του «έπους» που υπάρχει στην πόλη. Είναι μια γενιά που ζει κάτω από τη σκιά των κακόγουστων αγαλμάτων. Χρειάζεται ένα καινούριο εθνικό αφήγημα.

Τι μπορεί να είναι ένα καινούριο «εθνικό αφήγημα»;

Σ.Χ.: Πιστεύω στην έννοια του Έθνους και δεν αποδέχομαι τον αμοραλισμό του Νότου, που θεωρεί υπερβολικές τις αιτιάσεις των Βορείων, όσον αφορά στα εθνικά θέματα. Εννοώ όμως ένα εθνικό αφήγημα που να απέχει απ’ τον εθνικισμό, την καπηλεία της ακρότητας και τον ρατσισμό και που με πρώτη ύλη τη συγκίνηση να περιέχει ένα όραμα της χώρας για τον εαυτό της και το σύνολο των πολιτών, σε σχέση με τα τοπικά όρια, τα χρονικά όρια και τον κόσμο.

Όποια έννοια όμως «ανακατεύεται» με το έθνος είναι παρεξηγήσιμη.

Σ.Χ.: Τον τελευταίο καιρό τρεις έννοιες παρεξηγούνται ή στοχεύονται συχνότερα: «Ανθρωποκεντρικός», «ελληνοκεντρικός» και «εθνικός». Ζούμε μια εποχή όπου το να πιστεύεις στην «ιθαγένεια», στην «κυτταρική μνήμη», αλλά και στις διαχρονίες της γλώσσας, του έθνους και στη ροή τους μέσα στον χώρο και τον χρόνο, σχετίζεται περιέργως με μία ακρότητα. Ε, λοιπόν, μιλάμε για εκείνη τη σημασία του «εθνικός» που απέχει σαφέστατα από την ακραία τοποθέτηση. Επιτέλους, δεν είναι ντροπή να αισθανόμαστε υπερήφανοι που ζούμε εδώ. Ένας πολίτης, αν είναι σωστά τοπικός και σωστά εθνικός, γίνεται μ’ έναν μαγικό τρόπο και παγκόσμιος. Έχουμε πλείστα παραδείγματα, απ’ τον Παπαδιαμάντη μέχρι τον Σαγκάλ.

Έχουμε όμως και μία πάσχουσα εικόνα της Θεσσαλονίκης που δικαιολογεί όσους μιλούν για μια νεοσυντηρητική στροφή.

Σ.Χ.: Θα πρέπει όμως να προβληματιστούμε γιατί τα κανάλια της Αθήνας επιλέγουν περσόνες που μέσα από μια εκρηκτική συμπεριφορά αντιπροσωπεύουν τη Θεσσαλονίκη ως πύκνωμα.

Τους επιλέγουν προφανώς επειδή τους ψηφίζουν οι Θεσσαλονικείς.

Σ.Χ.: Η Θεσσαλονίκη από καιρού εις καιρόν τους ψηφίζει. Ποιος όμως τους συντηρεί και τους κάνει cross-over; Η Αθήνα με τα κανάλια. Γιατί αν αυτά τα πρόσωπα δεν ήταν καλεσμένα καθημερινά στα κανάλια, δεν θα είχαν την αίγλη που τους δίνει η προβολή. Θα είχαν περιοριστεί στο φαινόμενο του γραφικού.

Παρ’ όλα αυτά επιφανείς Θεσσαλονικείς θεωρούν ότι η Θεσσαλονίκη, ενώ είχε υψηλότατο πολιτιστικό επίπεδο, περνά μεγάλη κάμψη.

Σ.Χ.: Γιατί έκανε το λάθος να στρέφεται συνέχεια προς τον Νότο με μία μειονεξία. Στην αρχή είχε δίκιο λόγω της αθηνοκεντρικής διοίκησης. Αυτό έγινε σιγά-σιγά ο σύμμαχος εχθρός «για όλα φταίνε οι Αθηναίοι». Όταν όμως η πόλη δοκιμάστηκε σε κρίσιμες ώρες, φάνηκε τι μπορεί να κάνει όταν κοιτάει προς τον Βορρά. Γι’ αυτό αίτημα είναι η πόλη να ’χει μια τοπική αναπτυξιακή δομή – παρότι οι χορηγοί δεν προσφέρουν στην τέχνη της Θεσσαλονίκης. Το ζήτημα είναι οι νέοι δημιουργοί και καλλιτέχνες να μείνουν στην πόλη. Γι’ αυτό κι εμείς κάναμε φέτος έναν θίασο που τον ονομάσαμε ειρωνικά «Τα δικά μας παιδιά». Είναι απόφοιτοι της Σχολής μας που έχουν ένα δικό τους ρεπερτόριο πειραματικό και ρηξικέλευθο. Μακάρι να αρχίσουν να ενθαρρύνονται και τα υπόλοιπα νεανικά κινήματα.

Ένα τοπικό όραμα διαρκείας που εμπλέκει όλους τους πολιτιστικούς φορείς της Θεσσαλονίκης ανέπτυξε πρόσφατα ο υπουργός Πολιτισμού. Λίγο αργότερα περιέκοψε τους προϋπολογισμούς των πάντων. Δεν ξέρει ότι τα οράματα στοιχίζουν;

Σ.Χ.: Δεν κάνει τις περικοπές ο υπουργός Πολιτισμού, αλλά το υπουργείο Οικονομικών. Το θέμα είναι ότι έχουμε ένα ΥΠΠΟ που οραματίζεται, λειτουργεί και εξαγγέλλει κι ένα υπουργείο Οικονομικών που βλέπει μεγέθη και αριθμούς και κόβει. Εδώ λοιπόν θα πρέπει να συμφωνηθεί τι προτεραιότητα έχει ο πολιτισμός μέσα στην κρίση. Εγώ δεν είμαι από τους «εφήβους» της σκέψης που ζητούν να ’ναι η τέχνη πρώτη προτεραιότητα. Καταλαβαίνω τι γίνεται στη χώρα. Αλλά είμαι κι εξαιρετικά θυμωμένος με το πολιτικό προσωπικό που την έφερε σ’ αυτή την κατάσταση.

Ποιος μας έφερε εδώ που φτάσαμε;

Σ.Χ.: Η ανεπάρκεια του πολιτικού προσωπικού. Το εφιαλτικό φάντασμα της Μεταπολίτευσης που κρυσταλλώθηκε μέσα σε δόγματα εξουσίας και θεσούλες. Αλλά τώρα να συμφωνήσουμε τι παράγουμε. Τουρισμό; Τότε να τον κάνουμε τέλειο. Πολιτισμό; Να τον κάνουμε τέλειο. Μέσα στην κρίση θα ήθελα να ξέρω τι καλούμαι να είμαι ως πολίτης. Ο γελωτοποιός της Ευρώπης; Εντάξει, αλλά να γίνω καλός γελωτοποιός. Γκαρσόνι; Να γίνω καλό γκαρσόνι. Αλλά, αν πρόκειται να είμαστε καλοί σε κάτι, να αφήσουμε τις μαλακίες της απαξίωσης προς το σουβλάκι, τον greek mousaka and salad, τον Ζορμπά, τον Κακογιάννη, την Ειρήνη Παπά και τη Μελίνα, τον Καζάν και τον Αγγελόπουλο, τον Θεοδωράκη και τον Χατζιδάκι. Αυτά και αυτοί έκαναν την Ελλάδα μεγάλη. Ας δούμε λοιπόν τι προτεραιότητες θέτει η χώρα και ας επενδύσουμε σ’ αυτές. Και ας είμαστε ακόμα και σκληροί απέναντι στους ανθρώπους του θεάτρου. Να ελέγχουμε τα προγράμματά τους, να βλέπουμε τι κάνουν και πόσο ανταποδοτικοί είναι. Γιατί στις μέρες μας οι καλλιτέχνες είναι εγωιστές: Παράγουν για τον εαυτό τους, χωρίς να σέβονται τον πολίτη που βάζει τα χρήματα.

Σε ό,τι αφορά τις δικές σας προτάσεις, το ρεπερτόριο που εισηγείστε εκφράζει μια εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη απ’ αυτήν του Γιάννη Χουβαρδά για το Εθνικό: Εσείς δίνετε έμφαση στο ελληνικό έργο και συχνά στο λαϊκό θέαμα.

Σ.Χ.: Δεν μπορώ να κάνω κριτική στο Εθνικό γιατί είναι άκομψο – χωρίς να σημαίνει ότι δεν έχω άποψη. Πάντως, για μένα ελληνικό θέατρο χωρίς ελληνικό έργο δεν υπάρχει. Οι Εγγλέζοι το κάνουν, οι Γάλλοι το ίδιο, εμείς γιατί ντρεπόμαστε; Ύστερα εγώ δεν είμαι στη Θεσσαλονίκη για να εφαρμόσω ένα προσωπικό όραμα. Αυτό θα το έκανα στο θέατρο «Πολιτεία», θα αναζητούσα τα χρήματα και θα δήλωνα «Παιδιά, κάνω το κέφι μου. Αυτός είμαι κι αυτές είναι οι αγάπες μου: ο Μπρους Μάγερς, οι ινδουιστικοί μύθοι, οι τελετουργίες των Σαμάνων, ο Γκουρτζίεφ, τα Συναξάρια των Αγίων, η Ορθοδοξία, ο αρχαίος κόσμος και η σταύρωση του Έλληνα ανάμεσα στα δύο». Στο Κρατικό, όμως, δεν μπορώ να φοράω το όραμά μου στον πολίτη. Οφείλω, όχι να το εγκαταλείψω, αλλά να το συγχρωτίσω με τον κόσμο. Κι αποφεύγοντας τον λαϊκισμό και τις εύκολες λύσεις, να προσφέρω μια βεντάλια, απαντώντας στα αιτήματα της κοινωνίας μ’ ένα φάσμα ρεπερτορίου που αφορά όλους. Πεποίθησή μου είναι επίσης ότι δεν πρέπει να μένεις εντός του τείχους. Γι’ αυτό εμείς βγήκαμε στον δρόμο. Γιατί θέατρο χωρίς κοινωνική δράση είναι θέατρο χωρίς κοινωνική συνείδηση.

Μ’ όλα αυτά σας προσάπτουν λαϊκισμό.

Σ.Χ.: Πιστεύω ότι αυτό εκπορεύεται από μια μικρή ομάδα, συνομηλίκων μου μάλιστα, «πεφωτισμένων» νεοσταλινικών, οι οποίοι θεωρούν ότι το κοινό είναι πάντα λάθος, χυδαίο και κακόγουστο κι ότι οι ίδιοι θα το καθοδηγήσουν. Λένε δηλαδή ό,τι έλεγε στον υπαρκτό σοσιαλισμό η πρωτοπορία που θα οδηγούσε το προλεταριάτο. Θεωρούν μάλιστα εαυτούς υπερκείμενους της κοινωνίας. Φίλος αυτής της ομάδας, παρότι έμπειρος και μορφωμένος, έφτασε στο σημείο να γράψει για «το παμαλακίζον κοινό στο κατάμεστο Ηρώδειο». Είναι απίστευτο να θεωρείς σωστό μόνον τον εαυτό σου. Απαντώ, λοιπόν, ότι κανείς δεν είναι πάνω κι έξω από την κοινωνία κι ότι όταν χάνεις τον παλμό του μέσου όρου, μπορεί να είσαι ενδιαφέρων, γοητευτικός, ερωτικός, sui generis, αλλά παύεις να είσαι χρήσιμος. Αν ξεκινήσουμε με μια διαθεσιμότητα για τον άλλον, τότε το θέατρο οφείλει να αρθρώνει έναν πολιτικό λόγο. Το θέμα είναι το αρχικό «γιατί κάνω θέατρο;». Αν επιστρέψουμε στα αρχικά μας «γιατί», θα ξαναβρούμε τη λέξη «συγκίνηση». Και θα δούμε ότι όπου οι πολλοί κι εμείς. Και κάτι άλλο βασικό. Αυτή η ομάδα κάνει το λάθος να πηγαίνει από την τέχνη, άρα τη φόρμα, στον πόνο. Μα από τον πόνο πηγαίνουμε στην τέχνη. Η φόρμα από μόνη της δεν συγκινεί ποτέ. Αλλά αυτοί οι άνθρωποι αισθάνονται ότι επειδή πάτησαν τα 50 και πήγε η ζωή τους χαμένη στην ποιότητα, τώρα πρέπει να κάνουν ό,τι πιο έξαλλο μπορούν. Τους προτείνω να μείνουμε κοντά στον δοκιμαζόμενο άνθρωπο και να παρακολουθούμε την ανθρώπινη περιπέτεια. Κι αν αυτό είναι λαϊκισμός, τότε είμαι λαϊκιστής και το χαίρομαι.

Σας προσάπτουν επίσης το έξυπνο κάστινγκ. Ότι η επιλογή κάθε ηθοποιού είναι με γνώμονα τι κοινό μπορεί να φέρει μαζί του, π.χ., ο Κραουνάκης ή ο Βουτσάς. Είναι έτσι;

Σ.Χ.: Βεβαίως. Εξόρισα πολύ μακριά τον εαυτό μου και τα βαθύτερα θέλω μου για να πετύχω με το ΚΘΒΕ τρία πράγματα. Να βγάλει το θέατρο λεφτά το καλοκαίρι γιατί ήταν χρεωμένο. Να πάψει πια το Κρατικό να αντιμετωπίζεται αφ’ υψηλού ως «ο συμπαίκτης από τη Θεσσαλονίκη» και να διεκδικήσει στα ίσα τη θεατρική πίτα. Και να εκφράσω τον θυμό μου σαν πολιτική οντότητα και να μην κάνω την πάπια με ελιγμούς και σιωπές – που αυτή τη στιγμή είναι προδοσία. Γι’ αυτό έδωσα αυτούς τους «Αχαρνής» και να ’ναι καλά ο Βαλτινός, ο Βουτσάς και ο Κραουνάκης που ήρθαν – και με ποιοτικά κριτήρια. Δηλαδή πρέπει να τιμωρηθώ που γέμισα φέτος την Επίδαυρο;

Πιστεύετε στο εμπορικό θέατρο;

Σ.Χ.: Δεν πιστεύω πάντως στη σχολή που λέει «θέατρο για πέντε καλούς». Αυτό δεν είναι θέατρο. Μπορεί να ’ναι σπουδαίο εγχείρημα, πράξη ή after the theatre. Αλλά είναι διαφορετικό αυτό κι άλλο να κάνεις παραστάσεις σε ανοιχτούς χώρους, για πλατύ κοινό, με τη φιλοσοφία της συνάθροισης.

Ισχύει ότι η επιλογή σας να μεταφέρετε τον Αριστοφάνη στα κάθ’ ημάς ενόχλησε κάποιους της πολιτικής ηγεσίας;

Σ.Χ.: Πρώτα απ’ όλα ενόχλησε κάποιους που ανήκουν δυστυχώς στον πανεπιστημιακό κύκλο, αλλά έχοντας άμεση σχέση με τα ευρωπαϊκά προγράμματα και τις κατασκευαστικές εταιρείες, ενοχλήθηκαν από τη σκηνή των Πρέσβεων στους Αχαρνής. Το λέω μετά λόγου γνώσεως. Ας μας πουν λοιπόν αυτοί πόσα λεφτά έχουν πάρει από τις επιτροπές στις οποίες μετέχουν και πόσα από τις συμβάσεις που έκαναν ως σύμβουλοι κατασκευαστικών εταιρειών για ευρωπαϊκά έργα στην Ελλάδα…

Εμείς ακούσαμε για «πολιτικές» ενοχλήσεις.

Σ.Χ.: Είναι σφάλμα να ενοχλείται οποιοδήποτε κόμμα. Η παράσταση δεν στρεφόταν εναντίον κόμματος ή της κυβέρνησης. Θα ήταν αδέξιο και φτηνό. Στρεφόταν όμως εναντίον του πολιτικού προσωπικού στο σύνολό του. Ύστερα, άμα παίζεις Αριστοφάνη κι η εξουσία σου χαμογελά αμέριμνη, τότε είσαι οσφυοκάμπτης.

Ένας «αντικομφορμιστής», όπως δηλώνετε, τι ισορροπίες πρέπει να τηρεί ως επικεφαλής ενός κρατικού ελληνικού θεσμού;

Σ.Χ.: Ισορροπώ με το να μην είμαι κομματικός διευθυντής. Χρωστώ ευχαριστίες στον Αντώνη Σαμαρά, που με τοποθέτησε στο ΚΘΒΕ, χωρίς να είμαι Νεοδημοκράτης. Κι επίσης στον Παύλο Γερουλάνο, που με εμπιστεύτηκε τώρα, χωρίς να ανήκω στο κυβερνών κόμμα. Δεν ανήκω σε κανένα κόμμα. Ούτε και στην Αριστερά ανήκα ποτέ. Όμως, πιστεύω πολύ στα συλλογικά δικαιώματα όταν αυτά δεν περιέχουν αυθαιρεσία, τεμπελιά και λαϊκισμό. Διατηρώ το δικαίωμα του πολιτικοποιημένου και ενεργού πολίτη. Αυτό επιδιώκω να κάνει διήθηση μέσα στη διευθυντική ιδιότητα. Δεν ξεχνώ ότι δεν πρέπει ποτέ να χάνεις την επαφή σου με τον κόσμο. Κι ακόμα ότι μπορείς να είσαι αυστηρός, πειθαρχικός κι απαιτητικός από τους εργαζόμενους, αρκεί να είσαι δίκαιος.

 

 

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΤΕΤΑΡΤΗ 08.05.2024 06:42