search
ΔΕΥΤΕΡΑ 29.04.2024 14:47
MENU CLOSE

Πάνος Νιαβής στο topontiki.gr: «Μέσα από τους “10 πόντους Μαύρο Χιόνι” είδα τα τραύματα του εμφυλίου και τη θέση της γυναίκας στην επαρχία»

11.11.2023 07:30
niavis-new

Ο Πάνος Νιαβής, ο συγγραφέας του μυθιστορήματος «Δέκα πόντους Μαύρο Χιόνι», εκδόσεις Αρμός, μίλα στο topontiki.gr για την κεντρική ηρωίδα του βιβλίου του, φωτίζοντας τα πάθη του εμφυλίου και τη θέση της γυναίκας σε αυτή την ιστορική περίοδο και ιδιαίτερα στην τότε ελληνική επαρχία. 

Η Δασιά, η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου, με το λογοτεχνικό εύρημα της απολογίας της απευθείας στον Θεό μέσω του προσώπου της εγγονής της, διατρέχει την ιστορική περίοδο από την εποχή του Μεταξά μέχρι και τις παρυφές του 21ου αιώνα, φωτίζοντας με τον λόγο της, τα βάσανα και τους καημούς, τα πάθη και τα κρίματα της γυναίκας της υπαίθρου εκείνη τη σκοτεινή περίοδο. 

Μέσα από τη μυθοπλασία του, ο Πάνος Νιαβής, φωτίζει τον ζόφο και την ταπείνωση των ανθρώπων που ενεπλάκησαν στον εμφύλιο, ξοδεύοντας τη ζωή τους για υποθέσεις που δεν ήταν δικές τους.

Ταυτόχρονα, επιχειρεί να αναδείξει σειρά ζητημάτων όπως η εξαφάνιση της ντοπιολαλιάς, η διάλυση του πνεύματος του κοινοτισμού στον τόπο μας και περιγράφει με αδρές γραμμές τη μετάβαση από την οικιακή οικονομία στη βίαιη αστικοποίηση των ανθρώπων της υπαίθρου. 

Σε αυτό το συγκλονιστικό μυθιστόρημα, παρά τη σκληρότητα της περιγραφής των γεγονότων και των στιγμών που αναδεικνύουν την αγριότητα της εποχής μέσα από τα πάθη, τις ανομίες, τις παλινωδίες και τις «αμαρτίες» της Δασιάς (κεντρική ηρωίδα), ο αναγνώστης οδηγείται τελικά στην απόλαυση της καλής λογοτεχνίας. 

Αναλυτικά τι είπε στο topontiki.gr:

«Δέκα πόντους μαύρο χιόνι», είναι ο τίτλος του τελευταίου σας βιβλίου, ένα μυθιστόρημα μαγικού ρεαλισμού. Τι συμβολίζει ο τίτλος; Από πού τον εμπνευστήκατε;

«Κύριε Πηγαδά σας ευχαριστώ που μου δίνετε το χρόνο και το χώρο να σας μιλήσω για τους ΔΕΚΑ ΠΟΝΤΟΥΣ ΜΑΥΡΟ ΧΙΟΝΙ, ένα ιστορικό μυθιστόρημα μαγικού ρεαλισμού από τις εκδόσεις ΑΡΜΟΣ.

Προσπαθούσα χρόνια να πάρω στο κατόπι τα χνάρια των βημάτων παλιών ιστοριών, ζωών, τη μνήμη αποθαμένων και χαμένων ζωντανών και δεν  τα κατάφερνα! Ώσπου ένα βράδυ Φλεβάρη του 2016 ήρθε στο όνειρό μου η Δασιά με τη μορφή της Chunga, της ηρωίδας του Μάριο Βάργκας Λιόσα, από το μυθιστόρημά του «Το πράσινο σπίτι». Περπατούσε πάνω σε ένα καλά στρωμένο μαύρο χιόνι, βαμμένο από τις πληγωμένες ζωές ανθρώπων που αφανίστηκαν μέσα στις ιστορικές δίνες χωρίς να έχουν καμιά ευθύνη για ό,τι συνέβη εκείνα τα δίσεχτα χρόνια του Εθνικού σπαραγμού. Πήρα τα χνάρια της προς τα πίσω μέσα στην ερημιά, τη δυστυχία, την αποσιώπηση και «είδα» στο κορμί της και στη ψυχή της όλα τα τραύματα του εμφυλίου και τη θέση της γυναίκας στην Ελληνική επαρχία εκείνων των καιρών. Κι ανάμεσα σε εκείνη τη γυναίκα που έφτιαξε η πένα μου, που έμοιαζε με πολλές που ήξερα και άλλες που δεν ήξερα αλλά είκαζα για την ταπείνωση και αφόρητες δυσκολίες τους κι έφτασα μέχρι το τέλος αυτού που για χρόνια πολλά μου φάνταζε αδύνατον».

Διαβάζοντας το βιβλίο σας, βλέπουμε ότι η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου, η Δασιά, είναι μια ηλικιωμένη γυναίκα που περνά τις μέρες της ζωής της στο γηροκομείο μιας επαρχιακής πόλης. Ποιες είναι οι δικές σας αναμνήσεις-βιώματα από την ελληνική επαρχία και πόσο έχει αλλάξει στο πέρασμα των χρόνων;

«Η ζωή μου έχει ακουμπήσει, από τύχη, σε τρείς πολιτισμικές και ιστορικές εποχές. Τον κοινοτισμό της μέσα Ελλάδας, τα χρόνια που η πρόσβαση ήταν είτε με τα πόδια, είτε με μεταφορικό ζώο. Τότε που το τηλέφωνο, το ηλεκτρικό ρεύμα, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση ήταν άγνωστες λέξεις. Οι άνθρωποι ένωναν δυνάμεις για να παλέψουν τις σκληρές συνθήκες διαβίωσης, αγνοούσαν το κράτος ακόμη και η έννοια Πατρίδα τους ήταν μακρινή και ίσως κάτι απόμακρο. Και η μόνη σχέση που είχαν με το κράτος, ήταν πως τους έπαιρνε τα παλικάρια για πολέμους σε τόπους μακρινούς που ούτε τους ήξεραν ούτε τους γνώριζαν. Σας καταθέτω τη γνώση πως η Ευρυτανία στο Αλβανικό έπος του 40 είχε το μεγαλύτερο αριθμό νεκρών στρατιωτών από κάθε άλλο νομό της Ελλάδας παρά το μικρό πληθυσμιακό της μέγεθος!

Ο εμφύλιος και η εμφάνιση του στρατού με αεροπλάνα, με βομβαρδισμούς σπιτιών, και οι αιματηρές συγκρούσεις αφ’ ενός έσπειραν τη διχόνοια και εμφιλοχώρησε μεταξύ τους το μίσος, αφ’ ετέρου η μεταφορά όλου του ορεινού πληθυσμού στις πόλεις για να στερήσουν τους αντάρτες από καθημερινά εφόδια τους έφερε σε επαφή με τη μισθωτή εργασία, την καλή πληρωμή σε σχέση με τι απέδιδε η δική τους ενασχόληση με τη Γη και τα ζώα, από το ξημέρωμα έως το βαθύ βράδιασμα, χωρίς αργίες και σχόλες, η οποία τους απέφερε καιρού και Θεού θέλοντος τα στοιχειώδη επιβίωσης στην καλύτερη περίπτωση.

Παιδί κι εγώ αυτής της μέσα Ελλάδας κάνοντας τη διαδρομή από εκεί ως την άκρη του κόσμου ταξιδεύοντας σε πάνω από εβδομήντα πέντε χώρες σε επαγγελματική βάση, κράτησα άσβεστη την προσδοκία της επιστροφής μετέχοντας σε τρεις εαυτούς. Ο πρώτος κοιτάει μπροστά, ο δεύτερος εντός μου και ο τρίτος ακροβατεί τα βράδια πίσω στις μνήμες και στα ερείπια. Οι δυο πρώτοι καμώνονται πως κατανοούν τον τρίτο γιατί το πρωί που ξυπνάμε και οι τρείς, ο τρίτος από κάπου επιστρέφει ματωμένος, με πληγωμένα τα πόδια, κλαμένα τα μάτια αλλά με αλαφρωμένη την ψυχή του…».   

Ποια ήταν η αφορμή για να γράψετε το συγκεκριμένο μυθιστόρημα; Τι σας ενέπνευσε;

«Θα είμαι ειλικρινής λέγοντας σας πως κάθε γραφιάς ανταποκρίνεται στο εσωτερικό του κάλεσμα και στην ψευδαίσθηση της αθανασίας που τη χαρίζει σε ελάχιστους η τέχνη της γραφής.

Αφού ξεπεραστεί το στάδιο που αντιμετωπίζεις τον εαυτό σου με τη συγκατάβαση του τρελού που προσπαθεί να σε πείσει πως το χιόνι καίει, η χελώνα είναι ωκύπους λαγός, και η αιωνιότητα εκτείνεται στα όρια της λάμψης μιας νυχτερινής αστραπής, έρχεται η εσωτερική ανάγκη να ανοίξεις διάλογο μαζί της. Η δική μου ανάγκη, χρόνια μου ζητούσε να διασώσω τις ζωές των ανώνυμων της ιστορίας από τη λήθη και τις ιδεολογικές αποσιωπήσεις ή τις κομματικές διαστρεβλώσεις νικητών και ηττημένων.  Έτσι, εγώ, γεννημένος στα μετεμφυλιακά χρόνια στο Μάραθο Αγράφων Ευρυτανίας, ένα τόπο που βρέθηκε στην καρδιά των συγκρούσεων στη διάρκεια του εμφυλίου. Σε ένα τόπο που ποτίστηκε με αδελφικό αίμα, που βίωσε πόνο και το άσβεστο μίσος βρήκε πρόσφορο έδαφος και λίπασμα να στοιχειώσει.

Οι απώλειες δυσανάλογες για τον πληθυσμό του, πενθηφόρησαν μάνες, γυναίκες, αδερφές και φορτώθηκαν με μια ισόβια λύπη! Οι πράξεις εκείνες χύνουν ακόμη δηλητήριο στις ζωές των επιγόνων. Θυμάμαι καλά και ακούω ακόμη συχνά τα βράδια τα μοιρολόγια τους γραμμένα στις εσοχές του χρόνου που περνάει αδιάφορος για τα ανθρώπινα βάσανα και τις πίκρες τους. Χαράχτηκαν τα πρόσωπά τους από αγιάτρευτες πληγές και από τη σφοδρότητα μιας αχρείαστης σύγκρουσης.

Επιγραμματικά, θα σας έλεγα  πως ετούτο το βιβλίο είναι το λογοτεχνικό άθροισμα και οι λεπτομερέρειες της ζωής πολλών ανθρώπων που χάθηκαν σιωπηλοί πριν προλάβουν να καταλάβουν πως υπήρξαν, κι εγώ αποφάσισα να τους δώσω φωνή και μια ζεστή αγκαλιά και να αναστηθούν σε ένα λυγμό του αναγνώστη που θα τους νοιώσει».

Πόσο σημαντικές είναι για εσάς οι λέξεις «συγγνώμη» και «αγκάλη», καθώς τις συναντάμε οπισθόφυλλο του βιβλίου σας;

«Ελάχιστος εγώ, μου δίνετε την ευκαιρία να θυμίσω σε αυτούς τους μεταβατικούς καιρούς, πως  οι άνθρωποι είμαστε ατελή όντα. Γεννημένοι και ικανοί για το καλύτερο αλλά συνάμα και για το χειρότερο. Ανάλογα αν επικρατεί το ένστικτο που ξυπνά μέσα μας το θηρίο ή ο Λόγος που μας δείχνει το δρόμο προς την απρόσιτη τελείωση και τη Θέωση.

Τα social media και η εμπορική τηλεόραση δημιούργησε ένα νέο τύπου ανθρώπου, του ανθρώπου της επίπλαστης τελειότητας, του καλού και του άτεγκτου, έτοιμος να δικάσει και να καταδικάσει ό,τι εξέχει από τις θρησκευτικές του αντιλήψεις, τις κοινωνικές του προσλήψεις, τις ατομικές πεποιθήσεις, και φυσικά τις ιδεολογικές του μονομέρειες. Κρυμμένος δε, πίσω από την ανωνυμία του πληκτρολογίου του, γίνεται εύκολα κήνσορας της προσποιητής καλοσύνης και έτοιμος να εξαφανίσει ό,τι εξέχει ή παρατρέπεται, ό,τι είναι αιρετικό, αμαρτωλό, βλάσφημο, ό,τι προέρχεται από το σκοτεινό Άλογον, των αρχαίων μας προγόνων, ό,τι είναι ο βρυχηθμός του ενστίκτου που δίνει ατέρμονες μάχες με τον έλλογο εαυτό μας, το καταδικάζει στην πυρά χωρίς ίχνος κατανόησης, ή χωρίς διάθεση να καταλάβει τον Άλλο.

Τους Ανθρώπους της παρεκτροπής και της απώλειας προσπάθησα να προασπιστώ στο πρόσωπο της Δασιάς μου, για να χωρέσουν στην ευρύχωρη αγκάλη της συγνώμης και της κατανόησης μας.

Γιατί συχνά- πυκνά συνάνθρωποί μας επιστρέφουν μια κάποια στιγμή, υπό απροσδόκητες συνθήκες, στο αρχέγονο θηρίο που κοιμάται εντός τους. Και εγκληματούν, παρανομούν, αγνοούν τους τρέχοντες νόμους και  παραβιάζουν τους  ηθικούς κανόνες μας.

Η κοινωνική εξέλιξη και ο πολιτισμός μας βρήκε δια του νόμου, τις ποινές ως τιμωρία τους, αλλά και σε μας άφησε τη βούληση να βλασταίνει η Αγάπη μας και η κατανόηση μας δια της συγνώμη μας, μετά την τιμωρία τους, να τους φέρουμε ξανά στο χώρο της δεύτερης ευκαιρίας χωρίς υψωμένο το φρύδι της απόρριψης».

Πώς καταφέρνει η Δασιά να φωτίσει άγνωστα περιστατικά της ζωής της;

«Δύσκολα τα κατάφερε! Κλάψαμε, θυμώσαμε διαφωνήσαμε, εγώ έσβηνα κι έγραφα και εκείνη είχε διαρκώς ανασηκωμένο το ύφος: «τι μου κάνεις εκεί βρε κοψόχρονο; Θα δώσω το μύθο με αυτά που γράφεις για μένα». Όταν όμως το μαύρο φόρεμα του διαρκούς πένθους της μου χαμογελούσε με ανεπαίσθητους χρωματισμούς, ήξερα πως συναινεί να κλείσω το κεφάλαιο και να πάμε παρακάτω. Έτσι επώδυνα μίλησε η Δασιά, γι’ αυτό μου πήρε πέντε χρόνια να ολοκληρωθεί το ΔΕΚΑ ΠΟΝΤΟΥΣ ΜΑΥΡΟ ΧΙΟΝΙ!».

Θα είστε ικανοποιημένος εάν ο αναγνώστης του βιβλίου σας κρατήσει….

«Θα είμαι σε διαρκή αγωνία αφού κάθε αναγνώστης είναι ο καθημερινός μου δικαστής και με κρατάει σε εγρήγορση! Για την ώρα μετά από δέκα οχτώ μήνες κυκλοφορίας, νοιώθω μια απέραντη και άφατη χαρά που οι αναγνώστες του πολλαπλασιάζονται γεωμετρικά, εισπράττοντας την ευαρέσκεια τους για το βιβλίο που διάβασαν.  

Καμιά φορά, βέβαια, από επίγνωση, τρομάζω μην πέσω στην παγίδα της οίησης και τότε αγγίζω  ασυναίσθητα το στήθος μου, όταν ακούω καμιά κοντινή τουφεκιά από το στόμα φίλων ή γνωστών, που υπερθεματίζουν σε επαίνους και φιλοφρονήσεις και σαν παλιός καπετάνιος ρίχνω αμέσως τις άγκυρες, μην και παρασυρθώ στα βράχια και βουλιάξω αύτανδρος…».      

Τι να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον; Ετοιμάζετε κάτι;

«Έχει μπει μπροστά το δεύτερο μέρος τούτης της τριλογίας. Ελπίζω αν η Ζωή και οι περιστάσεις το επιτρέψουν σε 2-3 χρόνια θα έχει καταθέσει τη δική του απολογία, ο άντρας της Δασιάς, ο Γίας Λιοκής! Οψόμεθα».

Διαβάστε επίσης:

Οι Σαμουράι που μαζεύουν σκουπίδια στο Τόκιο (Videos)

John Pasche: Ο άνθρωπος και η ιστορία πίσω από το διάσημο logo των Rolling Stones

Πέντε ελληνικές πόλεις που αξίζει να επισκεφθείς… για τα κάστρα τους (Photos)

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΔΕΥΤΕΡΑ 29.04.2024 14:47