Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Ιορδάνης Παπαδόπουλος
Κασκαντέρ
Εκδόσεις Ίκαρος
Σελ.: 158
Από «Το βουνό κι ο ποιητής δεν πήραν είδηση» (εκδόσεις Ροές, 2009), στο «Μπρα ντε φερ – Ένας χειρισμός πρόγνωσης» (εκδόσεις Τυπωθήτω, 2015) και ενδιάμεσες συμμετοχές σε ποιητικές ανθολογίες, κι από εκεί, στο υβριδικό λογοτεχνικό ημερολόγιο οικολογικής περιήγησης «Στα ΔΑΣΗ» (εκδόσεις Ίκαρος, 2022), ένα περίτεχνο κείμενο σε κομμάτια το οποίο σαγήνευσε, συζητήθηκε και καθιέρωσε τον ταλαντούχο και ακριβοθώρητο Ιορδάνη Παπαδόπουλο στις αναγνωστικές συνειδήσεις. Από τους πιο αξιοπρόσεκτους δημιουργούς που υπάρχουν και κινούνται με σεμνότητα κάπου τριγύρω και ανάμεσά μας, ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος επέστρεψε πρόσφατα – τρία χρόνια μετά το δικαίως πολυσυζητημένο του «Στα ΔΑΣΗ» – ξανά από τις εκδόσεις Ίκαρος, με το πολυαναμενόμενο «Κασκαντέρ».
Εργαζόμενος ως καθηγητής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, πνεύμα ανήσυχο με οξεία, καλλιτεχνική ματιά στην κίνηση και στην ακινησία των πραγμάτων και των γεγονότων, μέλος της ομάδας Kangaroocourt που δραστηριοποιείται στις παραστατικές τέχνες, δημιουργός με φωνή – γραφή πρωτότυπη, από εκείνους που παίζουν με το φως, το σκοτάδι, τις γωνίες, τις αιχμές και το θλιμμένο γέλιο των λέξεων και που με τα γραπτά τους ανακινούν κόσμους και μνήμες, τα αναλύουν και τα ανακαλούν, τραγουδούν ψιθυριστά το λίγο και το πολύ, το σώμα και το βλέμμα, το ύψος και το βάθος, την πτώση και το πέταγμα, τη θέρμη και την παγωνιά των χεριών που κρατούν φιλιά και αίμα, δηλητήριο και ζάχαρη στ’ ακροδάχτυλά τους. Με τον «Κασκαντέρ» του, ο Παπαδόπουλος παραδίδει ένα εξαιρετικά ιδιαίτερο, πολυπρόσωπο και πολύπλευρο αφήγημα με μεθυστικό, ποιητικό και στοχαστικό λόγο που βρίθει διακειμενικών, εικαστικών και φιλοσοφικών αναφορών, πλάνων και εικόνων και συνδυάζει το – βαθιά – προσωπικό με το συλλογικό βίωμα και την ενδελεχή εξερεύνηση του Εαυτού και του Άλλου, απέναντι και δίπλα. Κάθε σημείο στίξης, κάθε παύση, κάθε ανάσα, κάθε αναφορά και εικόνα, κάθε πρόταση και παράγραφος στον «Κασκαντέρ» είναι μελέτη υποδειγματικής έκφρασης και θησαυρός μνήμης και ταυτότητας, μ’ εκείνη την ανεξίτηλη γλυκόπικρη γεύση νοσταλγίας που μας άφησαν οι μουσικές που μας σημάδεψαν, οι ταινίες που χαράχτηκαν στο μυαλό μας, τα βιβλία που μέσα τους σκύψαμε μ’ ευλάβεια και με τους καρπούς τους φυτέψαμε τα προσωπικά μας σκοτεινά και φωτεινά πυκνά δάση.
Όπως και στο εντυπωσιακό «Στα ΔΑΣΗ», έτσι και στον «Κασκαντέρ» του, ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος – τραβώντας λίγο περισσότερο την κουρτίνα και κάνοντας μια ακόμα πιο βαθιά στροφή εντός του – ενώνει τη λογοτεχνία με τη φιλοσοφία, την ποιητική αφήγηση, τις τέχνες και τα διακείμενα και μας χαρίζει γενναιόδωρα ένα ανατρεπτικό βιβλίο υβριδικής κατασκευής και γραφής, με αποχρώσεις εξομολογητικού ύφους, με μυθοπλαστικά και βιωματικά στοιχεία, με μια γλώσσα προσεγμένη, ζυγισμένη και κοφτερή σαν βροχή δυνατή και λυτρωτική και σαν άγγιγμα αναγκαίο στη μέση του πουθενά σ’ ένα θέρος άγνωστο κι απειλητικό, με λέξεις και ιδέες απ’ τις οποίες ο αναγνώστης αγκιστρώνεται. Τα χέρια πρωταγωνιστούν εδώ, όπως πρωταγωνιστεί και η πτώση. Τα χέρια και οι κινήσεις τους πάνω σε πλήκτρα, χαρτιά, σημειώσεις, χάρτες, δρόμους, αντικείμενα, παράθυρα, πάνω σ’ άλλα χέρια, στ’ άστρα, στη γη, στο κενό. Ο ήρωας – Κασκαντέρ «αναρωτιέται: είναι το όνειρό του, το όνειρο που έχει δει περισσότερες φορές στη ζωή του, ζωή του ή μήπως πιο πολύ ζωή του;». Βλέπει ότι πετάει χωρίς ίχνος τεχνικής βοήθειας. Κινεί τα χέρια του και πέφτει και πετάει πάνω από γκρεμούς, δάση, θάλασσες – μόνος και μοναχικός – πάνω από σύννεφα, πάνω απ’ τη βροχή της βροχής και της ερημιάς των ανθρώπων, πάνω απ’ το χιόνι και τα χρόνια. Μπαίνει σε ιστορίες και ποιήματα, σε σημειώσεις, σε έργα τέχνης, σε μουσικές, σε κινηματογραφικά πλάνα. Πέφτοντας. Αιωρούμενος. Γίνεται αντικείμενο και υποκείμενο αφήγησης για την πτώση και για χέρια, αντικρίζοντας τα χέρια του, και τα άλλα τα οικεία και τα ξένα, τα χέρια-αγκαλιές και τα χέρια-δίχτυα, φωτογραφίζει χέρια, θυμάται χέρια, και συλλέγοντας ντοκουμέντα και φωτογραφίες χεριών που ταξιδεύουν στον χρόνο και παραμένουν στη μνήμη, εξαφανίζει για λίγο τα ίχνη τους σε μια άσκηση λήθης στο κενό και στο μη-κενό. Παρατηρεί χέρια, χέρια και δάχτυλα (τον χώρο, τον χορό, την ακαμψία τους, την προδοσία και την ενοχή τους, την αμηχανία τους). Διαβάζει για χέρια που τρέμουν, που συνομιλούν με την παραφροσύνη, που ακολουθούν σώματα και ακολουθούνται από σώματα, χέρια ευλαβικά, ελεύθερα, καταδικασμένα, πένθιμα, καρφωμένα σε σταυρό, χέρια ακίνητα – ανυπάκουα – αταξίδευτα – αχάιδευτα – αχάριστα -αφίλητα – αμίλητα, χέρια που πονούν, γράφουν, ψηλαφίζουν, εκτελούν, καταδικάζουν, αθωώνουν, ξημερώνουν, νυχτώνουν. Τα χέρια των φίλων, των ποιητών, των φιλοσόφων, του Μπέκετ, του Νίτσε, του Ντύρερ, του Ζέμπαλντ, του Πέτερ Χάντκε, της Κλαρίσε Λισπέκτορ, του Τζορτζ Στάινερ, της Μαργκερίτ Ντυράς. Τα χέρια των εύρωστων σωμάτων και των χάρτινων πρωταγωνιστών και των ανθρώπων σε πτώση.
«…ποιος είναι ο χρόνος και ποιο το σώμα που πρέπει να κερδίσει, και ποια αυτά που πρέπει να ακυρώσει, ν’ αφήσει πίσω, αν ο άνεμος γνωρίζει τι κυματίζει, αν ο λόγος που γράφει είναι για να μετακινηθεί, ν’ αλλάξει θέση». (σελ. 90)
Γράφει για όσα δεν έκανε κι επιθύμησε, για όσα έκανε και μετάνιωσε, για όνειρα με ρούχα που πέφτουν στο κενό, για τον χρόνο που κύλησε σαν ποτάμι κυνηγημένο. Γράφει γράφοντας και πέφτοντας πάνω από έναν αιώνα. Αγγίζει. Πέφτει. Μνημονεύει. Στοχάζεται. Αιχμαλωτίζει τις ριπές του ανέμου και του κόσμου, μια ανεπαίσθητη κίνηση χεριών κι ένα φευγαλέο βλέμμα που ξεπηδούν από ένα πλάνο στην οθόνη, από μια σελίδα, κι ένα χέρι σε πτώση που γράφει ενώ πέφτει κι ενώ περιπλανιέται στα ΔΑΣΗ και χωράει σε μια κόλλα χαρτί, σε μια παράγραφο χειρόγραφων σημειώσεων, σε ένα τραγούδι για χέρια που αγκαλιάζουνε σπαρμένα τη γη, σε μια ταινία με δύο ζευγάρια χέρια να πλέκονται ματωμένα σε διαδοχικά γκρο πλαν.
Ο Κασκαντέρ εκτελεί ταχυδακτυλουργικά νούμερα και ασκήσεις μεταμφίεσης, στροβιλίζεται στη σκόνη του χρόνου, γίνεται θάλασσα κι ουρανός και καταρράκτης και κινηματογραφικός φακός και ρεύμα νερού κι άμπωτη και πλημμυρίδα. Δεν αποδέχεται, αρνείται και τελικά παραδέχεται το τέλος και την άκρη και κάνει το άλμα.
Κράμα μυθοπλασίας με μαιάνδρους και νερά και με αναφορές σε υπαρκτά πρόσωπα, υπαρξιακής μελέτης, έρευνας ποιητικής και στοχαστικής αφήγησης, ιστορίας σπονδυλωτής, ιλιγγιώδους καταγραφής της μοναξιάς της (κάθε) πτώσης. Με μια φωνή σαν θρόισμα, με ένα νήμα να αιωρείται στον αέρα και γύρω γύρω ένα πλήθος χεριών να αγγίζουν την κλωστή να συνεχίσει η ιστορία, η πτώση, το πέταγμα στο κενό των πραγμάτων και της πραγματικότητας. Κι ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος με τον «Κασκαντέρ» του να διδάσκει οικονομία και λεπτότητα λόγου, νόημα και περιπλάνηση, γράφοντας, εννοώντας και υπονοώντας όλα εκείνα που προέρχονται απ’ το βάθος της συνείδησης.
Διαβάστε επίσης:
Βιβλίο: Ο Μάλκολμ Λόουρυ στην ελληνική γλώσσα
Βιβλίο: Καλοκαίρι και έγκλημα – Έντεκα ιστορίες, μία αφήγηση χωρίς αθώους
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.