search
ΤΡΙΤΗ 30.04.2024 05:54
MENU CLOSE

Αντάρτικες ομάδες στη Λατινική Αμερική

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2186
15-7-2021
20.07.2021 07:00
antartes-new

Οι ένοπλες συγκρούσεις υπήρξαν εδώ και μερικές δεκαετίες ο κανόνας στα σύνορα μήκους 2.219 χιλιομέτρων που χωρίζουν τη Βενεζουέλα και την Κολομβία.


Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχουν σημειώσει μία επικίνδυνη κλιμάκωση εξαιτίας της διαρκώς αυξανόμενης παρουσίας ορισμένων κολομβιανών αντάρτικων ομάδων που βρίσκονται εγκατεσπαρμένες στην επικράτεια της Μπολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας, με κυριότερες τον Στρατό Εθνικής Απελευθέρωσης (ELN) και τους αντιφρονούντες των Επαναστατικών Ενόπλων Δυνάμεων της Κολομβίας (FARC) που επανεξοπλίστηκαν απορρίπτοντας την ειρηνευτική συμφωνία του 2016.


Τον Μάρτιο του 2020 η Κολομβία και η Βενεζουέλα έκλεισαν τα σύνορά τους προκειμένου να αποτραπεί η εξάπλωση της πανδημίας της Covid-19. Παρ’ όλα αυτά το κλείσιμο των συνόρων δεν στάθηκε αρκετό για τον περιορισμό του λαθρεμπορίου και της διακίνησης ναρκωτικών και ανθρώπων. Οι ροές προσφύγων και προϊόντων λαθρεμπορίου από τη Βενεζουέλα προς την Κολομβία συνεχίζονται με αδιάκοπους ρυθμούς, τη στιγμή που τόνοι ναρκωτικών και ένοπλοι άνδρες περνούν προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση.


Οι πρόσφατες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Εθνικού Στρατού της Βενεζουέλας και των ανδρών των Ειδικών Δυνάμεων της Αστυνομίας (FAES) στην κοινότητα La Victoria της Πολιτείας Apure εναντίον μίας ομάδας αντιφρονούντων των FARC αφενός ανάγκασαν χιλιάδες Βενεζουελάνους πολίτες να καταφύγουν ως πρόσφυγες στην Κολομβία, αφετέρου επέτειναν τις ούτως ή άλλως τεταμένες σχέσεις των δύο γειτονικών κρατών που μέχρι πρόσφατα ενίσχυαν τα σύνορά τους με στρατιωτικές δυνάμεις φοβούμενα μία ενδεχόμενη πολεμική σύρραξη.


Προκειμένου να γίνει καλύτερα κατανοητή η διπλωματική κρίση ανάμεσα στις δύο χώρες κρίνεται σκόπιμη η εστίαση στις κολομβιανές αντάρτικες ομάδες που δρουν στον νότο της Βενεζουέλας και συγκεκριμένα στην πολιτεία Amazonas όπου βρίσκονται οι σημαντικότεροι πυρήνες τους, στις σχέσεις τους με τους αυτόχθονες πληθυσμούς και με τις αρχές της Βενεζουέλας, αλλά και στις συγκρουσιακές σχέσεις των δύο ιδεολογικά αντίθετων κυβερνήσεων της Bogota και του Caracas.

Αντάρτες και ντόπιοι

Η μακρά παρουσία των Κολομβιανών ανταρτών στη Βενεζουέλα, η οποία χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, άρχισε να γίνεται ολοένα και εντονότερη το 2016, μετά την υπογραφή της ειρηνευτικής συμφωνίας, όταν ομάδες αντιφρονούντων των FARC αποφάσισαν να εγκατασταθούν στη γειτονική χώρα για να αποκομίσουν εύκολα κέρδη από το παράνομο εμπόριο χρυσού.

Σήμερα, πολλοί αντιφρονούντες των FARC και μαχητές του ELN διαβιούν μόνιμα στην πολιτεία Amazonas της νότιας Βενεζουέλας, όπου διατηρούν τις δικές τους καλλιεργήσιμες εκτάσεις, εκτρέφουν τα ζώα τους και αποθηκεύουν τα τρόφιμά τους στους δικούς τους ψυκτικούς θαλάμους.


Στα βάθη των τροπικών δασών της Αμαζονίας συνυπάρχουν με τους αντάρτες αυτόχθονες πληθυσμοί, οι οποίοι βιώνουν συνθήκες απομόνωσης από τον έξω κόσμο και συνεχώς απειλούνται από τις ασθένειες και τον υποσιτισμό. Οι αντάρτες, εκμεταλλευόμενοι την απουσία της κρατικής μέριμνας στις περιοχές αυτές, επιδιώκουν τρόπον τινά να αποκτήσουν κρατικό ρόλο προσφέροντας δημόσιες υπηρεσίες στους αυτόχθονες. Εύλογα λοιπόν θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ότι οι αντάρτες, μέσω των παροχών αυτών, προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα κλίμα φιλίας και εμπιστοσύνης με τους ντόπιους πληθυσμούς, αλλά η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική.


Σε μερικά χωριά οι αντάρτες πληρώνουν τους δασκάλους, αλλά τους υποχρεώνουν να ακολουθήσουν το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που οι ίδιοι έχουν καταρτίσει. Αντίστοιχα, κάποιες φορές καλύπτουν τα έξοδα μεταφοράς των ασθενών σε ιατρικά κέντρα, αλλά σε πολλές περιπτώσεις επιβάλλουν «διόδια» και «ναύλα» για τη διέλευση των οχημάτων και των σκαφών από τα σημεία ελέγχου τους. Σχεδόν όλα έχουν την τιμή τους.

Τα τελευταία χρόνια η παρουσία των ανταρτών έχει αποτελέσει αιτία διχασμού ανάμεσα στις κοινότητες των αυτοχθόνων. Από τη μία πλευρά υπάρχουν αρκετοί ηγέτες αυτοχθόνων που στρέφονται εναντίον των ανταρτών αντιδρώντας στον έλεγχο, στη συνεχή καταπίεση, αλλά και στις καταστροφές του φυσικού τους περιβάλλοντος από τις παράνομες εξορύξεις χρυσού.


Από την άλλη, ηγέτες αυτοχθόνων, θαμπωμένοι από τη λάμψη του χρυσού και παρασυρμένοι από την υπερβολική τους αγάπη για το εύκολο χρήμα, αποδέχονται την πατρωνία των ανταρτών και κλείνουν τα μάτια στις βιαιότητες που κατά καιρούς διαπράττονται εις βάρος των κοινοτήτων τους.

Οι εμπλεκόμενοι “παίκτες”

Τόσο ο ELN όσο και οι αντιφρονούντες των FARC εμπλέκονται σε παράνομες δραστηριότητες, όπως το εμπόριο ναρκωτικών και η παράνομη εξόρυξη χρυσού, και συχνά συνεργάζονται με τις τοπικές αρχές της Βενεζουέλας και με τις δυνάμεις ασφαλείας.


Ο ELN έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του στη Βενεζουέλα στις αρχές της δεκαετίας του ’80 και έκτοτε έχει επεκτείνει την επιρροή του στον νότο της Βενεζουέλας και κυρίως στις πολιτείες Bolívar και Amazonas. Επίσης, ενδεικτικό της ισχύος του είναι ότι ελέγχει πολλά από τα παράνομα ορυχεία στη νότια Βενεζουέλα, με τα περισσότερα εξ αυτών να εντοπίζονται στο Εθνικό Πάρκο Yapacana, το οποίο επισκέπτονται διεφθαρμένοι κρατικοί αξιωματούχοι με ελικόπτερα για να λάβουν το μερίδιό τους από τον χρυσό που συλλέγουν οι αντάρτες.

Όσον αφορά τους αντιφρονούντες των FARC, μπορούν πλέον να εντοπιστούν και στους επτά δήμους της πολιτείας Amazonas. Κύριες δραστηριότητές τους είναι οι παράνομες εξορύξεις χρυσού, το εμπόριο ναρκωτικών και οι εκβιασμοί, και η κάθε φατρία ασκεί ξεχωριστό έλεγχο στις οδούς διακίνησης. Η κυρίαρχη αντιφρονούσα φατρία των FARC, που φέρει την ονομασία Acacio Medina, αριθμεί περίπου 280 μέλη και χρησιμοποιεί τη ρητορική και την προπαγάνδα των FARC για να δικαιολογήσει την παρουσία της στη Βενεζουέλα.


Μία δεύτερη αντιφρονούσα φατρία με εξίσου σημαντική παρουσία στην πολιτεία Amazonas είναι η Segunda Marquetalia (Δεύτερη Marquetalia), η οποία ιδρύθηκε πριν από μία διετία από έναν πρώην υψηλόβαθμο διοικητή των FARC, τον Ivan Marquez, και έλαβε την ονομασία της από την πόλη Marquetalia της κεντρικής Κολομβίας όπου ιδρύθηκαν οι FARC το 1964. Η Segunda Marquetalia τα τελευταία χρόνια καταβάλλει προσπάθειες για την ανασυγκρότηση των FARC και φέρεται να έχει συνάψει συμμαχίες με ομάδες ανταρτών με μεγαλύτερη ισχύ και εδαφική επιρροή στη Βενεζουέλα, όπως η Acacio Medina και το Frente Primero (Πρώτο Μέτωπο).

Σημειώνεται ότι η πολιτεία Amazonas, εκτός από σημαντικό κόμβο διακίνησης ναρκωτικών προς τη Βραζιλία και τις χώρες της Κεντρικής Αμερικής, αποτελεί και μία περιοχή εξαιρετικά πλούσια σε κοιτάσματα χρυσού, τα οποία πολλοί επίδοξοι χρυσοθήρες επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν.


Μία σειρά παραγόντων άμεσα σχετιζόμενων με την οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα, όπως η κατάρρευση της βιομηχανίας του πετρελαίου, οι αμερικανικές κυρώσεις και η συνεχής πτώση της αξίας του εθνικού νομίσματος bolívar εξαιτίας του υπερπληθωρισμού, πυροδότησαν έναν «πυρετό του χρυσού», ο οποίος οδήγησε πολλές οικογένειες στο να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να στήσουν πρόχειρα καταλύματα σε περιοχές όπου πραγματοποιούνται παράνομες εργασίες εξόρυξης.
Την ίδια τακτική έχουν υιοθετήσει και μερικοί δάσκαλοι, οι οποίοι παραδίδουν μαθήματα λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα περίπου 3,5 γραμμάρια χρυσού τον μήνα.

Συνεργασία και σύγκρουση

Τα προσκείμενα στην κυβέρνηση του Ivan Duque κολομβιανά μέσα ενημέρωσης έχουν φέρει στο φως εκθέσεις πληροφοριών που αναφέρουν ότι πολλά υψηλόβαθμα στελέχη του κράτους της Βενεζουέλας παρέχουν στήριξη στους Κολομβιανούς αντάρτες.


Οι πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνονται και από τη διεθνή μη κυβερνητική οργάνωση Crisis Group, της οποίας οι εκθέσεις για τη διασυνοριακή κρίση Κολομβίας – Βενεζουέλας αναφέρουν ότι την τελευταία διετία ο ELN λειτούργησε ως ο τοποτηρητής των συμφερόντων των αρχών της Βενεζουέλας στις παραμεθόριες περιοχές.
Επίσης, η εν λόγω οργάνωση έχει στην κατοχή της ένα οπτικοακουστικό αρχείο που παρουσιάζει έναν στρατιωτικό διοικητή να εξηγεί σε μία ομάδα αυτοχθόνων ότι η Βενεζουέλα έχει ανάγκη από «φίλους» και ότι οι αντιφρονούντες των FARC και οι μαχητές του ELN βρίσκονται στη χώρα για να προσφέρουν βοήθεια στην κυβέρνηση του Nicolas Maduro.


Ωστόσο, οι συμμαχίες μεταξύ των αρχών της Βενεζουέλας και των ανταρτών είναι εξαιρετικά εύθραυστες, καθώς διαμορφώνονται κατά μείζονα λόγο με βάση τα συγκλίνοντα οικονομικά συμφέροντα.
Έτσι, λοιπόν, η κυβέρνηση του Caracas επεμβαίνει στρατιωτικά στις παραμεθόριες περιοχές όταν θεωρεί ότι θίγονται τα στρατηγικά και οικονομικά της συμφέροντα και, σύμφωνα με εκθέσεις αξιωματούχων επιβολής του νόμου και εμπειρογνωμόνων ασφαλείας, οι επιχειρήσεις στη La Victoria τον φετινό Μάρτιο πραγματοποιήθηκαν με αφορμή κάποια διαφωνία που προέκυψε ανάμεσα στον στρατό και σε μία φατρία αντιφρονούντων των FARC, του Frente Decimo (Δέκατο Μέτωπο) ως προς τη διανομή των παράνομων κερδών και τον εδαφικό έλεγχο.

Αμοιβαία δυσπιστία

Οι κυβερνήσεις του Caracas και της Bogota που έχουν διακόψει τις διπλωματικές τους σχέσεις από τις αρχές του 2019, έπειτα από την απόφαση του Κολομβιανού Προέδρου Ivan Duque να αναγνωρίσει ως νόμιμο ηγέτη της Βενεζουέλας τον επικεφαλής της αντιπολίτευσης Juan Guaido, δεν φαίνονται διατεθειμένες να επιλύσουν το ζήτημα των ενόπλων ομάδων και επιδίδονται σε παιχνίδια εντυπώσεων για εσωτερική κατανάλωση ανταλλάσσοντας βαρύτατες προσβολές και κατηγορίες.


Μάλιστα, το 2019, ο Duque είχε υποστηρίξει ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών ότι κατείχε «αξιόπιστα και πειστικά στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνουν την υποστήριξη της κυβέρνησης Maduro σε εγκληματικές ομάδες και ναρκοτρομοκράτες που χρησιμοποιούν τη Βενεζουέλα ως βάση για να επιτεθούν στην Κολομβία», ενώ λίγες μέρες μετά τις πρόσφατες συγκρούσεις στη La Victoria ισχυρίστηκε ότι «οι αρχές της Βενεζουέλας προβαίνουν σε επιλεκτική εξουδετέρωση ορισμένων αντάρτικων ομάδων στην προσπάθειά τους να θέσουν υπό τον έλεγχό τους τις περιοχές διακίνησης των ναρκωτικών».


Ο Nicolas Maduro απήντησε στις κατηγορίες του Duque λέγοντας ότι «οι ένοπλες δυνάμεις επιχειρούν εναντίον των αντάρτικων ομάδων που αποτελούν μέρος ενός κοινού σχεδίου των ΗΠΑ και της Κολομβίας για τη δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν μία μελλοντική ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Βενεζουέλα» και εν συνεχεία, σε έντονο ύφος, κατηγόρησε την Bogota ότι «έφερε βρόμικες μεθόδους του εμφυλίου πολέμου της Κολομβίας στη Βενεζουέλα».


Το τελευταίο διάστημα έχουν αυξηθεί οι εκκλήσεις της διεθνούς κοινότητας για την επανέναρξη του διαλόγου ανάμεσα στις δύο πλευρές με σκοπό την αποκλιμάκωση της κρίσης. Βέβαια, η αμοιβαία δυσπιστία είναι ικανή να ναρκοθετήσει τις όποιες προσπάθειες επαναπροσέγγισης, καθώς ακόμα και η παραμικρή συγκέντρωση στρατευμάτων κοντά στα σύνορα των δύο χωρών ή κάποια ένοπλη επίθεση ανταρτών θα μπορούσε να εκληφθεί ως συνωμοτική κίνηση που εξυφάνθηκε από τον γείτονα. Ακόμα και η κίνηση καλής θέλησης της κολομβιανής κυβέρνησης να επιτρέψει το σταδιακό άνοιγμα των συνόρων με τη Βενεζουέλα ύστερα από δεκατέσσερις μήνες, ερμηνεύθηκε ως «συνοριακή ενέδρα» από το Caracas, πράγμα που αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι το χάσμα μεταξύ των δύο χωρών παραμένει – στην παρούσα φάση τουλάχιστον – αγεφύρωτο.

Μιχαήλ Εμμανουήλ Δημάκας

MSc: «Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές
Σπουδές», υποψήφιος διδάκτορας

Διαβάστε επίσης:

Όλα τα μέτρα για εστίαση και διασκέδαση – Τι λέει η ΚΥΑ για χωρητικότητα, εμβολιασμένους και νοσήσαντες

ΔΝΤ: Βλέπει «ολική επαναφορά» της Ελλάδας την επόμενη 2ετία

Σούνιο: Οι μοναχικές παραλίες μία ώρα από το κέντρο της Αθήνας (Video)

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΤΡΙΤΗ 30.04.2024 03:34