search
ΠΕΜΠΤΗ 02.05.2024 21:49
MENU CLOSE

Παρακολουθήσεις: «Αστοχίες» και «Γκρίζες ζώνες»

29.08.2022 06:00
Mitsotakis_new

Η συζήτηση στη Βουλή για το ζήτημα της παρακολούθησης των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ δεν έδωσε τελικά ουσιαστικές  απαντήσεις στα δύο κρίσιμα ερωτήματα που είχαν τεθεί από την πρώτη στιγμή της αποκάλυψης αυτής της υπόθεσης: Το πρώτο αφορούσε την νομιμότητα, αλλά και τη σκοπιμότητα της παρακολούθησης ενός πολιτικού προσώπου -στην προκειμένη περίπτωση ενός ευρωβουλευτή και πολιτικού αρχηγού σήμερα- και το δεύτερο, στην ανάγκη δημοκρατικού και δικαιοκρατικού ελέγχου στην ΕΥΠ, ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος στο μέλλον για αυθαιρεσίες και εκτροπές, σε αυτόν τον ευαίσθητο τομέα της κρατικής λειτουργίας, της ασφάλειας και της προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών του πολίτη.

Ο κ. Πρωθυπουργός στην ομιλία του υποβάθμισε πολιτικά το ζήτημα, χαρακτηρίζοντάς το ως μια «υπηρεσιακή αστοχία», ένα «σφάλμα», ένα «ολίσθημα που δεν αρκεί για να μηδενίσει το έργο της ΕΥΠ», «υποδεχόμενος με αυτοκριτική» τα όσα συνέβησαν. Επέμεινε ωστόσο ότι η «επισύνδεση» του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη ήταν «νόμιμη», αλλά αξιολογήθηκε λανθασμένα η πολιτική διάσταση της. Τόνισε δε ότι στη χώρα μας «κανείς δεν μπορεί να εξαιρείται από τις παρακολουθήσεις για λόγους εθνικής ασφάλειας», αλλά βεβαίως χρειάζεται «αυξημένο πέπλο προστασίας για τα δημόσια πρόσωπα». Η συναίρεση των παραπάνω στοιχείων, αντί να διαλευκάνει, συσκοτίζει ακόμα περισσότερο την υπόθεση των παρακολουθήσεων και κυρίως δημιουργεί περισσότερες γκρίζες ζώνες.

Καταρχάς, η παρακολούθηση για λόγους «εθνικής ασφάλειας» ενός πολιτικού προσώπου με τις ιδιότητες του ευρωβουλευτή και του Προέδρου κοινοβουλευτικού κόμματος δεν είναι «υπηρεσιακή αστοχία» ούτε «ολίσθημα», αλλά παράνομη ενέργεια και αδιόρθωτο μέχρι σήμερα πολιτικό ατόπημα. Η παρακολούθηση ενός πολιτικού δεν καθίσταται νόμιμη και σύμφωνη με το άρθρο 19 παρ. 1 του Συντάγματος, επειδή υπάρχει η νομότυπη εισαγγελική έγκριση της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, για λόγους «εθνικής ασφάλειας», χωρίς ειδική αιτιολογία και χωρίς αναφορά στο όνομα του προσώπου που παρακολουθείται (άρθρα 3 και 5 του ν. 2225/1994). Έπειτα, αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε η ΕΥΠ και οι πολιτικοί προϊστάμενοι της θα μπορούσαν ανενόχλητα και πάντα με την τυπική νομιμοποίηση της εισαγγελικής έγκρισης, καθώς και την επίκληση των αορίστου περιεχομένου  λόγων εθνικής ασφάλειας, να παρακολουθούν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού.

Το «δεν εξαιρείται κανείς από τις παρακολουθήσεις» που αναφέρθηκε στη Βουλή από τον κ. Πρωθυπουργό δεν είναι νομικά και πολιτικά ορθό, στο βαθμό που, για τους Βουλευτές και κατ’ επέκταση για τους ευρωβουλευτές, υπουργούς, Πρωθυπουργό, Πρόεδρο Δημοκρατίας ισχύουν οι ειδικές συνταγματικές εγγυήσεις του άρθρου 61 παρ. 3. που απαλλάσσουν τους παραπάνω από την υποχρέωση μαρτυρίας. Επίσης, αν πρόκειται για διακρίβωση τέλεσης σοβαρού εγκλήματος (πλην αυτοφώρου κακουργήματος), το οποίο δεν συνδέεται με την άσκηση των καθηκόντων του Βουλευτή, απαιτείται, σύμφωνα με το άρθρο 62 του Συντάγματος, ειδική άδεια της Βουλής.

Και στις δύο περιπτώσεις, η άδεια παρακολούθησης πολιτικού δεν μπορεί να δίδεται  με τις συνήθεις διαδικασίες της ΕΥΠ, αλλά με ειδική τεκμηρίωση και πρόσθετες συνταγματικές εγγυήσεις. Τι από όλα τα παραπάνω τηρήθηκε στην παρακολούθηση του Ν. Ανδρουλάκη; Απολύτως τίποτα και γι’ αυτό ήταν προδήλως μια παράνομη πράξη  και όχι απλά μια υπηρεσιακή αστοχία ή ένα ολίσθημα. Όταν «διολισθαίνουν» οι κρατικές υπηρεσίες σε τέτοιες παράνομες πρακτικές, τότε πράγματι πλήττεται η ποιότητα της Δημοκρατίας και η λειτουργία του Κράτους Δικαίου.

Και γι’ αυτό  είναι η προβληματική η επίκληση από τον κ. Πρωθυπουργό της «νόμιμης επισύνδεσης» για λόγους «εθνικής ασφάλειας», στο βαθμό που αν ίσχυε μια τέτοια συνθήκη, χωρίς δικλίδες ασφαλείας και συνταγματικές εγγυήσεις, θα ζούσαμε στη «Δημοκρατία της παρακολούθησης», στην οποία πράγματι δεν εξαιρείται κανείς από τη δράση των μυστικών υπηρεσιών. Επίσης, το ζήτημα των παρακολουθήσουν δεν είναι αν χρειάζεται «αυξημένο πέπλο προστασίας για τα δημόσια πρόσωπα», όπως αναφέρθηκε στη Βουλή.

Συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα απολαμβάνουν σήμερα ειδικών συνταγματικών εγγυήσεων που θωρακίζουν τη πολιτική δράση τους από παράνομες εξωτερικές παρεμβάσεις ή ενέργειες και αυτό είναι συνταγματικά, θεσμικά  και πολιτικά επαρκές, με τον όρο ότι τηρείται. Αντίθετα, αυτό που παραμένει ελλειμματικό είναι ο δημοκρατικός και δικαιοκρατικός έλεγχος της ΕΥΠ, ώστε στο μέλλον να μην είναι δυνατές παράνομες «επισυνδέσεις»  ή αυθαίρετες και αντιθεσμικές αποφάσεις διοικητικών και πολιτικών προϊσταμένων της.

Άλλωστε, ποια είναι η διέξοδος που δίδεται ενάντια στις αυθαίρετες και παράνομες παρακολουθήσεις; Η προσφυγή στη Δικαιοσύνη φυσικά. Ας σκεφτούμε όμως τι θα γινόταν σήμερα αν βουλευτές προσέφευγαν στην Εισαγγελία για να τους δοθεί η δυνατότητα να διαπιστώσουν μέσω των παρόχων τηλεφωνίας τους αν παρακολουθούνται για λόγους «εθνικής ασφάλειας»! Η υπόθεση αυτή δεν εγείρει μόνο νομικά ερωτήματα, αλλά σημαντικά και ουσιαστικά  πολιτικά ζητήματα. Ο ρόλος της Βουλής μετά από αυτή την κρίση είναι να διαμορφώσει ένα νέο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ΕΥΠ με θωράκιση του Κράτους Δικαίου και αυξημένη προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών, χωρίς να απομειώνει τη λειτουργία αυτής της σημαντικής για τη χώρα υπηρεσίας, αλλά και χωρίς να αφήνει χώρο για γκρίζες ζώνες. Οι τελευταίες παραμένουν σήμερα, στο βαθμό που δεν εξηγήθηκε ο λόγος «εθνικής ασφάλειας» για τον οποίο παρακολουθείτο ο Πρόεδρος του τρίτου κοινοβουλευτικού κόμματος. Αυτό δεν μπορεί να λυθεί δια της σιωπής ή με συσκότιση. Δεν μπορεί να παραμένει η εντύπωση μιας «αυτονομημένης» ΕΥΠ, ως παράκεντρο της κρατικής εξουσίας.

Το πολιτικό λάθος που θα βρούμε μπροστά μας στην προεκλογική περίοδο, η οποία ήδη ξεκίνησε με ένταση, είναι ότι αυτές οι γκρίζες ζώνες, όσο διευρύνονται, προσφέρονται για πολιτική πλειοδοσία και απόπειρα συμψηφισμού στις δυνάμεις του λαϊκισμού και της καθεστωτικής πρακτικής που προσπάθησαν να χειραγωγήσουν τους θεσμούς και να αλλοιώσουν τη λειτουργία του Πολιτεύματος κατά την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Από τέτοιες σκιές στη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών επωφελούνται τελικά όσοι προετοιμάζονται για «την επόμενη φορά που τα πράγματα θα είναι διαφορετικά» και πέρα από μία απλή εναλλαγή στην εξουσία.

Πρόκειται για μια προοπτική που η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών δεν φαίνεται πρόθυμη να ακολουθήσει. Στη δύσκολη περίοδο που εισέρχεται η χώρα, με ανοιχτά τα μέτωπα της ακρίβειας και των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης, με την απαίτηση εγρήγορσης και αποτελεσματικότητας στην αντιμετώπιση υβριδικών ή άλλων απειλών στα εθνικά θέματα, με την ανάγκη για ισχυρές συμμαχίες της Ελλάδας στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ, οι γκρίζες ζώνες από την υπόθεση των παρακολουθήσεων πρέπει να διαλυθούν άμεσα.

Και αυτό γίνεται με την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης, την παρέμβαση της Δικαιοσύνης για τη διαλεύκανση της παράνομης «επισύνδεσης» και τη διαμόρφωση από την Βουλή ενός νομοθετικού πλαισίου για την ΕΥΠ που θα θωρακίζει τόσο το δημοκρατικό και δικαιοκρατικό έλεγχο της λειτουργίας της, όσο και  την ασφάλεια και προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών του πολίτη.

Θεόδωρος Π. Παπαθεοδώρου είναι Καθηγητής Πανεπιστήμιου Πελοποννήσου, πρ. Υφυπουργός

Διαβάστε επίσης:

Η έλλειψη απαντήσεων για τις υποκλοπές φουσκώνει τα πανιά της αντιπολίτευσης

Ανάγκη για γενναία ενίσχυση νοικοκυριών και μικρομεσαίων

Τι είδους Εξεταστική Επιτροπή θέλει η ΝΔ;

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΠΕΜΠΤΗ 02.05.2024 21:49