ΠΕΜΠΤΗ 30.10.2025 14:35
MENU CLOSE

Κριτική ταινίας: «Στο νησί του Άμρουμ» - Οι πολλοί ηττημένοι ενός πολέμου

30.10.2025 06:20

Τίτλος ταινίας: « Στο νησί του Άμρουμ» («Amrum»)

Σκηνοθεσία: Φατίχ Ακίν

Παίζουν: Γιάσπερ Μπίλερμπεκ, Ντάιαν Κρούγκερ

Το Άμρουμ, το οποίο τιτλοδοτεί την ταινία, είναι ένα απομονωμένο νησί στον γερμανικό βορρά, ένας τόπος όπου μεγαλώνει ο μικρός Νάνιγκ, ανάλογα απομονωμένος, καθώς ο Παγκόσμιος πόλεμος οδεύει στο τέλος του. Πρώτο ερώτημα με το οποίο ο Νάνιγκ έρχεται σε επαφή είναι αν ερχόμαστε από τον τόπο όπου γεννιόμαστε ή από τον τόπο όπου μορφωνόμαστε, όπως θα το ήθελε και ο Γκαίτε. «Στεριανό» τον αποκαλούν επιτιμητικά οι γύρω του, ο ίδιος νοιώθει απολύτως θαλασσινός, γόνος φαλαινοθήρων και μακρινός απόγονος του Αχάμπ, του ήρωα του «Μόμπι Ντικ», η μεγαλομανία του οποίου παρομοιάζεται με αυτήν του Χίτλερ. Όχι τυχαία, αφού ο διανοούμενος πατέρας του συγγράφει έργα που έχουν να κάνουν με την χιτλερική ευγονική, περί αρίας φυλής και η μητέρα του παραμένει σταθερά φίλη του ναζιστικού καθεστώτος.

Για να οργανωθεί ένα τόσο δύσκολο κινηματογραφικό έργο, απαιτείται ένα στέρεο σενάριο, το οποίο προσφέρει ο Χάρκ Μπομ (εν πολλοίς αυτοβιογραφικό) και μια ικανότητα του σκηνοθέτη να κατευθύνει τον παιδικό ρόλο, στο πρόσωπο του Γιάσπερ Μπίλερμπεκ, ο οποίος επιδεικνύει μια θαυμαστή ωριμότητα στην ερμηνεία.

Ουσιαστικά, κουβαλάει το έργο, με τον τρόπο μετάβασης από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι ο σημαντικός σκηνοθέτης Φατίχ Ακίν ξαναβρίσκει τον καλό εαυτό του (μετά από κάποια σκηνοθετικά παραπατήματα του πρόσφατου παρελθόντος), αυτόν του βραβευμένου με Χρυσή Άρκτο για το «Μαζί ποτέ», αλλά και του «Soul kitchen».

Ρίχνει τους κάποτε υπερβολικούς τόνους του και με εργαλεία τη γερμανική στιβαρότητα του Μπον, αλλά και την ωριμότητα του πρωταγωνιστή του, δουλεύει περισσότερο πάνω στον υπαινιγμό, παρά στην άμεση κατάδειξη. Δανείζεται το παιδικό, απορημένο βλέμμα του μικρού Νάνιγκ, για να περιγράψει το αδιέξοδο ενός μεταπολεμικού κόσμου, για όσους στήριξαν το χιτλερικό καθεστώς. Είναι μια πρωτότυπη οπτική γωνία, από την οποία κοιτάει με συμπάθεια τον μεταπολεμικό κόσμο της Γερμανίας, για τους διπλά ηττημένους: ως Γερμανούς και ως χιτλερικούς.

Πρόκειται για το ίδιο βλέμμα που κινηματογραφικά στάθηκε απέναντί μας, στον «Κλέφτη ποδηλάτων» του Βιττόριο ντε Σίκα και στο ροσελινικό «Γερμανία, έτος μηδέν»… κτισμένο πάνω στα ερείπια του Βερολίνου. Η σκηνή με τη διαπόμπευση της μάνας, όταν ανήμπορη να θρέψει τα παιδιά της, κλέβει ένα κομμάτι αλλαντικού, για να ταπεινωθεί στη συνέχεια, βγαίνει από την ίδια μήτρα, που ο Ντε Σίκα γεννάει τον δικό του κλέφτη, τον δικό του άδικα καταδιωκόμενο ποδηλάτη, μπροστά στα έκπληκτα, αθώα μάτια του γιου του.

Πέρα από αυτό το συνειδητό κινηματογραφικό δάνειο του Ακίν, ο σκηνοθέτης οργανώνει ένα ολόκληρο πλέγμα σημείων, με το οποίο παραπέμπει σε σημερινές, κρίσιμες καταστάσεις. Οι πρόσφυγες – και εδώ – όπως συρρέουν από το μέτωπο, θύματα καχύποπτης αντιμετώπισης, αλλά και θύτες μιας ανταποδοτικής επιθετικότητας. Τα ζωάκια, θύματα της ανθρώπινης απελπισίας, στην αναζήτηση της τροφής. Η επίσης τροφοδότης φύση, γύρω από τον μικρό πρωταγωνιστή, γίνεται κι αυτή μέσο προστασίας και διατροφής, όχι όμως σεβασμού. Αλλά, πριν απ’ όλα, η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον Νάνιγκ και στο περιβάλλον, γίνεται ένας δρόμος συνειδητοποίησής του. Τον μετατρέπουν σε «κυνηγό» πρωτόγονων κοινωνιών, όπου ο ίδιος αναλαμβάνει το ρόλο του πατέρα, του πρώιμου άνδρα, ο οποίος θέτει κάτω από την προστασία του τη γυναίκα-μητέρα.

Αυτό το κομμάτι της ταινίας είναι και το καλύτερο, το πλέον ενδιαφέρον. Καθώς ο μικρός διαβάζει το «βιβλίο της φύσης», μαθαίνει τον τρόπο να γίνεται ο ίδιος προστάτης μιας ανήμπορης, λεχώνας, μητέρας. Με συγκινητικό τρόπο αναζητά, το βούτυρο και το μέλι, που τόσο λιμπίστηκε η μητέρα του, το κρέας που της είναι απαραίτητο, ο πόλεμος γυρίζει τον χρόνο πίσω, σε πρωτόγονες καταστάσεις. Εκεί ακριβώς ξετυλίγεται η καλύτερη σκηνή του έργου, Οστάνδη ο πιτσιρικάς, με τη ζάχαρη ανά χείρας, διασχίζει την επικίνδυνη παλίρροια. Αποδεικνύει πως ξέρει να παλεύει με το νερό, δεν είναι «στεριανός». Συγχρόνως, αποδεικνύει πως ο  λόγος που μια γενικευμένη πολεμική σύρραξη είναι καταραμένη, βρίσκεται ακριβώς στους πολλούς ηττημένους που αφήνει πίσω του, με το τέλος του.

Είναι εντυπωσιακή η σκηνοθετική μετάλλαξη του Ακίν, ο οποίος κρατάει τη γνώση διαχείρισης του συναισθήματος, αφήνοντας πίσω υπερβολές του παρελθόντος. Με τη γερμανική μεθοδολογία της σταθερής αφήγησης, προσγειωμένης και χωρίς εξάρσεις, περιγράφει την απομόνωση του νησιού Άμρουμ σαν έναν μικρόκοσμο, σχεδόν στο πουθενά. Έτσι αισθάνεται ο μικρός Νάνιγκ, πληρώνοντας άδικα χρέη των γονιών του, όπως συμβαίνει συνήθως με τις «επόμενες γενιές» μιας κρίσης (πρόσφατα τα σχετικά παραδείγματα). Βγαίνοντας από αυτήν την απομόνωση, οδεύοντας στη συνάντηση του με τον κόσμο, ένας επίσης πιτσιρικάς φίλος του του χαρίζει ένα χαμόγελο αγάπης. Το ανταποδίδει ο Νάνιγκ (χαμογελάει για πρώτη φορά στο φιλμ) και ξεκινάει για το ταξίδι του. Κινηματογραφικά, ο Ακίν ακυρώνει αυτήν την ωραία στιγμή, δημιουργώντας ένα δεύτερο «τέλος», απαράδεκτο για έναν τόσο έμπειρο σκηνοθέτη.

Αξιολόγηση: ***

Διαβάστε επίσης:

Ejekt Festival 2026: Οι θρυλικοί The Cure επιστρέφουν στην Ελλάδα

Ο Steven Spielberg ενώνει ξανά τις δυνάμεις του με τον συνθέτη John Williams για την επερχόμενη ταινία του με θέμα τα UFO

Πέθανε ο μαέστρος και συνθέτης Γιώργος Νιάρχος – Το σπαρακτικό αντίο της συζύγου του σοπράνο Μάρας Θρασυβουλίδου

ΠΕΜΠΤΗ 30.10.2025 14:35
Exit mobile version