Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το Σχέδιο για την αντιμετώπιση των υδατικών κινδύνων της Θεσσαλίας, με αφορμή την επικείμενη εκδίκαση της προσφυγής που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας και θα συζητηθεί στις 3 Δεκεμβρίου για την ακύρωση του Σχεδίου Διαχείρισης Υδάτων (ΣΔΛΑΠ) του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας, παρουσίασε ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας Δημήτρης Κουρέτας σε συνέντευξη τύπου που παραχώρησε σήμερα Δευτέρα 3 Νοεμβρίου στην αίθουσα της ΕΝΠΕ στην Αθήνα.
Μεταξύ άλλων δήλωσε: «Να αρχίσει συντεταγμένα και χωρίς άλλη καθυστέρηση η σταδιακή εφαρμογή του ΣΔΛΑΠ Θεσσαλίας, καθώς και το αντίστοιχο της Στερεάς Ελλάδος (ΛΑΠ Αχελώου), ειδικά για το ορεινό τμήμα των Αγράφων το οποίο υπάγεται στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, εκεί όπου έχουν επί δεκαπέντε χρόνια εγκαταλειφθεί τα ημιτελή έργα Αχελώου. Γιατί χωρίς νερό δεν μπορεί να υπάρξει αγροτική παραγωγή και χωρίς αγροτική παραγωγή δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον για τη Θεσσαλία, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα. Για όλους αυτούς τους λόγους καλούμε την κυβέρνησή να ενεργοποιηθεί άμεσα στην επανεκκίνηση των έργων Αχελώου».

Ο κ. Κουρέτας έχοντας στο πλευρό του τον καθηγητή στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιώργο Μπάλια και τον σύμβουλό του σε θέματα Υδάτων Κώστα Γκούμα, μίλησε για τις φετινές, ιδιαίτερα δυσμενείς, συνθήκες λειψυδρίας που αντιμετώπισε ο θεσσαλικός κάμπος και τις σημαντικές περιβαλλοντικές και οικονομικές επιπτώσεις που θα προκύψουν από τη μη εφαρμογή του ΣΔΛΑΠ Θεσσαλίας. «Η εγκατάλειψη των αρδευόμενων εκτάσεων θα επιφέρει σημαντική μείωση του αγροτικού εισοδήματος κατά 25%, κάτι που σήμερα, από κοινού με τους υδατικούς κινδύνους, αποτελεί καθοριστικό στοιχείο για την παραμονή αυτών των ανθρώπων στον τόπο τους και για την συνέχιση του αγροτικού επαγγέλματος», όπως υπογράμμισε ο κ. Κουρέτας.
Ο Περιφερειάρχης ζήτησε παρόμοια αντιμετώπιση όπως αυτή που παρουσιάστηκε πριν λίγες ημέρες για την ΕΥΔΑΠ και την Αττική και για τη Θεσσαλία, δηλαδή πλήρη σχεδιασμό, δέσμευση – εκ μέρους της κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού – για το χρονοδιάγραμμα, τους οικονομικούς πόρους και τους φορείς που θα υλοποιήσουν τα έργα.

Το πρόβλημα της λειψυδρίας
Σύμφωνα με τον κ. Κουρέτα «παρά τις μεγάλες οικονομικές, τεχνολογικές αλλά και κοινωνικές αλλαγές που υπήρξαν στη χώρα μας, το πρόβλημα υδατικής ασφάλειας της Θεσσαλίας παραμένει άλυτο. Οι κίνδυνοι από επαναλαμβανόμενες πλημμύρες στην λεκάνη απορροής Πηνειού γίνονται μεγαλύτεροι, το πρόβλημα ασφάλειας της Θεσσαλίας από τα φαινόμενα ξηρασίας και λειψυδρίας παραμένει, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες μεγεθύνεται η οικολογική καταστροφή που συντελείται στα υδάτινα οικοσυστήματα. «Είμαι πλέον πεπεισμένος και το δηλώνω σε κάθε ευκαιρία, ότι χωρίς νερό δεν μπορεί να υπάρξει αγροτική παραγωγή και χωρίς αγροτική παραγωγή δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον για τη Θεσσαλία, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα». Η γενεσιουργός αιτία ήταν και παραμένει η επί δεκαετίες ακραία αναντιστοιχία ανάμεσα στη ‘ζήτηση’ νερού (κυρίως για τις αρδεύσεις) και στην περιορισμένη ‘προσφορά’ αποθεμάτων νερού στην Θεσσαλία. Επίσης η ‘ληστρική’ εκμετάλλευση των υπόγειων υδροφορέων με υπεραντλήσεις από περίπου 33.000 γεωτρήσεις, οδηγούν με βεβαιότητα την περιοχή στην ερημοποίηση», σημείωσε ο Περιφερειάρχης.

Κίνδυνος ερήμωσης της υπαίθρου
Ο κ. Κουρέτας αναφέρθηκε και στη βίαιη αναδιάρθρωση καλλιεργειών που επιχειρείται στη Θεσσαλία. Όπως είπε: «τα τελευταία χρόνια, όσο δεν αντιμετωπίζεται το αρνητικό υδατικό ισοζύγιο, μειώνονται δραματικά οι αρδευόμενες εκτάσεις της Θεσσαλίας, ενώ ταυτόχρονα συρρικνώνεται το αγροτικό εισόδημα του μεγαλύτερου και παραγωγικότερου κάμπου της χώρας. Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα, να επανέρχεται η συζήτηση σχετικά με το είδος καλλιεργειών, στον θεσσαλικό κάμπο. Η σημερινή παραγωγική γεωργία βρίσκεται σε κίνδυνο κατάρρευσης από έλλειψη αρδευτικού νερού. Οι ξηρικές καλλιέργειες με μέσο κύκλο εργασιών 60-100 ευρώ/στρ. υστερούν σημαντικά έναντι. των αρδευόμενων με 500 ευρώ/στρ. Εάν δεν επιτευχθεί η κάλυψη του υδατικού, τότε μοιραία θα μειωθούν οι αρδευόμενες καλλιέργειες κατά 1.000.000 στρ.
Και τα διλήμματα πληθαίνουν δεδομένου ότι μια πιθανή άμεση μείωση των αρδευόμενων καλλιεργειών υπέρ των ξηρικών θα επιφέρει ταυτόχρονη μείωση του κύκλου εργασιών κατά 300 – 400 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο και σημαντική μείωση του αγροτικού εισοδήματος κατά 25%, κάτι που σήμερα, από κοινού με τους υδατικούς κινδύνους, αποτελεί καθοριστικό στοιχείο για την παραμονή αυτών των ανθρώπων στον τόπο τους και για την συνέχιση του αγροτικού επαγγέλματος».

Η μάχη στο ΣτΕ
Καταλήγοντας ο κ. Κουρέτας ζήτησε να αρχίσει συντεταγμένα και χωρίς άλλη καθυστέρηση η σταδιακή εφαρμογή του ΣΔΛΑΠ Θεσσαλίας, καθώς και το αντίστοιχο της Στερεάς Ελλάδος (ΛΑΠ Αχελώου), ειδικά για το ορεινό τμήμα των Αγράφων, το οποίο υπάγεται στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, εκεί όπου έχουν επί δεκαπέντε χρόνια εγκαταλειφθεί τα ημιτελή έργα Αχελώου, καλώντας την κυβέρνησή να ενεργοποιηθεί άμεσα προς την επανεκκίνηση των έργων Αχελώου, ακολουθώντας τον εγκεκριμένο «οδικό χάρτη» που περιέχεται στο ΣΔΛΑΠ και ο οποίος προς το παρόν παραμένει αναξιοποίητος.
Χαρακτήρισε «σημαντική την δημιουργία του νέου οργανισμού ΟΔΥΘ», ζητώντας «μεγαλύτερη στήριξη στην διοίκησή του και να υπάρξει επιτάχυνση των διαδικασιών λειτουργίας του, ώστε το εγχείρημα να πετύχει και να αποτελέσει πρότυπο οργανισμού διαχείρισης των υδάτων σε όλη τη χώρα».
Τέλος, κάλεσε την κυβέρνηση να οριστικοποιήσει τις αποφάσεις της για το μέλλον της Θεσσαλίας, που σχετίζεται τόσο με την ανάλογη πολιτική στη γεωργία και το μείγμα των καλλιεργειών, όσο και με τα αναγκαία τεχνικά έργα (ταμιευτήρες, δίκτυα μεταφοράς κ.ά) που θα προστατεύσουν τα οικοσυστήματα μας (υπόγειοι υδροφορείς, Πηνειός, Ταμιευτήρας Κάρλας κλπ.). «Για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τα επόμενα χρόνια την λειψυδρία στη Θεσσαλία, ζητάμε παρόμοια αντιμετώπιση όπως αυτή που παρουσιάστηκε πριν λίγες ημέρες για την ΕΥΔΑΠ και την Αττική, δηλαδή πλήρη σχεδιασμό, δέσμευση – εκ μέρους της κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού- για το χρονοδιάγραμμα, τους οικονομικούς πόρους και τους φορείς που θα υλοποιήσουν τα έργα. Μόνο με παρόμοιες άμεσες κυβερνητικές αποφάσεις, με διαφάνεια και με την συνεργασία όλων των Θεσσαλών θα μπορέσουμε να ατενίσουμε το μέλλον με αισιοδοξία και να σχεδιάσουμε σοβαρά την επόμενη μέρα μιας Θεσσαλίας που πέρασε και εξακολουθεί να περνάει δύσκολες μέρες!» κατέληξε.
Παρόντες στη συνέντευξη τύπου ήταν η πρόεδρος του Περιφερειακού Συμβουλίου Θεσσαλίας Χρύσα Τσαγανού, η χωρική Αντιπεριφερειάρχες ΠΕ Λάρισας Μαρία Γαλλιού, ΠΕ Τρικάλων Χρύσα Ντιντή, ο θεματικός Αντιπεριφερειάρχης Κοινωνικής Πολιτικής και Οικογένειας Χρήστος Γκουρομπίνος, ο πρόεδρος του ΟΔΥΘ Νικ. Δέρκας, το μέλος της ΕΔΥΘΕ Τάσος Μπαρμπούτης, οι καθηγητές στο ΕΜΠ κ.κ. Κουτσογιάννης, Μαμάσης, κ.ά.

«Α. Βρισκόμαστε σήμερα μπροστά στα μέσα ενημέρωσης με αφορμή την προσφυγή που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την ακύρωση των Σχεδίων Διαχείρισης υδάτων (ΣΔΛΑΠ) στις Λεκάνες Απορροής των Ποταμών Πηνειού και Αχελώου και η οποία αναμένεται να εκδικαστεί την 3η Δεκεμβρίου τρέχοντος έτους.
Η πραγματική όμως ανάγκη που έχουμε, η Περιφέρεια Θεσσαλίας και ο λαός της περιοχής μας είναι να ενημερώσουμε την κοινή γνώμη της χώρας – και ευελπιστούμε πως θα συμβάλετε σε αυτό – για το διαχρονικό υδατικό – οικολογικό και παραγωγικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Θεσσαλία.
Παρά τις μεγάλες οικονομικές, τεχνολογικές αλλά και κοινωνικές αλλαγές που υπήρξαν στη χώρα μας, το πρόβλημα υδατικής ασφάλειας της Θεσσαλίας παραμένει άλυτο.
Οι κίνδυνοι από επαναλαμβανόμενες πλημμύρες στην λεκάνη απορροής Πηνειού γίνονται μεγαλύτεροι, το πρόβλημα ασφάλειας της Θεσσαλίας από τα φαινόμενα ξηρασίας και λειψυδρίας παραμένει, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες μεγεθύνεται η οικολογική καταστροφή που συντελείται στα υδάτινα οικοσυστήματα.
Β. Ως συνέπεια των παραπάνω, επικρατεί έντονη αγωνία και προβληματισμός σχετικά με την διαμόρφωση μιας βιώσιμης μελλοντικής πορείας στην περιοχή μας και ειδικά σε ό,τι αφορά την διαχείριση των υδάτινων πόρων, τον πρωτογενή τομέα και την επισιτιστική ασφάλεια. Είμαι πλέον πεπεισμένος και το δηλώνω σε κάθε ευκαιρία, ότι “Χωρίς νερό δεν μπορεί να υπάρξει αγροτική παραγωγή και χωρίς αγροτική παραγωγή δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον για τη Θεσσαλία, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα“.
Για μία ακόμη φορά βιώσαμε εφέτος ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες λειψυδρίας και όπως ήταν φυσικό η τεράστια έλλειψη αποθεμάτων επιφανειακών υδάτων ήταν αδύνατο να αντιμετωπισθεί με τα περιορισμένα νερά του υδροηλεκτρικού έργου Ν. Πλαστήρα, δεδομένου πως η “στήριξη” του κάμπου από τα νερά αυτού του ταμιευτήρα έχει προ πολλού εξαντλήσει τα όριά της.
Για τα διαχρονικά προβλήματα λειψυδρίας, η γενεσιουργός αιτία ήταν και παραμένει η επί δεκαετίες ακραία αναντιστοιχία ανάμεσα στην “ζήτηση” νερού (κυρίως για τις αρδεύσεις) και στην περιορισμένη «προσφορά» αποθεμάτων νερού στην Θεσσαλία. Επίσης η «ληστρική» εκμετάλλευση των υπόγειων υδροφορέων με υπεραντλήσεις από περίπου 33.000 γεωτρήσεις, οδηγούν με βεβαιότητα την περιοχή στην ερημοποίηση.
Οφείλουμε να επισημάνουμε πως τα τελευταία χρόνια, όσο δεν αντιμετωπίζεται το αρνητικό υδατικό ισοζύγιο, μειώνονται δραματικά οι αρδευόμενες εκτάσεις της Θεσσαλίας, ενώ ταυτόχρονα συρρικνώνεται το αγροτικό εισόδημα του μεγαλύτερου και παραγωγικότερου κάμπου της χώρας.
Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα, να επανέρχεται η συζήτηση σχετικά με το είδος καλλιεργειών, στο θεσσαλικό κάμπο.
Η σημερινή παραγωγική γεωργία βρίσκεται σε κίνδυνο κατάρρευσης από έλλειψη αρδευτικού νερού. Οι ξηρικές καλλιέργειες με μέσο κύκλο εργασιών 60-100 ευρώ/στρ. υστερούν σημαντικά έναντι. των αρδευόμενων με 500 ευρώ/στρ. Εάν δεν επιτευχθεί η κάλυψη του υδατικού, τότε μοιραία θα μειωθούν οι αρδευόμενες καλλιέργειες κατά 1.000.000 στρ.
Και τα διλήμματα πληθαίνουν δεδομένου ότι μια πιθανή άμεση μείωση των αρδευόμενων καλλιεργειών υπέρ των ξηρικών θα επιφέρει ταυτόχρονη μείωση του κύκλου εργασιών κατά 300 – 400 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο και σημαντική μείωση του αγροτικού εισοδήματος κατά 25%, κάτι που σήμερα, από κοινού με τους υδατικούς κινδύνους, αποτελεί καθοριστικό στοιχείο για την παραμονή αυτών των ανθρώπων στον τόπο τους και για την συνέχιση του αγροτικού επαγγέλματος.
Γ. Θεωρούμε ιδιαίτερα θετικό πως το Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας διαθέτει πλέον ένα ολοκληρωμένο Σχέδιο Διαχείρισης Υδάτων (ΣΔΛΑΠ). Ειδικά για την Θεσσαλία η τελευταία αναθεώρηση και έγκριση του ΣΔΛΑΠ επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης, δημιούργησε βάσιμες ελπίδες υπέρβασης των προβλημάτων λειψυδρίας στο εγγύς μέλλον και πολλές προσδοκίες στην Περιφέρεια και σε εμένα προσωπικά.
Ως Περιφέρεια Θεσσαλίας συνειδητοποιώντας πλήρως τις δύσκολες συνθήκες που βιώνουμε και τις δυσοίωνες προοπτικές, μπορούμε να ατενίζουμε το μέλλον με αισιοδοξία ΜΟΝΟ υπό μια βασική προϋπόθεση : Να αρχίσει συντεταγμένα και χωρίς άλλη καθυστέρηση η σταδιακή εφαρμογή του ΣΔΛΑΠ Θεσσαλίας, καθώς και το αντίστοιχο της Στερεάς Ελλάδος (ΛΑΠ Αχελώου), ειδικά για το ορεινό τμήμα των Αγράφων το οποίο υπάγεται στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, εκεί όπου έχουν επί δεκαπέντε χρόνια εγκαταλειφθεί τα ημιτελή έργα Αχελώου.
Δ. Παραμένοντας στο θέμα αυτό, το οποίο άλλωστε είναι το επίδικο και της υπό συζήτηση προσφυγής στο ΣΤΕ, για ακόμη μια φορά επιβεβαιώθηκε με το εγκεκριμένο ΣΔΛΑΠ ότι η μεταφορά 250 εκατ. κ. μ. νερού ετησίως από την λεκάνη Αχελώου αποτελεί τον βασικό πυλώνα ευστάθειας του υδατικού ισοζυγίου της Θεσσαλίας και μονόδρομο για την επιβίωσή της. Η ολοκλήρωση του φρλαγματος Συκιάς επί του Αχελώου και της σήραγγας των 17,8 χλμ. που θα επιτρέψει την μεταφορά των υδάτων στην λεκάνη Πηνειού, αποτελούν το πρώτο και βασικό έργο του εγκεκριμένου ΣΔΛΑΠ που πρέπει άμεσα να δρομολογηθεί, δεδομένου ότι – όπως προκύπτει και από τις εκθέσεις Ελλήνων και ξένων πραγματογνωμόνων – τα έργα κινδυνεύουν από κατάρρευση και το ποτάμιο οικοσύστημα παραμένει επί αρκετά χρόνια “μπαζωμένο”.
Για όλους αυτούς τους λόγους καλούμε την κυβέρνησή να ενεργοποιηθεί άμεσα στην επανεκκίνηση των έργων Αχελώου, ακολουθώντας τον εγκεκριμένο “οδικό χάρτη” που περιέχεται στο ΣΔΛΑΠ και ο οποίος προς το παρόν παραμένει αναξιοποίητος.
Ε. Σε ότι αφορά τις παρεμβάσεις και υδατικά έργα που προβλέπονται στο ΣΔΛΑΠ για την λεκάνη Πηνειού και δρομολογήθηκαν κατά την εξαετή περίοδο της σημερινής κυβέρνησης, είναι προφανώς χρήσιμα αλλά όχι επαρκή, ενώ καθυστερεί ή δεν έχει αρχίσει ακόμη η κατασκευή τους.
Θεωρούμε ως ιδιαίτερα σημαντική την δημιουργία του νέου οργανισμού ΟΔΥΘ και εκτιμούμε πως η ουσιαστική του λειτουργία θα συμβάλει στην καλύτερη διαχείριση των υδατικών ζητημάτων στην περιοχή μας. Είναι σκόπιμο να δοθεί μεγαλύτερη στήριξη στην διοίκησή του και να υπάρξει επιτάχυνση των διαδικασιών λειτουργίας του, ώστε το εγχείρημα να πετύχει και να αποτελέσει το πρότυπο οργανισμού διαχείρισης των υδάτων σε όλη τη χώρα μας.
Κλείνοντας την σημερινή παρέμβαση μου, θεωρώ επιβεβλημένο η κυβέρνηση να οριστικοποιήσει τις αποφάσεις της για το μέλλον της Θεσσαλίας, που σχετίζεται τόσο με την ανάλογη πολιτική στη γεωργία και το μείγμα των καλλιεργειών, όσο και με τα αναγκαία τεχνικά έργα (ταμιευτήρες, δίκτυα μεταφοράς κ.α) που θα προστατεύσουν τα οικοσυστήματα μας (υπόγειοι υδροφορείς, Πηνειός, Ταμιευτήρας Κάρλας κλπ.).
Με λίγα λόγια για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τα επόμενα χρόνια την λειψυδρία στη Θεσσαλία, ζητάμε παρόμοια αντιμετώπιση όπως αυτή που παρουσιάστηκε πριν λίγες ημέρες για την ΕΥΔΑΠ και την Αττική, δηλαδή πλήρη σχεδιασμό, δέσμευση – εκ μέρους της κυβέρνησης και του Π/Θ – για το χρονοδιάγραμμα, τους οικονομικούς πόρους και τους φορείς που θα υλοποιήσουν τα έργα. Μόνο με παρόμοιες άμεσες κυβερνητικές αποφάσεις, με διαφάνεια και με την συνεργασία όλων των Θεσσαλών θα μπορέσουμε να ατενίσουμε το μέλλον με αισιοδοξία και να σχεδιάσουμε σοβαρά την επόμενη μέρα μιας Θεσσαλίας που πέρασε και εξακολουθεί να περνάει δύσκολες μέρες!».
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.