search
ΚΥΡΙΑΚΗ 05.05.2024 16:17
MENU CLOSE

Ο αμερικανικός παρεμβατισμός και ο αντιαμερικανισμός στην Ελλάδα του 1950

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2273
15/03/2023
20.03.2023 06:00
biden_mitsotakis_1703_new

Κατά τη χρονική περίοδο 1947-1952 η ανάμειξη των ΗΠΑ ήταν έντονη, τόσο στην πολιτικοοικονομική ζωή της Ελλάδας όσο και στα ζητήματα που αφορούσαν στην άμυνα.

Αφετηρία για την αμερικανική διείσδυση στη χώρα αποτέλεσε η Έκθεση Πόρτερ, ένα εκτενές κείμενο που ανέλυε τη γενικότερη οικονομική, πολιτική και κοινωνική κατάσταση της Ελλάδας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και περιλάμβανε μία σειρά μεταρρυθμίσεων σε διάφορους τομείς (φορολογία, δημόσιος τομέας, αγροτικός τομέας, εισαγωγές – εξαγωγές κ.ά.), που θα έθεταν τα θεμέλια για την ανασυγκρότηση της χώρας. Με την έκθεσή του αυτή ο Πολ Πόρτερ συνέβαλε στο να υπαχθεί μετέπειτα η Ελλάδα στο Σχέδιο Μάρσαλ.

Η ανάληψη της οικονομικής υποχρέωσης που θα εξασφάλιζε την παραμονή της Ελλάδας στη δυτική σφαίρα επιρροής από τις ΗΠΑ είχε καταστήσει σχεδόν αυτονόητο τον αμερικανικό παρεμβατισμό στις ελληνικές εσωτερικές υποθέσεις, που είχε γίνει αγογγύστως αποδεκτός και από την ελληνική πολιτική ηγεσία. Ο Πόλεμος της Κορέας (1950-1953), στον οποίο η Ελλάδα συμμετείχε ενεργά με την αποστολή στρατιωτικού αποσπάσματος, έδωσε την ευκαιρία στις ΗΠΑ να αποκτήσουν εντονότερη ανάμειξη στα εσωτερικά της Ελλάδας με αντικειμενικό σκοπό την εξασφάλιση της κυβερνητικής της σταθερότητας και της στρατιωτικής της ετοιμότητας.

Συγκεκριμένα, ο αμερικανικός παράγοντας έθεσε ως σημείο εστίασης την ανάδειξη του συντηρητικού πολιτικού χώρου που εκπροσωπούνταν – μετά την παρατεταμένη κρίση του Λαϊκού Κόμματος – από τους Αλέξανδρο Παπάγο και Σπύρο Μαρκεζίνη. Η πτώση της κυβέρνησης συνασπισμού των Νικόλαου Πλαστήρα Σοφοκλή Βενιζέλου έφερε στην εξουσία το κόμμα Ελληνικός Συναγερμός.

Κατά την πρώτη διετία της κυβέρνησης Παπάγου η αμερικανική παρεμβατική πολιτική στα ελληνικά δρώμενα είχε περιοριστεί σημαντικά. Αυτό όμως επέφερε και σημαντικές περικοπές στην παρεχόμενη βοήθεια, καθώς και την αντίστοιχη μείωση του προσωπικού της οικονομικής αποστολής.

Ο Παπάγος, διαπνεόμενος από ένα πνεύμα συμμαχικής αλληλεγγύης και ανιδιοτέλειας, απέστειλε επιστολή στον Αμερικανό Πρόεδρο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, με την οποία εξέφραζε επισήμως την υποστήριξή του προς την Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα (ΕΑΚ), ενώ ταυτόχρονα δήλωνε την πρόθεσή του για ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων και την επιθυμία του να αυξήσει τη δύναμη ελληνικού εκστρατευτικού σώματος στην Κορέα σε επίπεδο ταξιαρχίας.

Στην επιστολή Παπάγου δεν συμπεριελήφθη κάποιο αίτημα για χορήγηση πρόσθετης βοήθειας, καθώς υπήρχε από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης η ενδόμυχη ελπίδα ότι αυτή θα χορηγούνταν μετά την επίσκεψη στην Ουάσιγκτον του υπουργού Συντονισμού Σπύρου Μαρκεζίνη, ο οποίος θα έθετε επί τάπητος το σχετικό ζήτημα.

Ωστόσο, οι προσπάθειες του Μαρκεζίνη δεν απέφεραν καρπούς, καθώς προσέκρουσαν στην άκαμπτη στάση του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζον Φόστερ Ντάλες, που παρέδωσε, διαμέσου του υφυπουργού του Ουόλτερ Μπέντελ Σμιθ, επιστολή στον Έλληνα υπουργό για «προσωπική και εμπιστευτική χρήση από τον ίδιο και τον Παπάγο», προκειμένου να εξηγήσει τις αλλαγές στις οποίες ο ίδιος προέβη στην κοινή δήλωση που είχε εκδώσει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Η στάση αυτή της αμερικανικής κυβέρνησης, όπως ανέφερε σε έκθεσή του ο εν Ελλάδι Αμερικανός πρεσβευτής Τζον Εμίλ Πιούριφοϊ, εξελήφθη από την ελληνική ηγεσία ως αδιαφορία για τον ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οι μικρές χώρες στο διεθνές γίγνεσθαι, όπως εν προκειμένω η Ελλάδα. Έτσι, λοιπόν, από τα τέλη του 1953, οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις θα επισκιάζονταν τόσο από τα κωλύματα ως προς την οικονομική βοήθεια και τις αμυντικές δαπάνες, αλλά κυρίως από τις εξελίξεις στο Κυπριακό Ζήτημα μετά την ελληνική προσφυγή στον ΟΗΕ τον Αύγουστο του 1954, κίνηση που έμελλε να αποδειχθεί εξαιρετικά ατυχής.

Ετεροβαρής συμφωνία

Η συμφωνία αμοιβαίας ασφάλειας που υπογράφηκε μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας στο πλαίσιο της εφαρμογής του Σχεδίου Μάρσαλ υπήρξε ετεροβαρής, καθώς προέβλεπε μία σειρά υποχρεώσεων που βάρυναν μόνον την ελληνική πλευρά, όπως π.χ. τη διατήρηση συγκεκριμένου αριθμού ενόπλων δυνάμεων και τη διάθεση του μεγαλύτερου μέρους του παρασχεθέντος κονδυλίου για στρατιωτικές δαπάνες.

Έναν χρόνο μετά την ένταξη της Ελλάδας στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο ακολούθησε η σύναψη της ελληνοαμερικανικής συμφωνίας «περί στρατιωτικών ευκολιών», η οποία επικύρωσε το καθεστώς των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα και παραχωρούσε σημαντικές διευκολύνσεις στα αμερικανικά στρατεύματα.

Σημειωτέον ότι στην ευνοϊκή για την αμερικανική πλευρά συμφωνία του 1953 εντασσόταν και το ζήτημα της ετεροδικίας, σύμφωνα με το οποίο οι αξιόποινες πράξεις του προσωπικού των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων και των διαπιστευμένων διπλωματικών υπαλλήλων δεν θα ενέπιπταν στη δικαιοδοσία του ελληνικού συστήματος απονομής δικαιοσύνης.

Επιπρόσθετα οι απροκάλυπτες και συνεχείς επεμβάσεις των διαφόρων εκπροσώπων της αμερικανικής κυβέρνησης στην Ελλάδα, με χαρακτηριστικότερη όλων εκείνη του πρεσβευτή Πιούριφοϊ, όπως επίσης και η γενικότερη αμερικανική ανάμειξη στην κοινωνικοοικονομική πολιτική της χώρας από τέλη της δεκαετίας του 1940 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950, προκάλεσε την αναμενόμενη δυσαρέσκεια τόσο της πολιτικής ηγεσίας όσο και της ευρύτερης ελληνικής κοινωνίας.

Το ζήτημα της ετεροδικίας

Στη διμερή συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ των ΗΠΑ και της Ελλάδας και προέβλεπε την παροχή οικονομικής βοήθειας προς την τελευταία συμπεριλήφθηκε και το προνόμιο της πλήρους ασυλίας που θα απήλαυε το αμερικανικό στρατιωτικό προσωπικό που υπηρετούσε στις αμερικανικές βάσεις χάρη στην αρχή της ετεροδικίας. Αρχικά οι αντιδράσεις για την ευνοϊκή αυτή ρύθμιση προς τους Αμερικανούς υπήρξαν χλιαρές. Ωστόσο το θέμα της «αμερικανικής ασυλίας» άρχισε να αναδεικνύεται και να κατακρίνεται έντονα από τον ελληνικό Τύπο εξαιτίας των συνεχών κρουσμάτων παραβατικής συμπεριφοράς από Αμερικανούς στρατιωτικούς.

Η αγανάκτηση εντάθηκε ακόμα περισσότερο τον Σεπτέμβριο του 1954, όταν η σύζυγος του Αμερικανού ακολούθου ενεπλάκη σε τροχαίο δυστύχημα που στοίχισε τη ζωή μιας δεκαοκτάχρονης κοπέλας. Η αθώωση της Αμερικανίδας υπηκόου πυροδότησε την κατακραυγή του Τύπου, που χαρακτήρισε την ετεροδικία «ως εξευτελισμό της εθνικής κυριαρχίας» και τόνιζε ότι «η δουλοπρέπεια των κυβερνώντων έναντι των Αμερικανών απειλούσε να μετατρέψει τη χώρα σε προτεκτοράτο».

Το 1955 η Ουάσιγκτον, σε μία κίνηση καλής θελήσεως, συγκατένευσε στο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για αναθεώρηση της ετεροδικίας και τον Σεπτέμβριο του 1956 υπεγράφη στο Κοινοβούλιο η αναθεωρημένη συμφωνία, της οποίας όμως η επικύρωση έμοιαζε να τελματώνει εξαιτίας των παρελκυστικών τακτικών της κυβέρνησης. Εν τέλει τον Ιούνιο του 1957 ο θάνατος του βουλευτή της ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά) Στέφανου Σαράφη από τροχαίο ατύχημα που προκάλεσε Αμερικανός επισμηνίας λειτούργησε καταλυτικά ως προς την επίσπευση των διαδικασιών επικύρωσής της, οι οποίες ολοκληρώθηκαν στα τέλη του ίδιου μήνα.

Τα «Σεπτεμβριανά» και το τηλεγράφημα του Ντάλες

Στις 30 Ιουνίου 1955 ο Βρετανός πρωθυπουργός Χάρολντ ΜακΜίλαν συγκάλεσε τις Ελλάδα, Τουρκία και Μεγάλη Βρετανία σε μία τριμερή διάσκεψη στο Λονδίνο, όπου θα συζητούνταν όλα τα φλέγοντα ζητήματα που αφορούσαν στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, με κυριότερο όλων αυτό της Κύπρου.

Ενώ οι πολύμηνες εργασίες της τριμερούς διάσκεψης βρίσκονταν σε εξέλιξη, τη νύχτα της 6ης Σεπτεμβρίου οργανωμένες ομάδες Τούρκων πολιτών υπό την καθοδήγηση της οργάνωσης «Η Κύπρος είναι τουρκική» (τουρκικά: Kıbrıs Türktür), έχοντας ως αφορμή τη βομβιστική επίθεση στο τουρκικό προξενείο στη Θεσσαλονίκη, εξαπέλυσαν πογκρόμ εναντίον του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης.

Ο απολογισμός της «Νύχτας των Κρυστάλλων» της Κωνσταντινούπολης υπήρξε τραγικός για την ελληνική κοινότητα: χιλιάδες οικίες και εμπορικά καταστήματα λεηλατήθηκαν, εκατοντάδες ξενοδοχειακές μονάδες καταστράφηκαν, δεκάδες ναοί και νεκροταφεία συλήθηκαν, ενώ αδιευκρίνιστος υπήρξε ο αριθμός των βιασθέντων, ξυλοκοπηθέντων και θανατωθέντων. Επίσης, μικρότερης έκτασης επεισόδια σημειώθηκαν και στη Σμύρνη, όπου Τούρκοι εθνικιστές έκαψαν το ελληνικό περίπτερο της Διεθνούς Έκθεσης, βανδάλισαν τον ναό της Αγίας Φωτεινής και το ελληνικό προξενείο και λεηλάτησαν τις οικίες των Ελλήνων στρατιωτικών που υπηρετούσαν στο Στρατηγείο του ΝΑΤΟ.

Η αντίδραση της ελληνικής πλευράς για τα «Σεπτεμβριανά» εκφράστηκε αρχικά με έγγραφη διαμαρτυρία του υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας Στέφανου Στεφανόπουλου, στην οποία αποτυπωνόταν η έντονη δυσαρέσκεια της ελληνικής κυβέρνησης, καθώς και η αγανάκτηση του ελληνικού λαού. Εν συνεχεία ο Έλληνας πρωθυπουργός με διάγγελμά του, αφού επισήμανε την ανάγκη της σύσφιγξης των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας, απαίτησε την καταβολή αποζημιώσεων και την τιμωρία των ενορχηστρωτών του πογκρόμ.

Μερικές μέρες αργότερα οι ΗΠΑ γνωστοποίησαν τη θέση τους για τα «Σεπτεμβριανά» επιδίδοντας προς την ελληνική και τουρκική κυβέρνηση ένα τηλεγράφημα που είχε συνταχθεί από τον ίδιο τον Ντάλες. Το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος αυτού δεν άφηνε περιθώρια για περαιτέρω ερμηνείες. Ήταν σαφές ότι οι ΗΠΑ υποστήριζαν την τουρκική πλευρά και παράλληλα προέτρεπαν την ελληνική να εγκαταλείψει τις όποιες αξιώσεις της για αποζημιώσεις. Στο ίδιο τηλεγράφημα ο Ντάλες υποβάθμιζε τη σοβαρότητα των γεγονότων της Κωνσταντινούπολης και υπογράμμιζε την αναγκαιότητα της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών για την αποτροπή της σοβιετικής απειλής.

Η εξίσωση «θύτη και θύματος» από τον Ντάλες προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού, που στις 20 Σεπτεμβρίου πραγματοποίησε ημίωρη σιωπηρή διαμαρτυρία έπειτα από προτροπή της ΠΕΕΚ (Πανελλήνια Επιτροπή Ενώσεως Κύπρου, η οποία μετέπειτα μετονομάστηκε σε ΠΕΑΚ: Πανελλήνια Επιτροπή Αυτοδιαθέσεως Κύπρου), η οποία καθοδηγούνταν από τον αρχιεπίσκοπο Σπυρίδωνα. Αντίστοιχα καθολική ήταν η κατακραυγή του ελληνικού Τύπου για το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος, το οποίο χαρακτήριζε ως «ιταμό», «προστακτικό» και «εξευτελιστικό», ενώ οι γελοιογράφοι σατίριζαν το έντονα ηθικολογικό ύφος του Ντάλες.

Ο ρόλος του Κυπριακού

Το ενωτικό δημοψήφισμα του Ιανουαρίου του 1950 στη Μεγαλόνησο προκάλεσε φρενίτιδα ενθουσιασμού στις τάξεις του ελληνικού λαού, που πίστευε πως η πολυπόθητη ένωση θα επιτυγχανόταν με τη συνδρομή των ΗΠΑ. Ωστόσο, ήδη από τις αρχές της ενωτικής εκστρατείας στη Μεγαλόνησο η Ουάσιγκτον είχε καταστήσει σαφή στην ελληνική κυβέρνηση την αντίθεσή της σε οποιαδήποτε ιδέα διεθνοποίησης του Κυπριακού Ζητήματος.

Εν τέλει, τον Αύγουστο του 1954, η κυβέρνηση Παπάγου, έπειτα από συνεχείς πιέσεις του Εθναρχικού Συμβουλίου της Κύπρου και της ελληνικής κοινής γνώμης, αποφάσισε να προσφύγει στον ΟΗΕ ζητώντας, όχι την ένωση της Κύπρου με τη «μητέρα πατρίδα», αλλά την παροχή του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης στους κατοίκους της νήσου.

Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ επέλεξε να μην επιληφθεί του ελληνικού αιτήματος, ενώ οι ΗΠΑ ενέμειναν στην αρχική τους θέση θεωρώντας ότι μία ενδεχόμενη υποστήριξη της ελληνικής προσφυγής θα διατάρασσε τις ισορροπίες στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Η απορριπτική στάση των ΗΠΑ αποτέλεσε τη θρυαλλίδα για το ξέσπασμα μαζικών αντιαμερικανικών εκδηλώσεων, με τη σημαντικότερη όλων να καταγράφεται στις 16 Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη, όπου οργισμένοι διαδηλωτές επιτέθηκαν στην Αμερικανική Βιβλιοθήκη, ενώ ανάγκασαν τους καταστηματάρχες να αποσύρουν τις πινακίδες που έφεραν τίτλους που παρέπεμπαν συνειρμικά στις ΗΠΑ ή στη Μεγάλη Βρετανία.

Τα επεισόδια της 16ης Δεκεμβρίου αντιμετωπίστηκαν με συμπάθεια από τη μεγαλύτερη μερίδα του ελληνικού λαού, ενώ ο δικηγορικός σύλλογος της πόλης (ΔΣΘ) προσέφερε δωρεάν νομική συνδρομή στους συλληφθέντες ταραξίες, τις ενέργειες των οποίων χαρακτήρισε σε επίσημη ανακοίνωσή του ως «πράξεις δικαιολογημένης εθνικής αγανάκτησης».

Αργότερα, τον Μάιο του 1956, παραμονές του απαγχονισμού των δύο αγωνιστών της ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών) Μιχαήλ Καραολή και Ανδρέα Δημητρίου, πραγματοποιήθηκαν σε όλη την Ελλάδα ογκώδη συλλαλητήρια. Μάλιστα στο συλλαλητήριο των Χανίων – στο οποίο παρέστησαν και πολλά πολιτικά πρόσωπα – το συγκεντρωμένο πλήθος ζητούσε από την ελληνική κυβέρνηση τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με τη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ, αλλά και την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ.

Η δυσαρέσκεια προς τους Αμερικανούς ήταν εμφανής όχι μόνο στις τάξεις των λαϊκών μαζών, αλλά και στην πολιτική ηγεσία. Δεν υπήρχε πλέον αμφισβήτηση πως τα αισθήματα φιλίας και εμπιστοσύνης προς τις ΗΠΑ είχαν πλέον αντικατασταθεί από αβεβαιότητα και δυσπιστία και, κάθε φορά που το Κυπριακό ετίθετο ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο ελληνικός Τύπος άφηνε να διαρρεύσουν φήμες περί προσπαθειών υπονόμευσης των ελληνικών διπλωματικών κινήσεων από αμερικανικό δάκτυλο.

Το μέγεθος της επιρροής του Τύπου ήταν τέτοιο, που κατόρθωσε να τονώσει σε σημαντικό βαθμό τα αντιαμερικανικά αισθήματα, με συνέπεια στα τέλη του 1957 να σημειωθούν οι πρώτες βομβιστικές επιθέσεις σε κτήρια και εγκαταστάσεις αμερικανικών συμφερόντων.

Συμπεράσματα

Οι προκλήσεις στις οποίες κλήθηκε να ανταποκριθεί η Ελλάδα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την επακολουθήσασα εμφύλια διαμάχη ήταν η κατοχύρωση της ασφάλειας και της εδαφικής της ακεραιότητας, η εγκαθίδρυση ενός φιλελεύθερου δημοκρατικού καθεστώτος απόλυτα συμβατού με τις δυτικές νόρμες και η οικονομική της ανασυγκρότηση στον βαθμό που θα της επέτρεπε να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των πολιτών της. Η Ελλάδα, μετά την κατοχύρωση του δυτικού προσανατολισμού της, κατόρθωσε να υπαχθεί στο Σχέδιο Μάρσαλ, ενώ η συμμετοχή της στον Πόλεμο της Κορέας αποτέλεσε το «εισιτήριο» για την ένταξή της στην αμυντική συμμαχία του Βορειοατλαντικού Συμφώνου.       

Με την άνοδο της συντηρητικής και φιλοδυτικής κυβέρνησης του Αλέξανδρου Παπάγου στην εξουσία τον Νοέμβριο του 1952, οι τεθέντες από την αμερικανική κυβέρνηση στόχοι, δηλαδή η οικονομική επιβίωση της χώρας και η πολιτική σταθερότητα, φάνηκαν να έχουν προοπτικές υλοποίησης. Ωστόσο η ανοδική πορεία της οικονομίας ανακόπηκε ελλείψει πόρων, ενώ ο διεθνής προσανατολισμός της χώρας τέθηκε υπό αμφισβήτηση όταν ο Παπάγος επέλεξε να ανασύρει από τη ναφθαλίνη το Ζήτημα της Κύπρου.

Αργότερα, όταν η Ουάσιγκτον αρνήθηκε να στηρίξει τις ελληνικές θέσεις για το Κυπριακό στον ΟΗΕ, η εικόνα των ΗΠΑ ως φάρου της ελευθερίας κατέρρευσε, ενώ οι χειρισμοί της αμερικανικής διπλωματίας μετά τα «Σεπτεμβριανά» έπεισαν ένα ευρύ τμήμα της ελληνικής κοινής γνώμης ότι η ηγέτιδα δύναμη του δυτικού στρατοπέδου λειτουργούσε εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων.

Έτσι, από τη σύζευξη της νέας αντίληψης για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ με τα αλυτρωτικά κατάλοιπα του παρελθόντος δημιουργήθηκε ένα ρεύμα αντιαμερικανισμού, το οποίο βέβαια δεν εκτροχίασε την πορεία της Ελλάδας προς τον εκδυτικισμό ούτε έθεσε σε κίνδυνο τη θέση της στη ΝΑΤΟϊκή συμμαχία.

* Ο Μιχαήλ Εμμανουήλ Δημάκας είναι υποψήφιος διδάκτορας, MSc: «Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές», MA: «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία»

Διαβάστε επίσης:

Εκλογές 2023: (Ξανα)ζεσταίνεται σενάριο τρικομματικής κυβέρνησης

Ο νέος Πρόεδρος της Κύπρου και η επιβεβαίωση της σύμπνοιας Αθήνας – Λευκωσίας

Στον πάγο προσωρινά η ιδιωτικοποίηση του νερού

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΚΥΡΙΑΚΗ 05.05.2024 16:16