search
ΔΕΥΤΕΡΑ 06.05.2024 02:22
MENU CLOSE

Κυβέρνηση: Στρατηγική πόλωσης, αλλά με πολλές αβεβαιότητες

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2254
3/11/2022
03.11.2022 06:00
maximou_mitsotakis_new

«Αν δεν μπορείς να τους πείσεις, μπέρδεψέ τους»: ο αφορισμός αυτός, που αποδίδεται στον συγγραφέα Ουίλιαμ ντε Μόργκαν, μοιάζει να ταιριάζει αρκετά στη στρατηγική που η κυβέρνηση ακολουθεί το τελευταίο διάστημα.

Η αλήθεια είναι ότι η υπόθεση Πάτση φάνηκε να δικαιώνει τις καταγγελίες – από το 2020 – της αντιπολίτευσης σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η Ν.Δ. αντιλαμβάνεται την άσκηση της εξουσίας, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός να μπουν σε κατάσταση άμυνας, καθώς θεωρούν ότι πρωτίστως ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιχειρήσει να αποδείξει ότι η υπόθεση αυτή δεν είναι απλώς και μόνο μια εξαίρεση, αλλά ο κανόνας.

Η νέα στρατηγική

Δεδομένου δε ότι ήδη έχουν υπάρξει αναφορές και σε άλλα πρόσωπα, τα οποία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο συνδέονται με τη Ν.Δ. (γεγονός που προϊδεάζει το Μαξίμου για το πώς θα κινηθεί το πολιτικό discourse μέχρι τις εκλογές), η κυβέρνηση περνά στην αντεπίθεση και κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ κυρίως ότι:

● Από τη μία πλευρά επιχειρεί να βυθίσει την πολιτική ζωή της χώρας στη σκανδαλολογία και τη λάσπη.

● Από την άλλη παραμένει αμετανόητος για τα όσα έκανε ως κυβέρνηση την περίοδο 2015-2019.

Σε τρίτο επίπεδο, υπενθυμίζει ότι το κόμμα της μείζονος αντιπολίτευσης, το οποίο εγείρει και θέματα ηθικής, έχει ήδη δύο στελέχη που έχουν παραπεμφθεί στο Ειδικό Δικαστήριο.

Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να δημιουργήσει κλίμα πόλωσης, με στόχο από τη μία να κρατήσει «μπετόν» την εκλογική της βάση, η οποία υποφέρει και αυτή από την ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση και ταυτόχρονα προβληματίζεται από διάφορα φαινόμενα φαβοριτισμού που παρατηρούνται, και από την άλλη να ανασυστήσει το «αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» που είχε δημιουργηθεί την περίοδο διακυβέρνησης του κόμματος της μείζονος αντιπολίτευσης.

Οι πιθανές παρενέργειες

Με τη φράση που ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου ήδη χρησιμοποιεί σταθερά («εμείς δεν θα γίνουμε ΣΥΡΙΖΑ»), η κυβέρνηση επιχειρεί να ορίσει τις «σκληρές διαχωριστικές γραμμές» πάνω στις οποίες θα κινηθεί μέχρι να ανοίξουν οι κάλπες.

Ωστόσο, δεδομένου ότι έχουμε ακόμη κάμποσους μήνες μέχρι τις εκλογές, σύμφωνα με πληροφορίες στη Ν.Δ. υπάρχει η ανησυχία ότι η διαρκής αύξηση της πόλωσης μπορεί να έχει και «παρενέργειες»:

Πρώτον, να υπάρξουν και αποκαλύψεις για πολιτικά και ηθικά αμφίβολες πρακτικές στελεχών της.

Δεύτερον, να «κουραστεί» το εκλογικό σώμα από μια συνεχή «λασπομαχία» και είτε να απέχει από τις εκλογές είτε να στραφεί προς άλλες ατραπούς.

Τρίτον, ο συνδυασμός της πίεσης που υφίστανται οι πολίτες λόγω της ακρίβειας και της συζήτησης περί σκανδάλων να οδηγήσει ακόμα και μετριοπαθείς ψηφοφόρους της προς αντιπολιτευόμενα κόμματα.

Για την ώρα, βέβαια, οι δημοσκοπήσεις – πέρα από την «καθαρή» κεφαλή που δίνουν στο κυβερνών κόμμα – δείχνουν ότι μεγάλη μερίδα των πολιτών μοιάζει να υιοθετεί τη θέση της Ν.Δ. περί κυβερνητικής σταθερότητας και να τάσσεται υπέρ του σχηματισμού μονοκομματικών αυτοδύναμων κυβερνήσεων, ενώ η όποια δυσφορία / δυσαρέσκεια καταγράφεται εις βάρος της κυβέρνησης δεν φαίνεται να κεφαλαιοποιείται από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως και να ’χει, πάντως, θεωρώντας ότι υπάρχει μια ικανή «μαγιά» ψηφοφόρων που θα «ρίξει» Ν.Δ. βρέξει – χιονίσει, η κυβέρνηση στρέφει το βλέμμα της προς διάφορα τμήματα του εκλογικού σώματος, τα οποία με την ψήφο τους μπορούν να διαμορφώσουν το τελικό αποτέλεσμα και, εν τέλει, να καθορίσουν τη νέα κυβέρνηση της χώρας.

Οι νέοι

Ένα πρώτο και βασικό τμήμα του εκλογικού σώματος, στο οποίο η Ν.Δ. αναζητά τρόπους να απευθυνθεί, είναι οι νέοι και ιδίως οι νέοι ψηφοφόροι, δηλαδή αυτοί που θα ψηφίσουν πρώτη φορά στις εθνικές εκλογές του 2023. Ο αριθμός τους, με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, υπολογίζεται λίγο πάνω από 400.000, πράγμα που προβληματίζει τη Ν.Δ., καθώς στις εκλογές του 2019 οι νεότερες γενιές στην πλειονότητά τους είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ.

Σε γενικές γραμμές η κυβέρνηση δεν έχει ακριβώς την «έξωθεν καλή μαρτυρία» στους νέους – κάτι οι κατηγορίες για τις συγκεντρώσεις στις πλατείες κατά τη διάρκεια των πρώτων λοκντάουν, κάτι οι διάφορες επεισοδιακές παρεμβάσεις της αστυνομίας σε ΑΕΙ, κάτι οι γκρίνιες για την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, κάτι η κακή κατάσταση που επικρατεί σε πολλά ελληνικά σχολεία, κανείς δεν μπορεί να πει ότι η Ν.Δ. προσπάθησε ενεργά να «ακούσει» τους νέους.

Αυτό επιχειρείται να αλλάξει εδώ και μερικούς μήνες, με την κυβέρνηση να βάζει στην προμετωπίδα των προγραμμάτων της το ζήτημα της φθηνής στέγης, ιδίως για τους νέους, να αυξάνει το φοιτητικό επίδομα και να προσπαθεί να ενισχύσει την πρόσβαση των νέων ανθρώπων στην αγορά εργασίας με κινήσεις όπως το «πρώτο ένσημο».

Το αν αυτές οι κινήσεις θα αποδώσουν καρπούς μένει να αποδειχθεί εν τοις πράγμασι στην κάλπη και στην ανάλυση των αποτελεσμάτων. Άλλωστε ουδείς μπορεί να είναι σίγουρος πόσοι από τους νέους ψηφοφόρους θα σπεύσουν στην κάλπη και πόσοι θα προτιμήσουν / επιλέξουν την αποχή.

Οι «μεσαίοι»

Πέραν των νέων, είναι προφανές ότι η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ ερίζουν για την αποκαλούμενη «μεσαία τάξη», έστω κι αν ο ορισμός της αλλάζει κατά το δοκούν και ανάλογα με τις συγκυρίες. Στην κυβέρνηση αναγνωρίζεται ότι ο «μεσαίος» χώρος (πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά) ήταν αυτός που έδωσε την αυτοδυναμία το 2019. Ταυτόχρονα αναγνωρίζεται ότι είναι και ο χώρος που είναι ο πιο «ευμετάβλητος» ως προς τις εκλογικές του προτιμήσεις.

Αν στα παραπάνω δύο στοιχεία προστεθεί και το γεγονός ότι εδώ και έναν χρόνο οι «μεσαίοι» συμπιέζονται ξανά, αυτή τη φορά από την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια, είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος την ανησυχία της Ν.Δ. για πιθανές απώλειες από αυτό το τόσο κρίσιμο τμήμα του εκλογικού σώματος, αλλά και γιατί η κυβέρνηση προσπαθεί να εφαρμόσει όσο το δυνατόν πιο «οριζόντια» μέτρα ελάφρυνσης, ώστε να συμπεριλαμβάνεται σταθερά σε αυτά και η μεσαία τάξη.

Ωστόσο η αβεβαιότητα για τη διάρκεια και το βάθος της κρίσης, καθώς και η αδυναμία / ανικανότητα / απροθυμία της Ε.Ε. να λάβει αποφάσεις που θα ελάφρωναν κάπως τα βάρη που σηκώνει ο κρατικός προϋπολογισμός, σταδιακά μειώνουν τις δυνατότητες για κυβερνητικές παρεμβάσεις και μεγεθύνουν τα «κόστη» που προκαλούν υποθέσεις όπως αυτή των παρακολουθήσεων πολιτικών και δημοσιογράφων ή μη αποδεκτών συμπεριφορών και πρακτικών στελεχών της Ν.Δ. ή ατόμων που εύκολα μπορούν να συνδεθούν με αυτή.

Το αφήγημα

Ο συνδυασμός κρίσης, σκανδαλωδών (ή και «σκανδαλωδών») υποθέσεων και πολιτικής πόλωσης δημιουργεί ένα ρευστό πολιτικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο η κυβέρνηση θα πρέπει να κινηθεί επιδιώκοντας δύο πράγματα ταυτόχρονα:

● Να αποκρούσει τις επιθέσεις της αντιπολίτευσης περί διαφθοράς (τη φράση της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά περί «Μαξίμου Α.Ε.») και ανικανότητας διαχείρισης κρίσεων και

● να βρει ένα θετικό αφήγημα που θα της επιτρέψει να συσπειρώσει εκλογικά μεγάλες κοινωνικές ομάδες, διατηρώντας όμως επαρκή… πόλωση, ώστε να αποτρέψει φυγόκεντρες τάσεις στο «δικό» της εκλογικό τμήμα.

Το αφήγημα αυτό για την ώρα εντοπίζεται στην ικανότητα που έδειξε η κυβέρνηση να διαχειρίζεται απανωτές κρίσεις, στην γενικά καλή πορεία της οικονομίας, στις κινήσεις που έχουν γίνει για την ενίσχυση του εισοδήματος των πολιτών μέσω ελάφρυνσης των φορολογικών βαρών, σε μεταρρυθμίσεις που βελτίωσαν τομείς της λειτουργίας του κράτους και στη διεύρυνση των παροχών του λεγόμενου «ψηφιακού κράτους».

Ταυτόχρονα δίνεται μεγάλο βάρος στην έννοια της πολιτικής σταθερότητας, την οποία η κυβέρνηση συνδέει με την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση και τα μνημόνια.

Στο πλαίσιο αυτό, το βασικό εκλογικό διακύβευμα που η κυβέρνηση θέτει προς τους εκλογείς είναι «σταθερότητα και συνέχεια ή αστάθεια και επιστροφή στα “πειράματα”». Για την ώρα, με βάση τις δημοσκοπήσεις, το δίλημμα αυτό μοιάζει να έχει απήχηση στους πολίτες.

Ωστόσο η συνεχιζόμενη κρίση και πιθανές νέες αποκαλύψεις για μη αποδεκτές κυβερνητικές πρακτικές και συμπεριφορές – από τις πληροφορίες για παρακολουθήσεις ακόμα και υπουργών, μέχρι νέα παραδείγματα ευνοιοκρατίας και απευθείας αναθέσεων σε «φίλους» – μπορούν να δημιουργήσουν αρνητικό ρεύμα για τη Ν.Δ.

«Παιχνίδι» για δύο

Από την άλλη, η επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε προς τον πρωθυπουργό ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, με τον εύγλωττο τίτλο «Εκλογές με ενεργό το κέντρο που διενεργεί παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων;» δείχνει ότι η στρατηγική της πόλωσης δεν είναι ένα «παιχνίδι» που μπορεί να το παίξει μόνο η κυβέρνηση.

Μάλιστα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μιλώντας στον ρ/σ Στο Κόκκινο και σχολιάζοντας πληροφορίες από κυβερνητικές πηγές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα απαντήσει, σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «αν αυτό συμβεί, σημαίνει ότι το βάζει στα πόδια, φυγομαχεί, δεν έχει επιχειρήματα και επιβεβαιώνει μέχρι κεραίας όσα αναφέρω στην ερώτηση».

Η κυβέρνηση διά του εκπροσώπου της έχει τονίσει πολλές φορές ότι ο πρωθυπουργός έχει ήδη απαντήσει για το θέμα των παρακολουθήσεων και ότι η ίδια κάνει ό,τι χρειάζεται ώστε να υπάρξουν επιπλέον ασφαλιστικές δικλίδες στη λειτουργία της ΕΥΠ, χωρίς ωστόσο να υποσκάπτεται ο ρόλος της στην εθνική ασφάλεια της χώρας.

Όμως, δημοσιεύματα που επανέφεραν το θέμα στο προσκήνιο και άνοιξαν και νέα ζητήματα δείχνουν ότι το «κλείσιμό» του θα είναι δύσκολο και, πιο μακροσκοπικά, σκιαγραφούν την πορεία προς τις εκλογές και το κλίμα που θα επικρατήσει στην πολιτική ζωή μέχρι να ανοίξουν οι κάλπες.

Διαβάστε επίσης:

Αφιέρωμα 1940: Γραφίδα και ξιφολόγχη! Ποιητές και συγγραφείς στο μέτωπο! (Μέρος 3ο)

Τι γυρεύει ο Σολτς στο Πεκίνο;

Η απειλή του τουρκικού βαλλιστικού οπλοστασίου – Πώς γεννήθηκε, πώς αναπτύχθηκε, ποιες οι δυνατότητές του

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΔΕΥΤΕΡΑ 06.05.2024 00:06