Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Με τη συγκρότηση του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου την περασμένη εβδομάδα έκλεισε ένα μεγάλο μέτωπο της κυβέρνησης, αυτό της ρύθμισης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, στο οποίο επενδύθηκε πολύς χρόνος και κόπος, αλλά η κατάληξη ήταν μάλλον άδοξη σε σύγκριση με τη βασική κυβερνητική επιδίωξη για μια καθαρή πολιτική νίκη κατά της διαφθοράς και της διαπλοκής που θα αντιστάθμιζε τη φθορά στο πεδίο της οικονομίας.
Πλέον οι τόνοι χαμηλώνουν και το θέμα της ρύθμισης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου περνάει σε δεύτερη μοίρα, προκειμένου η κυβέρνηση να επικεντρωθεί στο απολύτως ζωτικό γι’ αυτήν ζήτημα του χρέους.
Για την κυβέρνηση το θέμα του χρέους είναι στρατηγικής σημασίας στον βαθμό που, όπως έχει πολλές φορές διακηρύξει ο πρωθυπουργός, η απομείωση θα επιτρέψει να δημιουργηθεί κρίσιμος δημοσιονομικός χώρος και θα απελευθερωθούν πόροι – που σήμερα κατευθύνονται στην ετήσια εξυπηρέτηση του χρέους – για κοινωνική και αναπτυξιακή πολιτική.
Ουσιαστικά το τρίπτυχο απομείωση χρέους – ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση – επιστροφή στις αγορές, σύμφωνα με την ανάλυση της κυβέρνησης, θα εμπεδώσει το μήνυμα σταθερότητας στη διεθνή επενδυτική κοινότητα, θα επιτρέψει την προσέλκυση μακροπρόθεσμων επενδύσεων και θα ανοίξει τον δρόμο για την ανάπτυξη.
Κερδίζει χρόνο
Κοινώς, η ρύθμιση του χρέους είναι το στοιχείο που θα δώσει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να συντηρήσει την ελπίδα της ανάκαμψης (ομαλοποίηση της οικονομίας, επιστροφή της ρευστότητας κ.λπ.) και της ανάπτυξης, η οποία με τη σειρά της θα οδηγήσει σε νέες θέσεις εργασίας, μείωση της ανεργίας, αποκατάσταση των απω-λειών της κρίσης κ.ο.κ.
Μια θετική εξέλιξη στο θέμα του χρέους, σε συνδυασμό και με την επίτευξη συμφωνίας για χαμηλότερα πλεονάσματα μετά το 2018, θα σημάνει για την κυβέρνηση ότι έχει στα χέρια της ένα αφήγημα με το οποίο θα μπορεί να πορευτεί και να ανακάμψει κλείνοντας τη δημοσκοπική ψαλίδα, που δείχνει να μεγαλώνει. Εν ολίγοις, ο «καθαρός διάδρομος δεκαετίας» για τον οποίο γίνεται λόγος το τελευταίο διάστημα θα δώσει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να κερδίσει πολιτικό χρόνο κι εν τέλει θα επιτρέψει την πολιτική της επιβίωση, μια και ο διακηρυγμένος στόχος είναι οι εκλογές να γίνουν στο τέλος της τετραετίας, το 2019, μετά τη λήξη του προγράμματος και όχι νωρίτερα.
Από την άλλη, υπάρχει και ένα ακόμη ζήτημα, αυτό της τήρησης των συμφωνηθέντων, για το οποίο παγίως κάνει λόγο ο Αλέξης Τσίπρας αναφορικά τόσο με τη συμφωνία του Ιουλίου 2015 όσο και με τη συμφωνία του Eurogroup της 24ης Μαΐου. Με δεδομένο το ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να προβάλει τη φυσιογνωμία μιας πολιτικής δύναμης που έσπασε τη «διεθνή απομόνωση» της χώρας και συνομιλεί ισότιμα με τους Ευρωπαίους εταίρους, η καθυστέρηση στις συζητήσεις για το χρέος ξεθωριάζει αυτή την εικόνα στέλνοντας το μήνυμα ότι ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση όχι μόνο δεν συνομιλούν ισότιμα, αλλά υποτάσσονται στις προτεραιότητες της ηγέτιδας ευρωπαϊκής δύναμης, της Γερμανίας.
Το βλέμμα στο Eurogroup
Σε κάθε περίπτωση ο χρόνος μετρά αντίστροφα, καθώς απομένουν περίπου τρεις εβδομάδες για το κρίσιμο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, χρόνος που μοιάζει εξαιρετικά σύντομος, προκειμένου να τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει η κυβέρνηση: να υπάρχει συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (staff level agreement) μεταξύ των ελληνικών κλιμακίων με αυτά των Βρυξελλών και στο Eurogroup να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, να αποφασιστούν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα και να συγκεκριμενοποιηθούν τα μεσοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα μέτρα για την απομείωση του χρέους. Σύμφωνα με την κυβέρνηση, αυτό θα επιτρέψει την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση και θα εξασφαλίσει έναν «καθαρό διάδρομο δεκαετίας» που θα επαναφέρει την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία.
Στο μεταξύ η κυβέρνηση επιχειρεί να προλάβει καταστάσεις επιμένοντας πως θέλει η αξιολόγηση να κλείσει στο προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα, «δίχως υποχωρήσεις αρχών» αλλά και χωρίς «άσκοπες κωλυσιεργίες» ή «αχρείαστες καθυστερήσεις» από την πλευρά των δανειστών, όπως αφήνεται να εννοηθεί (βλ. Σόιμπλε και ΔΝΤ), αν προκύψουν απαιτήσεις που «δεν σχετίζονται ή υπερβαίνουν τη συμφωνία του Ιουλίου του 2015».
Πάντως, πλέον το κυβερνητικό επιτελείο φαίνεται να εστιάζει σε μια οριστική απόφαση για τα βραχυπρόθεσμα, που θα περιλαμβάνει και δέσμευση για την άμεση εφαρμογή τους, και από εκεί και πέρα κάνει λόγο για συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων/ μακροπρόθεσμων μέτρων σε μια συζήτηση που θα είναι «διαρκής», ώστε να δοθεί η αίσθηση ότι έστω και με πιο αργούς από τους υπολογιζόμενους ρυθμούς η σχετική διαδικασία προχωράει.
Την ίδια ώρα καταβάλλει προσπάθεια να κλείσει συζητήσεις περί επικείμενου 4ου μνημονίου, αν τελικά το ΔΝΤ αποφασίσει να παραμείνει στο πρόγραμμα όχι ως τεχνικός σύμβουλος, όπως είναι σήμερα, αλλά και ως χρηματοδότης. Σύμφωνα με τα όσα είπε για τη δεύτερη περίπτωση ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και υπουργός Επικρατείας Δημήτρης Τζανακόπουλος πρόσφατα, «η πάγια πρακτική καθ’ όλη τη διάρκεια των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση υπογράφει ξεχωριστές συμφωνίες με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και με το ΔΝΤ. Ποτέ δεν θεωρήθηκαν αυτές οι δύο ξεχωριστές συμφωνίες ως διαδοχικά μνημόνια». Επιπλέον τονίζεται με κάθε τρόπο ότι δεν υπάρχουν νέα μέτρα λιτότητας στο τραπέζι και ως προς αυτό γίνεται επίκληση τόσο των πρόσφατων δηλώσεων του εκπροσώπου του ΔΝΤ Τζέρι Ράις όσο και του Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα κατά τη διήμερη επίσκεψη στην Αθήνα, ο οποίος μίλησε για αναπτυξιακή ατζέντα χωρίς να θέσει ως προϋπόθεση δημοσιονομικά μέτρα, αλλά μόνο διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.