Οι επισκέπτες του Άδη, όσοι δηλαδή τόλµησαν να περάσουν στο βασίλειο των νεκρών και να έχουν τη σπάνια και µοναδική τύχη να επανέλθουν στον αντίστοιχο του πάνω κόσµου, είναι αρκετοί και γι’ αυτούς υπάρχουν οι σχετικές µαρτυρίες από τα παλαιότερα ανατολικά κείµενα διαφόρων παραδόσεων, µε πιο γνωστό το έπος του Γκιλγκαµές.
Στην ελληνική παράδοση, εκτός από τον Ηρακλή, οι µόνοι άλλοι που τόλµησαν να εισέλθουν στον Κάτω Κόσµο και κατάφεραν να αντικρίσουν ξανά το λαµπερό φως του ήλιου ήταν ο Ορφέας, ο Θησέας, ο Οδυσσέας και ο Αινείας (συνοδευόµενος από τη Σίβυλλα). Βασική διαπίστωση όλων είναι ότι κανείς δεν έµεινε ικανοποιηµένος από αυτή την εµπειρία.
Ταξίδια στη χώρα των νεκρών
Ο Ηρακλής ίσως είναι ο πλέον αναγνωρισµένος µυθικός ήρωας της ιστορίας και ο δωδέκατος από τους άθλους του σχετίζεται µε την κάθοδό του στον Άδη, προκειµένου να πιάσει ζωντανό τον σκύλο – φύλακά του, τον πασίγνωστο Κέρβερο, και τον οδηγήσει µπροστά στον Ευρυσθέα. Η πιο συνηθισµένη εµφάνιση του Κέρβερου είναι ως ενός τροµακτικού σκύλου µε τρία κεφάλια και µε ουρά που απόληγε σε κεφαλή δράκου. Στο έργο του Ησιόδου «Θεογονία» ο ίδιος σκύλος εµφανίζεται µε χάλκινη φωνή και πενήντα κεφάλια «κύων χαλκεόφωνος πεντηκοντακέφαλος». Η παρουσία του στον Άδη εξασφάλιζε την παραµονή των νεκρών στον Κάτω Κόσµο.
Όταν ο Ηρακλής έφτασε στο ακρωτήριο Ταίναρο συνάντησε τον βαρκάρη που µετέφερε τις ψυχές των ανθρώπων στην άλλη όχθη, στην άλλη ζωή δηλαδή. Καθώς οι ψυχές είδαν τον ζωντανό Ηρακλή στα µέρη τους θορυβήθηκαν. Εκεί ο Ηρακλής, αφού συνάντησε καµπόσους γνωστούς, έφτασε στον Πλούτωνα και του εξήγησε ότι θέλει τον Κέρβερο. Εκείνος δέχτηκε, αρκεί ο Ηρακλής να τον έπιανε µε τα ίδια του τα χέρια. Τελικά έπειτα από αυτή τη συµφωνία ο Ηρακλής κατάφερε να τον πιάσει και να επιστρέψει στον κόσµο τον ζωντανών µε το τρόπαιό του.
Στον Άδη κατέβηκε και δεύτερη φορά ο Ηρακλής προκειµένου να ελευθερώσει τον φίλο του, επίσης ήρωα, και θαυµαστή του, τον Θησέα, τον οποίο ο Πλούτωνας ξεγέλασε βάζοντάς τον να καθίσει στον θρόνο της Λήθης. Από εκεί τον ελευθέρωσε ο Ηρακλής και επέστρεψαν πάλι στον κόσµο του φωτός.
Στον Άδη βρέθηκε και ο εξέχων οµηρικός ήρωας Οδυσσέας, που µε το καράβι του έφτασε στο τέρµα του Ωκεανού, όπου βρισκόταν η είσοδος του Άδη. Ο Οδυσσέας µπήκε στον Άδη και συνάντησε τις ψυχές πολλών πολεµιστών που σκοτώθηκαν στην Τροία. Εκεί συνάντησε και τον µάντη Τειρεσία, ο οποίος του είπε ότι ο Ποσειδώνας τον µισεί, επειδή τύφλωσε τον γιο του Πολύφηµο. Επίσης του είπε ότι, αν αυτός και οι σύντροφοί του δεν θα πείραζαν τα βόδια του θεού Ήλιου, θα έφταναν µια µέρα στην Ιθάκη.
Μια ακόµα µυθική φιγούρα που κατέβηκε στον Άδη για να φέρει από τον κόσµο των νεκρών την αγαπηµένη του Ευρυδίκη ήταν ο Ορφέας. Όταν πέθανε η αγαπηµένη του, η µουσική του έγινε τόσο λυπητερή, που συγκίνησε και αυτή την κρύα καρδιά του Άδη, ο οποίος του επέτρεψε να πάρει την καλή του σύζυγο και να την επιστρέψει στον κόσµο των ζωντανών υπό τον όρο πως δεν θα γύριζε να την κοιτάξει πίσω του µέχρι να βγουν στην επιφάνεια. Ο Ορφέας συµφώνησε αλλά, ενδίδοντας στον πειρασµό να κοιτάξει πίσω του, απέτυχε και έχασε την Ευρυδίκη ξανά. Μάλιστα αυτός ο αρχαιοελληνικός µύθος υπήρξε ιδιαίτερα δηµοφιλής στην Αναγέννηση, έγινε µάλιστα και θεατρικό έργο και όπερα, για να καταλήξει στις αρχές του 20ού αιώνα να γίνει ταινία από τον Κοκτώ («Ορφέας», 1926), θεατρικό έργο από τον Ανούιγ («Ευρυδίκη», 1941) και πάλι θεατρικό έργο από τον Τενεσί Ουίλιαµς («Ο Ορφέας στον Άδη»).
Τέλος, λέγεται ότι τον Άδη επισκέφτηκε και ο Αινείας συνοδευόµενος από τη Σίβυλλα.
Φυσικά υπάρχει και η περίπτωση της Περσεφόνης, που την αγάπησε ο Άδης και την απήγαγε παίρνοντάς την µαζί στο σκοτεινό του βασίλειο. Τελικά έµενε µισό χρόνο στον Πάνω Κόσµο και µισό στον Κάτω. Έτσι έχουµε και τον χωρισµό του έτους, όπου φθινόπωρο και χειµώνα είναι η περίοδος που η Περσεφόνη βρίσκεται στον σκοτεινό και βαρύ Κάτω Κόσµο, ενώ την άνοιξη και το καλοκαίρι επιστρέφει στον φωτεινό και ανάλαφρο Πάνω Κόσµο.
Η ζωή εν τάφω
Αλλά καθώς φαίνεται ούτε στη χριστιανική παράδοση ήταν άγνωστο αυτό το ταξίδι. Έτσι έχουµε τον θάνατο του Λαζάρου και την περιλάλητη ανάστασή του από τον Ιησού, ο οποίος, σύµφωνα πάντα µε τις µαρτυρίες των Ευαγγελίων, ενώπιον πλήθους µαρτύρων ανέστησε τον από τετραήµερου νεκρό Λάζαρο, εκστοµίζοντας το περίφηµο ανά τον χριστιανικό κόσµο «Λάζαρε, δεύρο έξω»!
Μετά το πρόσταγµα λοιπόν του Ιησού, ο Λάζαρος ανασταίνεται και σηκώνεται σαβανωµένος, χωρίς χρονοτριβή. Κατόπιν ο Ιησούς λέει στους παρευρισκοµένους να τον λύσουν από τα σάβανα και ακόμη τους λέει να τον αφήσουν να φύγει για το σπίτι του μόνος του.
Και οπτικά και ακουστικά και κινητικά και με την αφή και με την οσμή βεβαιώθηκαν τα καθέκαστα για τον νεκρό Λάζαρο και για την ανάστασή του.
Ακολουθεί έπειτα η νεκρανάσταση του ίδιου του Ιησού, η οποία και ομολογείται στο έκτο άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως: «Και αναστάντα την Τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς». Το εξέχον γεγονός εξιστορείται επί μακρόν και από τους τέσσερις Ευαγγελιστές (τον Ματθαίο, κεφ. 28, τον Μάρκο, κεφ. 16, τον Λουκά, κεφ. 24, και τον Ιωάννη, κεφ. 20), όπως επίσης και από τις Πράξεις των Αποστόλων (3:36) «ο δε Θεός ήγειρεν αυτόν εκ νεκρών» που φέρεται ως επικύρωση των όσων η Παλαιά Διαθήκη προείπε περί αυτής δια των Προφητών της.
Η σχετική υμνολογία
Συγκλονιστική, ωστόσο, είναι η σχετική υμνολογία που αναφέρεται τόσο στην εν τω Άδη ζωή του Ιησού όσο και αυτή που εξιστορεί την Ανάσταση. Βέβαια εδώ έχουμε μια διαφοροποίηση: ο Ιησούς δεν επιστρέφει στον Πάνω Κόσμο, αλλά στον ακόμα πιο πάνω… στους ουρανούς, εκεί όπου τον τοποθετεί η θεϊκή του υπόσταση!
Εγκώμια – Επιτάφιος Θρήνος – Η ζωή εν τάφω
(Στάση Πρώτη)
Η ζωή εν τάφω
κατετέθης, Χριστέ,
και αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σήν.
Η ζωή πως θνήσκεις;
πώς και τάφω οικείς;
του θανάτου το βασίλειον λύεις δε
και του Άδου τους νεκρούς εξανιστάς.
Μεγαλύνομέν σε,
Ιησού Βασιλεύ,
και τιμώμεν την ταφήν και τα πάθη σου, δι’ ων έσωσας ημάς εκ της φθοράς.
Εγκώμια – Επιτάφιος Θρήνος – Άξιον Εστί
(Στάση Δεύτερη)
Άξιον εστί
μεγαλύνειν σε τον ζωοδότην,
τον εν τω σταυρώ τας χείρας εκτείναντα
και συντρίψαντα το κράτος του εχθρού.
Άξιον εστί
μεγαλύνειν σε τον πάντων κτίστην·
τοις σοις γαρ παθήμασιν, έχομεν
την απάθειαν, ρυσθέντες της φθοράς.
Έφριξεν η γη,
και ο ήλιος, Σώτερ, εκρύβη,
σου του ανεσπέρου φέγγους, Χριστέ,
δύναντος εν τάφω σωματικώς.
Ύπνωσας, Χριστέ,
τον φυσίζωον ύπνον εν τάφω
και βαρέος ύπνου εξήγειρας
του της αμαρτίας το των ανθρώπων γένος.
Εγκώμια – Επιτάφιος Θρήνος – Αι γενεαί πάσαι
(Στάση Τρίτη)
Αι γενεαί πάσαι,
ύμνον τη ταφή σου
προσφέρουσι, Χριστέ μου.
Καθελών του ξύλου
ο Αριμαθαίας
εν τάφω σε κηδεύει.
Μυροφόροι ήλθον
μύρα σοι, Χριστέ μου,
κομίζουσαι προφρόνως.
Δεύρο πάσα κτίσις
ύμνους εξοδίους
προσοίσωμεν τω Κτίστη.
Ως νεκρός τον ζώντα
συν μυροφόροις πάντες
μυρίσωμεν εμφρόνως.
Μοναδικής ομορφιάς είναι και τα αναστάσιμα απολυτίκια
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος.
Ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος,
ἡ Ζωὴ ἐκ τάφου ἀνέτειλας,
Χριστὲ ὁ Θεός·
καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων
τοῖς Μαθηταῖς ἐπέστης
ἡ πάντων Ἀνάστασις,
Πνεῦμα εὐθές,
δι᾿ αὐτῶν ἐγκαινίζων ἡμῖν,
κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.
Ὅτε κατῆλθες πρὸς τὸν θάνατον, ἡ ζω ὸ αθάνατος, τότε τν ᾍδην ἐνέκρωσας, τ ὅ ἀστραπῇ τ ὺ ς θεότητος· τε δὲ καὶ τος τεθνεῶτας ἐκ τῶν καταχθονίων ἀνέστησας, πᾶσαι αἱ Δυνάμεις τῶν ἐπουρανίων ἐκραύγαζον· Ζωοδότα Χριστέ, ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξα σοι.
Κατέλυσας τῷ Σταυρῷ σου τὸν θάνατον·
ἠνέῳξας τῷ ληστ ὸ τὸν παράδεισον·
τῶν μυροφόρων τν θρῆνον μετέβαλες,
καὶ τοῖς σοῖς ἀποστόλοις κηρύττειν ἐπέταξας,
ὅτι ἀνέστης, Χριστὲ ὁ Θεός,
παρέχων τῷ κόσμω τὸ μέγα ἔλεος.
Χριστὸς ἐκ νεκρῶν ἐγήγερται…
xenofonb@gmail.com