Νέα πραγματικότητα στον «Ριζοσπάστη», την ιστορική εφημερίδα του ΚΚΕ. Οι απολυμένοι φτάνουν πια τους 30
Τις 30 φτάνουν πλέον οι απολύσεις στον «Ριζοσπάστη», διαμορφώνοντας μια νέα πραγματικότητα για την ιστορική κομματική εφημερίδα του ΚΚΕ. Την περασμένη εβδομάδα απολύθηκαν ο επί 20ετία συντάκτης και αρθρογράφος της εφημερίδας Νίκος Μπογιόπουλος, ο κοινοβουλευτικός συντάκτης Γιάννης Φωτούλας, ο οικονομικός συντάκτης Θανάσης Κανιάρης και ο συντάκτης του Αθλητικού Γιώργος Κατζιλιέρης. Οι απολύσεις αντανακλώνται στη φυσιογνωμία του εντύπου, με τη διεύθυνση να προχωρεί σε αλλαγές, αρχής γενομένης από την περασμένη Κυριακή, σε μια προσπάθεια βελτίωσης του φύλλου παρά τις δυσχερείς συνθήκες έκδοσης.
Ο «Ριζοσπάστης» στο παρελθόν αποτέλεσε – πέρα από προπαγανδιστικό μέσο – ένα αξιόπιστο δημοσιογραφικό όργανο ενημέρωσης και λειτούργησε ως φυτώριο τροφοδοτώντας τον δημοσιογραφικό χώρο με καταρτισμένους και ικανούς δημοσιογράφους – στοιχεία που σε ορισμένες περιπτώσεις εξαργυρώθηκαν σε καριέρες στα αστικά ΜΜΕ και οδήγησαν κάποιους στο αντίπαλο ιδεολογικοπολιτικό στρατόπεδο, χωρίς όμως αυτός να είναι ο κανόνας.
Σήμερα, σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής κρίσης, η οποία φαίνεται να έχει πλήξει με πρωτοφανή (κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο) τρόπο το ΚΚΕ κι έχει εκδηλωθεί ήδη από τα προηγούμενα χρόνια στα κομματικά ΜΜΕ, με αποκορύφωμα τη φετινή χρονιά, η ηγεσία διαμορφώνει νέο πλαίσιο λειτουργίας για τον «Ριζοσπάστη», όπου η έννοια του εργαζόμενου με κλαδική σύμβαση εργασίας καταργείται υπέρ της ιδιότητας του κομματικού μέλους.
Συνέπεια αυτής της απόφασης, που κρίθηκε στο πρόσφατο 19ο Συνέδριο, ήταν η «απομάκρυνση» όσων διαφώνησαν – είτε η διαφωνία τους αφορούσε στενά τη διαχείριση της κρίσης του εντύπου και την αναδιάταξη των συνθηκών εργασίας που συνεπαγόταν η παραπάνω επιλογή (απολύσεις, καθυστερήσεις δεδουλευμένων, αποδοχή μισθολογικών μειώσεων κάτω από το όριο της σύμβασης κ.λπ.) είτε αφορούσε και τη συνολική ιδεολογικοπολιτική κατεύθυνση που αποφασίστηκε στο Συνέδριο και μέσα στην οποία εντάσσεται η μέθοδος συρρίκνωσης και οικονομικού συμμαζέματος του φύλλου.
Νέο καταστατικό
Σύμφωνα με τη διεύθυνση της εφημερίδας, το ζήτημα της εργασιακής σχέσης όσων εμπλέκονται με την ιδεολογικοπολιτική δραστηριότητα του κόμματος – τέτοιος τομέας είναι και ο «Ριζοσπάστης» – κρίθηκε στο πρόσφατο 19ο Συνέδριο, όπου ομόφωνα εγκρίθηκαν τα ντοκουμέντα, μεταξύ τους και το νέο Καταστατικό.
Ειδικότερα, στο φύλλο της περασμένης Πέμπτης εξηγείται πως: «Προβλέπεται καταστατικά ότι, όπως και τα άλλα στελέχη που δουλεύουν σε άλλους τομείς δράσης του Κόμματος, κεντρικά και τοπικά, σε Τμήματα και σε Οργανώσεις, έτσι και στα έντυπα του Κόμματος, οι εργαζόμενοι αυτοί στηρίζονται οικονομικά με ποσό που κυμαίνεται και δεν υπερβαίνει το μέσο μισθό των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα». Στο εξής για τον «Ριζοσπάστη» θα ισχύει ό,τι ισχύει και για τα υπόλοιπα μέλη του κόμματος.
Τι ανάγκασε όμως την εφημερίδα να δώσει εξηγήσεις;
Η είδηση της απόλυσης του Νίκου Μπογιόπουλου (ο οποίος στη συνείδηση ενός κοινού ευρύτερου του ΚΚΕ αποτελούσε έναν άξιο εκπρόσωπο του κόμματος) με απόφαση της Κ.Ε. του κόμματος για τη μη υπογραφή ατομικής σύμβασης εργασίας, ενώ από τον Σεπτέμβριο είχε αποποιηθεί του μισθού του, επέτρεψε την εντύπωση ότι ο εν λόγω δημοσιογράφος – ο οποίος είναι και κομματικό μέλος – απολύθηκε παρά τις ικανότητές του, για λόγους πολιτικούς και ιδεολογικούς. Επίσης έδωσε την εικόνα ασυνέπειας μεταξύ λόγων και έργων, δηλαδή ότι το ΚΚΕ «εντός των τειχών» εφαρμόζει ό,τι εκτός καταδικάζει και αντιπαλεύει, τις ατομικές συμβάσεις εργασίας.
Στην απάντησή της στο φύλλο της περασμένης Πέμπτης η εφημερίδα υπερασπίστηκε την προωθούμενη ομοιομορφία προς όφελος της ανάδειξης της κομματικής γραμμής, αφήνοντας αιχμές για τις – κατά τη διεύθυνση του «Ρ» – επιδιώξεις τού εν λόγω δημοσιογράφου και την επαγγελματική του δραστηριότητα εκτός ΚΚΕ:
«Στον “Ριζοσπάστη”, σε αντίθεση με τις αστικές εφημερίδες, δεν υπάρχουν δημοσιογράφοι κομματικά μέλη πρώτης και δεύτερης κατηγορίας, κάποιοι επαγγελματίες καριέρας και άλλοι όχι. Η καταστατική πρόβλεψη ισχύει για όλους χωρίς εξαιρέσεις. Ο “Ριζοσπάστης” έχει ακούραστους κομμουνιστές δημοσιογράφους, αφανείς, που δεν περιμένουν κανενός είδους καταξίωση με τα κριτήρια που αυτή γίνεται στον αστικό Τύπο. Η ενασχόληση στον “Ριζοσπάστη” δεν είναι επαγγελματική σχέση, αλλά κομματική δουλειά, γι’ αυτό δεν μπορεί να μοιράζεται με ενασχόληση σε άλλα έντυπα ή ηλεκτρονικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, όπως συμβαίνει σε άλλες εφημερίδες και Μέσα».
Κατά τη διεύθυνση του φύλλου, η νέα φάση μετά τον κύκλο απολύσεων που έχει πραγματοποιηθεί και τις περικοπές σελίδων «δε σημαίνει υποβάθμιση της εφημερίδας». Αντιθέτως, «με όλες τις δυσκολίες που υπάρχουν γίνονται οι απαραίτητες προσαρμογές, ώστε ο “Ριζοσπάστης” να μπορέσει να αντεπεξέλθει στο καθήκον του ως όργανο της Κ.Ε. του ΚΚΕ».
Επιπλέον, σημειώνεται πώς «η κατάργηση στηλών, οι αλλαγές καταμερισμού στο δυναμικό του (σ.σ.: του «Ριζοσπάστη»), ποιος γράφει άρθρα, ποιος σχόλια, ποιος ρεπορτάζ, σε ποιο τμήμα είναι, λύνονται στο πλαίσιο της εφημερίδας, με ευθύνη της Διεύθυνσης και της Συντακτικής Επιτροπής, όπως, άλλωστε, συμβαίνει και με κάθε εφημερίδα, και δε γίνονται με άλλου τύπου κριτήρια, όπως διαδίδεται από διάφορους, όψιμους ενδιαφερόμενους και δήθεν “φίλους” της εφημερίδας του ΚΚΕ, συνδυάζοντας μισές “αλήθειες” με συκοφαντίες, ανυπόστατα στοιχεία και ερμηνείες προθέσεων».
Την ίδια ώρα, σε μια προσπάθεια να τονωθεί η διακίνηση του φύλλου, στέλεχος της Κ.Ε. σε άρθρο του εκθέτει «ορισμένες σκέψεις» για την καλύτερη «αξιοποίηση» της εφημερίδας υποβάλλοντας μεταξύ άλλων την ιδέα της άρρηκτης σχέσης μεταξύ επιτυχούς ιδεολογικής διαφώτισης και καθοδήγησης και της καθημερινής αγοράς – ανάγνωσης του «Ριζοσπάστη».