Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Τίτλος ταινίας: «Αγάπη μόνο»
Σύνοψη: Η Μαριάν είναι μια γιατρός, ουρολόγος, η οποία ανιχνεύει τους δρόμους του σώματος, μέσα από επαφές και συζητήσεις. Εντέλει, είναι σίγουρη πως το μόνο που απομένει είναι η αγάπη,
Σκηνοθεσία: Ντάγκ Γιόχαν Χαουγκερούντ
Παίζουν: Αντρέα Μπρέιν Χόβιγκ
Ο Νορβηγός σκηνοθέτης Νταγκ Γιόχαν Χαουγκερούντ (βραβευμένος στο παρελθόν με τη Χρυσή Άρκτο) μας δηλώνει εξ αρχής, και με έξυπνο τρόπο, πως το «Αγάπη μόνο» αποτελεί το τρίτο μέρος μιας τριλογίας.
Συγκεκριμένα, αφαιρώντας από τον τίτλο τα όσα προηγήθηκαν («Sex» και «Dreams») καταλήγει πως στο πέρασμα από τον βίο αυτό που μένει είναι η αγάπη (εξού και η ελληνική, κατατοπιστική, προσθήκη του «μόνο» στον τίτλο). Για να φτάσει σε αυτό το συμπέρασμα δεν χρησιμοποιεί την οδό του συναισθήματος – που θα ήταν ο πιο εύκολος για ένα τέτοιο θέμα-, αλλά κατασκευάζει ένα δοκίμιο συζητήσεων, λογικών συμπερασμάτων, τη μέθοδο των εξ επαγωγής αποκλεισμών.
Στην πορεία της, η γιατρός, ουρολόγος, Μαριάν περνάει από τις δοκιμασίες του ανθρώπινου σώματος (επικεντρωμένες, λόγω ειδικότητας, στη σεξουαλική λειτουργία), δοκιμάζει η ίδια εφήμερη και σταθερή σχέση, ακούει και παρατηρεί, κυρίως.
Σύμβολο των αναζητήσεων -και συμβολική πράξη- η παλινδρομική κίνηση (το πάνε, έλα) ενός πλοίου, το οποίο συνδέει το Όσλο με ένα από τα απέναντι νησιά και στο οποίο, για διάφορους λόγους, επιβιβάζεται. Μια μορφή ερωτικής πράξης. Πάνω σε αυτό το φέρι μπόουτ γνωρίζει ανθρώπους, αλλά και το πώς αυτοί… γνωρίζονται, προκειμένου να συνάψουν εφήμερες σχέσεις. Γνωρίζει σκέψεις, συμπεριφορές και πράξεις. Κάθε μία από αυτές της υπαγορεύει ένα πείραμα, το οποίο πραγματοποιεί, ίσως κόντρα στις πεποιθήσεις της. Αλλά, ως γιατρός, γνωρίζει ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος δοκιμασίας, ενσυναίσθησης, κατανόησης, όσο να φτάσει στην «τελική διάγνωση». Κι αυτή, δηλώνεται υπαινικτικά και πάλι, με ένα τελικό πλάνο «τίποτα», φαινομενικά, ουσιαστικά όμως τα πάντα. Μετά από το στράγγισμα των ανθρώπων και των σωμάτων τους, μόνος χυμός της ζωής η αγάπη. Ένα «τζοκόντιο» υπομειδίαμα. Τώρα ξέρει…
Φυσικά, ο σκηνοθέτης είναι Νορβηγός, ως εκ τούτου ακολουθεί τη μέθοδο της εξισορρόπησης των ηθικών προσταγών του προτεσταντισμού, με τη γύρω ελευθεριότητα της κοινωνίας. Η πρωταγωνίστρια κουβαλάει ένα εσωτερικό ζύγι, με το οποίο βάζει στην πλάστιγγα τις δύο επιλογές, παρατηρώντας την απεγνωσμένη ανάγκη των ανθρώπων (ιδίως των ασθενών της) για ερωτική επαφή. Από την κυνική και σχεδόν μηχανιστική σεξουαλική πράξη ως την τρυφερή αγκαλιά ενός ολονύκτιου ύπνου.
Ευτυχώς, η Μαριάν έχει την τύχη να γίνει ρόλος στα χέρια (καλύτερα: στις εκφράσεις του προσώπου) της σπουδαίας Αντρέα Μπρέιν Χόβιγκ. Από το φιζίκ της ακόμη, ούτε κούκλα ούτε άσχημη, απλώς πολύ γοητευτική, ανταποκρίνεται απολύτως στις ερμηνευτικές απαιτήσεις. Το μπαλαντζάρισμα ανάμεσα στη βεβαιότητα και στην απορία χρειάζονται ένα ανάλογα παιδικό, σχεδόν, «μεσοβέζικο» πρόσωπο, με το μυστήριο της Μόνα Λίζα πάνω του.
Η τέχνη και οι τρόποι της απασχολούν ιδιαιτέρως τον σκηνοθέτη, γι’ αυτό και επιλέγει, προς το τέλος του φιλμ, να απομακρυνθεί και με ένα γενικό πλάνο να θυμίσει: «σινεμά κάνουμε», άρα σημασία έχει ο τρόπος και ο τόπος. Ο τόπος είναι το Όσλο, μια πρωτεύουσα, η οποία ετοιμάζεται να γιορτάσει τα εκατό της χρόνια. Τα πρότζεκτ για τον εορτασμό περισσεύουν, στο κέντρο βρίσκεται πάντα το δημαρχείο της πόλης. Πάνω του συμπυκνωμένη η κοινότητα, οι ανθρώπινες ανάγκες και όχι η απλή έκθεση των αρχιτεκτονημάτων ή των λίθων. Διόλου τυχαία, η Μαριάν μπλέκει μ’ έναν γεωλόγο, ο οποίος «ακούει μουσική από τις πέτρες», όχι όμως από τους ανθρώπους. Η αποτυχία της σωματικής και ψυχικής επαφής με τους «άλλους». Το εντυπωσιακό είναι πως η κάμερα του Χαουγκερούντ γνωρίζει τον τρόπο να προσεγγίζει τα γλυπτά και τα αρχιτεκτονήματα με απείρως πιο συναισθηματικό τρόπο. Αποτυπώνει, θαρρείς, την ανθρώπινη μνήμη πάνω τους.
Μετά από πολλά χρόνια, επανεμφανίζεται ένα σινεμά διαλόγων, όπου τον κύριο ρόλο έχουν το σκηνικό, το βάθος πεδίου και η οργάνωσή του, για χάρη υπογράμμισης και κρυφού φωτισμού των συζητήσεων. Οι «μερακλήδες» θα θυμηθούν σίγουρα τον Ερικ Ρομέρ, τον μάστορα ενός τέτοιου κινηματογράφου και της λεγόμενης «ηθικής του πλάνου».
Με άλλα λόγια, ο τρόπος που οργανώνεις το πλάνο σου είναι ό,τι πιο κρίσιμο, αυτό που σε βαφτίζει σκηνοθέτη. Εκεί βρίσκεται η καρδιά της εικόνας, η ψυχή της τέχνης. Κι όσο κι αν όλα μοιάζουν φλύαρα, η εικόνα είναι αυτή που κοσκινίζει τα σημαντικά, για να μείνει η ουσία: αγάπη μόνο. Αρχικά όλα μοιάζουν τόσο «σεξοκεντρικά» και η πρωταγωνίστρια τόσο προσεκτική στα πατήματά της. Και όμως… Αυτό το συνεπές και συγκροτημένο πλάσμα μοιάζει να εξωκοίλει. Εκπλήσσει – ίσως και ανακουφίζει – με τις δήθεν «random» επιλογές. Περιτριγυρίζεται από ανθρώπους εμμονοληπτικούς , της σάρκας, της εργασίας, του κενού, εντέλει. Κι όταν αυτό το «άδειο» γεμίζει, είναι η αγάπη που το κατορθώνει, με τη συμβολική, τελική, «ανέπαφη» σχέση της γιατρού με τον νοσοκόμο. Η τέχνη της αποτύπωσης της ανθρώπινης καθημερινότητας (έτσι εξηγείται η ημερολογιακή καταγραφή των γεγονότων) είναι ένας άλλος τρόπος να πάρει λάμψη το γκρίζο. Με το χαμόγελο της Μαριάν.
Αξιολόγηση: ***1/2
Διαβάστε επίσης:
Το εμβληματικό «Τρίτο Στεφάνι» έρχεται στο Θέατρο Τέχνης με την υπογραφή του Στάθη Λιβαθινού
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.