search
ΣΑΒΒΑΤΟ 19.07.2025 20:52
MENU CLOSE

 Η τέχνη στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή

03.04.2025 07:33
niki

Τίτλος ταινίας: Νίκι
Σύνοψη: Πρόκειται για την ιστορία της εικαστικού, γλύπτριας και σκηνοθέτιδας Νίκι ντε Σεν Φαλ, καθώς με τον άντρα της και το παιδί της μετακομίζει από τη Βοστόνη στο Παρίσι, μόλις στα είκοσι δύο της χρόνια. Πίσω της η Αμερική, μπροστά το Παρίσι. Πίσω της το παιδικό τραύμα, μπροστά της η τέχνη…
Σκηνοθεσία: Σελίν Σαλέτ
Παίζουν: Σαρλότ Λε Μπον, Τζον Ρόμπινσον, Νταμιέν Μπονάνος

Η Νίκι μπροστά στον πίνακα του Ζερικό, «Η σχεδία της μέδουσας». Έτσι ξεκινάει η ταινία. Πρόκειται για τη Νίκι, μια φιγούρα η οποία επεξεργάζεται το Λούβρο. Λίγο μετά, η Νίκι θαυμάζει το γλυπτό «Η μέδουσα», με τα φίδια να έχουν τη θέση των μαλλιών και στο τρίτο πλάνο όνειρο με φίδια. Στο τέλος, ένα μαχαίρι στα χέρια της. Δε γνωρίζουμε ακόμη για ποιά γυναίκα πρόκειται, αλλά αντιλαμβανόμαστε το πρόβλημά της: ο φαλλός. Όλα τα προηγούμενα αποτελούν γνωστές συμβολικές μορφές του φαλλού στην ψυχανάλυση.

Γρήγορα μαθαίνουμε την ταυτότητα της νεαρής κυρίας. Είναι η Νίκι, η οποία εξελίσσεται σε εμβληματική φιγούρα των εικαστικών, στα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Το ίδιο γρήγορα μας συστήνεται η οικογενειακή της κατάσταση. Αν και νεαρότατη, παντρεμένη με μια κόρη, αλλά και με ξεσπάσματα συναισθηματικών αναζητήσεων. Σύζυγός της, ένας διάσημος συγγραφέας (στην πραγματικότητα, πρόκειται για τον Χάρι Μάθιους), με τον οποίον έχουν μετακομίσει από τη Βοστόνη στο Παρίσι.

Σιγά σιγά ξεφυλλίζεται το άλμπουμ των καλλιτεχνικών ανησυχιών της Νίκι, που όλο και πιο απελπισμένα ζητάει να εισέλθει στον κόσμο της τέχνης. Παράλληλα εκτυλίσσεται μια σχέση της με τη βία των ψυχιατρείων, αλλά και με την ανδρική κυριαρχία του περιβάλλοντός της. Από το σύζυγό της, αρχικά, στον ψυχίατρό της, στους  ομότεχνους και στους εραστές της στη συνέχεια, συναντάει μια εκζήτηση κτητικότητας επάνω της, η οποία όσο μεγαλώνει, τόσο τη στέλνει στην αγκαλιά της τέχνης. Κάποια στιγμή, η φίλη και επίσης εικαστικός της λέει: «με δύο παιδιά κι έναν διάσημο σύζυγο, θα είσαι πάντα η κυρία του κυρίου, που ζωγραφίζει από χόμπι». Τα λόγια αυτά δρουν με τη μορφή ηλεκτροσόκ, ισχυρότερου κι απ’ αυτό που δοκίμασε στα ιδρύματα.  Ξεκινάει η επιχείρηση απελευθέρωσης…

Πριν από αυτήν, η Νίκι αποπειράται να απελευθερωθεί από το παιδικό της τραύμα. Από τις πάμπολλες ψυχαναλυτικές αναφορές στην ταινία, διακρίνεται η εμπλοκή με τη φιγούρα του πατέρα και η προσπάθεια αποκατάστασης ή υποκατάστασής της. Την ώρα που οι άνδρες γύρω της βλέπουν μια ωραία, ποθητή γυναίκα, η ίδια ψάχνει το γιατρικό της αγάπης για τη σωματική και ψυχική πληγή της.

Καθώς η πατρική φιγούρα απειλεί την ύπαρξή της, δραπετεύει από την καταδυνάστευσή της, διασχίζοντας το σκοτεινό τούνελ της τέχνης. Στην άκρη του περιμένει το φως της δημιουργίας, που δεν το απολαμβάνει κάποιος, αν δεν ξαπλώσει το έργο του στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή, να διαπιστώσει τα γιατί του πόνου του και τα πως της μεταποίησής του. Στο τέλος, δεν είναι κακό να παραδεχτούμε ότι η δημιουργία γεννιέται από αυτό που αδυνατεί να ζήσει ο καλλιτέχνης. Κάνει τέχνη γιατί δεν μπορεί να κάνει ζωή. Με το τελικό πλάνο, ο απόλυτος φαλλός, το όπλο, γίνεται κομμάτι διαδραστικού έργου τέχνης, «πινέλο» της Νίκι, που το χρησιμοποιεί για να μορφοποιήσει τους πίνακές της. Τότε δηλώνει και το ολοκληρωμένο όνομά της (Νίκι ντε Σεν Φαλ, κόρη εύπορου τραπεζίτη), τότε μπορεί και προφέρει ελεύθερα το όνομα του πατέρα.

Το ίδιο και η συγκεκριμένη ταινία, σε μεγάλο βαθμό «αυτοψυχαναλύεται», καθώς είναι φανερό ότι η σκηνοθέτης Σελίν Σαλέτ αναζητά τους λόγους που την οδηγούν να κάνει σινεμά. Αναρωτιέται για τη φυσιογνωμία του κινηματογράφου, αποπειράται κάποιους πειραματισμούς (για παράδειγμα, το μοιρασμένο, split, πλάνο για την περιγραφή ταυτόχρονων αντιδράσεων), καταγράφει τον πόνο και το θυμό της ηρωίδας της ως συμπάσχουσα, μπλέκει το χρόνο στην αφήγηση. Φαρμακάκια όλα αυτά, αφού το πραγματικό εργαλείο της τέχνης, η κινηματογραφική τόλμη, απουσιάζει. Αν και δεν υπάρχει καταγραφή της συνέχειας της πορείας της εικαστικού Νίκι Σεν Φαλ, γνωρίζουμε ότι μια από τις πλέον πρωτοποριακές της πράξεις – στο κίνημα του «νέου ρεαλισμού»της, όπου ανήκε – ήταν η αξιοποίηση των πάρκων, με τον τρόπο του Γκαουντί. Το πάρκο του τέλους του φιλμ, με τους διαδραστικούς πίνακες («πυροβολείστε, και φανταστείτε ένα πρόσωπο το οποίο μισείτε), και το « πάρκο των ταρό» στην Τοσκάνη, έβαλαν κυριολεκτικά  φρέσκο αέρα στην τέχνη.

Αντίθετα η σκηνοθέτης προτιμάει τη στρωτή, κάποιες φορές και κοινότοπη, αφήγηση. Θαυμάζει τη Νίκι Σεν Φαλ, αλλά δυσκολεύεται να τη μιμηθεί.

Αξιολόγηση: **1/2

Διαβάστε επίσης:

«John Wick»: Η Lionsgate επεκτείνει το franchise με νέες παραγωγές

CinemaCon 2025: Ο Sam Mendes παρουσίασε το επικό κινηματογραφικό εγχείρημα για τους Beatles (photos/video)

«Μπλόκο» ΚΑΣ στον Λάνθιμο: Δεν θα κάνει γυρίσματα στην Ακρόπολη

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΣΑΒΒΑΤΟ 19.07.2025 20:51