ΣΑΒΒΑΤΟ 04.05.2024 07:03
MENU CLOSE

Τρία συν ένα σενάρια για το ελληνικό χρέος - Το ΔΝΤ ζητάει να γίνει σύντομα η πρόωρη αποπληρωμή του από το «μαξιλάρι»

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2155
10-12-2020
13.12.2020 04:00

 

Οι προβλέψεις
1. Ένα χαμηλότερο πρωτογενές αποτέλεσμα κατά 2% του ΑΕΠ (κατά μέσον όρο) το 2021 – 2022 θα αυξήσει το χρέος προς το ΑΕΠ κατά περίπου 6,5% έως το 2023. Οι ταμειακές ανάγκες της χώρας θα ήταν κατά μέσον όρο 1,5% μεγαλύτερες το διάστημα 2020 – 2029 (περίοδος που είναι βιώσιμο το χρέος). Αυτό όμως θα σήμαινε ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα ήταν πάνω από το όριο του 15%.
2. Μία μείωση της ανάπτυξης κατά 4% το 2021 θα φέρει νέα εκτόξευση του χρέους έως το 2023, πολύ πάνω από το βασικό σενάριο. Σε αυτή την περίπτωση οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα αυξηθούν κατά 3,5% του ΑΕΠ. Και σε αυτό το σενάριο οι ανάγκες θα ήταν πάνω από το όριο του 15% την περίοδο 2021 – 2022.
3. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την ελληνική οικονομία, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Αν τα πραγματικά επιτόκια αυξηθούν κατά 400 μονάδες βάσης σε ένα έτος μέσα στην περίοδο 2021 – 29, το χρέος θα αυξηθεί κατά 7% έως το τέλος της δεκαετίας. Το κόστος χρηματοδότησης της χώρας θα ήταν υψηλότερο και οι ανάγκες κατά 1% υψηλότερα.
4. Το ΔΝΤ κάνει ένα ακόμα σενάριο. Να έρθουν όλα τα προηγούμενα σοκ ταυτόχρονα. Αυτό σημαίνει ότι το χρέος θα παραμείνει πάνω από το 200% του ΑΕΠ μέχρι το 2024. Μια τέτοια εξέλιξη θα παραβίαζε το μεσοπρόθεσμο όριο του 15% το 2021 – 2022 και θα έφτανε κοντά στο 20% στο τέλος της δεκαετίας.

Μαύρη υπόθεση για το 2021
Με φόντο τον νέο προϋπολογισμό το ΔΝΤ προβάλλει το δικό του αρνητικό σενάριο με βάση τις επιπτώσεις της πανδημίας. Σύμφωνα με αυτό, παρατεταμένα μέτρα οικονομικού περιορισμού εξαιτίας της Covid-19 θα έφερναν πιο αργή ανάπτυξη από αυτή που υπολογίζει η κυβέρνηση, αφού δεν θα λειτουργούσε η αγορά και θα απαιτούνταν νέα μέτρα στήριξης με κρατικό χρήμα. 
Σε ένα τέτοιο σενάριο το χρέος θα αυξηθεί στο 216% του ΑΕΠ το 2021 και θα παραμείνει πάνω από το 200% του ΑΕΠ έως το 2026 προτού αρχίσει να αποκλιμακώνεται σταδιακά.
Έτσι οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα μπορούσαν να αυξηθούν στο 22,2% το 2021, πολύ πάνω από το μακροπρόθεσμο ετήσιο όριο του 15%.
Όλα αυτά θα μπορούσαν να αντισταθμιστούν από τα ευρωπαϊκά κονδύλια μέσω του ταμείου ανάκαμψης, τα οποία όμως δεν περιλαμβάνονται – προς το παρόν – στο βασικό σενάριο του ΔΝΤ.
Την ίδια ώρα στην έκθεσή του τονίζει ότι η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών στηρίζεται κατά 60% σε ανύπαρκτα κεφάλαια!
● Στα τέλη του 2019 οι ελληνικές τράπεζες είχαν ακόμη ποσοστό κόκκινων δανείων 35%, τη στιγμή που ο μέσος όρος κόκκινων δανείων στις ευρωπαϊκές τράπεζες ήταν στο 2,7%!
● Είχαν φαινομενικά υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας CET1 16,3%, τη στιγμή που ο μέσος ευρωπαϊκός όρος ήταν στο 15%, ωστόσο τα κεφάλαιά τους δεν ήταν πραγματικά: αποτελούνταν κατά 60% από αναβαλλόμενο φόρο, τον υποθετικό φόρο δηλαδή που θα πληρώσουν για τα κέρδη τους στο Δημόσιο, εφόσον έχουν κέρδη, έως το… 2032! Κοινώς έχουν μεταθέσει οικονομικές υποχρεώσεις για το μέλλον.
Το ΔΝΤ σημειώνει στην έκθεσή του ότι πρόβλημα με τα κεφάλαια από αναβαλλόμενο φόρο είναι πως δεν μπορούν να απορροφήσουν ζημιές, γι’ αυτό και στην Ελλάδα δεν μπορεί να προχωρήσει η εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια με τους αναγκαίους ρυθμούς.

«Ηρακλής» και κρατικές εγγυήσεις 
Κατά το 2020, σημειώνει το ΔΝΤ, οι ελληνικές τράπεζες επωφελήθηκαν από δύο σημαντικές εξελίξεις:
Η μία εξέλιξη ήταν οι τιτλοποιήσεις του σχεδίου «Ηρακλής», οι οποίες έδωσαν στις τράπεζες τη δυνατότητα να τιτλοποιήσουν προβληματικά δάνεια ύψους 34 δισ. ευρώ σε τρεις κατηγορίες τίτλων, εκ των οποίων η κατηγορία senior, ύψους 12 δισ. ευρώ, έλαβε εγγυήσεις του Δημοσίου.
Με τον τρόπο αυτόν οι τράπεζες περιόρισαν εν μέρει τις ζημιές τους από τις τιτλοποιήσεις των κόκκινων δανείων και το όφελος θα φανεί με την ολοκλήρωση του προγράμματος μέσα στο 2021, καθώς οι τράπεζες θα έχουν καταφέρει να περιορίσουν κατά το ήμισυ τα προβληματικά δάνεια που βαραίνουν τους ισολογισμούς τους.
Σύμφωνα με το Ταμείο το σχέδιο «Ηρακλής» δεν αποτελεί μια ολοκληρωμένη λύση στο πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, παρότι προχωρούν οι τιτλοποιήσεις, και ήδη δύο συστημικές τράπεζες έχουν ολοκληρώσει συναλλαγές ύψους 15 δισ. ευρώ, ενώ οι άλλες δύο προωθούν συναλλαγές αξίας 10 δισ. ευρώ το επόμενο διάστημα. 
Αυτές οι τιτλοποιήσεις, αν και θα μειώσουν τα NPE σημαντικά, ταυτόχρονα θα προκαλέσουν άμεσες κεφαλαιακές απώλειες, λόγω της τιτλοποίησης των δανείων σε αξία χαμηλότερη της λογιστικής. Επιπλέον, δεν αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της χαμηλής ποιότητας των τραπεζικών κεφαλαίων.
Δεδομένου ότι η οργανική μείωση των NPE θα παραμείνει αργή, καθώς οι μεταρρυθμίσεις θα πάρουν χρόνο για να έχουν αποτελέσματα, οι τράπεζες θα πρέπει να στηριχθούν σε μη οργανικές λύσεις. 
Καθώς η λύση που προσφέρει το σχέδιο «Ηρακλής» δεν είναι επαρκής, το Ταμείο υπογραμμίζει ότι πρόσφατα η Τράπεζα της Ελλάδος πρότεινε την ίδρυση μιας εταιρείας διαχείρισης ενεργητικού (AMC ή badbank), ώστε να μειωθούν τα NPE σε μονοψήφιο ποσοστό, ενώ παράλληλα θα αντιμετωπιστεί και το πρόβλημα της αναβαλλόμενης φορολογίας.

Πάντως θα είναι σημαντικό η badbank να μην επηρεάσει δυσμενώς τις τιτλοποιήσεις, οι οποίες βασίζονται σε μηχανισμούς τιμολόγησης της αγοράς και σε ιδιωτικές επενδύσεις. Δηλαδή προειδοποιεί για τον κίνδυνο να βγαίνουν ταυτόχρονα στην αγορά οι τράπεζες για τις τιτλοποιήσεις του σχεδίου «Ηρακλής» και η badbank για τις δικές της τιτλοποιήσεις, με συνέπεια να μην επαρκούν τα προσφερόμενα ιδιωτικά κεφάλαια και οι συναλλαγές να γίνουν με δυσμενέστερους όρους
Σε ό,τι αφορά την ωφέλεια των τραπεζών από την πανδημία, αυτή έγκειται στο ότι το 2020 οι ελληνικές τράπεζες έβγαλαν σε αναστολή το 18% των εξυπηρετούμενων και το 37% των μη εξυπηρετούμενων, που αντιπροσωπεύουν ποσό περίπου 24 δισ. ευρώ, και γι’ αυτά τα δάνεια – αφού ήταν σε αναστολή – δεν χρειάστηκε να σχηματίσουν προβλέψεις.
Παράλληλα, οι τράπεζες επωφελήθηκαν από το κρατικό πρόγραμμα επιδότησης των τόκων επιχειρηματικών και στεγαστικών δανείων αλλά και από τη συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης για την αντιμετώπιση της πανδημίας της ΕΚΤ αποκομίζοντας κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα, ενισχύοντας τη ρευστότητά τους και μειώνοντας το κόστος χρηματοδότησης.
Κατά το ΔΝΤ πρόβλημα σοβαρό θα προκύψει από το «κοκκίνισμα» μεγάλου μέρους των επιχειρηματικών δανείων, κυρίως στους κλάδους του τουρισμού και των ξενοδοχείων, που σήμερα βρίσκονται σε αναστολή πληρωμών. Το ποσό αυτό η ΤτΕ το υπολογίζει στα 8-10 δισ. ευρώ.
 

ΣΑΒΒΑΤΟ 04.05.2024 02:31
Exit mobile version