Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Όταν το 1933 ο Αδόλφος Χίτλερ ανέλαβε την εξουσία, δεν χρειάστηκε πολύ για να καταλάβει ότι η πιο ισχυρή πρώτη ύλη του 20ού αιώνα δεν ήταν ούτε το ατσάλι ούτε ο άνθρακας, αλλά η εικόνα που μπορούσε να γίνει όπλο, πιο επικίνδυνο κι από τον λόγο, γιατί δεν χρειαζόταν να πείσει αλλά απλώς να μαγέψει.
Ο κινηματογράφος, τότε μόλις 40 ετών, ήταν το ιδανικό πεδίο για να πλαστεί ένα νέο συλλογικό όνειρο. Ο Γιόζεφ Γκέμπελς, υπουργός Προπαγάνδας, είχε διαβάσει τα πάντα για τη δύναμη των μαζών. Θαύμαζε το Χόλυγουντ, αλλά το θεωρούσε ηθικά ρηχό. Ήθελε μια «εθνική τέχνη» που θα μπορούσε να εξυψώσει το γερμανικό πνεύμα και να μετατρέψει τον λαό σε μια κοινότητα πιστών. Κάθε ταινία, κάθε φωτογραφία, κάθε αφίσα θα υπηρετούσε τη νέα εποχή του Φύρερ.
Από το 1933 έως το 1945 η Γερμανία παρήγαγε πάνω από 1.200 ταινίες, εκ των οποίων οι μισές ήταν καθαρά προπαγανδιστικές. Οι υπόλοιπες, κωμωδίες, μελοδράματα ή ιστορικά έργα, είχαν επίσης έναν και μόνο στόχο, να κρατήσουν το κοινό σε κατάσταση ύπνωσης. Η προπαγάνδα έπρεπε να υφαίνεται μέσα στη συγκίνηση. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον αναδείχθηκε η Λένι Ρίφενσταλ, η γυναίκα που θα έδινε στο ναζιστικό όραμα την πιο ελκυστική του όψη.
Η Ρίφενσταλ είχε ξεκινήσει ως χορεύτρια και πρωταγωνίστρια σε βουκολικές ταινίες του Αρνολντ Φανκ, όπου ο άνθρωπος εμφανιζόταν να νικά τη φύση μέσα από τη δύναμη και την πειθαρχία. Οι ταινίες αυτές, όπως «Το βουνό των προορισμών», ήταν γεμάτες από παγετώνες, σιωπές και κορυφές, ένα είδος προφητείας του «υπερανθρώπου».
Ο Χίτλερ εντυπωσιάστηκε από τη ματιά της. Είδε σ’ αυτήν τη δυνατότητα να αποδώσει με εικαστική μεγαλοπρέπεια το δικό του πολιτικό όνειρο. Το 1934 της ανέθεσε να κινηματογραφήσει το συνέδριο του κόμματος στη Νυρεμβέργη. Η Ρίφενσταλ δέχτηκε, με πλήρη καλλιτεχνική ελευθερία και απευθείας εντολή από τον Φύρερ.
Το αποτέλεσμα ήταν «Ο θρίαμβος της θέλησης» («Triumph des willens»), ένα έργο – σταθμός όχι μόνο στην προπαγάνδα, αλλά και στην ιστορία του κινηματογράφου. Χρησιμοποιώντας δεκάδες κάμερες, γερανούς, κινούμενες πλατφόρμες, καινοτόμο μοντάζ και ρυθμική μουσική, η Ρίφενσταλ δημιούργησε την εικόνα του τέλειου κράτους, ένα σώμα ανθρώπων που κινείται ομοιόμορφα, με απόλυτη πίστη, γύρω από τον ηγέτη του.
Ο Χίτλερ κατέρχεται από τον ουρανό μέσα από τα σύννεφα. Οι σημαίες κυματίζουν σαν φλόγες, οι σκιές σχηματίζουν γεωμετρικές γραμμές, η νεολαία χαιρετά με βλέμμα έκστασης. Κανείς δεν μιλά, ο κόσμος απλώς υπάρχει μέσα στον ρυθμό της υπακοής. Η τέχνη συναντά τη λατρεία.
Η Ρίφενσταλ είχε πετύχει κάτι πρωτοφανές: να μετατρέψει την πολιτική σε αισθητική εμπειρία. Ο «Θρίαμβος της θέλησης» δεν πείθει με επιχειρήματα· υπνωτίζει με την ομορφιά. Και αυτή ήταν η μεγαλύτερη νίκη της ναζιστικής προπαγάνδας: να κάνει τη φρίκη να μοιάζει με γιορτή.

Η Λένι Ρίφενσταλ στα γυρίσματα της ταινίας
Το επόμενο έργο της, το δίπτυχο «Ολύμπια» (1938), ήρθε να τελειοποιήσει το ναζιστικό ιδεώδες του σώματος. Η Ρίφενσταλ κινηματογράφησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου με μιαν ευφυΐα που ακόμη και οι αντίπαλοι θαύμασαν. Οι αθλητές παρουσιάζονται σαν αρχαιοελληνικά αγάλματα που ξαναζωντανεύουν, η κίνηση γίνεται ποίηση, το φως σμιλεύει τις σκιές πάνω στους μυς.
Το μήνυμα ήταν διττό: η Γερμανία είναι η κληρονόμος της αρχαιότητας και ο εθνικοσοσιαλισμός η φυσική συνέχεια του ελληνικού ιδεώδους της αρμονίας. Η ανθρώπινη τελειότητα γινόταν σύμβολο φυλετικής ανωτερότητας.
Στο μεταξύ, ο κινηματογράφος είχε γίνει κεντρικό εργαλείο του κράτους. Όλες οι ταινίες περνούσαν από τον έλεγχο του υπουργείου Προπαγάνδας. Η εταιρεία UFA μετατράπηκε σε βιομηχανία του γερμανικού ονείρου, ενώ οι αίθουσες λειτουργούσαν σαν ναοί της νέας πίστης. Ο Γκέμπελς επέβλεπε προσωπικά τις παραγωγές, ενώ εκατοντάδες τεχνικοί, σεναριογράφοι και ηθοποιοί υπηρέτησαν την υπόθεση, συχνά από φόβο ή ανάγκη και άλλοτε από πεποίθηση.
Η προπαγάνδα δεν ήταν μόνο τα φιλμ της Ρίφενσταλ. Ήταν οι ειδήσεις των «Wochenschau», τα κινούμενα σχέδια, τα παιδικά φιλμ, τα μελοδράματα που έδειχναν τη γυναίκα να θυσιάζεται για το Ράιχ, τον ήρωα να πεθαίνει στο μέτωπο με το χαμόγελο της νίκης. Το Τρίτο Ράιχ δημιούργησε μια αισθητική της πειθαρχίας: συμμετρία, καθαρότητα, φως, ήχος, όλα ρυθμισμένα όπως σε στρατιωτική παρέλαση.
Κάθε κάδρο είχε σκοπό. Κάθε κίνηση είχε νόημα. Η εικόνα μετατρεπόταν σε διαταγή.
Μετά την ήττα του 1945, ο μύθος κατέρρευσε. Οι αίθουσες των θριάμβων μετατράπηκαν σε ερείπια, τα στούντιο σε στρατώνες των συμμάχων. Η Λένι Ρίφενσταλ συνελήφθη, ανακρίθηκε, αλλά δεν καταδικάστηκε ποτέ για συμμετοχή σε εγκλήματα πολέμου. Οι περισσότεροι συνάδελφοί της τη θεώρησαν ηθικά ένοχη, ακόμη κι αν δεν υπήρξε πολιτικά δραστήρια.
Η ίδια επέμεινε: «Δεν ήμουν ναζί, ήμουν καλλιτέχνης». Στις αυτοβιογραφίες και τις συνεντεύξεις της παρουσίαζε τον εαυτό της ως αφελή ιδεαλίστρια που παρασύρθηκε από την εποχή. Πέρασε δεκαετίες στην αφάνεια, μέχρι που επανήλθε με ντοκιμαντέρ για τους Νούμπα της Αφρικής και φωτογραφίες της θάλασσας.
Όμως το ερώτημα που άφησε πίσω της δεν έπαψε να στοιχειώνει. Μπορεί η τέχνη να είναι αθώα όταν υπηρετεί την εξουσία; Μπορεί η ομορφιά να αποσυνδεθεί από την ηθική;
Η Ρίφενσταλ επηρέασε βαθιά τον σύγχρονο οπτικό πολιτισμό. Οι τεχνικές της (οι γωνίες λήψης, το μοντάζ, η χρήση του φωτός) λειτούργησαν ως πρότυπο για τη διαφήμιση, τη μουσική βιομηχανία, ακόμη και για τον αθλητικό κινηματογράφο. Το βλέμμα της επέζησε της ιδεολογίας της. Από τα διαφημιστικά της Nike μέχρι τις πολιτικές συγκεντρώσεις της εποχής μας, η ίδια γλώσσα του σώματος, της λάμψης, της υπεροχής συνεχίζει να μας κατακλύζει και να μας επηρεάζει.
Ο «Θρίαμβος της θέλησης» προβάλλεται ακόμη σε σχολές κινηματογράφου, όχι ως πολιτικό έργο, αλλά ως μάθημα αισθητικής δύναμης. Και κάθε φορά που η εικόνα μας συνεπαίρνει, χωρίς να ρωτάμε τι υπονοεί, αναβιώνει κάτι από το πνεύμα εκείνης της σκοτεινής εποχής…
Η προπαγάνδα του Τρίτου Ράιχ δεν ήταν απλώς μια σειρά από ταινίες. Ήταν η ολοκληρωτική μετατροπή της τέχνης σε πολιτική τελετουργία. Ο κινηματογράφος έγινε το εργαστήριο όπου δοκιμάστηκε η μαζική χειραγώγηση μέσω της αισθητικής.
Ο Γκέμπελς έλεγε: «Όποιος έχει το ραδιόφωνο, έχει το αυτί του λαού. Όποιος έχει τον κινηματογράφο, έχει την ψυχή του». Κι αυτή η ψυχή, για δώδεκα χρόνια, πίστεψε. Είδε τον Φύρερ να χαμογελά μέσα από τις αίθουσες, τον στρατιώτη να βαδίζει προς το μέτωπο με μουσική υπόκρουση, τον θάνατο να γίνεται ποίηση.
Το Τρίτο Ράιχ κατάλαβε κάτι που οι δημοκρατίες χρειάστηκαν δεκαετίες να συνειδητοποιήσουν: ότι η εικόνα μπορεί να αντικαταστήσει τη σκέψη. Κι όταν η εικόνα γίνει απόλυτη, η σκέψη σωπαίνει!
Η Ρίφενσταλ, χωρίς ίσως να το επιδιώξει, υπήρξε η μεγάλη ιέρεια αυτής της μεταμόρφωσης. Έδειξε ότι το κάδρο, όταν πειθαρχεί, μπορεί να υποκαταστήσει την ελευθερία. Και πως η τέχνη, όταν απελευθερώνεται από το ηθικό της πλαίσιο, μπορεί να γεννήσει την πιο τέλεια μορφή ολοκληρωτισμού: την αισθητική του κακού.
Η ιστορία της Λένι Ρίφενσταλ είναι μια προειδοποίηση υπενδεδυμένη με ομορφιά. Μας θυμίζει ότι κάθε εποχή παράγει τη δική της μορφή προπαγάνδας, άλλοτε με σημαίες, άλλοτε με εικόνες. Ότι ο θαυμασμός μπορεί να είναι πιο επικίνδυνος από το μίσος, γιατί μας αφοπλίζει.
Διαβάστε επίσης:
Έμα Στόουν: Έλαμψε στην πρεμιέρα της ταινίας «Bugonia» στη Νέα Υόρκη (Photos)
Οι Bon Jovi επιστρέφουν στη μουσική σκηνή: Παγκόσμιο tour το καλοκαίρι του 2026
Κρις Πάιν: Θεατρικό ντεμπούτο στο Λονδίνο ως Ιβάνοφ του Τσέχωφ
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.