Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
«Ρωσική απειλή» και ευρωπαϊκή ανασφάλεια - Ο φόβος ως πολιτικό εργαλείο για τα αδιέξοδα της Δύσης
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
Την τελευταία διετία, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις – από τη Γερμανία και τη Γαλλία μέχρι την Πολωνία και τις Βαλτικές Χώρες – επαναλαμβάνουν ότι «ο κίνδυνος από τη Ρωσία» είναι υπαρκτός και επίμονος.
Ωστόσο, πίσω από αυτήν τη ρητορική, διαφαίνεται ότι ο φόβος λειτουργεί περισσότερο ως πολιτικό και οικονομικό εργαλείο παρά ως ρεαλιστική προειδοποίηση για πολεμική απειλή.
«Εργαλειοποίηση» του φόβου
Η εικόνα μιας «επιθετικής Ρωσίας» λειτουργεί πρώτα και κύρια ως πολιτικός συνεκτικός ιστός για κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν εσωτερικές πιέσεις και κοινωνική κόπωση.
- Η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία αξιοποιούν τη ρωσική απειλή για να συσπειρώσουν την κοινή γνώμη, ενισχύοντας την αποδοχή της στρατιωτικής παρουσίας του ΝΑΤΟ και των αυξημένων αμυντικών δαπανών.
- Ο φόβος ενός «εξωτερικού εχθρού» βοηθά στη συγκάλυψη εσωτερικών αδιεξόδων: πληθωρισμός, ενεργειακό κόστος, πολιτική αστάθεια, κοινωνική δυσαρέσκεια.
- Παράλληλα, καλλιεργεί το επιχείρημα της ανάγκης για ευρωπαϊκή «στρατηγική αυτονομία», δηλαδή τη συγκρότηση κοινής αμυντικής πολιτικής υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ.
Οικονομικά συμφέροντα
Η διαρκής ένταση με τη Ρωσία εξυπηρετεί και συγκεκριμένα οικονομικά κέντρα συμφερόντων εντός της Ευρώπης και του ευρύτερου δυτικού μπλοκ.
- Οι αμυντικές βιομηχανίες της Γερμανίας και της Γαλλίας βλέπουν εκρηκτική αύξηση παραγγελιών. Η πολεμική προετοιμασία γίνεται μοχλός οικονομικής ανάκαμψης.
- Η ενεργειακή αποδέσμευση από τη Ρωσία, μετά το 2022, οδήγησε σε νέες εξαρτήσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες, μέσω του ακριβού αμερικανικού LNG και της ανασύνθεσης ενεργειακών συμμαχιών.
- Η μόνιμη «ρωσική απειλή» νομιμοποιεί επενδύσεις σε στρατιωτικές υποδομές, έρευνα και όπλα, αναζωογονώντας έναν ολόκληρο βιομηχανικό κλάδο που είχε μαραζώσει μετά τον Ψυχρό Πόλεμο.
«Δικαιολογημένες» ανησυχίες
Όλα τα προηγούμενα δεν σημαίνουν ότι φόβοι και ανησυχίες που διαποτίζουν τις κοινωνίες στην ανατολική Ευρώπη είναι εντελώς αβάσιμες ή κατασκευές πολιτικών σκοπιμοτήτων. Οι χώρες που συνορεύουν με τη Ρωσία έχουν απευθείας βιώματα απειλής.
- Η Πολωνία και οι Βαλτικές Δημοκρατίες αισθάνονται εκτεθειμένες λόγω γεωγραφίας και ιστορικής εμπειρίας.
- Η Ρωσία έχει δείξει επεκτατική συμπεριφορά (Κριμαία 2014, εισβολή στην Ουκρανία 2022, εμπλοκή σε Γεωργία και Μολδαβία).
- Επιπλέον, η χρήση κυβερνοεπιθέσεων και παραπληροφόρησης αποτελεί μόνιμη μορφή πίεσης στα κράτη αυτά.
Η οπτική της Μόσχας
Μπαίνοντας «στα παπούτσια» της Ρωσίας και λαμβάνοντας υπόψη τα πρόσφατα ιστορικά βιώματα της χώρας ίσως μπορεί κάποιος να κατανοήσει τις επιδιώξεις και (κυρίως) τις πράξεις του Κρεμλίνου.
- Η Ρωσία έχει υποστεί δύο μεγάλες εισβολές από τη Δύση – από τον Ναπολέοντα το 1812 και τον Χίτλερ το 1941.
- Η μνήμη αυτών των γεγονότων διαμόρφωσε ένα διαρκές σύνδρομο περικύκλωσης, που ενισχύθηκε μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
- Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς θεωρήθηκε στη Μόσχα παραβίαση άτυπων δεσμεύσεων της δεκαετίας του ’90, τροφοδοτώντας την πεποίθηση ότι η Δύση επιδιώκει να την περιορίσει.
- Έτσι, η Ρωσία αντιλαμβάνεται τις δικές της κινήσεις ως «προληπτική άμυνα» και όχι ως επιθετική πολιτική.
Η εκτίμηση των υπηρεσιών
Οι περισσότερες (και πιο αξιόπιστες) δυτικές «δεξαμενές σκέψης» συγκλίνουν σε ένα κοινό συμπέρασμα: η πιθανότητα ρωσικής επίθεσης σε χώρα της δυτικής Ευρώπης θεωρείται εξαιρετικά χαμηλή έως ανύπαρκτη.
- Η Ρωσία είναι βαθιά εμπλεκόμενη στον πόλεμο της Ουκρανίας και δεν διαθέτει επιχειρησιακές ή οικονομικές δυνατότητες για δεύτερο μέτωπο.
- Το πιθανότερο σενάριο περιορίζεται σε υβριδικές ενέργειες: κυβερνοεπιθέσεις, ενεργειακές πιέσεις, προπαγάνδα.
Συνολικά, η ρητορική περί «ρωσικής απειλής» αποτελεί μείγμα πραγματικότητας και πολιτικής αξιοποίησης.
Η Ρωσία πράγματι διατηρεί αναθεωρητικές τάσεις και βλέπει την ασφάλειά της μέσα από την ιστορική καχυποψία απέναντι στη Δύση.
Όμως, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μετατρέπουν τον φόβο αυτόν σε εργαλείο εσωτερικής συσπείρωσης και οικονομικής ενίσχυσης. Η κοινή εκτίμηση των υπηρεσιών ότι ο κίνδυνος ρωσικής επίθεσης στη δυτική Ευρώπη είναι πρακτικά ανύπαρκτος δείχνει πως ο πραγματικός στόχος δεν είναι η προετοιμασία για πόλεμο, αλλά η διατήρηση ενός πλαισίου φόβου που ενισχύει τη δυτική συνοχή.
Εντέλει, η Ευρώπη δεν απειλείται άμεσα από ρωσικά στρατεύματα, αλλά από τη μονιμοποίηση ενός ψυχροπολεμικού τρόπου σκέψης. Η υπέρβασή του απαιτεί πολιτικό ρεαλισμό και ιστορική αυτογνωσία – δύο αρετές που σήμερα σπανίζουν και στις δύο πλευρές του «νέου» διχασμένου κόσμου.
Η θέση της Ελλάδας
Η Ελλάδα συμμετέχει ενεργά στη δυτική αφήγηση περί ρωσικής απειλής, κυρίως ως κράτος – μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε.
Παρότι δεν βρίσκεται στην πρώτη γραμμή αντιπαράθεσης, υιοθέτησε πλήρως το ευρωπαϊκό πλαίσιο κυρώσεων κατά της Μόσχας και ενίσχυσε τις αμερικανικές στρατιωτικές υποδομές σε Αλεξανδρούπολη, Σούδα και Στεφανοβίκειο.
Η στάση αυτή ερμηνεύεται λιγότερο ως φόβος ρωσικής επιθετικότητας και περισσότερο ως προσπάθεια εδραίωσης του γεωπολιτικού της ρόλου εντός της Δύσης.
Ωστόσο, η επιλογή αυτή έχει και κόστος: η ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία αύξησε το ενεργειακό κόστος, ενώ περιόρισε τα περιθώρια πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.
Στο εσωτερικό, η ρητορική περί «ασφάλειας» χρησιμοποιείται ως επιχείρημα για την εμβάθυνση της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας και για την προβολή της Ελλάδας ως «πυλώνα σταθερότητας» στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Έτσι, η Αθήνα κινείται περισσότερο μέσα σε ένα δυτικό πλαίσιο πολιτικού ρεαλισμού και συμβολικής πίστης, παρά σε ένα περιβάλλον άμεσης απειλής ή στρατηγικής αναγκαιότητας απέναντι στη Ρωσία.
Διαβάστε επίσης
Copernicus: Ο Σεπτέμβριος του 2025 ο τρίτος πιο θερμός μήνας στην ιστορία
Νέο ρωσικό σφυροκόπημα στην Ουκρανία – Τρεις νεκροί και δύο τραυματίες