search
ΔΕΥΤΕΡΑ 06.05.2024 08:03
MENU CLOSE

Χαρίλαος Τρικούπης: Από το όραμα του εκσυγχρονισμού στον εφιάλτη της πτώχευσης

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2267
2/2/2023
06.02.2023 06:00
xarilaos_trikoupis_new

Ο Χαρίλαος Τρικούπης εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην ελληνική πολιτική σκηνή το 1865, όταν εξελέγη βουλευτής Μεσολογγίου με το κόμμα του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου.

Το 1866 ανέλαβε καθήκοντα υπουργού Εξωτερικών, στα οποία ανταποκρίθηκε με επιτυχία, καθώς κατόρθωσε να αποκαταστήσει το διεθνές κύρος του ελληνικού κράτους. Στην επιτυχία του αυτή συνέβαλε το γεγονός ότι το 1864 είχε χρηματίσει πληρεξούσιος της ελληνικής κυβέρνησης στο Λονδίνο, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην ολοκλήρωση των διαδικασιών παραχώρησης των Ιονίων Νήσων στην Ελλάδα.

Μετά τη ρήξη του με τον Κουμουνδούρο ο Χαρίλαος Τρικούπης αποφάσισε να πολιτευτεί ως ανεξάρτητος βουλευτής και το 1870 ίδρυσε το Πέμπτο Κόμμα (μετέπειτα μετονομάστηκε σε Νεωτερικό Κόμμα), το οποίο διακρίθηκε για τις προοδευτικές και φιλελεύθερες αρχές του. Ως γνήσιος οπαδός των ορθόδοξων δημοκρατικών αρχών, στηλίτευσε τον παρεμβατισμό του βασιλιά στα πολιτικά τεκταινόμενα του τόπου.

Στις 29 Ιουνίου 1874, έξι μέρες μετά την αποτυχία του κόμματός του στις βουλευτικές εκλογές, δημοσίευσε ένα άρθρο στην εφημερίδα «Καιροί» του Πέτρου Κανελλίδη με τίτλο «Τις Πταίει;», μέσω του οποίου κατακεραύνωνε το πολιτικό σύστημα της εποχής, αλλά εμμέσως κατηγορούσε τον βασιλιά Γεώργιο Α’, διότι μετά την πτώση του Επαμεινώνδα Δεληγεώργη λόγω του Λαυρεωτικού Ζητήματος, είχε χρίσει κυβέρνηση αυτή του Δημήτριου Βούλγαρη, που ήταν μειοψηφική.

Λίγες ημέρες αργότερα δημοσίευσε και δεύτερο άρθρο στην ίδια εφημερίδα με τίτλο «Παρελθόν και Ενεστώς», με το οποίο εξέφραζε την αναγκαιότητα εξασφάλισης της δημοκρατικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης μέσω της «Αρχής της Δεδηλωμένης» και κατηγορούσε τον βασιλιά για καταπάτηση των συνταγματικών αρχών.

Για το άρθρο του αυτό, ο Τρικούπης καταδικάστηκε σε φυλάκιση τεσσάρων ημερών, ωστόσο είχε καταστεί πλέον σαφές πως ήταν αναγκαία η επαναφορά της συνταγματικής νομιμότητας. Έτσι, στα μέσα του 1875 ο Γεώργιος Α’ αναγκάστηκε να υποχρεώσει την κυβέρνηση Βούλγαρη σε παραίτηση. Τον Μάιο του 1875 ο βασιλιάς ανέθεσε την κυβέρνηση στον Τρικούπη, ο οποίος έναν μήνα αργότερα οδήγησε τη χώρα σε εκλογές, ως επικεφαλής του κόμματός του, αλλά ηττήθηκε και παρέδωσε την εξουσία στον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο.

Από εκείνη την εκλογική αναμέτρηση και για περίπου μία εικοσαετία ο Χαρίλαος Τρικούπης έμελλε να καταστεί η κυρίαρχη προσωπικότητα στο ελληνικό πολιτικό γίγνεσθαι, αναλαμβάνοντας μάλιστα πρωθυπουργικά καθήκοντα άλλες έξι φορές.

Το ανορθωτικό πρόγραμμα

Το 1882 ο Χαρίλαος Τρικούπης σε ομιλία του στο ελληνικό κοινοβούλιο ανακοίνωσε για πρώτη φορά ένα πολυεπίπεδο εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα, το οποίο περιλάμβανε:

● θεσμικές και νομοθετικές μεταρρυθμίσεις,

● μέτρα για την αναδιοργάνωση του εσωτερικού του κράτους

● και εκτεταμένα έργα υποδομών.

Ο ίδιος είχε διαμηνύσει εξ αρχής ότι, για να καταστεί το πρόγραμμά του υλοποιήσιμο, έπρεπε να ληφθούν οικονομικά μέτρα που συνεπάγονταν αύξηση της φορολογίας. Προκειμένου να μπει η χώρα σε τροχιά εκσυγχρονισμού, η κυβέρνηση Τρικούπη αναγκάστηκε μέσα σε μία δωδεκαετία (1881-1893) να συνάψει οκτώ υπέρογκα δάνεια. Με άλλα λόγια, η χώρα λάμβανε κατά μέσο όρο ένα δάνειο ανά ενάμιση χρόνο.

Παράλληλα ο πρωθυπουργός θεωρούσε πως η δημοσιονομική ανάκαμψη της χώρας θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη βελτίωση της πιστοληπτικής της ικανότητας, πράγμα το οποίο ήταν εξαιρετικά δύσκολο, αν αναλογιστούμε ότι η Ελλάδα είχε βρεθεί αντιμέτωπη με το φάσμα της πτώχευσης ουκ ολίγες φορές κατά το παρελθόν, ενώ θεωρούνταν εξαιρετικά αφερέγγυα και ακατάλληλη για επενδύσεις από τις διεθνείς αγορές εξαιτίας της ελλειμματικής της οικονομίας.

Συγχρόνως εξέφραζε την άποψη ότι η προώθηση των εσωτερικών μεταρρυθμίσεων θα συνέβαλλε καθοριστικά στη συγκρότηση ενός κράτους δομημένου κατά τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα, που θα διέθετε ισχυρή οικονομία, άρτια εξοπλισμένες και οργανωμένες ένοπλες δυνάμεις και άριστη εσωτερική διοίκηση.

H εσωτερική πολιτική

Η κατασκευή δημοσίων έργων αποτέλεσε μία από τις βασικές συνιστώσες του εκσυγχρονιστικού προγράμματος του Χαρίλαου Τρικούπη, καθότι η κατάσταση των υποδομών και του οδικού δικτύου της χώρας εκείνη την περίοδο ήταν πρωτόγονη. Προτεραιότητα δόθηκε στην κατασκευή του εγχώριου σιδηροδρομικού δικτύου και το 1882 υπογράφτηκαν συμβάσεις για την υλοποίηση του έργου. Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι κατά την πενταετία 1882-1887 το εθνικό σιδηροδρομικό δίκτυο επεκτάθηκε κατά 500 χιλιόμετρα.

Η επέκταση του εθνικού σιδηροδρομικού δικτύου συνοδεύτηκε από σημαντικά έργα υποδομών, όπως τη διάνοιξη της διώρυγας της Κορίνθου, την αποξήρανση της λίμνης Κωπαΐδας και τη διαπλάτυνση του πορθμού του Ευρίπου. Επιπλέον πραγματοποιήθηκαν εργασίες αναβάθμισης των λιμενικών εγκαταστάσεων και σημαντικές αρχαιολογικές ανασκαφές, ενώ εγκαταστάθηκε και το πρώτο τηλεφωνικό δίκτυο.

Αργότερα ο Χαρίλαος Τρικούπης επικέντρωσε τις προσπάθειές του στον εξορθολογισμό του δημόσιου τομέα. Αρχικά επιδίωξε να περιορίσει το φαινόμενο της ευνοιοκρατίας θεσπίζοντας αυστηρότερα κριτήρια για τον διορισμό των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ μετέπειτα θέσπισε ένα νομικό πλαίσιο προστασίας για τους εργαζόμενους στις δημόσιες υπηρεσίες, οι οποίοι συχνά έπεφταν θύματα οικονομικού εκβιασμού από προϊσταμένους και κομματάρχες.

Επίσης, επί των ημερών του, πραγματοποιήθηκαν σημαντικές αλλαγές στην εκλογική νομοθεσία, όπως η διεύρυνση των «στενών» εκλογικών περιφερειών και η μείωση του αριθμού των βουλευτών από τους 245 στους 150, οι οποίες αποσκοπούσαν στην καταπολέμηση της βουλευτοκρατίας και του παρεμβατισμού των βουλευτών στην κρατική διοίκηση. Βέβαια, μακροπρόθεσμα, οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα ευνοούσαν την παγίωση του δικομματισμού και θα καταδίκαζαν σε αφανισμό τους μικρούς κομματικούς σχηματισμούς.

Αναφορικά με τις προσπάθειές του για τη διασφάλιση της εννόμου τάξης ο Τρικούπης προχώρησε στην καθιέρωση αυστηρών νόμων για την καταπολέμηση της ληστείας και της ζωοκλοπής, που εκείνη την εποχή είχαν λάβει μεγάλες διαστάσεις, ενώ έλαβε μέτρα για την πάταξη της φοροδιαφυγής. Επίσης, για την εμπέδωση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας προέβη σε εξίσου σημαντικές αλλαγές στα Σώματα Ασφαλείας (Χωροφυλακή και Αγροφυλακή) και στους σχετικούς με τις προσλήψεις και προαγωγές στα σώματα αυτά κανονισμούς.

Αργότερα επέκτεινε το μεταρρυθμιστικό του έργο και στον τομέα της Παιδείας καταργώντας τη μέθοδο Lancaster που εφαρμοζόταν στα σχολεία και εξισώνοντας τις θετικές επιστήμες με τις θεωρητικές, με αποτέλεσμα το Πολυτεχνείο να αναβαθμιστεί σε πανεπιστημιακό ίδρυμα.

Φυσικά, στο εκσυγχρονιστικό του πρόγραμμα δεν θα μπορούσε να μη συμπεριληφθεί και ο τομέας της άμυνας. Ο Μεσολογγίτης πολιτικός, προκειμένου να βελτιστοποιήσει την αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα των ενόπλων δυνάμεων, μείωσε τη στρατιωτική θητεία από τα τρία χρόνια στον έναν χρόνο (περιορίζοντας έτσι σημαντικά το μέγεθος των εξόδων) και κάλεσε στη χώρα κλιμάκιο Γάλλων αξιωματικών για την οργάνωση των χερσαίων και των ναυτικών δυνάμεων.

Παράλληλα προέβη στην ίδρυση νέων στρατιωτικών σχολών (Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών και Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών Ναυτικού), κατήρτισε ένα πολυδάπανο εξοπλιστικό πρόγραμμα που περιλάμβανε – μεταξύ άλλων – την αγορά πολεμικών πλοίων από τη Γαλλία, με σκοπό την ενίσχυση του ελληνικού στόλου, ενώ σε μια προσπάθεια αποπολιτικοποίησης του στρατού καθιέρωσε το ασυμβίβαστο της ιδιότητας του αξιωματικού και του βουλευτή.

Η εξωτερική πολιτική

Ο Χαρίλαος Τρικούπης, διαπνεόμενος από πνεύμα ρεαλισμού και έχοντας επίγνωση των αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας και της ανετοιμότητας των ενόπλων δυνάμεων, επιχείρησε να μην υιοθετήσει την αλυτρωτική πολιτική των προκάτοχων κυβερνήσεων.

Έτσι, σε αυτό το πλαίσιο, προέβη στη διάλυση των εθνικιστικών οργανώσεων που προσπαθούσαν να εξάψουν τον αντιοθωμανισμό και να καλλιεργήσουν φιλοπόλεμο κλίμα, καταδίκασε την Κρητική Επανάσταση του 1889, αρνήθηκε να συγκατανεύσει στα αιτήματα των Σέρβων και των Μαυροβουνίων για σύσταση ενός αντιοθωμανικού συνασπισμού, ενώ δεν δίστασε να αφαιρέσει από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης τον έλεγχο των ελληνικών σχολείων, προκαλώντας την έντονη αντίδραση του Πατριάρχη Ιωακείμ Γ’.

Η δημοσιονομική πολιτική

Το τίμημα του εκσυγχρονιστικού προγράμματος του Τρικούπη αποδείχθηκε βαρύ για τον ελληνικό προϋπολογισμό. Στο όνομα της ανόρθωσης της κρατικής οικονομίας, η χώρα οδηγήθηκε σε μια ατέρμονη διαδικασία σύναψης δανείων με σκοπό την εξεύρεση νέων πόρων.

Οι τόκοι των δανείων υπήρξαν εξαιρετικά δυσβάσταχτοι, δεδομένου ότι ήταν πενταπλάσιοι εν συγκρίσει με το παρελθόν και οι δόσεις έπρεπε πάντοτε να καταβάλλονται εμπρόθεσμα, καθότι οι δανειστές δεν ήταν ελαστικοί στις απαιτήσεις τους. Επιπλέον, υφίσταντο σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ ονομαστικών τιμών και τιμών έκδοσης.

Αναμφίβολα ένα μεγάλο μέρος των δανείων αξιοποιήθηκε για επενδύσεις σε έργα υποδομών και σε άλλα παραγωγικά έργα. Την περίοδο 1882-1884 η κυβέρνηση Τρικούπη δαπάνησε για την κατασκευή αμαξιτών δρόμων τα χρήματα που είχαν δαπανήσει οι προκάτοχες κυβερνήσεις σε διάστημα δεκαπέντε ετών, ενώ, όταν επανήλθε στην εξουσία για πέμπτη φορά (1886-1890), για τον ίδιο σκοπό κατέβαλε το υπέρογκο ποσό των 55.000.000 δραχμών.

Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που ελήφθησαν μέσω δανείων χρησιμοποιήθηκε για την αποπληρωμή του εσωτερικού χρέους και για την ενίσχυση των τραπεζών. Τα δάνεια άλλωστε συνάπτονταν κατά κύριο λόγο κατόπιν μεσολάβησης είτε των τραπεζών είτε των ισχυρών Ελλήνων κεφαλαιούχων που διαβιούσαν σε χώρες του εξωτερικού. Έτσι, λοιπόν, οι τράπεζες και οι κεφαλαιούχοι που παρείχαν στο ελληνικό δημόσιο προκαταβολές έναντι των δανείων, αξίωναν μετέπειτα από αυτό προμήθειες και ανταλλάγματα.

Το ελληνικό κράτος, ευρισκόμενο μονίμως σε συνθήκες συνεχών πιέσεων, αναγκαζόταν να συνάπτει δάνεια κάθε φορά με ολοένα και επαχθέστερους όρους, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να εξασφαλίσει την επιβίωσή του και όχι την ανάπτυξή του.

Οι αυξημένες δαπάνες για την άμυνα του κράτους σε συνδυασμό με τη διόγκωση του πολυδάπανου κρατικού μηχανισμού αποτέλεσαν τις βασικές αστοχίες του Τρικούπη, που επέλεξε να μην προωθήσει τη δραστική περιστολή των δαπανών με παράλληλη αύξηση των άμεσων φόρων και προτίμησε να ακολουθήσει την τακτική επιβολής έμμεσων φόρων στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα.

Η φορολογική αυτή πολιτική αποδείχτηκε δυσβάσταχτη για τα λαϊκά στρώματα, καθώς επιβαρύνονταν δυσανάλογα σε σχέση με τους μεγαλοαστούς λόγω του ότι οι φόροι κατανάλωσης είχαν τον ίδιο φορολογικό συντελεστή.

Αργότερα, όταν κατήρτισε σχέδιο νόμου για την επιβολή διδάκτρων και εκπαιδευτικών τελών σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες και επέβαλε πρόσθετους φόρους στα καπνικά προϊόντα, στο πετρέλαιο και στα είδη πολυτελείας, η λαϊκή αγανάκτηση ξεχείλισε, ενώ ο Τύπος άρχισε να δημοσιεύει γελοιογραφίες για το πρόσωπό του και να του προσδίδει διόλου εγκωμιαστικά προσωνύμια, όπως «φορομπήχτης» και «πετρέλαιος».

Τέλος, θετική πτυχή της δημοσιονομικής του πολιτικής αποτέλεσε η κατάργηση του απαρχαιωμένου και επαχθούς φόρου της δεκάτης, με την οποία αποσείστηκε ένα μεγάλο βάρος από τις πλάτες των αγροτών και των κτηνοτρόφων.

Κριτική αποτίμηση

Το φιλόδοξο εγχείρημα του Τρικούπη να εισαγάγει τις κατάλληλες μεταρρυθμίσεις που θα μετέτρεπαν την Ελλάδα σε μια χώρα ισχυρή και εκμοντερνισμένη, χωρίς ταυτόχρονα να θέσει προσκόμματα στην αναπτυξιακή της πορεία, απέτυχε.

Ο αγώνας του για ανόρθωση της οικονομίας θύμιζε τον Πίθο των Δαναΐδων. Όσο προσπαθούσε να τονώσει τα κρατικά ταμεία με έσοδα από την αυξημένη φορολογία ή από τα δάνεια τόσο αυτά άδειαζαν εν ριπή οφθαλμού προκειμένου να εξοφληθούν τα τοκοχρεολύσια των παλαιών δανείων και τα έξοδα των δημοσίων έργων, αλλά και για να καλυφθούν τα χρέη που προέκυψαν από την τακτική του «ειρηνοπολέμου» (γνωστή και ως «ένοπλη επαιτεία») που είχε ακολουθήσει η κυβέρνηση Δηλιγιάννη.

Όταν αργότερα στα ήδη υφιστάμενα προβλήματα προστέθηκε και η σταφιδική κρίση, που εξανάγκασε χιλιάδες Έλληνες να μεταναστεύσουν στις HΠΑ, η οικονομική κατάρρευση της χώρας ήταν πλέον αναπόφευκτη.

Την 1ηΔεκεμβρίου 1893, ενώ το χρέος είχε καταστεί μη βιώσιμο, κατατέθηκε από την κυβέρνηση Τρικούπη το νομοσχέδιο «Περί προσωρινού κανονισμού της υπηρεσίας του δημόσιου χρέους», το οποίο χαρακτηρίστηκε από την αντιπολίτευση ως έμμεση παραδοχή της πτώχευσης του ελληνικού κράτους. Την ίδια μέρα ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε από το βήμα της Βουλής ότι η Ελλάδα αδυνατούσε να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις έναντι των χωρών του εξωτερικού.

Ενάμιση χρόνο μετά την πτώχευση του 1893 γράφτηκε ο επίλογος της πολυετούς παρουσίας του Τρικούπη στα πολιτικά δρώμενα του τόπου, όταν στις εκλογές του Απριλίου του 1895 έχασε τη βουλευτική του έδρα για μόλις τέσσερις ψήφους από τον συνυποψήφιό του Μιλτιάδη Γουλιμή, που ανήκε στο δηλιγιαννικό κόμμα.

Αναμφίβολα ο Τρικούπης ήταν αυτός που εκσυγχρόνισε ένα κράτος με πρωτόγονες υποδομές, αναδιοργάνωσε το πολιτικό σύστημα και τους δημοκρατικούς θεσμούς και κυρίως έθεσε τις βάσεις για τη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της νεότερης Ελλάδας. Μπορεί να κατακρίθηκε έντονα από πολλούς για την πολιτική που εφάρμοσε, ωστόσο η παρακαταθήκη του υπήρξε πολύτιμη και παραμένει ζωντανή μέχρι και σήμερα.

*Ο Μιχαήλ Εμμανουήλ Δημάκας είναι υποψήφιος διδάκτορας, MSc: «Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές», MA: «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία»

Διαβάστε επίσης:

H χώρα βαδίζει προς τις εκλογές με πολλά μεγάλα ζητήματα ανοιχτά

Τι ζητούν οι Ευρωπαίοι για την επόμενη μέρα στην Ουκρανία

«Όχι» των ΗΠΑ στο τουρκικό βαθύ κράτος

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΔΕΥΤΕΡΑ 06.05.2024 08:00