ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 03.05.2024 21:13
MENU CLOSE

Η σελίδα του λοξού

11.01.2013 22:00

◆ Σύγχιση της συγχύσεως στη γενική των πτώσεων.

Μυογράφημα
Απομεσήμερο. Ησυχία. Τα ροχαλητά έβγαιναν στο διάδρομο. Οι τοίχοι βαμμένοι με λαδομπογιά. Κορνίζες κρεμασμένες. Οι πόρτες μισάνοιχτες. Μια γάτα περίεργη και μια καρδερίνα στο κλουβί.
Δυο μάτια περιεργάζονται απ’ τη χαραμάδα. Στα ακροδάχτυλα. Βηματισμός αργός, ένοχος. Αναπνοή πιασμένη στον λαιμό και τα χέρια στο ντουβάρι να βρίσκουν την ισορροπία.
Στην κουζίνα στο κίτρινο ντουλάπι με τα τζαμωτά φύλλα. Στο μάρμαρο της βάσης ένα ανθοδοχείο με ζουμπούλια πάνω απ’ το κεντητό χειροποίητο. Ένα τραπέζι ξύλινο με έξι καρέκλες ψάθινες.
Στα ράφια τα βάζα. Μαρμελάδες, μπισκότα, γλυκά του κουταλιού. Λιχουδιές για τις βεγγέρες.
Ακίνητος. Το βλέμμα προς τα πίσω. Αφουγκράστηκε. Έσυρε το σκαμνί κάτω απ’ το τραπέζι. Αργές οι κινήσεις έφτιαχναν την αμαρτία.
Πρώτα το ένα πόδι, μετά το άλλο. Το κλειδί γυρνά αφήνοντας το διακεκομμένο τρίξιμο. Τεντωμένα τα χέρια. Ακροστασία. Στο πάνω ράφι το βύσσινο. Βαθύ κατακόκκινο, στο σιρόπι.
Τα χέρια αγκάλιασαν το διάφανο γυαλί. Ιεροτελεστία. Τα μικρά δάχτυλα άγγιξαν το καπάκι. Το μέταλλο έστριψε αργά δίνοντας την αναπνοή του στη μυρουδιά.
Στο ποτήρι μικρά κουταλάκια. Όρθια ασημένια. Νοικοκυριό κληρονομημένο. Ξεχώρισε το ακριανό. Ένας σιγανός θόρυβος, κουδούνισμα πολυτέλειας στη φτώχεια.
Μια γερή κουταλιά και η γλώσσα υποδέχτηκε τη θεσπέσια γεύση του παραστρατήματος. Και μετά ξανά και ξανά.
Κρότος.
Και τα βήματα.
«Γιώργο!»
Και χαμήλωσε το πρόσωπο.
 
Εξοχή 
Βαμμένο στη θάλασσα
Να κρέμεται στη γραμμή
Με το κίτρινο
να περικλείει
Και το κόκκινο
Να επικεντρώνει
Το βλέμμα
Στη λεπτομέρεια του προβλήτα
Στο λιμάνι της αναχωρήσεως
Και της υποδοχής
Του προαναφωνήματος
Και του επιμυθίου
Κείμενο συγκροτημένο
Στη ραφή
Του τσιμέντου με την υγρασία
χρωμάτων περιήγηση
Στην αποβάθρα

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 03.05.2024 21:09
Exit mobile version