Μέρες που είναι, δεν περιμέναμε την ποίηση. Κι όμως μας ήρθε, γιατί η πραγματική ποίηση είναι απρόσμενη και κυρίως ανατρεπτική. Τόσο ο τίτλος όσο και η φωτογραφία του εξωφύλλου δεν μας αφήνουν κανένα περιθώριο για παρανοήσεις. Πάνω στο θέμα περί μαύρου χρήματος ιδίως αυτή την εποχή έχουν γραφτεί και γραφτεί, πράγματα τόσο γνωστά και απόψεις τόσο αναμενόμενες, που προκαλούν την κούρασή μας, κι όχι την αγανάκτηση, την αφύπνιση, τη συνειδητοποίηση. Αν το σκεφτεί κανείς, ολόκληρη η μεταπολιτευτική μας συνείδηση βασίστηκε στη λογική του μαύρου χρήματος που κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι με εξωφρενική θρασύτητα ως πιστοποιητικό αναγνωρισιμότητας, δόξας, «προοδευτικού» πλουτισμού, πολιτιστικού εμπορίου και μιας σειράς ευφάνταστων μορφών επιχορηγήσεων.
Μέρες που είναι, δεν περιμέναμε την ποίηση. Κι όμως μας ήρθε, γιατί η πραγματική ποίηση είναι απρόσμενη και κυρίως ανατρεπτική. Τόσο ο τίτλος όσο και η φωτογραφία του εξωφύλλου δεν μας αφήνουν κανένα περιθώριο για παρανοήσεις. Πάνω στο θέμα περί μαύρου χρήματος ιδίως αυτή την εποχή έχουν γραφτεί και γραφτεί, πράγματα τόσο γνωστά και απόψεις τόσο αναμενόμενες, που προκαλούν την κούρασή μας, κι όχι την αγανάκτηση, την αφύπνιση, τη συνειδητοποίηση. Αν το σκεφτεί κανείς, ολόκληρη η μεταπολιτευτική μας συνείδηση βασίστηκε στη λογική του μαύρου χρήματος που κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι με εξωφρενική θρασύτητα ως πιστοποιητικό αναγνωρισιμότητας, δόξας, «προοδευτικού» πλουτισμού, πολιτιστικού εμπορίου και μιας σειράς ευφάνταστων μορφών επιχορηγήσεων. Το μαύρο χρήμα λάμπρυνε τις ρηχές μας ζωές, τις χαλαρές μας συνειδήσεις, τις προοδευτικές μας αντιλήψεις, νομιμοποίησε τον αβάσταχτο επαρχιωτισμό μας, την έλλειψη παιδείας μας, την αγένειά μας, με δυο λόγια τη μίζερη ύπαρξή μας. Αντανάκλαση του πολιτικού μας συστήματος, των πολιτικών μας, των ηγετίσκων μας, όλοι μας αποποιούμεθα το ποτήριον τούτο το πικρό, όπως μας το προσφέρει ο ποιητής Ντίνος Σιώτης μέσα από μια αγανακτισμένη ποίηση, που επιτέλους μετά από δεκαετίες σπάει την αισθητικά θρηνητική απομόνωση του εγχώριου ποιητικού τοπίου στην πολυτελή μας εσωτερικότητα και κοιτά το εξόφθαλμο: το κοινωνικό υπέρ του ατομικού, το πολιτικό υπέρ του κομματικού. Έτσι βρισκόμαστε μπροστά σε μια ποίηση που μας ξαφνιάζει, με τη ζωντανή επαφή του λόγου της με την πραγματικότητα, την οργή της απέναντι στον χαλασμένο κόσμο που καταρρέει παρασύροντας τα πολυτιμότερα των αισθημάτων μας. Πρόκειται για ένα αισθητικό ποιητικό μανιφέστο που χαρίζει διαχρονικότητα στην επικαιρότητα, στα θλιβερά συμβάντα της εποχής μας.
Ξενοφών Μπρουντζάκης xenofonb@gmail.com