search
ΚΥΡΙΑΚΗ 05.05.2024 10:16
MENU CLOSE

Αφιέρωμα – 100 χρόνια από τη συνθήκη της Λωζάννης: Από τις Σέβρες στη Λωζάννη μία εθνική καταστροφή δρόμος

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2293
03-08-2023
07.08.2023 06:00
synthiki_sevron_ypografi-new

Στη Δύση ο πόλεμος είχε λήξει το 1918 και δύο χρόνια αργότερα υπογράφηκε η Συνθήκη των Σεβρών, τον Αύγουστο του 1920, φέρνοντας την ειρήνη ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις Συμμαχικές Δυνάμεις.

Με τη συνθήκη αυτή, η Οθωμανική Αυτοκρατορία υποχρεωνόταν να παραδώσει την κυριαρχία της Μεσοποταμίας (Ιράκ), της Παλαιστίνης και της Υπεριορδανίας στη Βρετανία ως προτεκτοράτα της Κοινωνίας των Εθνών, τη Συρία και τον Λίβανο στη Γαλλία, επίσης ως προτεκτοράτα, και να τοποθετήσει την Ανατολία στη σφαίρα επιρροής της Ιταλίας. Η Χετζάζ (μέρος της σημερινής Σαουδικής Αραβίας), το Κουρδιστάν και η Αρμενία θα γίνονταν ανεξάρτητα κράτη. Ταυτόχρονα, όμως, μετά τη λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, οι εξελίξεις και οι μεταβολές στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είχαν ως αποτέλεσμα την επικράτηση του Κινήματος των Νεότουρκων, οι οποίοι, υπό την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ, δεν αποδέχτηκαν τους ταπεινωτικούς όρους της ειρήνης.

Ο Κωνσταντίνος δεν υπογράφει τη Συνθήκη των Σεβρών

Να θυμίσουμε ότι, σύμφωνα με τη Συνθήκη των Σεβρών, παραχωρούνταν στην Ελλάδα τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος και η ανατολική Θράκη μέχρι τη γραμμή της Τσατάλτζας, κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Η περιοχή της Σμύρνης έμενε υπό την ονομαστική επικυριαρχία του Σουλτάνου, αλλά θα διοικείτο από Έλληνα αρμοστή ως εντολοδόχο των Συμμάχων, και θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην Ελλάδα ύστερα από πέντε χρόνια με δημοψήφισμα. Η συμφωνία αυτή περιείχε επίσης το άρθρο 26 της συνθήκης, που όριζε ότι αν οι οθωμανικές αρχές δεν συναινούσαν στην εφαρμογή της, θα εξέπιπτε από την κυριαρχία τους η Κωνσταντινούπολη, την οποία θα μπορούσε να καταλάβει η Ελλάδα, κάτι το οποίο έντεχνα είχε προωθήσει ο Βενιζέλος.

Παράλληλα, η Βόρεια Ήπειρος ενσωματωνόταν στην Ελλάδα με το μυστικό Σύμφωνο Βενιζέλου – Τιττόνι. Η Ιταλία συμφώνησε ακόμα να παραχωρήσει τα Δωδεκάνησα (εκτός από τη Ρόδο και το Καστελλόριζο) στην Ελλάδα, και όταν η Βρετανία θα έδινε στο μέλλον την Κύπρο στην Ελλάδα, τότε (έπειτα από δημοψήφισμα) θα παραχωρούνταν και αυτά τα νησιά (η συμφωνία ακυρώθηκε αργότερα από την Ιταλία το 1922).

Με αυτούς τους όρους ο Βενιζέλος ενέδωσε στο αίτημα της αντιπολίτευσης, που πίεζε για εκλογές, πιστεύοντας ότι αφού έκανε πραγματικότητα τα πιο τρελά όνειρα του ελληνισμού – αν συνυπολογίσει κάποιος και τον θρίαμβο των Βαλκανικών Πολέμων – θα τις κέρδιζε, προκειμένου να ασκήσει ελεύθερος την πολιτική του σε μιαν ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο ανακατατάξεων. Ωστόσο, αυτή η απλή και λογική σκέψη υπήρξε μοιραία όχι τόσο για τον ίδιο όσο για τον νεότερο ελληνισμό. Ο λαός καταβαράθρωσε εκλογικά τον Βενιζέλο, φέρνοντας στην εξουσία τους βασικούς εκπροσώπους του αντιβενιζελισμούστη χώρα. Και επειδή οι λαοί δεν αλλάζουν, μοιραία κάποιες φορές αλλάζουν οι ηγέτες. Πράγμα που συνέβη και σ’ αυτή την περίπτωση – με τις γνωστές ολέθριες συνέπειες…

Ο «άξιος της Ελλάδος ευεργέτης και σωτήρας της πατρίδος», όπως τον είχε ανακηρύξει πριν από μόλις λίγους μήνες η Βουλή, δεν αξιώθηκε ούτε να εκλεγεί βουλευτής! Ο άνθρωπος που έκανε πραγματικότητα την «Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών» όχι μόνο καταποντίστηκε εκλογικά, αλλά δεν κρίθηκε άξιος από το εκλογικό σώμα ούτε καν να εκλεγεί βουλευτής…
Η νέα κυβέρνηση με την αντιπολεμική ρητορική, ωστόσο, δεν κράτησε τον λόγο της και το περήφανο «Όχι στον πόλεμο» το μετέτρεψε σε «Ναι», όπως (και παρά την τυφλή αντιβενιζελική της πολιτική) αναγκάστηκε να εφαρμόσει κατά γράμμα την πολιτική Βενιζέλου στα φλέγοντα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής. (Οποιαδήποτε ομοιότητα με το σήμερα είναι υπαρκτή και αφορμή για έντονο προβληματισμό…). Ωστόσο, δεν παρέλειψε βέβαια να στραφεί σε μια σειρά γενικευμένων διώξεων κατά των βενιζελικών, στην προσπάθειά της να εξευμενίσει τα θύματα της «βενιζελικής τυραννίας».

Την επόμενη κιόλας μέρα η νέα κυβέρνηση του Ράλλη, που είχε ως ουσιαστικό ηγέτη τον Δημήτρη Γούναρη, άρχισε μεγάλης έκτασης αλλαγές στη Δημόσια Διοίκηση, τη Δικαιοσύνη, την Παιδεία, την Εκκλησία και τις Ένοπλες Δυνάμεις. Εδώ να σημειώσουμε ότι στον κρίσιμο τομέα των Ενόπλων Δυνάμεων (αλλά και στην πολιτική ηγεσία) αντικαταστάθηκαν όλοι οι εμπειροπόλεμοι και ικανότατοι βενιζελικοί αξιωματικοί με άλλους, που επιλέχτηκαν αποκλειστικά με κομματικά κριτήρια. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο υπουργός Στρατιωτικών Θεοτόκης δήλωνε ανίδεος! Σχεδόν 500 αξιωματικοί παραιτήθηκαν. Αρχιστράτηγος στη Μικρά Ασία διορίστηκε ο Αναστάσιος Παπούλας, για τον οποίο ο Δούσμανη ςπροειδοποιούσε τον Γούναρη ότι πρόκειται περί «αμαθούς και ανικάνου να διοικήσει την στρατιάν και να διευθύνει πολεμικάς επιχειρήσεις». Σαρωτικές υπήρξαν και οι αλλαγές στην Εκκλησία της Ελλάδος, καθώς εκτός του μητροπολίτη Αθηνών Μελετίου Μεταξάκη απομακρύνθηκαν και άλλοι 20 επίσκοποι. Σχεδόν ταυτόχρονα με τις αντικαταστάσεις αυτές, απομακρύνθηκαν και όλοι οι διορισμένοι «με κομματικά κριτήρια» γενικοί γραμματείς και σύμβουλοι υπουργείων.

Μεταξύ αυτών και ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Περιθάλψεως Νίκος Καζαντζάκης! Ανάμεσα στους συμβούλους του υπουργείου Παιδείας που παραιτήθηκαν – πριν εκδιωχθούν – ήταν ο Δημήτρης Γληνός, ο Αλέξανδρος Δελμούζοςκαι ο Μανώλης Τριανταφυλλίδης! Παρόμοιες ήταν και οι αλλαγές στο διπλωματικό σώμα και στον χώρο της Δικαιοσύνης…

Συνοψίζοντας αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος της εγκληματικής πολιτικής που ακολουθήθηκε μετά την ήττα του Βενιζέλου, όταν κλήθηκε να εφαρμόσει στην ουσία τη βενιζελική πολιτική μια ομάδα ανίκανων φανατικών, που η βασική τους πολιτική ταυτότητα είχε ως αναφορά το απύθμενο προσωπικό μίσος εναντίον του Βενιζέλου και κάθε βενιζελικής πολιτικής. Αυτή η πολιτική του αντιβενιζελισμού διαμορφώθηκε κυρίως μετά την επέμβαση των Δυνάμεων της Αντάντ το 1917. Η πολιτική που επέλεξε να εφαρμόσει ο Γούναρης, η οποία αποτελούσε την αιχμή του δόρατος του αντιβενιζελισμού, βασιζόταν στο ότι η Ελλάδα θα επέλεγε την κυβέρνησή της δίχως να λαμβάνει υπόψη την ενοχλητική θέληση των Συμμάχων (οι οποίοι σημειωτέον δεν εμπιστεύονταν τον βασιλιά Κωνσταντίνο…). Από την άλλη, σε ένδειξη καλής πίστης, θα ακολουθούσε κατά βήμα τη βρετανική πολιτική στην περιοχή, χωρίς να ζητήσει τη συνδρομή της Βρετανίας σε ό,τι προέκυπτε. Προφανώς επρόκειτο για αλλοπρόσαλλη και κυρίως ανόητη πολιτική που, ενώ διατεινόταν ότι ταυτίζεται με τη βρετανική πολιτική (εναντίον της οποίας πολιτεύτηκε ο ίδιος σφόδρα για να είναι αξιόπιστος), δεν ζητούσε ανταλλάγματα που θα αντιστάθμιζαν τις αδυναμίες της εξωτερικής μας πολιτικής στη διεθνή σκακιέρα.

Η πολιτική αυτή αγνοούσε παντελώς τους διεθνείς συσχετισμούς και απέκλειε την ανεξάρτητη στάθμιση των πολιτικών και στρατιωτικών δεδομένων. Κι αυτό γινόταν προκειμένου να εξυπηρετηθούν ως προτεραιότητα – ακόμα και προ των εθνικών ζητημάτων – οι εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες. Αυτή δε, η στάση υπήρξε η βασική αιτία της καταστροφής που ακολούθησε, γιατί παρέβλεπε σκανδαλωδώς τους υπάρχοντες συσχετισμούς ισχύος και έστρεφε αποκλειστικά το ενδιαφέρον της στην επάνοδο του βασιλιά Κωνσταντίνου. Αυτός ο απερίγραπτος πολιτικός τυχοδιωκτισμός οδήγησε στην ήττα των Ελλήνων στη Μικρά Ασία. Η τακτική του Βενιζέλου, αντίθετα, σταθμιζόταν από τη δυνατότητα της ελληνικής πολιτικής να διαμορφώνει τη στάση της βασιζόμενη στην εκτίμηση της ισχύος των Μεγάλων Δυνάμεων, ιδίως δε της Βρετανίας, δίχως να βασίζεται ιδιαίτερα στις ισχνές πραγματικές δυνατότητες της χώρας. Έτσι, την κρισιμότερη ιστορική περίοδο για τον νεότερο ελληνισμό η ορθή βενιζελική πολιτική έμελλε να εφαρμοστεί με εγκληματικά πλημμελή τρόπο από τους κατ’ εξοχήν εχθρούς της…

Η επικύρωση της συνθήκης δεν έγινε από κανένα συμμαχικό Κοινοβούλιο (ούτε από το ελληνικό), καθώς μετά την επαναφορά του Κωνσταντίνου στον ελληνικό θρόνο διαταράχθηκαν οι σχέσεις με τις Συμμαχικές Δυνάμεις, οι οποίες ποτέ δεν τον αναγνώρισαν ως αρχηγό του ελληνικού κράτους. Προφανώς και η Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση απέφυγε να αναγνωρίσει ή να επικυρώσει τη Συνθήκη των Σεβρών.

Έτσι, οι Έλληνες που είχαν αποβιβαστεί στη Σμύρνη αντιμετωπίστηκαν ως εισβολείς και ο αρχηγός των εθνικιστών Κεμάλ Ατατούρκ κήρυξε απελευθερωτικό αγώνα, τον οποίο και κέρδισε. Στις 11 Οκτωβρίου του 1922 στα Μουδανιά υπογράφτηκε από τους εκπροσώπους της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας και από τον Ισμέτ Πασά, γνωστότερό μας ως Ινονού, ανακωχή, στην οποία η Ελλάδα προσχώρησε στις 14 Οκτωβρίου. Λίγες μέρες αργότερα, την 1η Νοεμβρίου, ο Κεμάλ κατέλυσε το σουλτανάτο εκθρονίζοντας τον Μεχμέτ ΣΤ’. Από τις στάχτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε γεννηθεί το νέο τουρκικό κράτος. Το νέο αυτό κράτος δεν δεσμευόταν από τους όρους της Συνθήκης των Σεβρών, τους οποίους και επεδίωξε να ακυρώσει. Θα ήταν άραγε υπερβολή αν προσθέταμε ότι αυτό έγινε με την αμέριστη βοήθειά μας;

Πηγή – Φωτό: Ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπογράφει τη Συνθήκη των Σεβρών (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα)

Διαβάστε επίσης:

Δημοκρατία με εθνικό τίμημα

Και εγένετο Μεταπολίτευση!

Πώς φτάσαμε στα Ιουλιανά! – Μέρος Δεύτερο

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΚΥΡΙΑΚΗ 05.05.2024 10:14