search
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 10.05.2024 18:45
MENU CLOSE

Σελίδες απ’ τη Μικρασιατική Καταστροφή

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2241
04-08-2022
08.08.2022 06:00
mikrasiatiki_katastrofi-new

Ματωμένα Χώματα (απόσπασμα) της Δ. Σωτηρίου

«Το τούρκικο ιππικό περνούσε καμαρωτό από την παραλία. Κανείς δεν έβγαλε τσιμουδιά. Και τα μωρά κερώσανε. Μόνο μια πολύ ψιλή παιδική φωνούλα ρώτηξε:

«Τι θα μας κάνουνε οι Τούρκοι; Τι θα μας κάνουνε;»

Αυτή ‘ταν ολουνών η αγωνία, μα κανείς δεν την εξεστόμιζε. Από μερικά μπαλκόνια ξένων σπιτιών ακούστηκαν αδύναμα παλαμάκια και «γιασασίν». Σαν τέλειωσε η παρέλαση, έγινε νεκρική ησυχία. Η δικιά μας μαούνα ήταν η τελευταία απ’ τις εξήντα και βρισκότανε σιμά στην ξηρά. Σε λίγο ακούστηκε τελάλης.

-Μπρε σεις, τι λέει;

-Λέει, να βγει ο κόσμος και να πάει στις δουλειές του δίχως να φοβάται. Κανένας δε θα κακοπάθει.

-Μπορεί η νίκη να μερώνει τσ’ ανθρώπους, είπε η μάνα μου.

-Οι Μεγάλες Δυνάμεις δώκανε εντολή να μην ανοίξει ρουθούνι χριστιανικό.

-Αυτή ‘ναι ή αλήθεια. Φτάνει το αίμα. Τι, τα γενιτσαριά θα ‘χουμε;

-Τόσοι στόλοι! Τόσα βασιλικά για τα μάτια ηθαρρέψατε πως στέκουνε ‘δω χάμου;

Ο αδερφός μου ο Κώστας με πλησίασε όλο χαμόγελα και φουσκώνοντας σαν διάνος, μου ‘πε ειρωνικά:

-Τι γνώμη έχεις τώρα, Μανωλάκη, για το χτήμα π’ αγόρασα; Έκανα καλά ή με πέρασε κορόιδο ο μπάρμπα-Θόδωρος;

Ήμουνα τόσο χαρούμενος που θα του συγχωρούσα χίλιες τόσες κακοκεφαλιές κι άλλες τόσες ειρωνείες. Όλοι στη μαούνα γινήκαμε τώρα μια παρέα. Βγάλαμε ό,τι φαγώσιμο είχαμε, παστά, αυγά, κονσέρβες. Αρχίσαμε τα τραταμέντα και τις τσιρεμόνιες. Ξάφνου, μέσα στη γενική χαρά, ακούστηκε μια φωνή κι ύστερα πολλές μαζί:

-Φωτιά! Φωτιά!

-Βάλαν φωτιά στη Σμύρνη!

Πεταχτήκαμε ορθοί. Κοκκινόμαυρες φλόγες τινάζονταν στον ουρανό, χοροπηδηχτές.

-Είναι κατά την Αρμενογειτονιά.

-Κατά ‘κει φαίνεται να ‘ναι.

-Πάλι οι Αρμεναίοι θα τα πλερώσουνε!

-Αποκλείεται να κάψουνε ολόκληρη τη Σμύρνη. Ποιο συμφέρον έχουνε;

Αφού έγινε πια δική τους… Ποιο συμφέρον είχαμε μεις που καίγαμε τα τουρκοχώρια στην υποχώρηση; Η φωτιά απλωνόταν παντού. Ντουμάνιασε ο ουρανός. Μαύρα σύγνεφα ανηφορίζανε και μπερδευότανε το ‘να με τ’ άλλο. Κόσμος, εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος, τρελός από φόβο, αρχίνησε να τρέχει απ’ όλα τα στενοσόκακα και τους βερχανέδες και να ξεχύνεται στην παραλία σαν μαύρο ποτάμι.

-Σφαγή! Σφαγή!

-Παναγιά, βοήθα!

-Προφτάστε. Σώστε μας!

Η μάζα πυκνώνει, δεν ξεχωρίζεις ανθρώπους, μα ένα μαύρο ποτάμι που κουνιέται πέρα δώθε απελπισμένα, δίχως να μπορεί να σταθεί ούτε να προχωρήσει. Μπρος θάλασσα, πίσω φωτιά και σφαγή! Ένας αχός κατρακυλάει από τα βάθη της πολιτείας και σπέρνει τον πανικό.

-Τούρκοι!

-Τσέτες… Μας σφάζουνε!

Η θάλασσα δεν είναι πια εμπόδιο. Χιλιάδες άνθρωποι πέφτουνε και πνίγονται. Τα κορμιά σκεπάζουνε τα νερά σαν να ‘ναι μόλος. Οι δρόμοι γεμίζουνε κι αδειάζουνε και ξαναγεμίζουνε. Νέοι, γέροι, γυναίκες, παιδιά ποδοπατιούνται, στριμώχνονται, λιποθυμούνε, ξεψυχούνε. Τους τρελαίνουν οι χαντζάρες, οι ξιφολόγχες, οι σφαίρες των τσέτηδων!

-Βούρ, κεραταλάρ!

Το βράδυ το μονοφώνι κορυφώνεται. Η σφαγή δεν σταματά. Μόνο όταν τα πλοία ρίχνουνε προβολείς γίνεται μια πρόσκαιρη ησυχία. Μερικοί που καταφέρανε να φτάσουνε ζωντανοί ίσαμε τη μαούνα, μας ιστορούνε το τι γίνεται όξω, στις γειτονιές. Οι τσέτες του Μπεχλιβάν και οι στρατιώτες του Νουρεντίν τρώνε ανθρώπινο κρέας. Σπάζουνε, πλιατσικολογούνε σπίτια και μαγαζιά.

Όπου βρούνε ζωντανούς, τους τραβούνε όξω και τους βασανίζουνε. Σταυρώνουνε παπάδες στις εκκλησιές, ξαπλώνουνε μισοπεθαμένα κορίτσια κι αγόρια πάνω στις Άγιες Τράπεζες και τ’ ατιμάζουνε. Απ’ τον Αι-Κωνσταντίνο και το Ταραγάτς ίσαμε το Μπαλτσόβα το τούρκικο μαχαίρι θερίζει.

Αχ, γκρέμισε ο κόσμος μας! Γκρέμισε η Σμύρνη μας! Γκρέμισε η ζωή μας! Η καρδιά, τρομαγμένο πουλί, δεν ξέρει πού να κρυφτεί. Ο τρόμος, ένας ανελέητος καταλυτής άδραξε στα νύχια του ‘κείνο το πλήθος και το αλάλιασε. Ο τρόμος ξεπερνάει το θάνατο. Δε φοβάσαι το θάνατο, φοβάσαι τον τρόμο.

Ο τρόμος έχει τώρα το πρόσταγμα. Τσαλαπατά την ανθρωπιά. Αρχίζει από το ρούχο και φτάνει ίσαμε την καρδιά. Λέει: Γονάτισε, γκιαούρη! Και γονατίζει. Ξεγυμνώσου. Και ξεγυμνώνεται. Άνοιξε τα σκέλια σου! Και τ’ ανοίγει. Χόρεψε! Και χορεύει. Φτύσε την τιμή σου και την πατρίδα σου! Και φτύνει. Απαρνήσου την πίστη σου! Και την απαρνιέται.

Αχ, ο τρόμος! Όποια γλώσσα κι αν μιλάς, λόγια δε θα βρεις να τόνε περιγράψεις Τι κάνουν, λοιπόν, οι προστάτες μας; Τι κάνουν οι ναυάρχοι με τα χρυσά σιρίτια, οι διπλωμάτες κι οι πρόξενοι της Αντάντ! Στήσανε κινηματογραφικές μηχανές στα καράβια τους και τραβούσανε ταινίες τη σφαγή και τον ξολοθρεμό μας! Μέσα στα πολεμικά οι μπάντες τους παίζανε εμβατήρια και τραγούδια της χαράς για να μη φτάνουν ίσαμε τ’ αφτιά των πληρωμάτων οι κραυγές της οδύνης και οι επικλήσεις του κόσμου. Και να ξέρει κανείς πως μια, μόνο μια κανονιά, μια διαταγή, έφτανε για να διαλύσει όλα κείνα τα μαινόμενα στίφη. Κι η κανονιά δε ρίχτηκε κι η εντολή δε δόθηκε!»

Διδώ Σωτηρίου, «Ματωμένα χώματα», εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2007

Το βιβλίο: Ένα από τα πολυδιαβασμένα μυθιστορήματα της ελληνικής λογοτεχνίας, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1962, και μέχρι σήμερα φέρεται να έχει πουλήσει πάνω από 400.000 αντίτυπα. Το μυθιστόρημα μεταφράστηκε σε διάφορες γλώσσες και περιγράφει τη ζωή και την καθημερινότητα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας όπως και τις τραγικές στιγμές της Μικρασιατικής Καταστροφής. Κεντρικός ήρωας είναι ο Μανώλης Αξιώτης, που υπηρέτησε στα περίφημα Τάγματα Εργασίας του 1914-1918. Κατόπιν, ως στρατιώτης του ελληνικού στρατού, έζησε από πρώτο χέρι τον πόλεμο, την αιχμαλωσία, την προσφυγιά! Πρόκειται για ένα εμβληματικό μυθιστόρημα αυτής της περιόδου, όπου αποτυπώνεται σε όλο το εύρος της η τραγωδία του Μικρασιατικού Ελληνισμού.

Η συγγραφέας: Η Διδώ Σωτηρίου γεννήθηκε το 1909 στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας για να εγκατασταθεί με την οικογένειά της το 1919, λίγο πριν από την καταστροφή, στη Σμύρνη. Μετά τον βίαιο διωγμό των Ελλήνων έφτασε πρόσφυγας στον Πειραιά και από εκεί με την οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου και σπούδασε γαλλική φιλολογία, συνεχίζοντας τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης στο Παρίσι. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής (1941-1944) έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες στον αντιστασιακό Τύπο. Πέθανε στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 2004.

Φωτογραφία από ένα σπάνιο φωτογραφικό κινηματογραφικό δεκάλεπτο ντοκουμέντο που βρέθηκε στη Νέα Υόρκη

Διαβάστε επίσης:

Βιβλίο: Νέες Κυκλοφορίες – Ελληνική Λογοτεχνία

Η άλωση του Διαστήματος

Αφιέρωμα: Πώς φτάσαμε στην καταστροφή του 1922 – Μέρος τέταρτο

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 10.05.2024 18:44