Της δρος Χριστίνας Χαλανούλη
Της δρος Χριστίνας Χαλανούλη,
δικηγόρου Αθηνών, διαπιστευμένης διαμεσολαβήτριας ΥΔΔΑΔ
Λίγο πριν από το Πάσχα η Τράπεζα της Ελλάδος σε εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4224/2013, που τιτλοφορείται «Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους – Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο Αξιοποίησης Περιουσίας του Δημοσίου και άλλες επείγουσες διατάξεις» και δημοσιεύθηκε στις 31.12.2013 στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, εξέδωσε τον λεγόμενο Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών. Ο Κώδικας θα εφαρμοστεί το αργότερο μέχρι τις 31.12.2014.
Σύμφωνα με τη νομοθετική διάταξη που τον προβλέπει, «θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων διατάξεις σχετικά με τις διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνου, τις διαδικασίες αξιολόγησης της δυνατότητας αποπληρωμής, δεσμευτικούς κανόνες συμπεριφοράς των τραπεζών με σαφή χρονοδιαγράμματα, όρους επικοινωνίας μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και δανειστών, και σε αυτές θα αξιοποιούνται οι ορισμοί του "συνεργάσι- μου δανειολήπτη" και των ''εύλογων δαπανών διαβίωσης'', των οποίων θα γίνεται χρήση κατά τη λήψη αποφάσεων των τραπεζών σχετικά με παροχή λύσεων/αναδιαρθρώσεων δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση πληρωμής».
Με πιο απλά λόγια, προωθείται μία διαδικασία «τραπεζικού παζαριού», στην οποία ο δανειολήπτης προσέρχεται ως «αδύναμο» μέρος, ως συνεργάσιμος, δηλαδή ο σφάλλων, πλην μετανοών οφειλέτης του ή των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Σε ανακοίνωση δημοσίευσε στον Τύπο τη Δευτέρα του πάσχα η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή προσδιορίζει ότι ένας δανειολήπτης θεωρείται συνεργάσιμος όταν παρέχει στοιχεία επικοινωνίας και είναι διαθέσιμος σε επικοινωνία με τους δανειστές του, γνωστοποιεί όλες τις σημαντικές πληροφορίες που αφορούν την τρέχουσα και μελλοντική οικονομική του κατάσταση.
Υπογραμμίζεται εξάλλου ότι η κρίση κάθε περίπτωσης θα είναι εξατο- μικευμένη. Ας προσπαθήσουμε να εφαρμόσουμε τους ορισμούς αυτούς σε πραγματικές καταστάσεις:
Ο κύριος Χ.Π., δημοτικός υπάλληλος χρωστά σε τρία διαφορετικά πιστωτικά ιδρύματα 45.000 ευρώ. Η σύζυγός του Ι.Π. είναι ελεύθερη επαγγελματίας (κομμώτρια), συνεπής στις υποχρεώσεις της τόσο στον ΟΑΕΕ όσο και στην εφορία, η ίδια δεν χρωστά κανένα ποσό σε δάνειο. Έχουν αποκτήσει από κοινού ένα σπίτι εξήντα τετραγωνικών και η Ι.Π. έχει ένα χωράφι στο χωριό και ένα σπίτι πάλι στο χωριό, που είναι χτισμένο σε οικόπεδο συνολικού εμβαδού δύο στρεμμάτων.
Το τελευταίο χρονικό διάστημα βρίσκονται σε αδυναμία πληρωμής των ανοικτών δανείων του συζύγου, καθώς ο μισθός του έχει πέσει στα 500 ευρώ και η σύζυγος σκέφτεται να κλείσει το κομμωτήριο. Η τράπεζα έχει αναθέσει την υπόθεση του Χ.Π. σε εισπρακτική εταιρεία, η οποία οχλεί τον ίδιο και τη σύζυγο κάθε μέρα.
Αν ο Χ.Π. συμφωνήσει με τους όρους του Κώδικα Δεοντολογίας, αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες θα έχουν πρόσβαση σε όλα τα προσωπικά του στοιχεία (όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι ξοδεύουν 5.000 ευρώ τον χρόνο για ιατρικά έξοδα σε προσπάθειες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής), οι υπάλληλοι των τραπεζών θα μπορούν να τηλεφωνούν στη σύζυγο του συνεργάσιμου δανειολήπτη και να τη ρωτούν καθημερινά για το ύψος των εισπράξεων, κάνοντας την απλή ερώτηση:
Πώς πήγαν σήμερα οι δουλειές ή
Τι έδειξε το Ζ της ταμειακής σήμερα, κυρία Ι;
Ως συνεργάσιμος λοιπόν ο Χ.Π. θα πρέπει να συμφωνήσει να παράσχει κάποια εξασφάλιση στα πιστωτικά ιδρύματα, έτσι μπορεί να δεχθεί την πρόταση για συγκέντρωση των οφειλών σε μία τράπεζα με ευνοϊκότερο επιτόκιο και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου, με τον πολύ απλό όμως όρο να υποθηκεύσει το ακίνητο που αποτελεί και την κύρια κατοικία του ζευγαριού και αν σε πέντε χρόνια περιέλθει πάλι σε υπερημερία, δηλαδή αδυνατεί να εξοφλήσει και αυτή τη μειωμένη δόση του δανείου, ο προωθούμενος Κώδικας Δεοντολογίας τον εξασφαλίζει ακόμα περισσότερο, αφού είναι δυνατόν στη ρύθμιση να προστεθεί ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο ο συνεργάσιμος δανειολήπτης μπορεί να μεταβιβάσει το υποθηκευμένο ακίνητο του οποίου είναι κύριος στην τράπεζα και όμως να συνεχίσει να κατοικεί σε αυτό ως ενοικιαστής.
Αν ακολουθήσει όλες αυτές τις λύσεις της προτεινόμενης και συντασσόμενης αποκλειστικά και μονομερώς από την τράπεζα ρύθμισης, θα καταλήξει να έχει μεταβιβάσει εμπράγματο δικαίωμα (κυριότητα) και να είναι ο ίδιος κύριος ενοχικής αξίωσης (μισθωτής του ακινήτου του).
Είναι αλήθεια ότι ο τρόπος παρουσίασης και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται μπορεί να παρασύρουν τον μέσο δανειολήπτη. Αν όμως ο δανειολήπτης του παραδείγματός μας είχε προχωρήσει στην υπαγωγή του στον νόμο Κατσέλη (Ν. 3869/2010), τότε μέσα σε έναν μήνα από την κατάθεση της αίτησης θα είχε στα χέρια του προσωρινή διαταγή με την οποία το δικαστήριο θα προσδιόριζε κατά ανώτατο ποσό το ύψος της δόσης του δανείου στο 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης, εν προκειμένω η δόση του Χ.Π. ήταν 566,80 ευρώ και για τα τρία δάνεια, δηλαδή θα πλήρωνε, με «εντολή του δικαστηρίου», ως δόση 56,68 ευρώ ως την οριστική συζήτηση της αίτησης και θα παρέμενε κύριος του ακινήτου του.
Το αρνητικό του νόμου Κατσέ- λη είναι η χρονοβόρα δικαστική διαδικασία, η οποία όμως δεν πρέπει να λειτουργεί αποτρεπτικά για τον οφειλέτη. Η προώθηση «τεχνασμάτων» παραπλάνησης μπορεί ουσιαστικά να οδηγήσει στην άρνηση του αναφαίρετου και συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος δικαστικής προστασίας.
Ωστόσο λύση και στο πρόβλημα της χρονικής διάρκειας της διαδικασίας δίνει ο θεσμός της διαμεσο- λάβησης. Μιας διαδικασίας δηλαδή που διέπεται από την αρχή της ισότητας των μερών, έτσι ώστε να παύσει ο Γολιάθ (τράπεζα) να επιβάλλει στον Δαβίδ (δανειολήπτη) με συνεχείς οχλήσεις και προειδοποιητικές επιστολές (σελίδα 6 του Κώδικα Δεοντολογίας) προαποφασισμένες ρυθμίσεις και προτάσεις που στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο στην εξατομικευμένη, αλλά απλά λογιστική απεικόνιση κάθε περίπτωσης.
Στη διαμεσολάβηση κάθε μέρος (η τράπεζα και ο δανειολήπτης) προσέρχονται οικειοθελώς και υποχρεωτικά πάντα με τον δικηγόρο τους, σε αντίθεση με τη διαδικασία που προτείνεται από τις τράπεζες, στην οποία η παρουσία δικηγόρου αντενδείκνυται, αφού είναι τσάμπα έξοδα. Αν ο Χ.Π. επιλέξει τη διαμεσολάβηση, τότε θα εξοικονομήσει χρήμα και χρόνο και θα υποχρεώσει την τράπεζα να δεχθεί μία οριστική λύση, η οποία μπορεί να έχει τη δεσμευτικότητα ενός εκτελεστού τίτλου.
Πιο συγκεκριμένα, με τη βοήθεια του δικηγόρου του επιλέγει από τον κατάλογο διαμεσολαβητών του υπουργείου Δικαιοσύνης έναν πιστοποιημένο διαμεσολαβητή και ενημερώνει σχετικά την τράπεζα. Ο διαμεσολαβητής ενημερώνει σε χωριστές τηλεφωνικές επικοινωνίες και τα δύο μέρη για τη διαδικασία της διαμεσολάβησης και τους καλεί να του προσκομίσουν κάποια, αυτά που εκείνα θεωρούν σημαντικότερα, από τα στοιχεία της διαφοράς.
Τέλος, προσδιορίζεται η ημέρα και η ώρα της διεξαγωγής της διαμε- σολάβησης. Την ορισμένη μέρα, ο δανειολήπτης και ο δικηγόρος του, η τράπεζα και ο δικηγόρος της, προσέρχονται στον συμφωνημένο τόπο και ακούν αρχικά τον διαμεσολαβητή, ο οποίος τους ενημερώνει για τις αρχές που διέπουν τη διαδικασία (αμεροληψία, ισότητα των μερών, απόρρητο, εμπιστευτικότητα) και τους εξηγεί με απλά λόγια τη διαμεσολάβηση. Έπειτα καθένα από τα μέρη παίρνει τον λόγο και τοποθετεί το πρόβλημα προτάσσοντας τα σημεία που κρίνει ουσιώδη.
Ο Χ.Π. θα υπογραμμίσει την οικονομική ένδεια στην οποία έχει περι- έλθει, αφού ο μισθός του δεν επαρ- κεί για να καλύψει τις δόσεις των δανείων. Η τράπεζα σαφώς θα υπο στηρίξει τις υποχρεώσεις του Χ.Π. που απορρέουν από τις συμβάσεις. Αφού προσδιοριστούν λοιπόν τα βασικά σημεία, ο διαμεσολαβητής καλεί τα μέρη σε ισόχρονες κατ' ιδίαν συναντήσεις στις οποίες υπογραμμίζεται το απόρρητο που διέπει τα εκεί διαμειφθέντα.
Έτσι ο Χ.Π. μπορεί να εμπιστευθεί στον διαμεσολαβητή ότι στην οικογένεια υπάρχει το πρόσθετο οικονομικό και ψυχικό βάρος των αποτυχημένων προσπαθειών απόκτησης τέκνων. Εξαιτίας των χρεών στις τράπεζες και των συνεχών οχλήσεων από τις εισπρακτικές, η σύζυγός του σκέφτεται σοβαρά να τερματίσει τον γάμο τους και να μετακομίσει μόνιμα στην επαρχία. Ο διαμεσολαβητής οφείλει να επαναλάβει το απόρρητο που διέπει τις πληροφορίες αυτές και να ρωτήσει το μέρος αν επιθυμεί να μεταφέρει κάτι στην άλλη πλευρά.
Στην αντίστοιχη κατ' ιδίαν συνάντηση με την τράπεζα, ο εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός της θα υπογραμμίσει στον διαμεσολαβητή ότι το πιστωτικό ίδρυμα δεν επιθυμεί να διακινδυνεύσει τις επισφάλειες του χαρτοφυλακίου του, δηλαδή με απλά λόγια δεν θέλουν να διαγράψουν καθόλου από το κεφάλαιό τους και προσδοκούν μόνο να καλέσουν τον δανειολήπτη να συμφωνήσει σε μία ρύθμιση, όπως αυτή που προτείνεται με τον Κώδικα Δεοντολογίας. Ειρήσθω εν παρόδω, η ρύθμιση αυτή απλώς μεταθέτει το πρόβλημα για το μέλλον διογκώνοντάς το.
Ο διαμεσολαβητής, υπενθυμίζοντας και στο μέρος αυτό το απόρρητο και την εμπιστευτικότητα, θα προσπαθήσει με ενός ευρέος φάσματος ερωτήσεις να το καλέσει να σκεφτεί και την άλλη πλευρά. Έπειτα από μία σειρά κατ' ιδίαν συναντήσεων στις οποίες ενδεχομένως θα έχουν παρουσιαστεί διάφορες πτυχές του θέματος και αφού εμφανίζεται κοινός τόπος, ο διαμεσολαβητής θα προσκαλέσει σε μία κοινή συνάντηση, στην οποία θα επιχειρηθεί η επίτευξη συμφωνίας.
Η διαδικασία της διαμεσολάβησης δίνει πρωταγωνιστικό ρόλο στα μέρη ο διαμεσολαβητής δεν τους προτείνει, ούτε τους επιβάλλει λύσεις. Είναι εγγυητής του σεβασμού των αρχών. Μέσα από τις μεθόδους που χρησιμοποιεί, τα μέρη θα αποφασίσουν από κοινού την αμοιβαία αποδεκτή λύση. Η εξεύρεσή της εγγράφεται στο πρακτικό διαμεσολάβησης, το οποίο μπορεί να κατατεθεί στη γραμματεία του οικείου Πρωτοδικείου και να κηρυχθεί εκτελεστός τίτλος.
Στο παράδειγμά μας ο Χ.Π. θα επιτύχει γρήγορα και δεσμευτικά τη μείωση του δανείου του και θα εξασφαλίσει και την πρώτη κατοικία του. Από την 1η Ιανουαρίου 2015 η διαδικασία της διαμεσολάβησης θα καταστεί υποχρεωτική για τις περιπτώσεις των υπερχρεωμένων. Ο προωθούμενος Κώδικας μαρτυρά για ακόμα μία φορά την αδυναμία των εγχώριων τραπεζών να ακολουθήσουν την εποχή τους και την άρνησή τους να αποδεχθούν το μερίδιο της ευθύνης τους.
Όταν μέχρι πριν από πέντε χρόνια μοίραζαν αφειδώς δάνεια χωρίς εγγυήσεις, ακόμα και για τις γιορτές των Χριστουγέννων, όταν έδιναν στεγαστικό δάνειο ύψους 150.000 ευρώ ακόμα και σε επί μακρόν δια- μένοντα μετανάστη γεωργικό υπάλληλο, σήμερα σπάνε το ένα ρεκόρ μείωσης της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία μετά το άλλο, έχοντας μειώσει τον ρυθμό χορήγησης δανείων στο -0,5%.
Αν δυναμιτιστεί κι άλλο ο θεσμός της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (διαμεσολάβηση), αν αμαυρωθεί από το χρονοβόρο η δικαστική διαδικασία του νόμου Κατσέλη και προωθηθεί μόνο η λογιστική ρύθμιση του Κώδικα, τότε οι τράπεζες θα μετατραπούν σε μηχανισμό αφαίμαξης της ρευστότητας και το όνειρο κάθε Έλληνα για αξιοπρεπή διαβίωση θα αποτελεί μακρινό παρελθόν.