Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Τίτλος ταινίας: « Κλέφτης από σπόντα» («Caught stealing»)
Σύνοψη: Ο Χανκ Τόμσον είναι ένας παρ’ ολίγον αστέρας του μπέιζμπολ, ο οποίος εργάζεται σε ένα μπαρ της Νέας Υόρκης, με τη ζωή του να κυλά ομαλά, ως τη στιγμή που μπλέκει σε μια αναπάντεχη περιπέτεια.
Σκηνοθεσία: Ντάρεν Αρονόφσκι
Παίζουν: Όστιν Μπάτλερ, Ζόε Κράβιτς
Περίεργη κινηματογραφική προσωπικότητα, ιδιοφυές ως άτομο, ο Ντάρεν Αρονόφσκι αμφισβήτησε το Χόλιγουντ, την ίδια ώρα που το υπηρέτησε, όπως πράττει και με τη συγκεκριμένη ταινία «Κλέφτης από σπόντα». Ξεκινώντας από το πυθαγόρειας έμπνευσης «π», περνώντας από το «Ρέκβιεμ για ένα όνειρο» στο βουδιστικού προσανατολισμού «Πηγή της ζωής», αγαπήθηκε ιδιαιτέρως από τους νεότερους, τω καιρώ εκείνω, κινηματογραφόφιλους. Με τον «Παλαιστή» και τον «Μαύρο κύκνο» έφθασε στο απόγειο της δόξας του, αλλά και της αποδοχής του από τη χολιγουντιανή επικράτεια, για να καταλήξει στα μάλλον αποτυχημένα «Μητέρα» και «Νώε».
Μετά από τούτη τη συνοπτική περιγραφή της διαδρομής του, φθάσαμε στο «Κλέφτης από σπόντα», με όλες τις κινηματογραφικές « πονηριές» του Αρονόφσκι, αλλά και τα χολιγουντιανά κλισέ, ώστε να υποστηριχθεί εισπρακτικά το φιλμ. Απλώς, ενώ οι παλαιότερες δημιουργίες του σκηνοθέτη διέθεταν σε ευδιάκριτα σημεία την αμφισβήτηση ενός συστήματος – και κινηματογραφικού -, τώρα υποκρύπτει όλη την αιρετική σκέψη στις γωνιές της ταινίας του. Πριν απ’ όλα, οφείλουμε να αντιληφθούμε την κριτική διάθεση του Αρονόφσκι απέναντι σε ό,τιδήποτε τον περιβάλλει, κάτι που φάνηκε έντονα από την πρώτη στιγμή, με το «π», ακόμη και από τον τρόπο με τον οποίον εξασφάλισε το κεφάλαιο για το γύρισμα αυτής της βαθειά φιλοσοφικής δημιουργίας: ζήτησε δανεικά από τους φίλους του, με την υπόσχεση να τα επιστρέψει πολλαπλάσια, στην περίπτωση που γνώριζε επιτυχία – όπως κι έγινε.
Τώρα, μάλλον είναι στη φάση που αναγκάστηκε να δανειστεί τη χολιγουντιανή μεθοδολογία, με όλα τα συστατικά της. Ένας νεαρός μπάρμαν, ματαιωμένος αστέρας του μπέιζμπολ, λόγω ενός ηλίθιου δυστυχήματος το οποίο προκάλεσε και τη μητρική φιγούρα να τον καταδιώκει. Δεν είναι όμως μόνον η μητέρα του που τον παρακολουθεί, αλλά και μια ομάδα ναρκεμπόρων, διαφορετικής και συμβολικής φυλετικής καταγωγής. Μέσα από τούτην την τελείως χολιγουντιανής κοψιάς καταδίωξη, ο Αρονόφσκι αναπτύσσει τη δομή ενός κόσμου, όπως αυτός τρέχει γύρω μας. Οι διώκτες του είναι Εβραίοι, από τη μια, Ρώσοι από την άλλη, σα να αναφερόμαστε στους σύγχρονους ταραξίες της ειρήνης – να μια πρώτη πονηριά του σκηνοθέτη. Η συμβολική παρουσία της μητέρας, σε όλη την έκταση του έργου, σε συνδυασμό με τις πιο παραδοσιακές στιγμές της αμερικανικής κουλτούρας (το μπέιζμπολ, η μουσική, το όνειρο μιας καριέρας) είναι αυτή που καθοδηγεί τα βήματα της αφηγηματικής εξέλιξης. Η ίδια η χώρα, μια μητέρα με την προσδοκία της δόξας και του κέρδους. Κι όλα τρέχουν γύρω για τη δικαίωσή των δύο σταθερών, έστω κι αν πρέπει να τηρηθούν επί μέρους χαρακτηριστικά, φυλετικά ή θρησκευτικά. Στο τέλος απομένει ως αξία μόνον το κυνήγι του κέρδους.
Προηγουμένως, σε μια άλλη «πονηρή» αναφορά, ο Αρονόφσκι προσδιορίζει ως χρόνο της δράσης τα τέλη της δεκαετίας του ‘90, με συνεχείς εμφατικές αναφορές στους Δίδυμους πύργους, τους οποίους δε χάνει ευκαιρία να τους φέρει μπροστά στα μάτια μας, μια που γύρω τους στροβιλίζονται οι ήρωες και το πάθος τους για το χρήμα. Η κινηματογράφηση της Νέας Υόρκης υπενθυμίζει την άριστη γνώση καταγραφής ενός αστικού τοπίου, την οποία διαθέτει ο σκηνοθέτης, αλλά και τον τρόπο να λειτουργεί αυτός ο χώρος ως συμπυκνωτής της δράσης. Με λάιτ μοτίβ (επαναλαμβανόμενη οπτική αναφορά ) έναν γάτο, κάθε τόσο επανεκκινείται η καταδίωξη. Ως την τελική σκηνή, οπότε όλα και όλοι χαλαρώνουν. Το αουτσάιντερ, όπως η ομάδα του νεαρού πρωταγωνιστή κατακτά αναπάντεχα το πρωτάθλημα, δηλαδή το χρήμα.
Με τους Δίδυμους πύργους να υπενθυμίζουν την έναρξη για την αντίστροφη μέτρηση προς το σήμερα και με τα συνεχή τραύματα στο σώμα του πρωταγωνιστή να αποτελούν μετωνυμία των τραυμάτων μιας χώρας, αλλά και τα χολιγουντιανά κλισέ να συνωστίζονται στην αφήγηση, εκείνο που απομένει είναι οι διαδοχικές εκπλήξεις του θεατή. Πάντα ξεπετάγεται κάτι αναπάντεχο, διαρκώς βρίσκεται μπροστά σε ένα φαινομενικό τέλος, από το οποίο η εξέλιξη ξαναπιάνει τον μίτο της. Στο συνεχές «φτου κι απ’ την αρχή», βρίσκεται το ενδιαφέρον παρακολούθησης του φιλμ, με το άθροισμα όλων αυτών των στιγμών να οδηγούν σε μια κλασική χολιγουντιανής δημιουργία, γεμάτη από υπαινιγμούς για το κυνήγι του χρήματος και το τελικό καταστροφικό του αποτέλεσμα. Τίποτα δε μένει όρθιο, εκτός από αυτούς που απαιτεί η χολιγουντιανή παράδοση, τους δύο κεντρικούς ήρωες. Βέβαια, ο Αρανόφσκι μοιάζει να ειρωνεύεται ακόμη και το ίδιο του το φινάλε, κλείνοντας το μάτι στην αναγκαιότητά του: «έτσι είναι Χόλιγουντ, αν έτσι νομίζεις».
Αξιολόγηση: **1/2
Κριτική ταινίας: Η γεύση του κερασιού – «Κινηματογράφος με γεύση ζωής»
Κριτική ταινίας: «Η ετυμηγορία» – Όταν τα κλισέ γίνονται ανατρεπτικά
Κριτική ταινίας: «Ο Λόγος» – Στη σκιά ενός αριστουργήματος
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.