ΤΡΙΤΗ 30.04.2024 05:18
MENU CLOSE

Η σελίδα του λοξού

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 1855
12-03-2015
12.03.2015 10:00

Άβυσσος η υπόσταση των σωμάτων εναγκαλίζεται με την αποψιλωμένη επιφάνεια της νοημοσύνης ξεφωνίζοντας με την αυθάδεια πολύχρωμης σελίδας τη γελοιότητα της γραφικής αναπαραστάσεως.

Μυογράφημα

Φανερώματα. Ο καιρός είχε ξεκαθαρίσει τα προσχήματα.
Ο ήλιος σημάδι του ξημερώματος έγραφε στην παρένθεση.
Η αμφιβολία της σκοτεινιάς έσκαψε στα αποσιωπητικά τα υπόλοιπα.
Ένα σώμα στον εφιάλτη έψαχνε απεγνωσμένα το πρόσωπο.
Παλιά λόγια να πνίγονται μες στην καυτή βροχή.
Ξένες φωνές στα κλειστά παράθυρα.
Και ένα λευκό φως να αποκληρώνει τα σχήματα.
Ένας χορός. Δυο φωνές.
Στο βλέμμα ένα μαχαίρι. Ξεχώρισε στη σκέψη τον πρόλογο.
Γυμνά πόδια. Στο μεγάλο κρύο της άνοιξης.
Χαμηλά ένα ρόδο. Σπασμένα γυαλιά. Δυο σπάγκοι πλεγμένοι.
Στον καθρέπτη. Τίποτα.
Κι ο φόβος.
Στον δρόμο μια πεταμένη ταυτότητα. Ψηλά στον τοίχο.
Ένας αριθμός.
Κι η ανάγνωση στη συλλαβή να δακρύζει.
Αναπνοή. Βαθειά!
Ένα στόμα να μετρά πάνω στα κάγκελα τις σταγόνες.
Στα σιγανά. Ένα θρόισμα ξόδεψε ο υάκινθος.
Απέναντι ο μεγάλος κήπος. Κι η θάλασσα.
Στο φυλαχτό ένα κέντημα καρφωμένο στο στήθος.
Μια βάρκα από χαρτί. Κι ένα φυλαγμένο φύλλο γιασεμιού.
Απ’ την παλιά σελίδα.
Ένα ταξίδι.

Ανοίκητος        

Εγκατάλειψη των φωνηέντων
Στο απροσδόκητο
Έκθλιψη με το σημάδι
Να εκδηλώνει την απουσία
Το ρήμα
Με το ωμέγα στην κατάληξη
Χαμένη αντωνυμία
Στο ξεφύλλισμα
(Ήταν μεσημέρι όταν πέρασες)
Έγραψες το σύνθημα
στα μαύρα γράμματα
Γυμνά λόγια
Στο πρόσωπο
Λίγο νερό ξόδεψες
Και το ψέμα έσκυψε
Και ξεδίψασε
(Ήταν μεσημέρι όταν φοβήθηκα)
 

ΤΡΙΤΗ 30.04.2024 03:34
Exit mobile version