Πάνε στράφι τα «ήρεμα νερά»;
Έχουν περάσει 27 μήνες από τη συνάντηση Μητσοτάκη–Έρντογαν στο Βίλνιους και 22 μήνες από την συνυπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών και η ελληνική εξωτερική πολιτική μοιάζει να κινείται χωρίς πυξίδα στα ελληνοτουρκικά. Αντί για μια σύγχρονη, πολυδιάστατη στρατηγική που θα εκμεταλλευόταν το momentum για να επιχειρήσει να δεσμεύσει την Τουρκία σε ένα αμοιβαία επωφελές πλαίσιο ρύθμισης των διαχρονικών εκκρεμοτήτων και διενέξεων, η κυβέρνηση έχει επιλέξει μια τακτική αποσπασματικών αντιδράσεων και επιφανειακών επικοινωνιακών χειρισμών. Το αποτέλεσμα; Ο κ. Έρντογαν ενισχύει τον ρόλο του ως «kingmaker» στη Γάζα, τη Συρία και τη Λιβύη και κατοχυρώνει τη θέση του ως καθοριστικός συνομιλητής σε διεθνή fora, όπου η Ελλάδα απουσιάζει ή παίζει το ρόλο του κομπάρσου, όπως συνέβη στην περιβόητη σύνοδο ειρήνης στην Αίγυπτο.
Στα «δύσκολα» ζητήματα με την Τουρκία, όπως η οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών, η απουσία ενεργητικής πολιτικής είναι εμφανής. Η ελληνική κυβέρνηση δεν φαίνεται να έχει το πολιτικό θάρρος να μπει στην ουσία των διαπραγματεύσεων με συγκεκριμένο πλαίσιο, υπό τη σκέπη του διεθνούς δικαίου και ορίζοντα την από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο. Αντί να επενδύει στη αξιοποίηση των ευρωτουρκικών σχέσεων και στη διαμόρφωση ενός ουσιαστικού πλαισίου συζήτησης που θα ακουμπήσει και τις «καυτές πατάτες», προτίμησε να καλλιεργήσει ψευδαισθήσεις περί «διεθνούς απομόνωσης της Τουρκίας», που κατέρρευσαν παταγωδώς ή να επενδύσει σε σενάρια άσκησης πίεσης στην Τουρκία από τρίτες δυνάμεις (ΗΠΑ, Ισραήλ), που επίσης διαψεύστηκαν επανειλημμένα.
Επιπροσθέτως, η ελληνική πλευρά δεν έχει αξιοποιήσει το κεκτημένο του Κρανς Μοντανά, για να εργαστεί ενεργητικά για την επίλυση του Κυπριακού, πέρα από την επανάληψη ευχολογίων και τις πρόσφατες τυπικές συνομιλίες Ελληνοκυπρίων-Τουρκοκυπρίων στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Έτσι, το πρόβλημα παραμένει παγωμένο, την ώρα που η Άγκυρα συνεχίζει να διαμορφώνει τετελεσμένα που οδηγούν στην οριστική και επίσημη διχοτόμηση της Κύπρου με λύση δύο κρατών, που κερδίζει συνεχώς έδαφος στη διεθνή κοινότητα. Μια πιθανή επικράτηση του προοδευτικού υποψηφίου κ. Ερχουρμάν στις προσεχείς τουρκοκυπριακές εκλογές έναντι του κ. Τατάρ, που έπαιξε το ρόλο μαριονέτας της Άγκυρας, ίσως να μπορούσε να ανοίξει ένα νέο παράθυρο ευκαιρίας, που η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελλάδα πρέπει να είναι έτοιμες να εκμεταλλευτούν.
Η στροφή σε μια ενεργητική, διεκδικητική και ειρηνική εξωτερική πολιτική αποτελεί όρο επιβίωσης και προόδου για την Ελλάδα. Το να συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο της αδράνειας και της υποκατάστασης της στρατηγικής από επικοινωνιακά τεχνάσματα, απλώς θα οδηγήσει σε περισσότερα χαμένα χρόνια και βαρύτερες οπισθοχωρήσεις από τους δυνητικούς συμβιβασμούς που πιθανότατα θα απαιτούσε ένα ρεαλιστικό πλαίσιο επίλυσης.
Η ειρηνική επίλυση των διαφορών δεν είναι αδυναμία, αλλά δείγμα ισχύος. Απαιτεί όμως σχέδιο, σοβαρότητα, και διαρκή δέσμευση σε ουσιαστικό διάλογο. Τα δύο χρόνια που χάθηκαν πρέπει να είναι το μάθημα — όχι η πρόβα για ένα αέναο μέλλον στασιμότητας και εντάσεων.
* Ο Γιάννης Μπουρνούς είναι πολιτικός αναλυτής και πρώην βουλευτής
Διαβάστε επίσης:
Δεκάρα δεν δίνουν για το μνημείο, τα Τέμπη και ο Δένδιας τους νοιάζουν
Ο κίνδυνος ρευστοποίησης του πολιτικού σκηνικού
Η εμφυλιοπολεμική, χουντική και καθόλου φιλελεύθερη άποψη για να τεθεί το ΚΚΕ εκτός νόμου