Ασφυκτικές πιέσεις από την ΕΚΤ – Η Κυβέρνηση δεσμεύεται από την πρόσφατη λαϊκή εντολή απαντά η Αθήνα
05.02.2015
07:55
Ασφυκτικές πολιτικές και οικονομικές πιέσεις ασκεί στην ελληνική κυβέρνηση ΕΚΤ με την αιφνιδιαστική απόφαση να κλείσει τη μία από τις δύο στρόφιγγες χρηματοδότησης των τραπεζών, λίγες ώρες πριν από το κρίσιμο ραντεβού Βαρουφάκη – Σόιμπλε. Η Ελληνική κυβέρνηση απαντά ότι «συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις, δεν θα εκβιάσει αλλά ούτε θα εκβιαστεί».
Ο Έλληνας πρωθυπουργός, όπως γράφει το capital.gr είναι υποχρεωμένος να πάει στην Σύνοδο Κορυφής γνωρίζοντας ότι η κλεψύδρα της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας μετράει πλέον τα χρονικά περιθώρια ανάποδα… Η μοναδική διέξοδος που έχει αφεθεί ανοικτή από την πλευρά της Ευρωζώνης είναι η υπογραφή μιας νέας συμφωνίας το πλαίσιο της οποίας έχει ήδη φθάσει (!) από την γερμανική καγκελαρία στην EWG ως non paper και αποτελεί copy paste αυτής του επικαιροποιημένου μνημονίου.
Επικοινωνία Ντράγκι -Τσίπρα
Επικοινωνία με τον πρωθυπουργό είχε αργά το βράδυ της Τετάρτης ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι προκειμένου να τον διαβεβαιώσει ότι η απόφαση της ΕΚΤ δεν επηρεάζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ελλάδας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με κύκλους του Μαξίμου, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι επικοινώνησε με τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα μόλις ο τελευταίος επέστρεψε στην Αθήνα προκειμένου να τον ενημερώσει για την απόφαση της ΕΚΤ. Του δήλωσε ότι αυτή η απόφαση δεν επηρεάζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ελλάδας καθώς ανανεώνει την ρευστότητα των τραπεζών μέσω του ELA.
Ο Πρωθυπουργός τον άκουσε με προσοχή και του επεσήμανε ότι τον δεσμεύει απόλυτα η πρόσφατη λαϊκή εντολή και στη βάση αυτή θα συνεχίσει να αναζητεί συμφωνία με τους εταίρους.
Η απόφαση της ΕΚΤ
Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε αργά το βράδυ της Τετάρτης να μην αποδέχεται κατ΄ εξαίρεση τα ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση για την παροχή ρευστότητας προς τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ είχε αποφασίσει να δέχεται κατ΄ εξαίρεση τα ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση στις πράξεις αναχρηματοδότησης παρόλο που αυτά δεν πληρούσαν τα κριτήρια επιλεξιμότητας μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.
Όπως αναφέρει η ΕΚΤ στη ανακοίνωση που εξέδωσε, η απόφαση της να μην αποδέχεται κατ΄ εξαίρεση τα ελληνικά ομόλογα ευθυγραμμίζεται με τους υφιστάμενους κανόνες του ευρωσυστήματος, καθώς στην παρούσα φάση δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί μια επιτυχής ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο του Προγράμματος προσαρμογής.
Η απόφαση θα τεθεί σε εφαρμογή από τις 11 Φεβρουαρίου καθώς από την ημέρα αυτή και μετά τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου δεν γίνονται αποδεκτά από την ΕΚΤ στις πράξεις αναχρηματοδότησης.
Η Ελλάδα δεν εκβιάζεται
Το υπουργείο Οικονομικών με ανακοίνωσε που εξέδωσε τα ξημερώματα επιχειρεί να καθησυχάσει υποστηρίζοντας ότι «η απόφαση αυτή δεν αντανακλά σε καμία περίπτωση αρνητικές εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα της χώρας και έρχεται μετά από δύο ημέρες ουσιαστικής σταθεροποίησης του. Σύμφωνα με την ίδια την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), το ελληνικό τραπεζικό σύστημα παραμένει επαρκώς κεφαλαιοποιημένο και πλήρως προστατευμένο μέσω της πρόσβασής του στον ELA».
Η ανακοίνωση ερμηνεύει την απόφαση της ΕΚΤ, ως πίεση προς το Eurogroup να προχωρήσει γοργά στην σύναψη νέας αμοιβαίως επωφελούς συμφωνίας μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων της.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σε σημερινή συνέντευξή του τόνισε ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι εξασφαλισμένο όσον αφορά την ρευστότητά του και την χρηματοδότησή του και επομένως δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας», είπε ο κ. Σακελλαρίδης και χαρακτήρισε την απόφαση της ΕΚΤ «μέτρο πολιτικής πίεσης, την στιγμή που υπάρχει εν εξελίξει διαβούλευση που εξελίσσεται σε όλα τα επίπεδα».
Για τις διαπραγματεύσεις τόνισε ότι υπάρχουν πολλά κοινά σημεία και καλή διάθεση για αμοιβαία επωφελή λύση. «Η κυβέρνηση πηγαίνει στις διαπραγματεύσεις με καλή διάθεση. Ούτε θα εκβιάσει, ούτε όμως θα εκβιαστεί από κανέναν», είπε ο υφυπουργός επιμένοντας ότι στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι να σταματήσει ένας παραλογισμός σχετικά με την οικονομική πολιτική της λιτότητας.
Εναλλακτικά σενάρια από αναλυτές
Σύμφωνα με το capital.gr η κυβέρνηση δεν πρόκειται να δεχθεί μια τέτοια συμφωνία και επισημαίνει ότι η απάντηση για το τι θα κάνει η Αθήνα θα δοθεί στην έκτακτη σύσκεψη των Υπουργών Οικονομικών την Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου στις Βρυξέλλες, την ίδια ημέρα δηλαδή που θα τίθεται σε ισχύ η αποκοπή των ελληνικών τραπεζών από την χρηματοδότηση της ΕΚΤ.
Βέβαια, όπως συμπληρώνει οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν αρκετά δισ. ευρώ ομολόγων του EFSF με τα οποία έχει ενισχυθεί η κεφαλαιοποίησή τους από το 2013 και λογιστικά το 2014. Πέραν αυτών όμως τα χαρτοφυλάκιά τους μπορούν να τους εξασφαλίσουν χρηματοδότηση μόνο δια μέσω της ΤτΕ με τον ELA.
Χθες βράδυ από την ΤτΕ έγινε γνωστό ότι οι “απώλειες” ρευστότητας από την μη αναγνώριση των εγγυήσεων του ελληνικού δημοσίου θα καλυφθούν ισόποσα με κεφάλαια από τον ELA.
Αυτό σημαίνει ότι προσωρινά δεν θα τεθεί πρόβλημα αρκεί να μη αυξηθούν κατακόρυφα οι απαιτήσεις των αποταμιευτών σε ρευστότητα λόγω απώλειας εμπιστοσύνης.
Αλλά αυτό ισχύει προσωρινά, όπως προσωρινή είναι και η χρηματοδότηση από τον ELA μέχρι την ομαλοποίηση της κατάστασης.
Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά από το 2010 που η ΕΚΤ …απέσυρε προσωρινά την εμπιστοσύνη της στα ελληνικά κρατικά ομόλογα μέχρι να αποκατασταθεί η ισχύς του προγράμματος στήριξης με βάση τις αξιολογήσεις της τρόικα.
Πάντως ορισμένοι αγγλοσάξωνες αναλυτές ήδη συνδέουν την πιθανή άρνηση της κυβέρνησης να αποδεχθεί, παρά την ασφυκτική αυτή πίεση, μια συμφωνία για νέο πρόγραμμα (με την τρόικα), με ρηξικέλευθες “λύσεις” που αναφέρονται είτε σε περιορισμούς της πρόσβασης αποταμιευτών στις καταθέσεις τους, είτε στην έκδοση “βοηθητικών” νομισματικών εργαλείων.
Στις Βρυξέλλες πάντως που η απόφαση του κ. Ντράγκι δεν φαίνεται να προκάλεσε ιδιαίτερη έκπληξη, επιμένουν ότι η δυνατότητα μιας συμφωνίας είναι πολύ μεγάλη και σχεδόν αποκλείουν το ενδεχόμενο μιας ρήξης κάνοντας λόγο για “αποτελέσματα” ακόμα και πριν από την Σύνοδο Κορυφής.