ΤΕΤΑΡΤΗ 01.05.2024 11:36
MENU CLOSE

 

Εδώ να τονίσουμε το γεγονός ότι στην Φιλική Εταιρεία, όπως πιθανόν εσφαλμένα πιστεύεται από μερικούς, δεν συμμετείχαν ισχυροί έμποροι και ανώτεροι ιεράρχες, ούτε σημαντικοί λόγιοι και εκπρόσωποι των ισχυρών φαναριώτικων οικογενειών.

Επίσης, να θυμηθούμε ότι οι τρεις ιδρυτές της, ο Σκουφάς, ο Τσακάλωφ και ο Ξάνθος, δεν διέθεταν ούτε ιδιαίτερο κύρος μεταξύ των Ελλήνων, ούτε οικονομικά μέσα. Αλλά και οι περισσότεροι από τους ομογενείς που κατείχαν διοικητικές θέσεις και διέθεταν σημαντική επιρροή, δεν ενθουσιάζονταν καθόλου με την ιδέα του ξεσηκωμού. Την ίδια άποψη διατύπωναν και αρκετοί λόγιοι. Το έθνος ήταν ανέτοιμο για ένα παρόμοιο εγχείρημα. Εν συντομία, με εξαίρεση κάποιες καλές αλλά περιθωριοποιημένες οικογένειες, κανείς δεν ήθελε να πάρει το ρίσκο της συμμετοχής σ’ ένα τέτοιο απονενοημένο εγχείρημα, το οποίο, οι περισσότεροι πίστευαν – και όχι άδικα – ότι θα κατέληγε στον αφανισμό του Έθνους. Αυτοί, δε, που ήταν κυριολεκτικά απόντες στην έναρξη της επανάστασης ήταν οι μεγαλέμποροι, οι λόγιοι και η Εκκλησία… Με δυο λόγια, ο ξεσηκωμός αυτός ήταν ενάντια σε κάθε λογική και κυρίως σε κάθε επικρατούσα συνθήκη.

Πριν από όλα, να τονίσουμε ότι στην Επανάσταση δεν έπαιξαν οι οικονομικοί παράγοντες καθοριστικό ρόλο. Την εξέγερση την οργάνωσαν κατά κύριο λόγο όσοι ήταν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, δυσαρεστημένοι από τις κοινωνικές ομάδες που ασκούσαν την εξουσία. Από την κατηγορία αυτή, εξαιρούνται οι Πελοποννήσιοι και μερικοί πρόκριτοι των νησιών οι οποίοι βρέθηκαν προ τετελεσμένων. Έτσι, η Επανάσταση του 1821 θα μπορούσε να ιδωθεί υπό το πρίσμα μιας εξέγερσης που οργανώθηκε και πραγματοποιήθηκε κυρίως από δυσαρεστημένες και περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες.

Συνεπώς, η οργάνωση της Επανάστασης δεν είχε την απαιτούμενη από την λογική, μαζική συμμετοχή των υποδούλων, ούτε την στήριξη εκείνων των προνομιούχων κοινωνικών ομάδων που μετείχαν στη διοίκηση της Αυτοκρατορίας. Και αυτό είναι πέρα για πέρα φυσικό μιας και αυτές οι ομάδες στήριζαν την ύπαρξή τους στη διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπό το καθεστώς της οποίας διατηρούσαν τα προνόμιά τους τα οποία η Επανάσταση επιβουλευόταν. Από την άλλη, ωστόσο, παρατηρούμε ότι η Επανάσταση εδραιώθηκε σ’ κείνα ακριβώς τα μέρη – Πελοπόννησο και νησιά – όπου οι χριστιανικές ελίτ είχαν τα ίδια προνόμια με τους μουσουλμάνους και οι προυχοντικές αρχές είχαν μεγάλη συμμετοχή στη Φιλική Εταιρεία λόγω των ασφυκτικών πιέσεων που δέχονταν από την Πύλη.

Τελικά, η Επανάσταση δεν ικανοποίησε κανέναν από εκείνους που πρωτοστάτησαν σ’ αυτήν, ωστόσο, το κυριότερο και πλέον καθοριστικό είναι ότι σώθηκε και ολοκληρώθηκε με την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων – ερήμην κάθε ελληνικής συμμετοχής. Γι’ αυτό και στις ιδρυτικές συνθήκες δεν υπάρχει καμιά ελληνική υπογραφή!

Την εθνική παλιγγενεσία ακολούθησε ο ανηλεής και αδυσώπητος αγώνας των προυχοντικών ομάδων προκειμένου να καταλάβουν τις θέσεις εξουσίας στο νεοσύστατο κράτος που γεννιόταν, πράγμα που αποδείχτηκε καταστροφικό γιατί αυτές οι διαμάχες για την διατήρηση των προνομίων των κοτζαμπάσηδων δεν επέτρεψαν την δημιουργία ενός δυτικού, σοβαρού κράτους δικαίου…

Έτσι, μοιραία, μετά την Επανάσταση, την οργάνωση του κράτους την ανέλαβαν οι προστάτιδες δυνάμεις κι όχι εκείνοι που πολέμησαν για την ελευθερία του τόπου. Από την αρχή έγινε φανερό ότι το νέο αυτό κράτος που υπήρξε δικό τους δημιούργημα, θα εξυπηρετούσε τις δικές τους πολιτικές και θα εντασσόταν μέσα στο γενικότερο πλαίσιο των δικών τους σχεδίων. Απέναντί τους συντάχθηκαν λυσσαλέα οι ντόπιες ομάδες συμφερόντων οι οποίες θεωρούσαν ότι τους …ανήκει δικαιωματικά το νεοσυσταθέν κρατίδιο. Η σύγκρουση αυτή επέφερε την πτώση του Όθωνα το 1862 και ολοκληρώθηκε το 1875 με την αρχή της δεδηλωμένης και την μεταβίβαση του ελέγχου του κράτους στην συνταγματικά κατοχυρωμένη πλειοψηφία της Βουλής.

ΤΕΤΑΡΤΗ 01.05.2024 11:25
Exit mobile version