Της Ιωάννας Μπλάτσου
Της Ιωάννας Μπλάτσου
Ο Γιώργος Αρμένης έχει στήσει μια λαϊκή, ευφρόσυνη παράσταση και η Φωτεινή Μπαξεβάνη λάμπει ως Μαντάμ Σουσού στην παραγωγή του ΚΘΒΕ, η οποία τώρα παίζεται στο Θέατρον του Ελληνικού Κόσμου.
«Σουλούπι σπαρταριστό. Ύφος επιβλητικό. Μύτη λίγο στριφτή προς τα πάνω. Πόζα. Καπελάκι στην κορφή του κεφαλιού μ’ ένα κόκκινο φτερό που τινάζεται στα ύψη σαν πρόκληση στο σύμπαν. Γυναίκα ή φαινόμενο; Κεφάλι προς τα πίσω. Το πηγούνι της ψηλά, η μύτη της ψηλότερα, το μάτι της στο χάος. Όποιος στέκεται μπροστά της νιώθει τον εαυτό του μέρμηγκα. Το βλέμμα της μόλις καταδέχεται να εγγίσει τα ορατά πράγματα του ταπεινού μας κόσμου κι όταν το κάνει παίρνει τόνους συγκατάβασης». Έτσι περιγράφει την ηρωίδα του ο ίδιος ο Δημήτρης Ψαθάς. Ο δε Γεώργιος Μπαμπινιώτης, στο ομώνυμο λεξικό του, αναφέρει: «σουσού: (η) ως χαρακτηρισμός νεόπλουτης, μεγαλομανούς και ψευτοαριστοκράτισσας γυναίκας. Ετυμολογία <γαλλ. Chouchou = αγαπημένος, ευνοημένος. Η λέξη μεταφέρθηκε στην Ελληνική χάρις στην κωμωδία του Δ. Ψαθά Μαντάμ Σουσού (1940)>.
Η περιλάλητη «Μαντάμ Σουσού», λοιπόν, αφού με τους σουσουδισμούς της κέρδισε το κοινό της Θεσσαλονίκης – κόβοντας 65.000 εισιτήρια –, κατέφτασε και στην Αθήνα, στο Θέατρον του Ελληνικού Κόσμου. Κι από τον Βούθουλα, στο Κολωνάκι και πάλι πίσω στον Βούθουλα, από τη φτώχεια στα πλούτη και πάλι πίσω στη φτώχεια, η Μαντάμ Σουσού ντε λα Μπιθούλ, η οποία δεν αντέχει «πολλή πραγματικότητα γύρω της», δεν αντέχει τις «τσοκαρίες» και «το βάρβαρον της λαϊκότητας», την αμορφωσιά και την μπαναλιτέ της καθημερινότητας, δραπετεύει στον δικό της κομψό και «υψηλόν» κόσμο.
Ο Γιώργος Αρμένης έχει στήσει μια λαϊκή, ευφρόσυνη παράσταση, η οποία όμως κάποιες – λίγες – φορές εξοκέλλει σε πιο ακατέργαστα μονοπάτια μιας τύπου αριστοφανικής κωμικότητας. Ομοίως και ο Παναγιωτάκης του Κώστα Σαντά, ενώ έχει όλα τα εχέγγυα της λαϊκότητας του ρόλου του, συχνά υπερ-παίζει το λαϊκό στοιχείο της καταγωγής του χαρακτήρα του. Η Μαντάμ Σουσού, όμως, λάμπει μέσα από τη Φωτεινή Μπαξεβάνη. Και, να το γράψω για άλλη μια φορά, συγχαρητήρια στον καλλιτεχνικό διευθυντή του ΚΘΒΕ Σωτήρη Χατζάκη που ανέδειξε το συγκλονιστικό, πληθωρικό ταλέντο αυτής της σπουδαίας και ταπεινής ηθοποιού χρίζοντάς την πρωταγωνίστρια στη δεύτερη κρατική σκηνή της χώρας, όταν στην πρωτεύουσα δεν βρίσκονταν ρόλοι και θίασοι να την αναδείξουν και να την αξιοποιήσουν… Η Φωτεινή Μπαξεβάνη, λοιπόν, για άλλη μια φορά μετά την περσινή «Λωξάντρα», κρατάει όλη την παραγωγή πάνω της, με μέτρο μέσα στην υπερβολή του ρόλου της, με ήθος μες στην ξιπασιά του, με αξιοπρέπεια μες στον ξεπεσμό του. Δίπλα της, διακρίνεται ο Μηνάς Κατακουζηνός του Βασίλη Ευταξόπουλου με τις «ελεγκάν» μεθοδεύσεις του, η «τσούχτρα» σουμπρέτα ή αλλιώς καμαριέρα Σοφούλα της Χρύσας Τουμανίδου, ο Κοκός και Νικολάκης του Δημήτρη Καρτόκη – διαόλου κάλτσα αυτός ο ηθοποιός –, ο πιστός μπάτλερ ή «ανώτατος παιδάρχης» Λεό του Δημήτρη Σιακάρα, ο οποίος φέρει όλη τη μελετημένη επιτήδευση του ρόλου του και η πηγαία λαϊκότητα της κυρα-Κατίνας της Θάλειας Σκαρλάτου. Στα συν της παράστασης και οι μεγαλειώδεις τουαλέτες του Γιάννη Μετζικώφ.