Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Τίτλος ταινίας: «Καυτό γάλα» («Hot milk»)
Σύνοψη: Μια νεαρή κοπέλα είναι ταγμένη στη φροντίδα της καθηλωμένης σε αμαξίδιο μητέρας της. Στο μεταξύ αναζητά τα χαμένα κομμάτια της οικογένειάς της, αλλά και τον έρωτα, στο πρόσωπο μιας καλοκαιρινής γνωριμίας.
Σκηνοθεσία: Ρεμπέκα Λένκιεβιτς
Παίζουν: Φιόνα Σο, Έμμα Μάκι, Βίκι Κριπς
Πρώτη σκηνοθετική παρουσία της Ρεμπέκα Λένκιεβιτς, της επιτυχημένης σεναριογράφου, η οποία πέρασε πίσω από την κάμερα, με το «Καυτό γάλα» και με τη συνεπικουρία τριών ακόμη γυναικών. Η συγγραφέας Ντέμπορα Λέβι πρόσφερε τις γραμμές του δημοφιλούς βιβλίου της και οι δύο γυναίκες παραγωγοί τις μετασχημάτισαν σε σενάριο.
Το φιλμ-γυναικεία υπόθεση συμπλήρωσε τις θηλυκές παρουσίες με τις τρεις πρωταγωνίστριες να καταλαμβάνουν το κέντρο του και μάλιστα με πολύ καλές ερμηνείες. Ίσως αυτό να είναι και ό,τι πιο ενδιαφέρον έχει να προσφέρει η δημιουργία της Λένκιεβιτς και ιδίως η Ρόουζ-μητέρα, σε ρόλο όχι μεγάλης πρωτοτυπίας, αλλά μεγάλης έκτασης.
Η Φιόνα Σο, με στέρεα ερμηνευτική, βρετανική παιδεία ρυθμίζει τη θερμοκρασία του ρόλου της με απόλυτη πληρότητα, αντίθετα με την ίδια την εξέλιξη της ταινίας, η οποία δεν καταφέρνει να ξεπεράσει τη χλιαρότητα, παρά την υπόσχεση του τίτλου. Ίσως, μόνη εξαίρεση να αποτελεί το αμφίσημο τελικό πλάνο, το βυθισμένο στο μαύρο, με άκρως αμφίβολη την απάντηση.
Ασφαλώς, δε θα προκαταλαμβάναμε τον θεατή, περιγράφοντας το εμπνευσμένο φινάλε, το μόνο που δικαιούται να φέρει τον τίτλο του «καυτού», καθώς μένει μετέωρο πάνω από ένα κενό χωρίς δίχτυ. Ο θεατής είναι αυτός που θα αποφασίσει για το αν αυτό το χαίνον κενό θα το καταλάβει ο τρόμος του θανάτου ή η δύναμη της ζωής.
Στο ενδιάμεσο, απλώνονται όλα τα δυνατά και υπαρκτά θέματα μιας σύγχρονης κοινωνίας, η οποία προσπαθεί κι αυτή να ισορροπήσει πάνω στο τεντωμένο σκοινί της. Μόνον που η ψυχανάλυση, την οποία κρατάει σαν ισορροπιστική ράβδο η σκηνοθέτης, μοιάζει από κοινότοπη ως παρωχημένη, δίχως πρωτότυπη εφαρμογή, χωρίς ουσιαστική ερμηνευτική χρήση.
Σε έναν απόλυτα γυναικείο κόσμο, οι άνδρες είναι είτε απόντες -στον ρόλο του πατέρα- είτε ανούσια συμπληρώματα -στον ρόλο του εραστή. Η κεντρική σύγκρουση μητέρας- κόρης, η συνεχής απόρριψη της Ρόουζ-μάνας προς τη Σοφία-κόρη, παρά το γεγονός ότι θέλει να είναι ο κεντρικός άξονας της μυθοπλασίας, δύσκολα καταφέρνει να μας πείσει ότι διαθέτει στοιχειώδη πρωτοτυπία.
Δίπλα στο κλασικό αντιθετικό δίπολο, η εύκολη και ευνόητη καταφυγή στην ομοφυλοφιλική σχέση, που κι αυτή με τη σειρά της δεν πείθει. Όπως δεν πείθει και η συνεχής υποτίμηση του ανδρικού ρόλου – κυριολεκτικά και μεταφορικά- και η εκβιασμένη χρήση των κλισέ της σύγχρονης κινηματογραφίας: η ζωοφιλία, η θέση των μαύρων (σε χρήση σκηνών τραβηγμένων από τα μαλλιά) και ό,τι άλλο θα ενθάρρυνε ο πολιτισμός του «πολιτικά ορθού». Αυτός που τελικά χαμηλώνει τη θερμοκρασία των όποιων ευρημάτων και της επαρκούς σκηνοθεσίας, κρατώντας την οθόνη σε σιγανή φωτιά.
Όλα αυτά παραγεμισμένα με κλασικά ψυχαναλυτικά σύμβολα, από τα οποία βρίθει το φιλμ. Άλλωστε, κάνει διακριτά περάσματα και ένας ψυχαναλυτής στο έργο, ίσως ο μόνος «υπαρκτός» ανδρικός ρόλος, αυτός που προσπαθεί να ξεμπλέξει τις σχέσεις μητέρας- κόρης. Είναι φανερό πως η Ρόουζ κάνει χρήση της αναπηρίας της ( εμφανισμένης μετά τη φυγή του συζύγου της), προκειμένου να κρατάει σε ομηρία τη Σοφία. Η μετατροπή της κόρης σε υπηρέτρια της μάνας, ο ουσιαστικός ευνουχισμός της πρώτης και η αναζήτηση υποκατάστατου στο πρόσωπο μιας μάλλον χλιαρής καλοκαιρινής σχέσης – όσο και να προσπαθεί να μας πείσει η Ρεμπέκα Λένκιεβιτς για το αντίθετο – βρίσκει λύση σε μια κίνηση εκδίκησης ή και σωτηρίας. Αυτό το ελλειπτικό τέλος είναι και το μόνο πραγματικά «καυτό».
Μάλιστα, προκειμένου να ανεβεί με κάθε τρόπο η φιλμική θερμοκρασία, η σκηνοθέτης επιλέγει να κινηματογραφήσει το έργο της εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα, κάτω από τον ήλιο του καυτού καλοκαιριού. Ο πατέρας της ηρωίδας είναι ελληνικής καταγωγής και η αποσχηματισμένη οικογένεια (άλλο κλισέ κι αυτό) δεν πρόκειται να ανασυσταθεί, παρά μόνον από τη γυναικεία πρωτοβουλία. Είναι γεγονός πως η κινηματογράφηση των ελληνικών τόπων και τοπίων διαθέτει εικαστική ένταση, ίσως και να ξεπερνάει αυτήν του σεναρίου και της σκηνοθεσίας.
Τουλάχιστον, είναι αυτά που γεμίζουν τους χαμένους χρόνους του φιλμ ( τις χωρίς λόγο και ουσία σιωπές και τις δήθεν εμβριθείς σκέψεις των πρωταγωνιστριών) και αποδεικνύουν τη δύναμη αυτού που ο Λακαριέρ ονόμασε «ελληνικό καλοκαίρι» και πώς το σινεμά μπορεί να χρησιμοποιεί τη συμβολική δύναμή του.
Αξιολόγηση: **
Διαβάστε επίσης:
«Fury»: Ο Guillermo del Toro ανακοίνωσε τη νέα του ταινία, με πρωταγωνιστή τον Oscar Isaac (videos)
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.