Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
«Μέχρι να σβήσουν τ’ άστρα» της Μπεθ Στιλ
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
Στην επαρχιακή αγγλική πόλη Μάνσφιλντ – μια πρώην πόλη ανθρακωρύχων που έχει δεινοπαθήσει από τη μακρόχρονη αποτυχημένη απεργία των κατοίκων της και το τελικό κλείσιμο των ορυχείων την εποχή της Θάτσερ – η Σίλβια (Ελίνα Ρίζου) ετοιμάζεται να παντρευτεί τον Πολωνό Μάρεκ (Δαβίδ Μαλτέζε), παρά τη δυσαρέσκεια της προκατειλημμένης εργατικής οικογένειάς της. Έτσι αρχίζει το έργο «Μέχρι να σβήσουν τ’ άστρα» της βραβευμένης Μπεθ Στιλ και δεν είναι τυχαίο ότι η ίδια είναι παιδί ανθρακωρύχων. Ένα έργο που ανέβηκε πέρυσι με επιτυχία στο Εθνικό Θέατρο του Λονδίνου, προτάθηκε για δύο βραβεία Λώρενς Ολίβιε και φέτος παίχτηκε στο Theater Royal Haymarket του West End.
Η ριζωμένη ξενοφοβία κορυφώνεται στο γαμήλιο δείπνο ενώ, ταυτόχρονα, ανάμεσα στο τραγούδι και τον ξέφρενο χορό ξεβράζονται μυστικά, ερωτικές αντιζηλίες, ανεκπλήρωτες επιθυμίες και θέματα που απασχολούν την καθημερινότητά τους: η έλλειψη ταυτότητας, η αποξένωση των ανθρώπων, το τέλμα του γάμου, η μετανάστευση, ο θάνατος κ.ά.
Το «Μέχρι να σβήσουν τ’ άστρα», αν και παραπέμπει σε θεατρικά έργα Αμερικανών συγγραφέων, όπως ο Έντουαρντ Άλμπι, που σχετίζονται με τον όρο «μελόδραμα», ή ακόμα και στη ρατσιστική προσέγγιση του απρόσδεκτου Πολωνού μετανάστη στο «Λεωφορείο ο Πόθος» του Τενεσί Ουίλιαμς, βάζει τη δική του σφραγίδα, καθώς διαθέτει ενδιαφέρουσα και καλά μεταφρασμένη slang γλώσσα (Αντώνης Γαλέος), ανανεωτικό αέρα και κοφτερό χιούμορ. Από την άλλη, η συγγραφέας, επικεντρώνοντας το κείμενό της σε τρεις αδελφές και τη θεία τους, έχει σχεδιάσει εξαιρετικά τους, γυναικείους κυρίως, χαρακτήρες του.
Η Άννα Καλαϊτζίδου απέδωσε με υποκριτική ακρίβεια και έντονη σωματική ένταση τον ρόλο της αλλόκοτης Μάγκι με την πολυτάραχη ζωή, ενώ η Σύρμω Κεκέ ως ματαιωμένη αλλά και χωρίς αναστολές Χέιζελ μετέδωσε εύστοχα το χιούμορ του κειμένου. Στην παράσταση πρωτοστάτησε η Μαρία Κατσιαδάκη ως θεία Κάρολ, αναδεικνύοντας την ευρεία ερμηνευτική της γκάμα. Αντίθετα η Ελίνα Ρίζου (νύφη) υπερέβαλε στις αντιδράσεις της. Ο Κώστας Φλωκατούλας (πατέρας) ήταν απλώς επαρκής, ενώ ο αδελφός του Πιτ (Χάρης Γρηγορόπουλος) έδωσε ένα ολοκληρωμένο πορτρέτο μιας γενιάς που χάνεται. Ο Δαβίδ Μαλτέζε, τέλος, φυσικός και ουσιαστικός, ξεδίπλωσε λεπτομερώς τον χαρακτήρα του Μάρεκ.
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος σκηνοθέτησε με έμπνευση το έργο, καλύπτοντας κάποιες δραματουργικές αδυναμίες του. Έστησε μια παράσταση ζωντανή, φωτίζοντας τους ήρωες και το πληθωρικό πινγκ πονγκ των συναισθημάτων τους.
Οι ομαδικές χορευτικές σκηνές ήταν θαυμάσια ενορχηστρωμένες (Ξένια Θεμελή) και οι φωτισμοί (Σάκης Μπιρμπίλης) ανέδειξαν την ατμόσφαιρα του έργου.
Διαβάστε επίσης:
Η προφορική ιστορία της Ηλιούπολης
ΚΚΕ: Πού βάζει τον εκλογικό πήχη, τι λέει για Καρυστιανού και Τσίπρα
Ενέργεια και ασφάλεια made in USA