Τα τεκμήρια κατοικίας μειώνονται, αλλά οι φορολογούμενοι δεν αποφεύγουν την υπερφορολόγηση
Μείωση έως 35% στα τεκμήρια διαβίωσης για τις κατοικίες δίνει μικρή ανάσα σε χιλιάδες φορολογούμενους που πέφτουν συχνά στην παγίδα των τεκμηρίων και καταλήγουν να πληρώνουν επιπλέον φόρους, ωστόσο η ουσιαστική ελάφρυνση παραμένει περιορισμένη, καθώς η βασική λογική των τεκμηρίων δεν αλλάζει.
Οι νέοι συντελεστές για την κύρια κατοικία ορίζουν κλιμακωτές μειώσεις: για κατοικίες έως 80 τ.μ. η τιμή ανά τετραγωνικό μειώνεται από 40 σε 28 ευρώ, με αποτέλεσμα ένα ακίνητο 80 τ.μ. να βλέπει το τεκμήριό του να πέφτει από 3.200 σε 2.240 ευρώ, δηλαδή μείωση 30%. Για κατοικίες 81–120 τ.μ. η μείωση είναι αντίστοιχα από 65 σε 45 ευρώ ανά τ.μ., με ένα ακίνητο 120 τ.μ. να βλέπει το τεκμήριο από 5.800 σε 4.040 ευρώ (30%). Οι μεγαλύτερες κατοικίες, 121–200 τ.μ., μειώνονται από 110 σε 77 ευρώ ανά τ.μ., οι κατοικίες 201–300 τ.μ. από 200 σε 140 ευρώ ανά τ.μ., ενώ για ακίνητα άνω των 301 τ.μ. η μείωση είναι από 400 σε 280 ευρώ ανά τετραγωνικό.
Στις περιοχές υψηλής αξίας τα τεκμήρια προσαυξάνονται σημαντικά: κατά 30% για περιοχές με τιμή ζώνης 2.800–4.999 ευρώ/τ.μ. και κατά 58% για περιοχές με τιμή ζώνης 5.000 ευρώ/τ.μ. και άνω. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι για κατοικία 120 τ.μ. σε περιοχή με τιμή ζώνης 3.000 ευρώ/τ.μ., το τεκμήριο μειώνεται από 8.120 ευρώ σε 5.252 ευρώ (35%), ενώ για κατοικία 300 τ.μ. σε περιοχή με τιμή ζώνης 5.000 ευρώ/τ.μ., το τεκμήριο περιορίζεται από 58.820 ευρώ σε 38.236 ευρώ (35%). Αν και οι αριθμοί δείχνουν σημαντική μείωση, για πολλούς φορολογούμενους σε ακριβές περιοχές το όφελος παραμένει περιορισμένο, καθώς οι προσαυξήσεις εξακολουθούν να διατηρούν υψηλή τη φορολογική βάση.
Οι μονοκατοικίες επιβαρύνονται επιπλέον κατά 20%, ενώ για τις δευτερεύουσες κατοικίες το τεκμήριο μειώνεται κατά 50%. Τα τεκμήρια επηρεάζουν όλους τους φορολογούμενους που διαθέτουν κατοικία, είτε είναι ιδιοκτήτες είτε τη νοικιάζουν είτε τους έχει παραχωρηθεί δωρεάν. Οι «φιλοξενούμενοι» απαλλάσσονται, καθώς το τεκμήριο βαρύνει τον «φιλοξενούντα».
Παρά την προσαρμογή, η βασική κριτική παραμένει: η μέθοδος υπολογισμού των τεκμηρίων δεν αντικατοπτρίζει απαραίτητα τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα των νοικοκυριών, ενώ η γραφειοκρατία γύρω από τη διαδικασία υποβολής και επιβεβαίωσης των στοιχείων καθιστά το μέτρο λιγότερο λειτουργικό. Αντίστοιχα, ο εξωδικαστικός μηχανισμός, που είχε προσφέρει κάποια εργαλεία για ρύθμιση χρεών, έχει καταλήξει σε ένα ακόμη γραφειοκρατικό σύστημα, περιορίζοντας την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα των λύσεων για τους φορολογούμενους.
Συνολικά, η μείωση των τεκμηρίων αποτελεί θετικό βήμα, αλλά περισσότερο ως προσωρινή διόρθωση παρά ως ουσιαστική λύση στις στρεβλώσεις του φορολογικού συστήματος. Για χιλιάδες νοικοκυριά, το όφελος θα είναι υπαρκτό αλλά περιορισμένο, ενώ η ανάγκη για μια πιο ρεαλιστική σύνδεση των τεκμηρίων με το πραγματικό εισόδημα παραμένει επίκαιρη.
Διαβάστε επίσης
Αυξημένοι φόροι το 2026 μειώσεις από 2027 οι επαγγελματίες πληρώνουν πρώτα βλέπουν μετά οφέλη
Επιστροφή ενοικίου: Πρακτικός οδηγός δικαιούχων, υπολογισμός μισθωμάτων, περιορισμοί και οφέλη