ΤΡΙΤΗ 30.04.2024 08:35
MENU CLOSE

Γερμανικές επενδύσεις στον πάγο

02.07.2013 21:00

Στη μικρή και θλιβερή ελληνική πραγματικότητα, εδώ και εκατοντάδες χρόνια συνηθίζουμε να μεγαλοποιούμε τις καταστάσεις. Ιδιαίτερα δε τις επισκέψεις διαφόρων ξένων ηγετών, τις οποίες τα μίντια – μάλλον για λόγους που αφορούν τις δικές τους πωλήσεις – συνδέουν με ανατρεπτικές εξελίξεις και μεγαλεπήβολα σχέδια.

Το δεξί χέρι της Μέρκελ και «κάιζερ» της γερμανικής οικονομίας, μπορεί, αν και όταν έλθει, να μη φέρει φοβερά νέα, αλλά θα μας θυμίσει ότι τίποτα δεν προχώρησε με την ελληνική περίπτωση. Οι γερμανικές μπίζνες που όλοι «έβλεπαν» κάποτε, δεν έχουν γίνει. Αντίθετα, οι Γερμανοί τα τελευταία δύο χρόνια έχουν φροντίσει περισσότερο να… πακετάρουν τις υποθέσεις τους και να εισπράξουν τα χρωστούμενα. Απόδειξη του ότι δεν πιστεύουν τόσοι πολύ σε ένα ελληνικό θαύμα. Όπως άλλωστε και ο ίδιος ο Σόιμπλε…

Στο τζάμπα

Τον Οκτώβριο του 2011, η πρώτη επίσκεψη του Γερμανού αντικαγκελάριου Ρέσλερ στην Αθήνα συνδέθηκε από την τότε κυβέρνηση με την «επιθυμία» γερμανικών εταιρειών να αναζητήσουν επενδυτικές ευκαιρίες στην Ελλάδα. Η αλήθεια ήταν όμως πως ο κύριος λόγος της επίσκεψης ήταν να διασφαλίσει πως οι γερμανικές εταιρείες θα εισπράξουν όσα τους χρωστά το ελληνικό Δημόσιο. Από τότε το γερμανικό σχέδιο ήταν συγκεκριμένο και απλό: να κλείσουν τις δουλειές τους στην Ελλάδα με τη μικρότερη δυνατή έκθεση. Δηλαδή, να πάρουν ό,τι μπορούν από τα δεδουλευμένα, να μη δώσουν δεκάρα σε αποζημιώσεις για τις υποθέσεις μίζας και διαφθοράς και να γλιτώσουν όσους από τους συνεργάτες τους μπορούν. Όπως πάντα δηλαδή. Άλλωστε και η υπόθεση των αποζημιώσεων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κινήθηκε ακριβώς σε αυτό το μοτίβο.

Τον Οκτώβριο του 2011, πίσω από τις επίσημες δηλώσεις, ο Ρέσλερ είχε ειδοποιήσει ότι, αν οι γερμανικές επιχειρήσεις δεν πάρουν πίσω όσα τους οφείλει (το Δημόσιο), δεν θα πέσει ούτε ευρώ σε επενδύσεις στην Ελλάδα. Πραγματικά, οι Γερμανοί μετά το «κάζο» της Deutsche Telekom με τον ΟΤΕ (που χρυσοπλήρωσαν δηλαδή για να πάρουν τον έλεγχο του οργανισμού) θέλουν να κάνουν όλες τις δουλειές τζάμπα. Και μαζί με αυτό να καθαρίσουν το όνομα των εταιρειών τους, χωρίς να πληρώσουν.

Για τον λόγο αυτόν άλλωστε όλα τα «καθεστωτικά» ΜΜΕ της Γερμανίας φωνάζουν διεθνώς με κάθε ευκαιρία για «ελληνική διαφθορά». Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και το τελευταίο παράδειγμα με τις μίζες της εταιρείας των γερμανικών σιδηροδρόμων Deutsche Bahn συνοδεύτηκε από επίσημη ανακοίνωση των Γερμανών, που ισχυρίζονται ότι εκείνοι φεύγουν από την Ελλάδα, μια και στη δική μας χώρα επικρατεί διαφθορά… Και όλα αυτά, την ώρα που οι διαρροές από το ΤΑΙΠΕΔ την ήθελαν ενδιαφερόμενη για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Η ανακοίνωση αυτή, πάντως, αποτυπώνει έμμεσα μια μεγάλη αλήθεια: την ώρα που ο Σόιμπλε έρχεται, οι γερμανικές επιχειρήσεις (ως επί το πλείστον) φεύγουν.

Πολιτικοί ντίλερ

Πρώτα απ’ όλα, καθάρισε η Siemens. Με τον συμβιβασμό που επιτεύχθηκε επί Μπένι (για να μην ξεχνιόμαστε, με τον νέο υπουργό των Εξωτερικών) ο κολοσσός των μπίζνες απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες για μίζες στην Ελλάδα, πληρώνοντας τα λιγότερα δυνατά. Και μετά καθαγιασμένος συνεχίζει τη δραστηριότητά του με όσες δουλειές μπορεί, έχοντας πρακτικά κλείσει το εργοστάσιο στη Θεσσαλονίκη και έχοντας απομειώσει από προσωπικό τα μεγάλα γραφεία που διατηρούσε στην Αθήνα.

Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και τα ελληνικής καταγωγής στελέχη των οικονομικών υπηρεσιών μεταφέρθηκαν στη Γερμανία, ενώ στην Ελλάδα παρέμειναν μόνο οι απλές λογιστικές υπηρεσίες. Ο συμβιβασμός επέτρεψε να προχωρήσουν (με δυσκολία) αργότερα κάποιες δουλειές, όπως οι υποδομές των επτά νέων σταθμών του μετρό της Αθήνας που, ενώ ήταν κατασκευαστικά έτοιμοι, δεν λειτουργούσαν επειδή κανείς δεν έβαζε την υπογραφή του στο κομμάτι που αφορούσε τον εξοπλισμό (πρόκειται για τους σταθμούς Περιστέρι, Ανθούπολη και Χαϊδάρι, στη γραμμή 1 του μετρό της Αθήνας προς τα δυτικά προάστια, και Ηλιούπολη, Άλιμος, Αργυρούπολη και Ελληνικό στην γραμμή 2).

Το έργο προχώρησε αφού ο τότε αρμόδιος υπουργός Βορίδης δήλωσε (με τη σύμφωνη γνώμη του Βενιζέλου) ότι πρόκειται για «θέμα απόλυτης προτεραιότητας». Οι επτά σταθμοί, προϋπολογισμού 41,5 εκατ. ευρώ, απέκτησαν και μια «ουρά» με άλλους έξι, ώς το 2017. Και πάλι όμως δεν πρόκειται για ένα «εργάκι» συγκρινόμενο με τις συμβάσεις – μαμούθ των εκατομμυρίων ευρώ που υπέγραφε η Siemens τις χρυσές δεκαετίες του ’90 και του ’00… Αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Στην Ελλάδα της κρίσης η Siemens διεκδικεί σήμερα έργα μόλις των 20 εκατ. ευρώ για το επόμενο διάστημα.

Η «ατζέντα Μέρκελ», που διαμορφώθηκε με αφορμή την επίσκεψη της καγκελαρίου στην Ελλάδα, είχε και αυτή ως επίκεντρο τα «χρωστούμενα». Πολλά γράφτηκαν για το τι θέλουν οι Γερμανοί από την Ελλάδα, αλλά η ίδια η καγκελάριος ήταν σαφής στο ότι πρώτα πρέπει το Δημόσιο να δώσει αυτά που χρωστάει και μετά θα δει γερμανικές επενδύσεις. Από τα 7 και πλέον δισ. που οφείλει το ελληνικό κράτος, τη μερίδα του λέοντος διεκδικούν γερμανικές επιχειρήσεις και αντιπροσωπείες, με 800 εκατομμύρια να είναι άμεσα απαιτητά από εταιρείες του ευρύτερου ιατροφαρμακευτικού κλάδου.

Σε ό,τι αφορά τα χρέη του Δημοσίου προς τις γερμανικές επιχειρήσεις, η πραγματικότητα είναι ότι με εξαίρεση μια γνωστή, μεγάλη φαρμακοβιομηχανία που έχει διασφαλίσει την είσπραξη των χρημάτων που της οφείλονται, άλλες μεγάλες επιχειρήσεις της Γερμανίας (κυρίως δε αυτές που δραστηριοποιούνται στα όπλα), οι οποίες είχαν οικονομικές συμφωνίες με το ελληνικό Δημόσιο, βρίσκονται στον αέρα ή σε διαιτησία αναφορικά με τις πληρωμές τους. Σε άλλες δε περιπτώσεις, υπάρχουν δικαστήρια για την ενεργοποίηση ρητρών, με τις δύο πλευρές να ανταλλάσουν κατηγορίες.

Χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις των λεγόμενων «στραβών υποβρυχίων» (που άνοιξαν τις πύλες της Δικαιοσύνης για τον Άκη, αλλά σήμερα οδηγούν σταδιακά στο κλείσιμο και τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά) όπως και του παλαιότερου προγράμματος του εκσυγχρονισμού των αεροσκαφών Phantom της Πολεμικής Αεροπορίας (άλλο ένα πρόγραμμα που ενέκρινε ο Άκης για τους Γερμανούς της τότε DASA). Και κάπως έτσι, η διατηρούμενη εκκρεμότητα οδηγεί τους Γερμανούς στο να προτιμούν την… έξοδο ή, το πολύ, την αναμονή αντί για το ρίσκο. Τουλάχιστον όπως το βλέπουν οι ίδιοι.

Γερμανική κατάψυξη

Την τελευταία χρονιά κατέρρευσαν (ή μπήκαν σε βαθιά κατάψυξη) πολλοί μύθοι για επικείμενες μπίζνες γερμανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα.
Μια τέτοια ήταν η επαναφορά της παλαιότερης υπόθεσης συνεργασίας ΔΕΗ – RWE, που κατά πολλούς θα οδηγούσε στην εμπλοκή της γερμανικής εταιρείας στην ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ. Το θέμα κινήθηκε από παράγοντες στις δύο πλευρές (άλλωστε το μνημόνιο συνεργασίας που είχε υπογράψει το 2008 ο Αθανασόπουλος ως διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, εξακολουθεί να υφίσταται), αλλά πρόοδος δεν σημειώθηκε.

Το πρώτο σχέδιο προέβλεπε τη δημιουργία κοινού σχήματος, όπου η RWE θα ήλεγχε το 51%, για να αναλάβει τη δημιουργία τριών μονάδων λιθάνθρακα. Σήμερα η κυριότερη επιδίωξη του Βερολίνου είναι η μεταφορά ρυπογόνων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος σε αγορές της περιφέρειας, οπότε η μόνη εξέλιξη θα μπορούσε να είναι μια αγορά των λιγνιτικών εργοστασίων της ΔΕΗ που βγαίνουν προς πώληση. Και για αυτό όμως η κινητικότητα είναι πολύ χαμηλή πια…

Μια ένδειξη της απεμπλοκής των Γερμανών από τα ελληνικά ενεργειακά ήταν και η μείωση του ενδιαφέροντος για το πρόγραμμα «Ήλιος» που το 2011 βρισκόταν στην κορυφή της ατζέντας, με τους αρμοδίους (και από το Βερολίνο, τότε) να βλέπουν ουρές γερμανικών εταιρειών να έρχονται για να εφοδιάσουν τα ελληνικά «ενεργειακά πάρκα». Χλιαρό έως και κρύο είναι πλέον το ενδιαφέρον των Γερμανών και για τις έρευνες πετρελαίου που ξεκινούν (σε προκαταρκτικό στάδιο) στο Ιόνιο και στα νότια της Κρήτης.

Άλλος ένας «μόνιμος μνηστήρας» που αραίωσε είναι η Deutsche Bank. Τόσο η υπόθεση της επιθυμίας των Γερμανών να αγοράσουν τη θυγατρική της ΕΤΕ, FinansBank στην Τουρκία, όσο και το ενδιαφέρον τους να ελέγξουν την ίδια την τράπεζα, παρέμειναν υποθέσεις εργασίας. Και τελικά το μόνο που έμεινε στη μνήμη των ενασχολούμενων με τα τραπεζικά είναι ότι η μεγάλη γερμανική τράπεζα ήταν αυτή που, ενώ σόρταρε τα ελληνικά ομόλογα, είχε κληθεί ως σύμβουλος του Δημοσίου (και πληρώθηκε) για τις κρατικές τράπεζες και τις ιδιωτικοποιήσεις…
Ένας άλλος γερμανικός μύθος ήταν η Hochtief και η συμμετοχή της στην επανέναρξη των μεγάλων οδικών έργων, όπως και στην αποκρατικοποίηση του αεροδρομίου Αθηνών. Σήμερα η Hochtief δεν είναι πλέον «γερμανική», τουλάχιστον μετοχικά, αλλά ακόμη και η γερμανική της «καρδιά» αποχωρεί από το «Ελ. Βενιζέλος», που κάποτε υπήρξε κεντρική της επένδυση.

Ίσως δε να μην είναι τυχαίο ότι ο εμπορικός όμιλος Lidl, παρά τις μεγάλες ανακατατάξεις στον χώρο των ελληνικών σούπερ-μάρκετ, με την αποχώρηση των Γάλλων από τα Carrefour, δεν έσπευσε να μεγαλώσει τα μερίδιά του. Η γερμανική αλυσίδα, που επίσης ευνοείται από τα περιθώρια κέρδους και τις δυνατότητες ευκολότερης και φθηνότερης χρηματοδότησης, περιορίζεται να παρακολουθεί τις εξελίξεις. Και αυτό παρά το ότι οι συνθήκες της ελληνικής αγοράς ευνοούν τα σούπερ-μάρκετ ευκαιριών.

Ζημιές

Τεράστιες απώλειες κατέγραψαν στην Ελλάδα και οι εμπορικές επιχειρήσεις πώλησης αυτοκινήτων, ιδιαίτερα οι πιο πολυτελείς, όπως οι Mercedes και BMW, με συνέπειες τόσο στους Έλληνες συνεργάτες (όπως, για παράδειγμα, στον όμιλο Λαϊνόπουλου) όσο και στις μητρικές επιχειρήσεις που περιόρισαν δραστικά τη δραστηριότητά τους στην Ελλάδα, με επιπτώσεις στο ανθρώπινο δυναμικό.
Η αλήθεια είναι ότι οι Γερμανοί έχουν τη δική τους «εικόνα». Ο μέχρι πέρυσι γενικός διευθυντής του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, καθηγητής Martin Knapp (που σήμερα είναι στέλεχος στην Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων της Γερμανίας), είχε εξηγήσει πρόσφατα πως στην ελληνική αγορά δραστηριοποιούνται περί τις 150 γερμανικές επιχειρήσεις, όμως όλες ασχολούνται με την πώληση προϊόντων που παράγονται αλλού.

Κατά τη γερμανική αντίληψη, η Ελλάδα έχει χάσει τη μάχη της προσέλκυσης επενδύσεων από τα πρώην κομμουνιστικά κράτη, που τώρα είναι μέλη της Ε.Ε. Αντίθετα, θεωρούν πως το ιδανικό μοντέλο για ξένες επενδύσεις στην ελληνική αγορά (δηλαδή η περιβόητη επιστροφή στην ανταγωνιστικότητα) θα περιλάμβανε ευέλικτη εργασία, με χαμηλές αποδοχές. Κάτι που μπορεί να συμβεί με τη δημιουργία των λεγόμενων Ειδικών Οικονομικών Ζωνών (ΕΟΖ), για τις οποίες συχνά – πυκνά μιλούσαν οι Γερμανοί. Τελευταία όμως, φαίνεται να μη μιλούν ούτε και γι’ αυτό.
Ο Χανς Φούχτελ, που «τρέχει» την ελληνογερμανική συνεργασία από πλευράς Βερολίνου και είναι το στέλεχος που επεξεργάζεται και την ιδέα των ΕΟΖ, τελευταία έχει «σιωπήσει». Η πιο πρόσφατη παρέμβασή του, την τελευταία εβδομάδα στο πλαίσιο της ετήσιας γενικής συνέλευσης του Ελληνογερμανικού Εμπορικού – Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, περιορίστηκε στην αναφορά πως: «στη Γερμανία θα βρείτε έναν φίλο»…

Μπορεί ο Φούχτελ να αναφέρθηκε σε μεγάλο ενδιαφέρον γερμανικών επιχειρηματικών κολοσσών να στηρίξουν την αύξηση της εγχώριας παραγωγής και της απασχόλησης, αλλά σήμερα όλοι γνωρίζουν ότι αυτό είναι θεωρητικό. Τουλάχιστον μέχρι να αλλάξουν οι συνθήκες. Και μέχρι τότε, η μόνη χειροπιαστή… υπόσχεση από γερμανικής πλευράς για επενδύσεις στην Ελλάδα, είναι η συνδρομή της Ένωσης Ταμιευτηρίων της Γερμανίας σε συνεργασία με το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο για τη δημιουργία δικτύου τοπικών τραπεζών στα πρότυπα των Γερμανικών Ταμιευτηρίων…

ΤΡΙΤΗ 30.04.2024 08:33
Exit mobile version