search
ΔΕΥΤΕΡΑ 03.11.2025 02:03
MENU CLOSE

Το εκλογοδικείο και οι «Σπαρτιάτες»: Οι αλλεπάλληλες ερμηνευτικές αποφάσεις και το ανοιχτό ζήτημα των αναπληρωτικών εκλογών

02.11.2025 18:00
Sotirelis

Οι πρόσφατες αποφάσεις 9 και 10/2025 για τους «Σπαρτιάτες» εντάσσονται αναμφισβήτητα στην χορεία των χειρότερων στιγμών του Εκλογοδικείου, υπερβαίνοντας ίσως σε προβληματικότητα τις δύο προηγηθείσες πανθομολογούμενες παρεκτροπές του (ΑΕΔ 36/1990 και 12/2005). Συγκεκριμένα, με τις εν λόγω αποφάσεις του το Εκλογοδικείο κινήθηκε εμφανώς προς την κατεύθυνση της ποδηγέτησης του νομικού συλλογισμού προς μία προδιαγραμμένη  κατεύθυνση, αποδυόμενο σε μία απέλπιδα προσπάθεια να τετραγωνίσει τον κύκλο, με πρωτόγνωρες δικανικές ακροβασίες  και με παντελώς έωλες ερμηνευτικές κατασκευές, τόσο ως προς τον προσδιορισμό της «παράβασης νόμου» όσο και ως προς την τύχη των κενωθεισών εδρών. Το αποτέλεσμα ήταν να ατυχήσει πολλαπλώς, σε όλες τις ερμηνευτικές επιλογές του, με εξαίρεση την κρίση ότι το Εκλογοδικείο είναι όντως αρμόδιο να κρίνει την υπόθεση και την απόρριψη του ισχυρισμού περί συνδρομής κωλύματος εκλογιμότητας (που συνοδεύθηκε όμως από μία αμφιλεγόμενη παρεισαγωγή της «εκλογικής παράβασης» ως λόγου ένστασης). Κατά τα άλλα η απόφαση είναι μία αλυσίδα αλλεπάλληλων εσφαλμένων κρίσεων, με κλιμακούμενη μάλιστα αστοχία των ερμηνευτικών παραδοχών και κατασκευών της. Ειδικότερα:

Α. Η απόφαση έκρινε κακώς, κατά την άποψή μου και την άποψη του μεγαλύτερου μέρους της θεωρίας, ότι είναι συνταγματική η διάταξη 102 παρ. 1 του ν. 5019/2023, που προβλέπει την μη ανακήρυξη των συνδυασμών ενός κόμματος όχι μόνον αν μετέχουν σε αυτούς ή στην ηγεσία του καταδικασμένοι για συγκεκριμένα αδικήματα (κάτι που είναι ευχερώς ελέγξιμο και άρα θεμιτό, όπως πρώτος υποστήριξα το 2013 και εξειδίκευσα το 2020) αλλά και αν  πίσω από την (εικονική) ηγεσία της κρύβεται μια άλλη «πραγματική ηγεσία», στην  οποία μετέχουν κάποιος ή κάποιοι καταδικασμένοι για συγκεκριμένα αδικήματα. Η διάταξη αυτή, υπονομευμένη εξ υπαρχής από την επικράτηση μικροκομματικών κριτηρίων του κυβερνώντος κόμματος, ενέχει τον τεράστιο κίνδυνο να οδηγήσει σε επιλεκτικούς και σε κάθε περίπτωση υπαγορευμένους αποκλεισμούς κομμάτων και –γενικότερα– σε «κυνήγι μαγισσών», με πιθανή εμπλοκή μηχανισμών που αποδεδειγμένα δεν εμπνέουν καμία εμπιστοσύνη ως προς την σύμφωνη με τους δημοκρατικούς και δικαιοκρατικούς κανόνες λειτουργία τους. Όσο δε για την προηγηθείσα απόφαση του Α1 Τμήματος του Αρείου Πάγου, που αποφάνθηκε δια μακρών υπέρ της συνταγματικότητας όλων των προβλέψεων του άρθρου 102 παρ. 1 του ν. 5019/2023 (άρα και περί «πραγματικής ηγεσίας»), ναι μεν αποπνέει μια ευπρόσδεκτη δημοκρατική ευαισθησία, στην οποία δεν μας έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια η πολιτική Δικαιοσύνη, πλην όμως εξεδόθη αναρμοδίως, διότι σύμφωνα με την πάγια εκλογική νομολογία τα πολιτικά δικαστήρια εν προκειμένω απλώς εφαρμόζουν τον νόμο, ασκώντας διοικητική και όχι δικαστική αρμοδιότητα.

Β. Παρότι το Α1 Τμήμα του Αρείου Πάγου έκρινε συνταγματική (και) την ως άνω πρόβλεψη περί «πραγματικής ηγεσίας», ορθώς ανακήρυξε τους  συνδυασμούς των «Σπαρτιατών», διότι με βάση τα  δεδομένα που είχε υπ’όψιν του κατά την στιγμή της ανακήρυξης δεν προέκυπτε κανένα σοβαρό και ευχερώς διαπιστώσιμο σχετικό επιβαρυντικό στοιχείο, ούτε καν από τα κόμματα που είχαν καταθέσει σχετικά υπομνήματα σε άλλες παρεμφερείς περιπτώσεις. Ως εκ τούτου, το Εκλογοδικείο έπρεπε να απορρίψει αμέσως τις σχετικές ενστάσεις, επισημαίνοντας απλώς αυτό που έχει επικαλεσθεί η εκλογική νομολογία και στην περίπτωση των ποσοστώσεων λόγω φύλου, δηλαδή ότι το κρίσιμο χρονικό σημείο για να κριθεί η νομιμότητα της ανακήρυξης  δεν μπορεί να είναι άλλο από την στιγμή της ανακήρυξης και άρα ότι η απόφασή του δεν μπορεί να βασισθεί επουδενί σε οψιφανείς ή/και οψιγενείς ισχυρισμούς. Αντί αυτού θεώρησε, απολύτως εσφαλμένα, ότι μπορούσε να προχωρήσει στην επί της ουσίας εκδίκαση της υπόθεσης. 

Γ.  Τα επόμενα σφάλματα είναι αλληλένδετα και μάλιστα με διαρκώς επιτεινόμενη την ερμηνευτική τους αστοχία:

α. Εν πρώτοις, αντί να συνδέσει την παράβαση νόμου αποκλειστικά με την ανακήρυξη του συνδυασμού των «Σπαρτιατών», όπως όφειλε, ξεκίνησε μεν από την ανακήρυξη αλλά στην συνέχεια, συνειδητοποιώντας ότι αυτό θα οδηγούσε στην ακύρωση της εκλογής όλων των περιλαμβανομένων σε αυτήν (οπότε θα ανέκυπτε θέμα είτε επαναληπτικών εκλογών είτε ανακατανομής τους, σύμφωνα με όσα εκτίθενται παρακάτω υπό β), επέλεξε να υπεκφύγει με ένα παράδοξο και εντελώς ανερμάτιστο ερμηνευτικό άλμα: εστίασε σε ένα δήθεν εκλογικό αδίκημα («εξαπάτηση εκλογέων»), για το οποίο μάλιστα προσπάθησε -με «προδικαστικό» ερώτημα…- να μεταθέσει το βάρος της απόδειξης της αντικειμενικής υπόστασής του στα πολιτικά Δικαστήρια. Όταν δε εισέπραξε, με την  πρωτοβάθμια απόφαση του Ποινικού Δικαστηρίου, την εύλογη απόρριψη, αντί να εγκαταλείψει αυτήν την –πανταχόθεν βαλλόμενη– ατυχή προσπάθεια αποφάσισε να κάνει αυτό που ποτέ δεν έχει κάνει ποτέ το Εκλογοδικείο έως τώρα: να διαπιστώσει αυθαιρέτως ότι υπήρξε εξαπάτηση των εκλογέων (και όχι του Α1 τμήματος του Αρείου Πάγου…) και μάλιστα σε τέτοια έκταση που να δικαιολογεί την ακύρωση της εκλογής μόνο των βουλευτών των οποίων είχε προσβληθεί η εκλογή, ενώ η υποτιθέμενη «εξαπάτηση» αφορούσε όλους τους βουλευτές και τους αναπληρωματικούς των «Σπαρτιατών»

β.  Στην συνέχεια το ερμηνευτικό άλμα έγινε ακόμη μεγαλύτερο. Αντί να διατάξει επαναληπτικές εκλογές, όπως ρητά επιτάσσει το άρθρο 32 παρ. 2 του ίδιου του Κώδικα του Εκλογοδικείου (ΑΕΔ), δηλ. του νόμου ν. 345/1975, καθώς και το άρθρο 102 του εκλογικού νόμου (πδ 26/2012, όπως ισχύει), προτίμησε να αξιοποιήσει την επικουρική επιλογή του άρθρου 3 του ν. 345/1975 αλλά και πάλι προσχηματικά. Διότι ναι μεν έκρινε «περιττή» την επανάληψη της ψηφοφορίας, πλην όμως χωρίς να αιτιολογήσει την απόφασή του και ιδίως χωρίς να επιλέξει  την μόνη εναλλακτική λύση απέναντι στις επαναληπτικές εκλογές, δηλαδή την ανακατανομή των κενωθεισών εδρών των «Σπαρτιατών» στα υπόλοιπα κόμματα, με βάση το ισχύον εκλογικό σύστημα και φυσικά χωρίς τους «Σπαρτιάτες» (των οποίων οι ψήφοι θα θεωρούνταν μεν έγκυρες, άρα θα μετρούσαν ως προς τον υπολογισμό του εκλογικού μέτρου, πλην όμως θα έμεναν χωρίς εκπροσώπηση, όπως ακριβώς οι -πολύ περισσότερες- ψήφοι των κομμάτων που δεν συμπλήρωσαν το 3%). 

γ. Ο ερμηνευτικός εκτροχιασμός του Εκλογοδικείου ολοκληρώθηκε με το να αποκλείσει αυθαίρετα –προκαλώντας την ομόθυμη κατακραυγή της θεωρίας αλλά και γενική θυμηδία– και την τελευταία οδό για την πλήρωση των κενών εδρών, που ήταν η προκήρυξη αναπληρωματικών πλέον εκλογών (μιας και δεν υπήρχαν αναπληρωματικοί). Επιστράτευσε δε εν προκειμένω το έωλο επιχείρημα ότι τέτοια αναπληρωματική εκλογή δεν προβλέπεται ειδικά στον νόμο 345/1975 (ΚΑΕΔ), παρακάμπτοντας προκλητικά την σχετική διάταξη του άρθρου 104 του εκλογικού νόμου (πδ 26/2012, όπως ισχύει), που εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση κένωσης εδρών, εφ’όσον αυτές δεν καλυφθούν με έναν από τους δύο άλλους δυνατούς από την εκλογική νομοθεσία τρόπους (επαναληπτική εκλογή μετά από ακύρωση εκλογής βουλευτή ή ανακατανομή εδρών υπό προϋποθέσεις).

δ. Επισημαίνω, κλείνοντας, κάτι που δεν έχει επισημανθεί έως τώρα. Όλες αυτές οι ανερμάτιστες επιλογές του Εκλογοδικείου δεν βρίσκονται απλώς σε αντίθεση με την εκλογική νομοθεσία. Κονταροχτυπιούνται, ταυτόχρονα, και με την δική του – αποσιωπηθείσα…– παλαιότερη νομολογία (ΑΕΔ 21, 22 και 32/1994), η οποία σε ανύποπτο χρόνο είχε κρίνει κατηγορηματικά  ότι δεν νοείται ακύρωση εκλογής χωρίς να επιλεγεί είτε η επαναληπτική εκλογή είτε η διαφορετική κάλυψη των κενών εδρών…   

Δ. Παραμένει βέβαια ανοιχτό το ερώτημα: γιατί το Εκλογοδικείο επέλεξε να εκτεθεί τόσο πολύ με μια τέτοια απόφαση; Η απάντηση δεν είναι τόσο απλή, όπως πχ αυτή για την υπόθεση των ιδιωτικών Πανεπιστημίων. Εκεί, αφ’ενός μεν το πολιτικοοικονομικό διακύβευμα για την Κυβέρνηση ήταν γνωστό και η διαπλοκή συμφερόντων δεδομένη αφ’ετέρου δε οι ποικίλες  μεθοδεύσεις ήταν οφθαλμοφανείς (τουλάχιστον για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ…), τόσο ως προς την «θεωρητική» (γνωμοδοτική) προετοιμασία του εδάφους όσο και ως προς την δικαστική «κάλυψη» από το ΣτΕ. Στην περίπτωση όμως του Εκλογοδικείου τα πράγματα δεν είναι τόσο προφανή. Πράγματι, παρότι η όλη υπόθεση φαίνεται να συνδέεται επίσης με κυβερνητικές μεθοδεύσεις για την εξυπηρέτηση μικροπολιτικών  σκοπιμοτήτων, ξεκινώντας από την ίδια την ψήφιση της επίμαχης διάταξης και φθάνοντας μέχρι την ποικιλότροπη πολιτική αξιοποίηση  της απόφασης του Εκλογοδικείου (ΑΕΔ) από την κυβερνητική πλειοψηφία, δυσκολεύομαι να δεχθώ ότι το Δικαστήριο κινήθηκε απλώς προς την κατεύθυνση που επιθυμούσε η Κυβέρνηση. Εξ άλλου, αν κατέληγε στην -θεμιτή κατά τα ανωτέρω- ανακατανομή όλων των εδρών των «Σπαρτιατών» όχι μόνον θα ικανοποιούσε περισσότερο την κυβερνητική πλειοψηφία, η οποία θα αυξανόταν κατά έξι τουλάχιστον βουλευτές, αλλά και θα ήταν πολύ λιγότερο εκτεθειμένη.

Εκτός λοιπόν από το δεδομένο, πλέον, για τα Ανώτατα Δικαστήρια της χώρας, ευήκοον ούς προς τις κυβερνητικές υποδείξεις, μου φαίνεται ότι εν προκειμένω σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε και ένας ιδιότυπος δικαστικός βολονταρισμός, βασισμένος σε συγκεκριμένες προερμηνευτικές επιλογές και σε συνακόλουθα ερμηνευτικά τεχνάσματα. Θεωρώ δηλαδή πολύ πιθανόν το Εκλογοδικείο να προσπάθησε να πατήσει ταυτόχρονα σε πολλές βάρκες (δηλαδή να σταθμίσει, πέρα από τις δεδομένες κυβερνητικές επιδιώξεις, και ζητήματα όπως η επίδειξη δημοκρατικής ευαισθησίας, η ικανοποίηση της κοινής γνώμης και η αποφυγή λύσεων που θα προκαλούσαν σοβαρές αναταράξεις ή/και αναδιατάξεις ή/και αλλαγές πολιτικών συσχετισμών), με αποτέλεσμα όμως, αντί της ερμηνευτικής εξισορρόπησης, να καταλήξει στο νερό, δηλαδή σε μία απόφαση που όχι μόνον δεν έπεισε κανέναν αλλά και επέτεινε δραματικά την κρίση αξιοπιστίας της Δικαιοσύνης

Ε. Και μία τελευταία αλλά κρίσιμη κατά την άποψή μου  επισήμανση. Το Εκλογοδικείο με την απόφασή του αυτήν δεν διέπραξε απλώς κραυγαλέα και ασυγχώρητα λάθη. Στην πραγματικότητα υπερέβη εμφανώς την αρμοδιότητά του, επιτάσσοντας την μη πλήρωση των εδρών. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να το κάνει μόνο αν θεωρούσε την ισχύουσα γενική ρύθμιση για τις αναπληρωματικές εκλογές αντισυνταγματική. Από την στιγμή όμως που δεν το έπραξε (και δεν θα μπορούσε άλλωστε, αλλά πλέον όλα να τα περιμένει κανείς…) δεν έχει καμία δικαιοδοσία να μην επιτρέψει την εφαρμογή του εκλογικού νόμου, μόνο και μόνο γιατί έκρινε, αυθαίρετα και αναιτιολόγητα, ότι απαιτείται ειδικός νόμος για την συγκεκριμένη περίπτωση. Πρόκειται για μία περίπτωση ευθείας σύγκρουσης της δικαστικής με την νομοθετική εξουσία, η οποία με έναν μόνο τρόπο μπορεί να επιλυθεί: με την πλήρη αγνόηση του μέρους αυτού της απόφασης, ως υπερβαίνοντος καταφανώς την αρμοδιότητα του Εκλογοδικείου και άρα ως στερουμένου δεσμευτικότητας,  και με την προκήρυξη αναπληρωματικών εκλογών σύμφωνα με την σχετική ρύθμιση του άρθρου 104 παρ. 3 του εκλογικού νόμου (πδ 26/2012, όπως ισχύει), δηλ. με προεδρικό διάταγμα (μετά από πρωτοβουλία και) με προσυπογραφή του Υπουργικού Συμβουλίου. Αν λοιπόν η κυβέρνηση θέλει να πείσει ότι η απόφαση αυτή ελήφθη μόνο λόγω της -τόσο έκδηλης- ερμηνευτικής αστοχίας των δικαστών και όχι λόγω (και) των δικών της  πιέσεων ή/και μεθοδεύσεων, ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα… Διαφορετικά, τόσο η άρνηση όσο και η (σιωπηρή) παράλειψη νόμιμης ενέργειας αφήνουν ανοιχτό τον δρόμο για δικαστικές διεκδικήσεις, ως προς την κάλυψη των κενών εδρών,  μέσω του Συμβουλίου Επικρατείας, με εξαίρεση βεβαίως των μελών του που συμμετείχαν στην σύνθεση του Εκλογοδικείου…

*Το κείμενο αποδίδει τα συμπεράσματα αναλυτικής μελέτης με τίτλο «Η υποθεση των «Σπαρτιατών» στο Εκλογοδικείο (ΑΕΔ 9 και 10/2025). Ερμηνευτικές αυθαιρεσίες και αναπάντητα ερωτηματικά» που δημοσιεύθηκε στο Constitutionalism.gr, 2.11.2025

**Ο Γιώργος Χ. Σωτηρέλης ειναι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Διαβάστε επίσης:

«Βόλτα» του Τραμπ στην αυλή του Σι

Ηλιακή Ενέργεια και Εθνική Ανεξαρτησία: Ο ήλιος είναι το νέο νόμισμα της Ελλάδας

Δράση για το Κλίμα, πριν είναι αργά… Η COP30 στη Βραζιλία

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΔΕΥΤΕΡΑ 03.11.2025 02:00