search
ΠΕΜΠΤΗ 28.03.2024 11:04
MENU CLOSE

Τραπεζικοί κολοσσοί «βάζουν το χέρι στην τσέπη» – Το μεγάλο σκάνδαλο των ISDAfix

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 1938
13-10-2016
13.10.2016 13:37
HSBC: Εφικτή η ανάπτυξη 4% στην Ελλάδα - «Καμπανάκι» για κορωνοϊό - μεταναστευτικό - Media

 

Κι όμως, και οι σύγχρονοι παγκόσμιοι τραπεζικοί κολοσσοί ορισμένες φορές «στριμώχνονται»… Πολυεθνικές τράπεζες, που ελέγχουν μεγάλους τομείς της παγκόσμιας οικονομίας, βρίσκονται απολογούμενες για διάφορα «τοξικά» προϊόντα τους, τα οποία διέθεταν παραπλανώντας τους πελάτες τους.
 
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δεκατέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες παγκοσμίως και εστιάζεται κυρίως στην εμπλοκή τους σε σοβαρές δικαστικές διαμάχες και έρευνες, που έχουν ξεκινήσει εναντίον τους επενδυτές προερχόμενοι από ολόκληρο τον κόσμο, οι οποίοι είναι είτε ασφαλιστικά ταμεία είτε δήμοι είτε επιχειρήσεις, κυρίως εφοπλιστικές. Είναι, δηλαδή, μεγάλοι πελάτες των τραπεζών, που θεωρούν ότι σκόπιμα εγκλωβίστηκαν στις αγορές παραγώγων με παραπλανητική διαφήμιση και πώληση εκ μέρους των τραπεζών διαφόρων σύνθετων χρηματοοικονομικών προϊόντων, των λεγόμενων «τοξικών».
 
Οι συμβιβασμοί
 
Από τις 14 τράπεζες-κολοσσούς, οι επτά συμφώνησαν να πληρώσουν 324 εκατ. δολάρια σε διακανονισμούς, όπως αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας «Shipping & Finance». Σύμφωνα με τους διακανονισμούς αυτούς, τα 52 εκατομμύρια ήταν πληρωμές από την JP Morgan, 50 εκατομμύρια από την κάθε μια εκ των Bank of America, Credit Swiss, Deutsche Bank και RBS, 42 εκατομμύρια από την Citigroup και 30 εκατομμύρια από την Barclays. 
 
Οι υπόλοιπες τράπεζες που δεν έχουν κάνει διακανονισμούς είναι η HSBC Holding Plc, η BNP Paribas S.A., η Goldman Sachs Group Inc, η Morgan Stanley, η Nomura Holding Inc, η UBS AG, η Wells Fargo & Co και η εταιρεία ICAP που συνέλεγε όλα τα δεδομένα που υποβάλλονταν από τις τράπεζες. 
 
Οι τράπεζες που συμβιβάστηκαν συμφώνησαν να προσφέρουν συνεργασία, στοιχεία συναλλαγών, έγγραφα, προσφορές, προτάσεις και συνεντεύξεις μαρτύρων ώστε να χρησιμοποιηθούν εναντίον των υπόλοιπων επτά τραπεζών, σύμφωνα με δικόγραφα που κατατέθηκαν από επενδυτές.
 
Ποιο ήταν το τοξικό προϊόν
 
Μια σύμβαση ανταλλαγής επιτοκίων, γνωστή και ως Interest Rate Swap (IRSA), είναι ένα πολύ σύνθετο χρηματοοικονομικό προϊόν. Συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων είχαν πωληθεί από τις μεγάλες τράπεζες στους πελάτες τους ήδη από την αρχή του 2001. 
 
Πρόκειται για ένα αρκετά επικερδές προϊόν των τραπεζών, το οποίο πουλούσαν στους επενδυτές ως προστασία ενάντια σε μια ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων. Ωστόσο, αυτό που οι τράπεζες απέκρυπταν περίτεχνα ήταν οι συνέπειες μιας ενδεχόμενης πτώσης των επιτοκίων κάτω από το προβλεπόμενο όριο της σύμβασης και οι κίνδυνοι που αυτή εγκυμονούσε.
 
Οι βρετανικές Αρχές Οικονομικών Υπηρεσιών (Financial Service Authority) έχουν ερευνήσει τον τρόπο που πουλήθηκαν αυτά τα προϊόντα. Οι τράπεζες που προσέφεραν δάνεια στις επιχειρήσεις προσπαθούσαν να τις πείσουν να συνάψουν συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων με σκοπό την υποτιθέμενη προστασία τους. 
 
Ωστόσο, οι επιχειρήσεις ζημιώθηκαν όταν τα επιτόκια έπεσαν, χάνοντας το κέρδος που τους προσέφερε μια τέτοια πτώση. Εγκλωβίστηκαν σε αυτές τις συμβάσεις για ένα χρονικό διάστημα και αντιμετώπισαν τεράστια κόστη υπαναχώρησης. Σε πολλές περιπτώσεις, οι επιχειρήσεις δεν είχαν ενημερωθεί σχετικά με το κόστος υπαναχώρησης και δεν είχαν καταλάβει από την αρχή πώς λειτουργούσε το προϊόν. Επιπλέον δεν είχαν πληροφορηθεί για το ρίσκο που συμφώνησαν να αναλάβουν.
 
Οι FSA είχαν πει το 2013 ότι οι τράπεζες ήταν υπαίτιες για σοβαρές ελλείψεις όσον αφορά τον τρόπο που πουλούσαν περίπλοκα προϊόντα. 
 
Το 2013, οι ρυθμιστικές αρχές στην Αμερική ξεκίνησαν έρευνα για το κατά πόσο στημένες ήταν οι συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων (ISDAfix) και αν υπήρχε συνωμοσία των τραπεζών και της ICAP. 
 
Οι συμβάσεις αυτές παίζουν σημαντικό ρόλο για συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστές και για άλλους θεσμικούς χρήστες παραγώγων. Εταιρείες και κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τo επιτόκιο των συμβάσεων ανταλλαγής επιτοκίων για να ρυθμίσουν το κόστος δανεισμού τους.
 
Μυστικές συνεννοήσεις
 
Το 2013, το συνταξιοδοτικό ταμείο Alaska Electrical είπε ότι οι 14 τράπεζες είχαν θέσει τεχνητά χαμηλά επίπεδα στο επιτόκιο των συμβάσεων. Έρευνα της συμβουλευτικής εταιρείας Fideres έδειξε ότι οι τράπεζες είχαν υποβάλει τιμές ίδιες ή σχεδόν ίδιες για το όριο του επιτοκίου, από το 2009 μέχρι το 2012.
 
Οι επενδυτές μήνυσαν αυτές τις 14 τράπεζες για τις συναλλαγές που έγιναν το 2006-2014, υποστηρίζοντας ότι χρησιμοποιούσαν ηλεκτρονικά chat room και άλλα μέσα ιδιωτικής μυστικής επικοινωνίας για να καθορίσουν τις συμβάσεις, καταθέτοντας ίδια ποσά για τις τελευταίες τιμές στην αγορά.
 
Η ΗSBC και οι μηνύσεις του Έλληνα εφοπλιστή
 
Το «Π» έχει αποκαλύψει σε παλαιότερα δημοσιεύματά του ότι στη χώρα μας πολλές εφοπλιστικές είχαν πέσει θύματα των τραπεζών με τα «τοξικά» αυτά προϊόντα. Όπως σημείωνε γνώστης των εφοπλιστικών εταιρειών και των εξελίξεων στον χώρο αυτό, «ο Πειραιάς από την υπόθεση αυτή είναι λαβωμένος», αφού οι εταιρείες που την πάτησαν δεν ήταν και λίγες. 

O Έλληνας εφοπλιστής Γεράσιμος Καλογηράτος ήταν ο μόνος πλοιοκτήτης που στάθηκε απέναντι σε πρώην και νυν στελέχη της πολυεθνικής τράπεζας HSBC και τους μήνυσε δύο φορές για παραπλανητική πώληση των «τοξικών» ISDAfix. 

Το 2013, η HSBC προσέφερε χρηματοοικονομικά προϊόντα δίνοντας τη δυνατότητα στις ναυτιλιακές εταιρείες να επωφεληθούν ή να προστατευθούν από ένα συγκεκριμένο περιβάλλον επιτοκίων, σύμφωνα με διαφημιστικό φυλλάδιο. Στην περίπτωση της ναυτιλιακής εταιρείας του Γ. Καλογηράτου Amarilis, αυτά τα προϊόντα ήταν μοχλευμένα. Η Amarilis υποστηρίζει ότι την κατεύθυναν να πιστέψει ότι το χειρότερο πιθανό σενάριο θα ήταν ένα περιορισμένο κέρδος μερικών εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων. Το επιτόκιο αναφοράς των συμβάσεων ανταλλαγής έπεσε κατά πολύ κάτω από τα επίπεδα του προβλεπόμενου ορίου, προκαλώντας στην Amarilis απώλεια ύψους 2,16 εκατ. δολαρίων μέχρι τον Ιούνιο του 2015. 

Σύμφωνα με μια έκθεση της Fideres, τα συμβόλαια ήταν προσαρμοσμένα υπέρ της τράπεζας: το καλύτερο σενάριο για την Amarilis θα ήταν κέρδος 1,2 εκατ. δολάρια, έναντι μιας μέγιστης πιθανής ζημιάς 50 εκατ. δολαρίων. Η Amarilis ισχυρίζεται ότι ήταν σε συνομιλίες για να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση ήδη από το 2009, αλλά απέφευγε να το πράξει επειδή θα χρειαζόταν πάνω από 5 εκατομμύρια για να βγει ή για να μειώσει στο μισό την έκθεσή της σε αυτά τα προϊόντα.

Ήδη από την ελληνική δικαιοσύνη – όπως έχει γράψει και παλαιότερα το «Π» – διώκονται οκτώ υψηλόβαθμα στελέχη της τράπεζας HSBC σε βαθμό κακουργήματος «για απάτη κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση σε βάρος ελληνικών ναυτιλιακών εταιρειών». Η υπόθεση βρίσκεται σε τακτικό ανακριτή και σύντομα θα υπάρξει και έκδοση σχετικού βουλεύματος. Θα πρέπει, τέλος, να σημειώσουμε ότι η εν λόγω τράπεζα είναι μεταξύ εκείνων των κολοσσών που δεν δέχθηκε να κάνει συμβιβασμούς γενικότερα, οπότε και την τελική απόφαση θα πάρουν τα δικαστήρια και στην προκειμένη περίπτωση τα ελληνικά. 

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΠΕΜΠΤΗ 28.03.2024 11:01