ΣΑΒΒΑΤΟ 27.09.2025 19:55
MENU CLOSE

Oδηγούν το καράβι στην ξέρα

20.01.2014 22:00

«Η γάγγραινα δεν θεραπεύεται με ασπιρίνες, θέλει νυστέρι», έλεγε γνωστός παράγοντας της αγοράς, σχολιάζοντας τις οικονομικές εξελίξεις και τις επιπτώσεις από την πολιτική των μνημονίων στη δραστηριότητα και τα μεγέθη των ελληνικών επιχειρήσεων.

Η δραστική μείωση της κατανάλωσης και η ασφυκτική έλλειψη ρευστότητας δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα για όλες τις επιχειρήσεις κάθε μεγέθους και δυναμικότητας, με αποτέλεσμα το σύνολο της επιχειρηματικής κοινότητας να ζει μέσα στην αγωνία και την αβεβαιότητα για το αύριο
Ο ίδιος άνθρωπος έλεγε στο «Π» ότι δεν υπάρχει άλλος χρόνος και θα πρέπει το συντομότερο δυνατό να αλλάξει η ρότα του καραβιού, διαφορετικά σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα όλοι και όλα θα έχουν καταρρεύσει. Κι ενώ οι επιχειρήσεις έχουν κάνει τις μεγαλύτερες δυνατές περικοπές, ξεκινώντας από το εργατικό κόστος και φτάνοντας μέχρι τη μετάθεση πληρωμών (τουλάχιστον όσων είχαν τη δυνατότητα) για αρκετούς μήνες αργότερα, έρχονται οι «σωματοφύλακες των μνημονίων» και δημιουργούν ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα, με την αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης και του κόστους παραγωγής.
Το πιο ουσιαστικό κομμάτι αυτού του κόστους είναι το ενεργειακό, κυρίως στις παραγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες βλέπουν τις δαπάνες για ενέργεια να εκτοξεύονται ακόμη και στο 40% της τελικής τιμής του προϊόντος.

Βάρος ασήκωτο
Στο σημείο αυτό, τα αρμόδια κυβερνητικά στελέχη συνεχίζουν την ίδια τακτική: Προσπαθούν επικοινωνιακά να μεταθέσουν τις ευθύνες σε άλλους και παράλληλα να αποκρύψουν το γεγονός ότι οι μνημονιακές πολιτικές τους είναι αυτές που κάνουν την ενέργεια πανάκριβη. Με άλλα λόγια, όσο φθηνότερα κι αν αναγκαστεί να πουλάει το ρεύμα η ΔΕΗ, όσο μεγαλύτερη έκπτωση πετύχει η ΔΕΠΑ από τους Ρώσους, όσο και να μειώσουν το λειτουργικό τους κόστος οι εταιρείες καυσίμων, τα τιμολόγια θα παραμείνουν στα ύψη.
Ο λόγος είναι πολύ απλός – αν και η κυβέρνηση προσπαθεί να τον αποκρύψει ή τον αποσιωπά – και αποτυπώνει την πραγματικότητα:
• Στο φυσικό αέριο έγινε ίσως η πιο «εγκληματική» επιβάρυνση με φόρους και δασμούς, που δημιούργησε πρόβλημα σε όλο το ενεργειακό σύστημα και όχι μόνο στους οικιακούς καταναλωτές.
Με την έναρξη εφαρμογής των μνημονιακών μέτρων η τότε κυβέρνηση αποφάσισε να επιβάλει Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, με αποτέλεσμα να αυξηθεί κατακόρυφα η τιμή του κυβικού. Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο στους μεγάλους καταναλωτές της ΔΕΠΑ και των τοπικών ΕΠΑ, καθώς αυτόματα αυξήθηκε το ενεργειακό τους κόστος. Μάλιστα, μία βιομηχανία που καλύπτει τις ανάγκες της με φυσικό αέριο πληρώνει δύο φορές τον ΕΦΚ! Κι αυτό γίνεται καθώς στην τιμή του αερίου που φτάνει στην πόρτα της μονάδας της έχει ήδη ενσωματωθεί ο συγκεκριμένος φόρος, ενώ και στον λογαριασμό που καλείται να πληρώσει μετά την κατανάλωση περιλαμβάνεται και ο ΕΦΚ για τις ποσότητες που κατανάλωσε!
Επιπλέον, ο ΕΦΚ επιβάλλεται και για τις ποσότητες που διατίθενται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι ήδη η ΔΕΗ και οι ιδιώτες παραγωγοί (όλες οι μονάδες τους είναι φυσικού αερίου) είδαν αυτομάτως το κόστος της μεγαβατώρας να αυξάνεται, σε μία περίοδο κατά την οποία θα έπρεπε να γίνουν μειώσεις τιμών, ώστε να στηριχθεί το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας και η κοινωνία. Κατ’ επέκταση το ακριβό αέριο δημιουργεί αυτόματες ανατιμήσεις και στην ηλεκτρική ενέργεια.
Επιπλέον, ο ΦΠΑ για την κατανάλωση «γαλάζιου καυσίμου» αυξήθηκε από το 5% στο 13%, με αποτέλεσμα να προκύπτουν νέες επιβαρύνσεις μαζί με τις υπόλοιπες αυξήσεις σε φόρους και δασμούς.
Έτσι όπως έχουν τα πράγματα, οποιαδήποτε έκπτωση κι αν πετύχει η ΔΕΠΑ στη διαπραγμάτευση με τους Ρώσους (οι πληροφορίες λένε ότι είναι μεταξύ 15% και 17%), το αέριο θα συνεχίσει να είναι πανάκριβο για την ελληνική αγορά. Δεν είναι μόνο η διαφορά από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο (υπολογίζεται σε 30% έως 33%) που απλώς μειώνεται και δεν εξαλείφεται, αλλά η ακρίβεια προκύπτει κυρίως από τις επιλογές των τελευταίων κυβερνήσεων να εφαρμόσουν φοροεισπρακτικά μέτρα στο συγκεκριμένο καύσιμο (και σε όλο τον ενεργειακό τομέα), αγνοώντας (;) τις επιπτώσεις στην οικονομία και την κοινωνία.
• Στον ηλεκτρισμό η επίπτωση από τη φορολογική επιβάρυνση του φυσικού αερίου είναι ήδη εμφανής και μάλιστα οι φόροι διπλοπληρώνονται (ίσως και τριπλοπληρώνονται) μέσα στην αλυσίδα από την παραγωγή έως την τελική κατανάλωση.
Είναι γνωστό ότι το λεγόμενο «τέλος ΑΠΕ» έχει αυξηθεί με πολλαπλάσιους ρυθμούς τα τελευταία τρία χρόνια, μεταφέροντας το βάρος της στρεβλής λειτουργίας της αγοράς και της «μαύρης τρύπας» στα ταμεία των Διαχειριστών (ΛΑΓΗΕ, ΑΔΜΗΕ) στις πλάτες των τελικών καταναλωτών. Επιπλέον, ο ΦΠΑ αυξήθηκε στο 13%, όπως επίσης και όλες οι άλλες επιβαρύνσεις που πληρώναμε κάθε δίμηνο στη ΔΕΗ, όπως δημοτικά τέλη, ΤΑΠ, το πρώην τέλος για την ΕΡΤ (που επανέρχεται για τη ΝΕΡΙΤ) και πολλά άλλα.
Από το 2011, εν τω μεταξύ, ο λογαριασμός του ρεύματος επιβαρύνθηκε και με το γνωστό «χαράτσι», αυξάνοντας τις υποχρεώσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, σε μία περίοδο κατά την οποία οι περικοπές έφεραν φουρτούνες στα ταμεία των οικογενειακών και των εταιρικών προϋπολογισμών.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, όσο και να συμπιέσει το κόστος της η ΔΕΗ ή όσο και να εφαρμοστούν ειδικά τιμολόγια για «ευπαθείς ομάδες», το ρεύμα θα εξακολουθήσει να είναι πανάκριβο, εφόσον δεν αναπροσαρμόζονται (τουλάχιστον) οι φοροεπιβαρύνσεις στα προ μνημονίου επίπεδα.
• Στα καύσιμα η υπόθεση είναι ακόμη πιο ξεκάθαρη. Όλοι γνωρίζουμε ότι το πετρέλαιο θέρμανσης έγινε… είδος πολυτελείας, με την εξίσωση του ΕΦΚ με το αντίστοιχο της κίνησης. Η κυβέρνηση και ο Στουρνάρας ισχυρίζονται ότι έτσι αντιμετωπίζουν το λαθρεμπόριο, ωστόσο δημιούργησαν το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα με εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες να μην μπορούν να θερμάνουν τα σπίτια τους και να περνούν τον χειμώνα ξεπαγιάζοντας.
Το θέμα, όμως, είναι ότι με τη φορομπηχτική πολιτική των μνημονιακών κυβερνήσεων γίναμε η χώρα με την ακριβότερη βενζίνη στην Ευρώπη, αυξήθηκε κατακόρυφα το κόστος μεταφοράς προϊόντων και μειώθηκαν τα έσοδα του Δημοσίου, κάτι που τα κυβερνητικά στελέχη προσπαθούν να κρύψουν με κάθε τρόπο.
Όπως προκύπτει, λοιπόν, δεν φταίνε μόνο οι «κακοί» Ρώσοι, ούτε η «παράξενη» ΔΕΗ, ούτε μόνο οι λαθρέμποροι. Βασικός υπεύθυνος για όσα αναγκαζόμαστε να επωμιστούμε είναι η πολιτική της φοροεπιδρομής που ασκούν οι κυβερνήσεις της μνημονιακής περιόδου.

 

ΣΑΒΒΑΤΟ 27.09.2025 19:52
Exit mobile version