Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Οι εκσυγχρονιστές, ως επίδοξοι θηριοδαμαστές του τουρκικού θηρίου μέσω του κατευνασμού, αντιμετωπίζουν την Τουρκία ως ένα σταθεροποιημένο στα σύνορά του εθνικό κράτος, με το οποίο μπορεί να υπάρξει μια συνδιαλλαγή, στηριγμένη στους κανόνες του δικαίου, αρκεί να το διευκολύνουμε να εκσυγχρονιστεί. Πράγμα που θα δοκιμάζει να κάνει συστηματικά η ελληνική πολιτική επί διακυβέρνησης Σημίτη (1996-2004), ιδιαίτερα μετά το χαστούκι στα Ίμια και τη διάλυση του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας – Κύπρου με το φιάσκο των S-300: Μαδρίτη και γκριζάρισμα του Αιγαίου, άρση του βέτο για την τουρκική ένταξη στην Ε.Ε., Σχέδιο Ανάν κ.λπ.
Αυτή η θεώρηση έχει βαθιές ρίζες στις πολιτικές πραγματικότητες του Μεσοπολέμου και τις πρακτικές της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου, οι οποίες διαμόρφωσαν αντιλήψεις και πρακτικές των διπλωματικών και πολιτικών τάξεων.
Η Ελλάδα θα περάσει ένα μεσοβασίλειο – ανάμεσα στο 1922 και το 1974 –, ανάμεσα στη Μικρασιατική και την Κυπριακή καταστροφή, κατά την οποία η κύρια αντίθεση στο εξωτερικό πεδίο είχε μετατεθεί προς τη φασιστική Ιταλία και τη ναζιστική Γερμανία, μέχρι το 1945, και προς την αποικιοκρατική Αγγλία, στην Κύπρο. η τουρκική απειλή, παρά τα Σεπτεμβριανά στην Πόλη και τις συγκρούσεις στην Κύπρο, ιδιαίτερα μετά το 1960, θα θεωρείται δευτερεύουσα, ή και παρεμπίπτουσα.
Στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, και ως συνέπεια του Εμφυλίου, η επίσημη νατοϊκή Ελλάδα θεωρούσε βασικό εχθρό της το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και τη Βουλγαρία, ενώ η ΕΑΜική Ελλάδα έβλεπε τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Η Τουρκία αποτελούσε μια υπαρκτή αλλά δευτερεύουσα αντίθεση.
Έτσι, οι Έλληνες θα τρέφουν την πεποίθηση, ή την αυταπάτη, πως η παλιά αιωνόβια αντιπαλότητα Ελλήνων και Τούρκων είχε περάσει σε δεύτερο πλάνο και θα πιστέψουν πως η ανοδική πορεία του ελληνικού έθνους-κράτους, που άρχισε μετά την Επανάσταση του ’21 και συνεχιζόταν – παρά τον πόλεμο του ’40, και τον εμφύλιο πόλεμο –, θα προχωρούσε απρόσκοπτα.
«Επί ττέλους», στη μεταπολεμική Ελλάδα, η εσωτερική συσσώρευση και οι εσωτερικές αντιθέσεις κυριαρχούν. Γίναμε ένα έθνος σαν όλα τα άλλα, ή σχεδόν. Ο Καβάφης και ο Σεφέρης του Μυθιστορήματος ήταν οι τραγικοί βάρδοι μιας Ελλάδας που τέλειωσε (sic), ενώ εμείς θα συνθέταμε τις νέες μουσικές του παρόντος και του μέλλοντος, με τις υψικαμίνους που ορθώνονταν στον ουρανό της Ελευσίνας!
Στο βιβλίο μου «Το τέλος του παλιού κόσμου», γραμμένο το 1973, παρότι αναφερόμουν επίμονα στο Κυπριακό, χαιρέτιζα με ομοβροντίες το «τέλος» του κόσμου του ελληνισμού και της εξωτερικότητας, καθώς και της ψωροκώσταινας, μπροστά στη νέα σύγχρονη και βιομηχανική Ελλάδα που ανέτελλε. Επιτέλους, ένα σύγχρονο έθνος-κράτος!
Τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης σφραγίστηκαν από αυτή τη χίμαιρα. Ωστόσο το 1974, η κυπριακή τραγωδία και στη συνέχεια οι αυξανόμενες τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο θα ξαναφέρουν σταδιακώς την Ελλάδα στο «1922», θα καταδείξουν πως το «1922» όχι μόνον δεν τελείωσε αλλά απλώς απετέλεσε την αφετηρία μιας νέας καθοδικής φάσης για τον ελληνισμό.
Στην πραγματικότητα, η διεθνής και τοπική ισορροπία δυνάμεων, τέτοια που διαμορφώθηκε από τους δύο παγκόσμιους πολέμους, αμφισβητείται και τα χαρτιά ξαναμοιράζονται. Η Τουρκία επιστρέφει και πάλι στην τοπική σκηνή, ισχυρότερη και απειλητική, αφού, στο μεσοδιάστημα 1922-1974, προώθησε την εσωτερική της συγκρότηση ως εθνικού κράτους διαθέτοντας μεγαλύτερους πόρους από την Ελλάδα.
Από το 1922 και μετά, και σύμφωνα με την αρχή του Ατατούρκ, «είναι Τούρκος όποιος νιώθει τον εαυτό του Τούρκο», οι ισλαμικοί πληθυσμοί εκτουρκίζονται σταδιακά, εκτός από τους Κούρδους, και το νέο τουρκικό έθνος εμφανίζεται και πάλι στο διεθνές γεωπολιτικό προσκήνιο διεκδικώντας μια νεοϊμπεριαλιστική επιστροφή του οθωμανισμού.
Τις τελευταίες δεκαετίες η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και των συμμάχων της, η αποσύνθεση των Βαλκανίων, αλλά και η παρασιτική υποστροφή της ελληνικής οικονομίας αναδεικνύουν την Τουρκία ως το επίκεντρο ισχύος στην περιοχή. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε την κρίση του Ιράν και τη συντριβή του Ιράκ, η ιστορική ευκαιρία που παρουσιάστηκε στην Τουρκία είναι χωρίς προηγούμενο.
Οι ελληνικές πολιτικές και διπλωματικές ελίτ – στο κλίμα της μεταπολιτευτικής αντιεθνικιστικής ευωχίας – παρέμεναν αγκιστρωμένες σε μια αντίληψη για την Τουρκία της δεκαετίας του 1950, ενώ και στο λαϊκό σώμα συνέχισαν να κυριαρχούν τα εύηχα και απατηλά στερεότυπα της «καθυστερημένης» Τουρκίας. Όμως, ήδη από τη δεκαετία του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Τουρκία προβαίνει στον δικό της αυθεντικό παραγωγικό «εκσυγχρονισμό», δημιουργώντας τις βάσεις μιας ισχυρής εξαγωγικής βιομηχανίας και προπαντός μιας εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Και βέβαια επιδεινώνεται διαρκώς το δημογραφικό ισοζύγιο Ελλάδας – Τουρκίας. (…)
Σήμερα έχει καταδειχθεί πλέον σε όλους, ακόμα και σε μεγάλο μέρος των άλλοτε αντιεθνικιστών, πως η Τουρκία, το 1922, και η κεμαλική σταθεροποίηση δεν αποτελούσε το εθνοκρατικό τέλος του παλιού οθωμανικού επεκτατισμού, αλλά ένα εφαλτήριο για μια αυτοκρατορική επιστροφή.
Επιστροφή η οποία θα εγκαινιαστεί με την εισβολή στην Κύπρο, για να ακολουθήσει μια πυκνή σειρά γεγονότων: οι διεκδικήσεις στο Αιγαίο, οι επεμβάσεις στη Λιβύη και στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, η εισβολή στη Συρία και το Ιράκ, το τουρκολιβυκό σύμφωνο, η γαλάζια πατρίδα, η χρησιμοποίηση των μεταναστών ως πολιτικό όπλο και όσα συνέβησαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες – με στόχο την ανασυγκρότηση του οθωμανικού imperium στην ευρύτερη περιοχή. Και αυτή έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση την υποταγή των Ελλήνων σε Ελλάδα και Κύπρο.
Και ακριβώς επειδή ο «υπαρκτός εκσυγχρονισμός» πραγματοποιούσε μια ηθελημένα μυωπική ανάγνωση της Τουρκίας και των προθέσεών της, σκορπίζοντας αυταπάτες, δεν μπορούσε παρά να καταλήξει ατελέσφορος, άσχετα από τις οποιεσδήποτε, κάποτε και αγαθές, προθέσεις – στον βαθμό που δεν έθετε ως πρωταρχικό στόχο του ευρωπαϊσμού τη διαφύλαξη της ανεξαρτησίας των Ελλήνων και τον ενεργό ρόλο τους στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, ως προϋπόθεσητου οποιουδήποτε τελεσφόρου εκσυγχρονισμού.
* Το κείμενο αυτό είναι απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά «Ατελέσφορος εκσυγχρονισμός, o Κώστας Σημίτης και η εποχή του», που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις
Διαβάστε επίσης:
Βιβλίο: Υπερτουρισμός: μια αόρατη έξωση
Bιβλίο: Καλοκαίρι και έγκλημα – Έντεκα ιστορίες, μία αφήγηση χωρίς αθώους
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.