Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
Όταν ανθούσε η γειτονιά
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
Σε έναν χρόνο και χώρο που τώρα πλέον φαίνονται πολύ παρωχημένοι, το 1929, ο Κωνσταντίνος Καβάφης στιχουργούσε:
Που βλέπω κι όπου περπατώ χρόνια και χρόνια
Σε δημιούργησα μες σε χαρά και μες σε λύπες
Με τόσα περιστατικά, με τόσα πράγματα
Κι αισθηματοποιήθηκες ολόκληρο για μένα»
Ο Καβάφης πλέκει το εγκώμιο της γειτονιάς, που είχε μια μικρή και απροσδιόριστη χωρική έκταση, που είχε ανθρώπους με διαφορετική κοινωνική θέση, αλλά διατεθειμένους να ανταλλάξουν απόψεις, επισκέψεις, φαγητά, βιβλία, φροντίδα των παιδιών, πείρα ζωής. Ανθρώπους που δεν απέκλειαν το κακό, σε έναν χώρο που περιείχε μεταξύ άλλων στρίγκλες μανάδες οι οποίες απειλούσαν με σφαγή τα παιδιά τους (!), πεθερές γεμάτες από αρνητικά συναισθήματα έναντι των πάντων, κουτσομπόλες γριές της αυλής που ήταν έτοιμες να σχολιάσουν τη συμπεριφορά του διπλανού, αλλά όμως πρόθυμες να λάβουν μέρος σε μικρές και μεγάλες χαρές, που μπορούσαν να μοιραστούν λύπες, που μπορούσαν να αισθανθούν αλληλέγγυες σε όσους είχαν ανάγκη – σε γέρους, αρρώστους, ανήμπορους.
Η γεωγραφία της οικειότητας
Οι πιο μεγάλοι μπορούσαν να επιδοθούν σε παιδικά παιχνίδια, να παίξουν τη «μακριά γαϊδούρα», να υψώσουν τους ποικίλους, χειροποίητους αετούς στους γαλάζιους ουρανούς των αθηναϊκών περιχώρων. Αυτοί συσσώρευαν την οικειότητα ως κόρη οφθαλμού, αλλά κατά τα άλλα αισθάνονταν ζήλεια μπροστά στην ελευθεριότητα και στον πλουραλισμό μιας πόλης: Η οικειότητα και η ελευθεριότητα, αυτές οι καταστάσεις ζωής, ήταν αντίθετες, επιθυμητές και οι δυο τους, αλλά σε ορισμένη δόση.
Ο απόηχος αυτής της μικρής χωρικής συλλογικότητας, που λεγόταν γειτονιά, βρισκόταν στην κριτική της κορμπυζιανής «Χάρτας των Αθηνών» του 1933 από μια ομάδα διάσημων πολεοδόμων και αρχιτεκτόνων – ήταν οι Κονδύλης, Smithsons, Van Eyk, Bakema, Woods, Voeltcker, William & Jill Howell κ.ά.
Αυτοί υποστήριζαν πως «το μικρό, στενό δρομάκι της φτωχογειτονιάς πετυχαίνει εκεί που τα ευρύχωρα αναπτυξιακά προγράμματα αποτυγχάνουν»: μια θέση αξιοπρόσεκτη, που είναι ώς ένα σημείο λογική ώστε να εκτεθεί στον δημόσιο διάλογο.
Κοινή μοίρα
Οι γειτονιές, πέρα από τα ιδιαίτερα, διακριτά τους σημεία, έχουν μια κοινή φυσιογνωμία. Το βλέπει κάποιος στη σημασία που αποδίδουν στο Κολωνάκι, στα Πατήσια, στου Ψυρρή, στο Θησείο, στο Κερατσίνι Αττικής και ιδιαίτερα στην Κυψέλη, όπου πρόσφατα, σε επιστολή προς τον Δήμο Αθηναίων με πάνω από 350 υπογραφές, κάτοικοι εξέφρασαν την έντονη ανησυχία τους «για την ολοένα και μεγαλύτερη έλλειψη δημόσιων χώρων που απευθύνονται σε παιδιά στην περιοχή μας με την άναρχη επέκταση των καταστημάτων εστίασης, τη μείωση του ελεύθερου ζωτικού χώρου των κατοίκων, στερώντας από τη γειτονιά εκείνα τα στοιχεία που τη χαρακτήριζαν: την ανθρώπινη κλίμακα, τη δυνατότητα κοινωνικής συνεύρεσης, την ασφαλή κίνηση πεζών και παιδιών, τη δημόσια ζωή που ανθίζει χωρίς οικονομικούς φραγμούς».
Οι γειτονιές ως κύτταρα μιας πόλης
Στη γειτονιά και στη γειτονικότητα θητεύουν ορισμένα βιβλία και παρουσιάσεις – όπως λόγου χάρη το «Πατήσια: Ένας περίπατος στην ιστορία τους» του Βασίλη Θεμ. Μπακογιάννη ή η αναφορά μιας εκδήλωσης με το περιοδικό «ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ» στις γειτονιές, με πολυσέλιδες συμμετοχές από πανεπιστημιακούς, όπως ο Αθανάσιος Αραβαντινός, και πολεοδόμους-ακτιβιστές, όπως ο Γεράσιμος Σκλαβούνος (Απρίλιος 2003). Η Άννη Βρυχέα καταθέτει το συμπέρασμα μιας διεθνούς συνάντησης στo Salvador της επαρχίας Bahia της Βραζιλίας, όπου προέκυψαν έξι αρχές για τις λαϊκές γειτονιές όλου του κόσμου. Οι αρχές αυτές, μεταξύ άλλων, αφορούν: Τη δέσμευση ότι οι κάτοικοι δεν θα εκδιώκονται βιαίως από τη γειτονιά τους, τη σημασία της γειτονιάς ως αντίστασης και χάραξης πολιτικών σε διάφορα επίπεδα, τη διαφύλαξη των γειτονιών ως πολύτιμα στοιχεία κοινωνικής συνοχής και μνήμης.
Οι γειτονιές είναι τα κύτταρα μιας πόλης, και είναι γεγονός ότι η έλλειψή τους δημιουργεί μια πόλη ξένη, χωρίς οικειότητα σε εγχώριους και ξένους. Το πώς βρεθήκαμε να ζούμε σε τέτοιες πόλεις, ως άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, ξένοι ακόμη και με τον ίδιο άνθρωπο που ζει στον ίδιο όροφο μιας πολυκατοικίας, είναι ζήτημα εξεταστέο.
Στέκια, τελετουργίες και θέαμα
Οι εμπειρίες από αυτές τις συνθήκες ήταν κοινές, διαπερνούσαν όλη την Ελλάδα, αναμοχλεύονταν από την κατάσταση του χώρου, διέθεταν περίσσιο κέφι. Όλοι ζητούσαν κάτι, όλοι είχαν προσδοκίες για το μέλλον.
Θα θυμίσω τον γέρο τον πατέρα μου που μου ζητούσε επίμονα να γεμίσω ένα φλασκί με νερό που έβγαινε από πηγή στον Άη Γιάννη τον Καρέα, γιατί πίστευε πως αυτή η πηγή εξασφαλίζει τη μακροζωία…
Εγώ από την πλευρά μου αισθανόμουν κάτι σαν υπεροχή, γιατί αδυνατούσα να πιστέψω αυτή τη δοξασία που επικρατούσε για όλα τα νερά του Υμηττού από την εποχή του ποιητή Οβιδίου – και ήταν ιδιαίτερα ισχυρή επί γυναικών ενδιαφερομένων για τη γονιμότητά τους…
Η γειτονιά είχε και «στέκια», που όμως δεν είχαν τα σημερινά χαρακτηριστικά, δεν ήταν «Αμέρικαν μπαρ», που ’λεγε σε μια κινηματογραφική ατάκα ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, αλλά στέκια ταβερνοειδή, με κρασοβάρελα και άλλα σκεύη της βαρελοφρονικής επανάστασης: που βασιζόταν σε αστείους κανονισμούς και που (νομίζω) είχε σαν κυρίαρχη έκφραση το περιοδικό «Θησαυρός».
Παραδείγματος χάριν, ο κανονισμός: «Ο πρόεδρος δύναται να επιβάλη ποινάς και πρόστιμον από 100 έως 400 δράμια». Ή «μετά τη λήξη των κρασοσυνεδριάσεων όσοι εκ των μελών παίρνουν ξυλιές, παντοφλιές, κατραπακιές και τα τοιαύτα, ανακηρύσσονται Μάρτυρες».
Το δράμι ήταν το ένα τετρακοσιοστό της οκάς, η οποία αποτελούσε τη ρυθμιστική αρχή της κατανάλωσης. Με την οκά βρεθήκαμε για λίγες ημέρες σε μια κατάσταση φτήνιας – χρησιμοποιώντας το κιλό που ήταν 1.000 γραμμάρια, αλλά 312,5 δράμια… Τελικά το καταλάβαμε και ξαναγυρίσαμε στην ακρίβεια!
Το Πάσχα ήταν η γιορτή των πολλών, τα παιδιά επιτίθονταν στη μαγειρίτσα, στο κρέας και στ’ αυγά, οι λειτουργίες που οδηγούσαν στην Ανάσταση ήταν διαβόητες για τη σχέση με τον θηλυκό κόσμο, το φαγητό ήταν σε αξιοσημείωτη ένταση και πρωτοκαθεδρία, οι καταϊδρωμένοι σουβλοκράτορες χόρταιναν κυριολεκτικά από τις θεσπέσιες οσμές που ανέδιδαν τα κατακρεουργημένα πρόβατα.
Στο σχολείο δεν πρόκειται να ξεχάσω την πρώτη εμπειρία που είχα από αυτό: μια αίθουσα ασφυκτικά γεμάτη, με 80 παιδιά, μέχρι να χωριστούμε σε δυο τμήματα.
Το θέαμα ήταν φτωχό, πάμφτωχο θα το έλεγα, όμως υπήρχε η πληθώρα κινηματογράφων, χειμερινών και θερινών. Τον χειμώνα, μεσημέρι ξεκινάγαμε με έναν φίλο για να δούμε σινεμά, σε δυο αλλεπάλληλες προβολές σε διαφορετικούς κινηματογράφους – που ξεκινούσαν από τις 2 το μεσημέρι και έφταναν αισίως μέχρι τις 12 το βράδυ. Δεν πρόκειται να ξεχάσω το έργο «L’ ira di Achilae», έργο που στην αρχή νομίσαμε ότι είναι ιταλικό, αλλά στην πορεία – ας είναι καλά τα λατινικά μας από το σχολείο – κάναμε την υπόθεση ότι είναι στη λατινική γλώσσα… Βέβαια δεν αφήναμε και τους θερινούς κινηματογράφους, που ήταν ευάριθμοι, η «Εύα», η «Ηλιούπολη», η «Αφρικάνα», η «Νόρα».
Η Πρωτομαγιά ήταν μια μεγάλη γιορτή, που μπλεκόταν με την πολιτική και έβρισκε συμμέτοχους από όλες τις συνοικίες της Αθήνας. Οι κάτοικοι όλων των συνοικιών έπλεκαν στεφάνια από τις προσωπικές εξόδους προς τη φύση – που ήταν κατά κανόνα η κοντινή, η εγγύς φύση. Κι εμείς στην Ηλιούπολη κάναμε το ίδιο, μέχρι τουλάχιστον τη γιορτή του Αγίου Πνεύματος.
Από κοντά έρχονταν οι φωνές των τεχνιτών, που άλλοτε ακόνιζαν μαχαίρια, άλλοτε διαφήμιζαν τα στραγάλια και τον πασατέμπο, άλλοτε είχαν τα προϊόντα της μαναβικής – πριν ακόμη ανοίξουν οι λαϊκές αγορές. Γενικά κυριαρχούσε το μικρό μαγαζί, που πούλαγε ακόμη και τις τσίχλες με το μαχαίρι!
Το 1983 ο Αντώνης Τρίτσης ως υπουργός ΧΟΠ (Χωροταξίας, Οικισμού, Περιβάλλοντος) επεδίωξε να δημιουργήσει μια διά θεσμών αναβίωση της γειτονιάς, αλλά εις μάτην. Ο νόμος που προώθησε, ο 1337 του ’83, αποδείχθηκε απλό βεγγαλικό μπροστά στην επέλαση των πραγμάτων: η γειτονιά δεν μπορούσε να προχωρήσει με εκ των άνω ρυθμίσεις.
Ο Βάλτερ Βαλτρόνι ήταν δήμαρχος της Ρώμης, αλλά ήταν και σοφός άνθρωπος. Σ’ αυτόν αποδίδεται μια σκέψη, που ξεπερνάει τη γειτονιά, αλλά είναι ιδιαίτερα φιλική με τα παιδιά. Την αντιγράφω: «Πρέπει να ξανασκεφθούμε την πόλη όπως φαίνεται μέσα από τα μάτια των παιδιών, από το ύψος του ενός μέτρου»…
* Ο Γιάννης Σχίζας είναι συγγραφέας
Διαβάστε επίσης:
Το ουκρανικό θολό τοπίο: Τα σχέδια επίλυσης και οι εκρηκτικές «λεπτομέρειες» που είναι στο τραπέζι
Η επιστροφή Τσίπρα μέσω «Ιθάκης»
Στόχος η δημοσκοπική ανάκαμψη – Η Ν.Δ. κυνηγά το 30% για να «δει» τον δρόμο της αυτοδυναμίας