Όσο περισσότερο επενδύουµε στην καθαρή ενέργεια των φωτοβολταϊκών τόσο πιο αποτελεσµατικά µπορούµε να αντιµετωπίσουµε την κρίση και να εκµεταλλευτούµε τα συγκριτικά πλεονεκτήµατα της χώρας µας, επισηµαίνεται στη νέα έκθεση της Greenpeace, που αποτιµά το κοινωνικό και οικονοµικό όφελος από την ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών.
Όσο περισσότερο επενδύουµε στην καθαρή ενέργεια των φωτοβολταϊκών τόσο πιο αποτελεσµατικά µπορούµε να αντιµετωπίσουµε την κρίση και να εκµεταλλευτούµε τα συγκριτικά πλεονεκτήµατα της χώρας µας, επισηµαίνεται στη νέα έκθεση της Greenpeace, που αποτιµά το κοινωνικό και οικονοµικό όφελος από την ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών. Όπως υπογραµµίζει η περιβαλλοντική οργάνωση, «η ανάλυση κόστους – οφέλους, µε βάση τα σηµερινά οικονοµικά και ενεργειακά δεδοµένα, καταλήγει στο συµπέρασµα ότι για κάθε ευρώ που επενδύει η Ελλάδα στα φωτοβολταïκά, η κοινωνία παίρνει πίσω κατά µέσο όρο 1,15 ευρώ».
Σύµφωνα µε τα συµπεράσµατα της έκθεσης µε τίτλο «Αποτίµηση του Κοινωνικού Οφέλους από την Ανάπτυξη των Φωτοβολταϊκών», την οποία εκπόνησε ο σύµβουλος σε θέµατα ενέργειας και περιβάλλοντος Στέλιος Ψωµάς, στα οφέλη από τη χρήση των φωτοβολταϊκών, εκτός από την αποσόβηση εκποµπών διοξειδίου του άνθρακα και άλλων επικίνδυνων ρύπων, περιλαµβάνονται:
♦ η ασφάλεια της τροφοδοσίας,
♦ η αποφυγή κοστοβόρων µπλακ άουτ κατά τους θερινούς µήνες,
♦ η ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς µε χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.
Το µεγαλύτερο όµως όφελος βρίσκεται στη µείωση της χρήσης ορυκτών καυσίµων που επιβαρύνουν κάθε χρόνο την ελληνική οικονοµία µε δισεκατοµµύρια ευρώ από την καταστροφή των φυσικών πόρων της υπαίθρου, την επιβάρυνση της υγείας των τοπικών κοινωνιών και τη συµβολή στην αλλαγή του κλίµατος.
Όπως επισήµανε ο Τάκης Γρηγορίου, υπεύθυνος για θέµατα ενέργειας και κλιµατικών αλλαγών στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace, «είναι αδιανόητο να συζητάµε σήµερα για νέες επενδύσεις σε λιγνίτη και πετρέλαιο τη στιγµή που τα µεγαλύτερα οφέλη για το περιβάλλον, την οικονοµία και τους πολίτες βρίσκονται στην εκµετάλλευση του πραγµατικού πλούτου της χώρας µας: του ήλιου».
Η συζήτηση για το µέλλον της ανάπτυξης των φωτοβολταϊκών θα πρέπει να λαµβάνει υπόψη τις πραγµατικές τεράστιες δυνατότητες της Ελλάδας για παραγωγή και εξαγωγή ηλιακής ενέργειας, αλλά και τη δυνατότητα των φωτοβολταϊκών να συµβάλουν αποτελεσµατικά στην καλύτερη αντιµετώπιση της κρίσης.
Περιβαλλοντικά οφέλη
Όπως επισηµαίνεται στην έκθεση, κάθε κιλοβατώρα που παράγεται από φωτοβολταϊκά και όχι από συµβατικά καύσιµα, συνεπάγεται την αποφυγή έκλυσης περίπου ενός κιλού διοξειδίου του άνθρακα στην ατµόσφαιρα. Ένα κιλοβάτ φωτοβολταϊκών αποτρέπει την έκλυση 1,3 τόνων διοξειδίου του άνθρακα τον χρόνο, ποσότητα που για να απορροφηθεί χρειάζονται 2 στρέµµατα δάσους. Για να παραχθεί η ίδια ηλεκτρική ενέργεια µε πετρέλαιο χρειάζονται 2,2 βαρέλια πετρέλαιο κάθε χρόνο.
Η υποκατάσταση ρυπογόνων καυσίµων από φωτοβολταϊκά συνεπάγεται επίσης λιγότερες εκποµπές και άλλων επικίνδυνων ρύπων, όπως είναι τα αιωρούµενα σωµατίδια, τα οξείδια του αζώτου και οι ενώσεις του θείου.
Αντίδοτο στο µπλακ άουτ
Όπως επισηµαίνει στην έκθεση ο Στέλιος Ψωµάς, τα φωτοβολταϊκά µπορούν να συµβάλουν σηµαντικά στην αντιµετώπιση των αιχµών ζήτησης και των µπλακ άουτ, αφού µεταξύ άλλων η µέγιστη παραγωγή ηλεκτρισµού από τον ήλιο συµπίπτει χρονικά µε τις ηµερήσιες αιχµές της ηλεκτρικής ζήτησης, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς µήνες, «βοηθώντας έτσι στην εξοµάλυνση των αιχµών φορτίου, των γενικευµένων διακοπών ρεύµατος και στη µείωση του συνολικού κόστους ηλεκτροπαραγωγής».
Η παράµετρος αυτή είναι ιδιαίτερα σηµαντική εάν υπολογίσει κανείς ότι στη χώρα µας εκτιµάται ότι κάθε ώρα µπλακ άουτ κοστίζει στην εθνική οικονοµία από 25 έως 40 εκατοµµύρια ευρώ.
Όφελος – ποσοτική αποτίµηση
Για την ποσοτική αποτίµηση του οφέλους από την υλοποίηση ανάπτυξης ενός προγράµµατος φωτοβολταϊκών, ο µελετητής έλαβε υπόψη το Εθνικό Σχέδιο ∆ράσης για τις ΑΠΕ, που προβλέπει την εγκατάσταση 1.500 MW έως το 2015 και 2.200 MW ως το 2020, καθώς και τρεις παράγοντες, και συγκεκριµένα:
♦ το κόστος αποφυγής επιπλέον υποδομών για παραγωγή -μεταφορά – διανομή,
♦ το εξωτερικό κοινωνικό κόστος, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και το κόστος αγοράς δικαιωμάτων αγορών,
♦ τα δημόσια έσοδα από φόρους που σχετίζονται με την ανάπτυξη φωτοβολταϊκών.
Όσον αφορά το κόστος αποφυγής επιπλέον υποδομών, σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει σε περιοχές με αντίστοιχες κλιματικές συνθήκες με την Ελλάδα, υπολογίζεται ότι κάθε 1 MW φωτοβολταϊκών υποκαθιστά 0,8 MW συμβατικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής τις καλοκαιρινές ώρες αιχμής. Με βάση το Εθνικό Σχέδιο Δράσης, τα 2.200 MW από φωτοβολταϊκά έως το 2020 θα έχουν υποκαταστήσει 1.400 MW συμβατικών ρυπογόνων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του μελετητή, σε περίπτωση που δεν εγκατασταθούν φωτοβολταϊκά, το κόστος για νέες πετρελαϊκές μονάδες εκτιμάται σε 1,35 εκατομμύρια ευρώ ανά MW! Αντίστοιχα το κόστος αναβάθμισης του εξοπλισμού των δικτύων υπολογίζεται σε 60.470 ευρώ ανά MW τον χρόνο.
Όσον αφορά στο εξωτερικό κοινωνικό κόστος, στο οποίο περιλαμβάνονται και οι επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, αυτό εκτιμάται ως εξής:
♦ 27,2 ευρώ ανά MWh, εάν η τιμή διοξειδίου του άνθρακα υπολογιστεί στα 15 ευρώ ο τόνος,
♦ 31,8 ευρώ ανά MWh με 20 ευρώ ο τόνος,
♦ 77,4 ευρώ ανά MWh με 70 ευρώ ο τόνος,
♦ 268,9 ευρώ ανά MWh με 80 ευρώ ο τόνος.
Όσον αφορά στα δημόσια έσοδα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Στέλιου Ψωμά και αφού έχουν αφαιρεθεί τα διαφυγόντα κέρδη από την υποκατάσταση της συμβατικής ενέργειας, εκτιμάται ότι για το 2011 θα είναι 95 εκατ. ευρώ, το 2012 145 εκατ. ευρώ, το 2013 195 εκατ. ευρώ, το 2014 235 εκατ. ευρώ και το 2020 303 εκατ. ευρώ.
Συνολικά και συνεκτιμώντας και τις περίπου 4.000 νέες θέσεις εργασίας, τα οφέλη από την ανάπτυξη φωτοβολταϊκών την περίοδο 2009-2020 εκτιμώνται από 5,5 έως 9,2 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ τα κόστη στα 5,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε 1 ευρώ που επενδύετε στα φωτοβολταϊκά, η κοινωνία παίρνει πίσω τουλάχιστον 1,15 ευρώ