search
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 03.05.2024 00:22
MENU CLOSE

Τι «βλέπει» το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στην έκθεση πρώτου τριμήνου 2023

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ

τεύχος 2289
6/7/2023
09.07.2023 06:00
economy new

Επιτάχυνση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά 2,2% εφέτος και το επόμενο έτος, με πτώση του πληθωρισμού 4,6%, «βλέπει» το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή στην έκθεση πρώτου τριμήνου 2023.

Μάλιστα, όπως επισημαίνεται στο εισαγωγικό σημείωμα της έκθεσης, στο πρώτο τρίμηνο του 2023, ο ετήσιος ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας ήταν 2,1%.

Η επιβράδυνση σε σχέση με τον υψηλό ρυθμό μεγέθυνσης (7,8%) του περσινού πρώτου τριμήνου σηματοδοτεί την επαναφορά της ελληνικής οικονομίας σε φυσιολογικούς ρυθμούς μεγέθυνσης ύστερα από τις έντονες διακυμάνσεις της περιόδου της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης (2020-22), σε συνάφεια με την επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας.

● Σύμφωνα με το βασικό σενάριο προβλέψεων του Γραφείου Προϋπολογισμού, ο ρυθμός μεγέθυνσης του 2023 και του 2024 θα διαμορφωθεί στο 2,2%, ενώ ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 4,6% το 2023 και θα μειωθεί στο 2,3% το 2024.
● Στο δεύτερο σενάριο η μείωση στις κρατικές μεταβιβάσεις θα περιορίσει την ιδιωτική κατανάλωση των νοικοκυριών, οδηγώντας το ΑΕΠ σε μεγέθυνση ύψους 2% το 2023 και 2,1% το 2024 ή 0,2 και 0,1 κάτω από το βασικό σενάριο.
● Με βάση το τρίτο σενάριο, η αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης θα οδηγήσει σε ρυθμό μεγέθυνσης 2,3% το 2023 και 2,2% το 2024, δηλαδή 0,1 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το βασικό σενάριο για το 2023 αλλά χωρίς διαφορά από το βασικό σενάριο για το 2024.
Στα υπόλοιπα μακροοικονομικά μεγέθη ο εναρμονισμένος πληθωρισμός του Μαΐου 2023 καταγράφει σημαντική μείωση σε σχέση με πέρυσι, από 10,5% σε 4,1%, ωστόσο ο πυρήνας του (χωρίς ενέργεια και μη επεξεργασμένα τρόφιμα) έχει αυξηθεί στο 8,1% από 4,8% πέρυσι, στοιχείο που καθιστά επίμονες τις πληθωριστικές πιέσεις.

Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της περιόδου Ιανουαρίου – Απριλίου παρουσιάζει αισθητή βελτίωση κατά περίπου 3 δισ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι (σε 5,6 δισ. από 8,6 δισ.), ωστόσο παραμένει υψηλότερο από το αντίστοιχο διάστημα του 2021 (4,9 δισ.).

Το ποσοστό ανεργίας του Μαΐου διαμορφώθηκε στο 10,8%, μειωμένο κατά σχεδόν 2 μονάδες σε σχέση με τον Μάιο του 2022 (12,7%), καθώς η απασχόληση αυξήθηκε κατά 1,1%, ενώ οι ονομαστικές αμοιβές της μισθωτής εργασίας αυξήθηκαν στο πρώτο τρίμηνο κατά 5,5% σε ετήσια βάση.

Η δημοσιονομική εικόνα του πρώτου τετραμήνου του έτους είναι βελτιωμένη σε σχέση με πέρυσι κατά σχεδόν 2,5 δισ. ευρώ. Η βελτίωση προέρχεται κατά κύριο λόγο από τα φορολογικά έσοδα, που εμφανίζονται αισθητά αυξημένα σε σχέση με τα περσινά επίπεδα και τις προβλέψεις του προϋπολογισμού.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί η σημαντική αποκλιμάκωση των αποδόσεων των δεκαετών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, που ξεκίνησε από τα μέσα Απριλίου, οδηγώντας τις αποδόσεις σε 40 μονάδες βάσης κάτω από τους ιταλικούς τίτλους και μόλις 35 μονάδες βάσεις πάνω από τους ισπανικούς.

Λίγοι κερδίζουν, πολλοί υποφέρουν

Παρά τη γενικά θετική εικόνα, οι οικονομικές προκλήσεις παραμένουν και συνδέονται κατά κύριο λόγο με την εξέλιξη του πληθωρισμού. Όπως έχει αναφερθεί επανειλημμένα σε προηγούμενες εκθέσεις του Γραφείου, ο πληθωρισμός έχει αναδιανεμητικές επιπτώσεις, δηλαδή βελτιώνει τη θέση κάποιων επιδεινώνοντας τη θέση κάποιων άλλων.

Σε πρόσφατη έρευνά του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διαπιστώνει ότι ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης από τις αρχές του 2022 οφείλεται κατά 45% στα υψηλότερα επιχειρηματικά κέρδη, κατά 40% στις τιμές εισαγωγών και κατά μόλις 25% στην αύξηση των μισθών, ενώ η φορολογία είχε αρνητική επίδραση.

Το φαινόμενο έχει χαρακτηριστεί ως greedflation (πληθωρισμός της «απληστίας») και θέτει νέα διλήμματα στην αντιμετώπισή του.

Συγκεκριμένα, η αποτελεσματικότητα της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής εξαρτάται περισσότερο από τη συγκράτηση των επιχειρηματικών κερδών και λιγότερο από τον έλεγχο των μισθολογικών αυξήσεων.

Με άλλα λόγια, χωρίς μείωση των περιθωρίων κέρδους, η επιστροφή του πληθωρισμού στο επίπεδο του 2% θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο και υψηλότερα επιτόκια, με τις ανάλογες αρνητικές συνέπειες στην ευρύτερη οικονομική δραστηριότητα.

Η κατάσταση του χρέους

Σημαντικές θα είναι και οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού κατά το τρέχον έτος, καθώς θα περιοριστεί η ευνοϊκή επίδραση στο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Στη διάρκεια του προηγούμενου έτους το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης αυξήθηκε οριακά κατά περίπου 3 δισ. ευρώ σε ονομαστικούς όρους (από 353,5 δισ. σε 356,3 δισ.), αλλά μειώθηκε εντυπωσιακά κατά πάνω από 23 ποσοστιαίες μονάδες ως ποσοστό του ΑΕΠ (από 194,6% σε 171,3%). Η θετική αυτή εξέλιξη προήλθε από τη διαφορά μεταξύ του ρυθμού αύξησης του χρέους (επιτόκιο και καθαρός νέος δανεισμός) και του ονομαστικού ρυθμού μεγέθυνσης και δεν αναμένεται να επαναληφθεί, τουλάχιστον στην ίδια έκταση, κατά το τρέχον έτος.

Σημειώνεται ωστόσο ότι, παρά την επιβράδυνση του ρυθμού μεγέθυνσης και τη μείωση του πληθωρισμού, η ονομαστική μεγέθυνση αναμένεται να παραμείνει υψηλότερη από το επιτόκιο, αλλά σε σημαντικά μικρότερο βαθμό από πέρυσι.

Επιπρόσθετα η αποκλιμάκωση του μέσου πληθωρισμού θα επιβραδύνει και την αύξηση των φορολογικών εσόδων, κυρίως εκείνων που ακολουθούν τις αυξήσεις των τιμών, όπως ο ΦΠΑ. Από την άλλη πλευρά, ο πληθωρισμός παρουσιάζει έντονη διαφοροποίηση σε επιμέρους κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών.

Στα ύψη το κόστος διαβίωσης

Σε ό,τι αφορά στην ακρίβεια, στην κατηγορία των τροφίμων η μείωση είναι οριακή, από 12,3% σε 11,4%, στην κατηγορία της ένδυσης και υπόδησης παρουσιάζει αύξηση από 5% σε 12,2%, ενώ στην κατηγορία της στέγασης βρίσκεται σε αρνητική περιοχή, στο -13,3% από 36,1% πέρυσι (λόγω της μείωσης των τιμών ενέργειας).

Η διατήρηση του υψηλού πληθωρισμού σε κάποια βασικά αγαθά, όπως τα τρόφιμα, επιβαρύνει το κόστος διαβίωσης των πιο ευάλωτων νοικοκυριών, καθώς μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους δαπανάται σε τρόφιμα, και καθιστά απαραίτητη τη διατήρηση των έκτακτων εισοδηματικών ενισχύσεων με το ανάλογο δημοσιονομικό κόστος.

Κλείνοντας, η ολοκλήρωση των εκλογών σηματοδοτεί το τέλος μιας περιόδου πολιτικής αβεβαιότητας σχετικά με τις δυνατότητες σχηματισμού κυβέρνησης.

Η άρση της αβεβαιότητας και η επιστροφή στην κανονικότητα είναι προϋποθέσεις για την επιτάχυνση της ανάκαμψης και την επανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας σε συνδυασμό με την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Ωστόσο οι προεκλογικές εξαγγελίες διαμόρφωσαν προσδοκίες που θα πρέπει να διαχειριστεί η κυβέρνηση στο επόμενο διάστημα, ενώ, παράλληλα, εκκρεμεί η διαμόρφωση του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου που θα τεθεί σε εφαρμογή από το 2025 και εντός του οποίου θα πρέπει να κινηθεί η δημοσιονομική πολιτική των επόμενων ετών.

Θα πρέπει, επομένως, τα μόνιμα επεκτατικά μέτρα να έχουν εκ των προτέρων διασφαλίσει τη χρηματοδότησή τους από μόνιμες πηγές εσόδων, ώστε οι δημοσιονομικές προοπτικές να μην αποκλίνουν από τις συνθήκες βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους.

Τεράστιο το χάσμα μεταξύ κερδών και μισθών

Πώς περιγράφει την κατάσταση στην Ελλάδα η Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή

Τι συμβαίνει σε επίπεδο Ευρώπης

Τα κέρδη αυξήθηκαν ταχύτερα από τους μισθούς στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, την περίοδο 2019-2022, καταγράφοντας αποκλίσεις πληθωρισμού και ανταγωνιστικότητας στις χώρες της ζώνης του ευρώ, επισημαίνει η Eurostat. Μάλιστα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής, στην Ελλάδα το χάσμα ήταν τεράστιο και συγκεκριμένα 17% (κέρδη) έναντι 2% (μισθοί), επισημαίνει ο καθηγητής στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου Μάνος Ματσαγάνης.

Για το θέμα αυτό η Eurostat τονίζει: «Οι επίμονες διαφορές πληθωρισμού μπορεί να οδηγήσουν σε εξωτερικές ανισορροπίες. Οι διαφορές πληθωρισμού είναι φυσιολογικές σε μια νομισματική ένωση στον βαθμό που αντικατοπτρίζουν προσωρινές προσαρμογές σε κλονισμούς ή συνδέονται με διαδικασίες σύγκλισης.

Επιπλέον η δημοσιονομική πολιτική επηρεάζει τις διαφορές πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ, μεταξύ άλλων μέσω αλλαγών στους φόρους και τους μισθούς στο Δημόσιο.

Ωστόσο, εάν οι εν λόγω διαφορές δεν είναι βραχύβιες ή δεν αντανακλούν τη σύγκλιση του επιπέδου των τιμών, μπορεί να υποδηλώνουν αποκλίνουσες εξελίξεις του κόστους ή διαρθρωτικές ανεπάρκειες, όπως ονομαστικές και πραγματικές δυσκαμψίες στις αγορές προϊόντων και εργασίας.

Οι επίμονες διαφορές πληθωρισμού θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πιο παρατεταμένες απώλειες στην ανταγωνιστικότητα των τιμών και σε επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών», όπως σημειώνεται στην έκθεση.

«Τέτοιες απώλειες στην ανταγωνιστικότητα μπορεί να έχουν εξαιρετικά προβληματικές αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις και μπορεί τελικά να χρειαστεί να αντιμετωπιστούν με διαρθρωτικές πολιτικές.
Ο υψηλός πληθωρισμός έχει οδηγήσει σε αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας (ULC) και των μοναδιαίων κερδών σε πολλές χώρες της ζώνης του ευρώ.

Η αύξηση του ονομαστικού ULC, που ορίζεται ως η αμοιβή των εργαζομένων ανά μονάδα πραγματικού ΑΕΠ, θεωρείται γενικά σημαντικός κινητήριος παράγοντας για τη διαρκή αύξηση του υποκείμενου εγχώριου πληθωρισμού.

Αν και η εξέλιξη των ULCs είναι δύσκολο να ερμηνευθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της λογιστικής των προγραμμάτων διατήρησης θέσεων εργασίας και της ανακατανομής τομέων που επηρεάζουν τη δυναμική των ULCs, εξακολουθεί να παρέχει χρήσιμα μηνύματα για την αξιολόγηση των προαναφερθέντων κινδύνων αποκλίσεων στην ανταγωνιστικότητα των τιμών μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ και των πιέσεων κόστους από την αγορά εργασίας.

Το σοκ του ενεργειακού εφοδιασμού που οδήγησε τον πληθωρισμό από τα μέσα του 2021 συνοδεύτηκε από έντονες αυξήσεις των ULCs και της αύξησης των μοναδιαίων κερδών. Από τη μία πλευρά, οι ULCs αυξήθηκαν κατά 8% στη ζώνη του ευρώ από το τέλος του 2019 έως το τέλος του 2022, λόγω των ισχυρών αυξήσεων των αμοιβών ανά εργαζόμενο, ενώ η παραγωγικότητα παρέμεινε στάσιμη.

Η ανομοιογένεια μεταξύ των χωρών υπήρξε σημαντική.
● Οι ισχυρότερες αυξήσεις των ULCs καταγράφηκαν στις χώρες της Βαλτικής (έως και 28% στη Λιθουανία), το Λουξεμβούργο και τη Σλοβακία.
● Από την άλλη πλευρά, η αύξηση του μοναδιαίου κέρδους, που ορίζεται ως το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα και το μεικτό εισόδημα διαιρούμενο με το πραγματικό ΑΕΠ, υπερέβη την αύξηση του ULC.

Από λογιστική άποψη, σύμφωνα με τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ, η αύξηση του μοναδιαίου κέρδους συνέβαλε έτσι περισσότερο στον εγχώριο πληθωρισμό από ό,τι η αύξηση του ULC.

Η διαφορά αυτή ήταν ιδιαίτερα μεγάλη στην Ελλάδα, τη Λετονία, την Κύπρο, τη Σλοβενία, τη Μάλτα, τη Γερμανία και την Εσθονία. Αυτό υποδηλώνει ότι το υψηλότερο κόστος εισροών, μεταξύ άλλων από εισαγόμενη ενέργεια και άλλα ενδιάμεσα αγαθά, δεν αντισταθμίστηκε από τα κέρδη και δεν είχε αρνητικό αντίκτυπο στα μοναδιαία κέρδη».

Διαβάστε επίσης

Τι χάνει το ΠΑΣΟΚ με την αποχώρηση Λοβέρδου

ΣΥΡΙΖΑ: «Θρίλερ» με το χρονοδιάγραμμα της εκλογής προέδρου

ΣΥΡΙΖΑ: Το «νέο κύμα» ζυγίζει την «καυτή πατάτα»

google_news_icon

Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 03.05.2024 00:22