Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Η πολυαναμενόμενη τελευταία ταινία για τους φαν του Γιάννη Οικονομίδη, «Σπασμένη Φλέβα», ένα δραματικό θρίλερ με τον Βασίλη Μπισμπίκη κάνει πρεμιέρα απόψε σε κινηματογράφους όλης της χώρας.
Επίσης, προβάλλονται, ανάμεσα στις υπόλοιπες τέσσερις νέες ταινίες της εβδομάδας, το δραματικό θρίλερ «Πέθανε Αγάπη Μου», με την Τζένιφερ Λόρενς και η πικάντικη αισθηματική κομεντί «Για Πάντα» του Ντέιβιντ Φρέιν.
Δραματική περιπέτεια, ελληνικής παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Γιάννη Οικονομίδη, με τους Βασίλη Μπισμπίκη, Μαρία Κεχαγιόγλου, Μπέττυ Αρβανίτη, Στάθη Σταμουλακάτο, Σοφία Κουνιά, Γιάννη Νιάρρο, Γιάννη Αναστασάκη, Κλέλια Ρένεση κα.
Σαν να μην έλλειψε μια μέρα. Ο Γιάννης Οικονομίδης, έχοντας πλέον αποκτήσει ανάμεσα στο νεανικό κοινό μια σημαντική μερίδα φανατικών θαυμαστών, επανέρχεται, έπειτα από μία πενταετία και την «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς», με την έκτη του ταινία, το δικό του καθιερωμένο κινηματογραφικό σύμπαν και πρωταγωνιστή τον αγαπημένο του συνεργάτη και alter ego του, Βασίλη Μπισμπίκη.
Και στη νέα του ταινία, ένα «καθαρόαιμο αστικό δράμα», όπως συνηθίζει να χαρακτηρίζει τα έργα του ο Οικονομίδης, δίνουν το παρόν η πληγωμένη μικρομέγαλη αστική οικογένεια, που σέρνει τα λάθη, τους μεγαλοϊδεατισμούς, τις ενοχές και τις ήττες της, στην Ελλάδα του σήμερα, όπου οι βίαιες συμπεριφορές και η βαρβαρότητα του κυνηγιού του χρήματος, συμπαρασύρει τον μοιραίο ήρωά του στην άβυσσο.
Η ωμή βία, η βωμολοχία, οι δηλητηριώδεις διάλογοι, με το κατάμαυρο χιούμορ και οι σεναριακές ανατροπές, που παρακινδυνευμένα προσπαθούν να ισορροπήσουν με τη σύγχρονη ελληνική τραγωδία, παραμένουν σταθερά στοιχεία στο αναγνωρίσιμο σινεμά του Οικονομίδη, ο οποίος βάζει και πάλι στο στόχαστρό του τη στρεβλή ανάπτυξη ενός κομματιού της «μεσαίας τάξης», που χάνοντας τα προνόμιά της και τα φαντασιακά «θέλω» της, δείχνει να στηρίζεται στον αέρα και να διαλύεται πιο εύκολα και από τη σκόνη.
Ένας μεσοαστός επιχειρηματίας, οικογενειάρχης, ο Θωμάς Αλεξόπουλος, βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση και ανεξέλεγκτη τροχιά. Στη δουλειά του είναι ασφυκτικά στριμωγμένος, τα έχει κάνει μαντάρα κι η παταγώδης πτώση του μοιάζει βέβαιη. Πέρα από αυτό πρέπει να σώσει το ωραίο του σπίτι και την οικογένειά του. Ο σατανικός τοκογλύφος και δανειστής του, κύριος Παντελής, απειλεί να του πάρει το πολυτελές διαμέρισμα του και ο Θωμάς θα πρέπει μέσα σε πέντε ημέρες να βρει τη λύση και να γυρίσει στην οικογενειακή του εστία νικητής, όπως του έχει ζητήσει και η γυναίκα του. Όμως, τα κακά νέα δεν σταματούν εδώ για τον Θωμά, που μέσα στην απελπισία του καταστρώνει ένα επικίνδυνο σχέδιο.
Με εναρκτήρια σκηνή, μίας χελώνας σε ενυδρείο που προσπαθεί να βγάλει το κεφάλι της μάταια έξω από το νερό, συνοδευόμενη από μία τραχιά επιθετική μουσική, παραπέμποντας στον κεντρικό ήρωα της ταινίας του και τον αγώνα του να ξεφύγει από τα προβλήματα και τον ανελέητο απειλητικό τοκογλύφο, το στόρι που ξεδιπλώνεται στη συνέχεια ουσιαστικά είναι ένας αγώνας δρόμου του κεντρικού πρωταγωνιστή Βασίλη Μπισμπίκη.
Για μια ακόμη φορά ο Οικονομίδης μελετά, με τη δική του ματιά, τη μεσαία τάξη, που εδώ και 15 χρόνια πλήττεται παντοιοτρόπως και πλέον δεν κινδυνεύει απλώς να χάσει τα προνόμιά της, τη σπιταρόνα με θέα στη θάλασσα, το πολυτελές αυτοκίνητο και τα καλούδια μια επίπλαστης ευμάρειας, αλλά προσπαθεί να ξεκολλήσει από το βούρκο, να πάρει μια ανάσα.
Ο Ελληνοκύπριος σκηνοθέτης, παρατηρεί με ηδονή την κατάντια του πρωταγωνιστή του, ενός γοητευτικά αρνητικού ήρωα, μιας τοξικής παραφυάδας, που εξαπλώνεται συνεχώς, μέχρι να βρεθεί μπροστά στις ευθύνες του και να συνειδητοποιήσει ότι η ζωή του όλη στηριζόταν σε μια απάτη, τον αριβισμό και έναν κόσμο που γαλουχήθηκε με την αξία του τύπου «ζήσε και άσε τους άλλους να πεθάνουν».
Ξέροντας καλά να κουρδίζει το στόρι του, να φτιάχνει αποπνιχτική ατμόσφαιρα, με τη συνδρομή της ηλεκτρονικής μουσικής, ο Οικονομίδης απλώνει τα γνωστά συστατικά που χρησιμοποιεί στις ταινίες του και παραδίδει ακόμη ένα νεο-νουάρ, που αναμένεται να ικανοποιήσει το κοινό του. Ωστόσο, ο έμπειρος σκηνοθέτης, αυτή τη φορά το παρακάνει με τις επεξηγήσεις της ιστορίας του και οι γνώριμες προβληματικές του, μετατρέπονται σε επανάληψη των προηγούμενων – όλοι οι γνώστες του σινεμά του θα σκεφτούν ότι η «Σπασμένη Φλέβα» κάτι τους θυμίζει – ενώ από ένα σημείο και μετά δείχνει να έχει εξαντλήσει τους χαρακτήρες του, αντιήρωες ενός ιδιότυπου κοινωνικού περιθωρίου, που δείχνει γιγαντωμένο, σαν να έχει γεμίσει όλη η Ελλάδα από «Αλεξόπουλους» και «κυρ Παντελήδες».
Ιδανικός για τον ρόλο, αλλά αρκετά αναμενόμενος στην ερμηνεία του, ο Μπισμπίκης, ενώ με τα πάνω και τα κάτω του το πολυπρόσωπο καστ, απ’ το οποίο ξεχωρίζει η επανεμφάνιση της Μπέτυς Αρβανίτη, έπειτα από 23 χρόνια.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Θωμάς Αλεξόπουλος, ένας μεσήλικας επιχειρηματίας, πνίγεται στα λάθη και στα χρέη. Όταν η κόντρα του με τον τοκογλύφο της περιοχής πάρει απρόβλεπτες διαστάσεις και με τον χρόνο να τελειώνει για να σώσει το οικογενειακό του σπίτι, θα καταστρώσει ένα απλό, εύκολο σχέδιο της τελευταίας στιγμής.
(“Eternity”) Αισθηματική κομεντί, αμερικάνικης παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Ντέιβιντ Φρέιν, με τους Ελίζαμπεθ Όλσεν, Μάιλς Τέλερ, Κάλουμ Τέρνερ, Τζον Ίρλι, Μπάρι Πρίμους, Μπέτι Μπάκλεϊ κα.
Ευχάριστη, πιπεράτη και ενίοτε πνευματώδης, η αισθηματική κομεντί φαντασίας του Ντέιβιντ Φρέιν, μεταφέρει τον ρομαντισμό στη μεταθανάτια ζωή, με ένα ερωτικό τρίγωνο, βάζοντάς τους διλήμματα, που μπορεί να οδηγήσουν στον παράδεισο ή και στην κόλαση.
Με μια υπόθεση αρκετά χαριτωμένη και διασκεδαστικά μεταφερμένη, το φιλμ του Ιρλανδού σκηνοθέτη θέτει ένα περίπλοκο ερώτημα, που αφορά πολλά ζευγάρια, για τον πραγματικό έρωτα και τη σύμβαση του γάμου, το πρώτο νεανικό πάθος και τη συγκαταβατική αγάπη, τη συνήθεια μιας κοινής ζωής. Μόνο που αυτό τίθεται μετά θάνατον, όπου τα χρόνια ενός γάμου, μοιάζουν με μια στιγμή και βολικά υπερτερεί ο νεανικός σύντομος έρωτας, από τον μακρύ συζυγικό βίο.
Ο Λάρι, μόλις πέθανε και φτάνει σε κάτι που μοιάζει με αμαξοστάσιο και του λένε να επιλέξει για πάντα τη μεταθανάτια ζωή του. Ενώ εκείνος προσπαθεί να αποφασίσει, η σύζυγός του Τζόαν πεθαίνει κι αυτή και οι δυο τους επανενώνονται στο πολυσύχναστο σημείο μεταξύ θνητότητας και αθανασίας. Μία ευχάριστη στιγμή, καθώς διατηρούν τη νεανική τους εμφάνιση, που περιπλέκεται, όμως, όταν εμφανίζεται ο πρώτος έρωτας της Τζόαν, ένας πιλότος που σκοτώθηκε στην Κορέα, μόλις δυο χρόνια από τον γάμο τους. Και το ερώτημα που τίθεται στην Τζόαν είναι με ποιον θα επιλέξει να περάσει τη μακρά μεταθανάτια ζωή της.
Καλογυρισμένη, διασκεδαστική, πολύχρωμη, φωτεινή και με ορισμένες καλές ατάκες, η ταινία βλέπεται με αμείωτο ενδιαφέρον και ευχάριστα, αν και το σενάριο, χάνει το κέντρο βάρους του θέματός της, για τον έρωτα και τη σύμβαση του γάμου, για να σταθεί σε κάτι, που θα ικανοποιήσει περισσότερο το μέσο αμερικάνικο κοινό: τον ρομαντισμό, τις εκπλήξεις των χαρακτήρων και βεβαίως των αστείων στιγμών, που συμβαδίζουν με τις ευκολίες σε μία ιστορία φαντασίας.
Συμπαθητικό το πρωταγωνιστικό τρίο, με την Ελίζαμπεθ Όλσεν και την τρεμάμενη αναποφασιστικότητά της να κερδίζει τις εντυπώσεις, ενώ σημαντική είναι και η συμπαράσταση των δεύτερων χαρακτήρων.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Σε μια μετά θάνατον ζωή όπου οι ψυχές έχουν μία εβδομάδα για να αποφασίσουν πού θα περάσουν την αιωνιότητά τους, η Τζόαν βρίσκεται αντιμέτωπη με την αδύνατη επιλογή ανάμεσα στον άντρα με τον οποίο πέρασε τη ζωή της και τον πρώτο της έρωτα ο οποίος πέθανε νέος και την περίμενε δεκαετίες να φτάσει εκεί.
(“Die My Love”) Δραματικό θρίλερ, αμερικάνικης, βρετανικής και καναδικής παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Λιν Ράμσεϊ, με τους Τζένιφερ Λόρενς, Ρόμπερτ Πάτινσον, Νικ Νόλτε, Σίσι Σπέισεκ, ΛαΚίθ Στάνφιλντ κα.
Μια επώδυνη πορεία προς τη χειραφέτηση μίας γυναίκας, που υποδύεται η Τζένιφερ Λόρενς, έχοντας δίπλα της τον Ρόμπερτ Πάτινσον, μετατρέπεται, από την αναγνωρίσιμη πλέον Λιν Ράμσεϊ, σε ένα ναρκισσιστικό, σχεδόν παραληρηματικό ψυχογράφημα, στα όρια ενός θρίλερ τρόμου.
Η ταινία της Σκοτσέζας σκηνοθέτιδας, σε παραγωγή Μάρτιν Σκορτσέζε, μπορεί να εξασφάλισε την παρουσία της στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών, αλλά είναι φανερό ότι δείχνει να απομακρύνεται ακόμη περαιτέρω από τις φρέσκιες ιδέες των πρώτων ταινιών της, των τολμηρών διεισδυτικών ψυχολογικών δραμάτων της, δοκιμάζοντας χωρίς κανένα μέτρο, κάθε σκηνοθετική έμπνευση που της πέρασε από το μυαλό, θέλοντας να φανεί πρωτόγνωρα τολμηρή, χάνοντας σε μεγάλο βαθμό το μέτρο.
Στην πέμπτη της ταινία, η Ράμσεϊ μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το μυθιστόρημα της Αριάνα Χάρουιτς, «Die, My Love», ένα θαρραλέο κείμενο για το ταμπού της μητρότητας, την επιλόχειο κατάθλιψη, τη γυναικεία καταπιεσμένη σεξουαλικότητα μετά τη γέννα και τη μίζερη εξέλιξη της αγάπης ανάμεσα σε ένα ζευγάρι, ως ένα ασυγκράτητο κινηματογραφικό ντελίριο, που θα απαντά στα πατριαρχικά στερεότυπα, την κομφορμιστική μεσοαστική καθημερινότητα.
Ένα ζευγάρι κληρονομεί ένα σπίτι μέσα στο δάσος. Μετακομίζουν και λίγο καιρό μετά φέρνουν στον κόσμο το πρώτο τους παιδί. Τα πρώτα σημάδια της επιλόχειας κατάθλιψης κάνουν την εμφάνισή τους για την Γκρέις, μια γυναίκα αντισυμβατική, κοινωνικά απείθαρχη, που δείχνει ανεκτική προς τον πεθερό της πάσχοντα από αλτσχάιμερ και την ζωηρή πεθερά της, ενώ είναι τρελά ερωτευμένη με τον άντρα της Τζάκσον. Οι εποχές του έντονου έρωτα έχουν περάσει και ο Τζάκσον τώρα την αποφεύγει και λείπει για μέρες ταξιδεύοντας για τη δουλειά του. Οι υποψίες της Γκρέις ότι ο άντρας της έχει εξωσυζυγικές σχέσεις, θα τη φέρουν στα όριά της και σταδιακά θα τη μετατρέψουν σε μία οργισμένη γυναίκα με ψυχωτική συμπεριφορά.
Η Ράμσεϊ προσπαθώντας να φτιάξει μία ταινία αντικομφορμιστική, όσο και η ηρωίδα της, θα παίξει με τις φαντασιώσεις της Γκρέις, περνώντας από την πραγματικότητα στο σουρεαλιστικό παραμύθι, χωρίς να νοιάζεται για τους απαραίτητους κινηματογραφικούς κανόνες, δημιουργώντας μία ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα – στα όρια της ηλεκτροπληξίας – και παραπέμποντας σε μία ταινία τρόμου και ξεπερασμένους συμβολισμούς.
Και τα στραβά της ταινίας δεν τελειώνουν στη σκηνοθετική αλαζονεία της Ράμσεϊ, καθώς αφήνει εντελώς ανεξέλεγκτο και το πρωταγωνιστικό της ζευγάρι, παροτρύνοντάς τους να επιδείξουν τα πιο ζωώδη ένστικτά τους, με την Λόρενς πραγματικά να αφηνιάζει και τον Πάτινσον να μοιάζει αποσβολωμένος.
Έτσι, η Ράμσεϊ, αντί να ψηλαφίσει διεξοδικά το λεπτό θέμα της μητρότητας και των ταμπού που το συνοδεύουν, θα προτιμήσει μια παραληρηματική – και φλύαρη – κατάβαση στα πολυσύνθετα σκοτάδια της ψυχής, αφήνοντας απροστάτευτους τους γενναίους πρωταγωνιστές της και παραδίδοντας τελικά ένα φιλμ στα όρια της υστερίας και που πετυχαίνει το ακριβώς αντίθετο απ’ αυτό που στόχευε.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένα νέο ερωτευμένο ζευγάρι, η Γκρέις και ο Τζάκσον, μετακομίζουν σε ένα ετοιμόρροπο σπίτι στη Μοντανα, που κληρονόμησαν, αναζητώντας μία πιο ήσυχη ζωή. Η Γκρέις, θα γίνει μητέρα και με εμφανή τα σημάδια επιλόχειας κατάθλιψης αρχίζει να παλεύει με την παράνοια, ενώ ο άντρας της συχνά λείπει ταξίδι για δουλειές.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Το Δάκρυ του Διαβόλου
(“The Devil’s Teardrop”) Και μόνο ότι αυτή η περουβιανής παραγωγής (2025) ταινίας τρόμου είναι εξολοκλήρου γυρισμένη στις Άνδεις και μάλιστα με την τεχνική της να θυμίζει γύρισμα με βιντεοκάμερα, αποκτά το ενδιαφέρον της.
Ένα φιλμ που, εκτός από τον τρόμο και την αγωνία, μπαίνει και στην ντόπια λαϊκή μυθολογία και στην οικολογία, με τις συνέπειες της ανθρώπινης εκμετάλλευσης της γης. Η ταινία – ντεμπούτο – του Περουβιανού Γκονζάλο Οτέρο, θέλει μια νεαρή Αμερικανίδα να πείθει τρεις φίλους της να τη συνοδέψουν σε μία απομονωμένη περιοχή των Άνδεων, για να ολοκληρώσει το οικολογικό της ντοκιμαντέρ, για τις παράνομες εξορύξεις σε ένα περουβιανό δάσος. Η νεαρή παρέα κακώς δεν ακούει τους ντόπιους για την παρουσία μίας αρχαίας οντότητας και όταν τη συναντούν είναι μάλλον πολύ αργά. Η ταινία, που αν μη τι άλλο ξεφεύγει από τα συνήθη, μάλλον θα ικανοποιήσει τους φαν του είδους.
Ζωούπολη 2
(“Zootopia 2”) Παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων επιπέδου champions League, φετινής εσοδείας και με την υπογραφή της Walt Disney και του έμπειρου και Οσκαρικού Τζάρεντ Μπους, στη σκηνοθεσία.
Ένα φροντισμένο και κεφάτο σίκουελ της Ζωούπολης, με τους γνωστούς αστυνομικούς ήρωες να πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν ένα μυστηριώδες ερπετό, που θέλει να φέρει τα πάνω κάτω στη μητρόπολη των ζώων. Αν και η έμπνευση φαίνεται να μην είναι στα πολύ πάνω της για τους ανθρώπους της Disney, το ψηφιακό animation είναι αρκούντως διασκεδαστικό και ενδιαφέρον ακόμη και γι’ αυτούς που νιώθουν ακόμη παιδιά. Το φιλμ προβάλλεται και μεταγλωττισμένο στα ελληνικά.
Διαβάστε επίσης:
Κριτική ταινίας: «Σπασμένη φλέβα» – Ο ασφυκτικός βρόγχος του χρόνου
Μαράια Κάρεϊ: Πόσα χρήματα λαμβάνει κάθε χρόνο από το «All I Want for Christmas Is You» (Video)
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.