ΠΕΜΠΤΗ 30.10.2025 17:37
MENU CLOSE

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Θρίλερ, δράμα και «Nouvelle Vague» (Videos)

30.10.2025 08:19

Δύο σημαντικές και πολυαναμενόμενες ταινίες βγαίνουν απόψε στους κινηματογράφους και οι δύο απευθυνόμενες στους γνήσιους σινεφίλ.

Nouvelle Vague

(“Nouvelle Vague”) Σινεφίλ, γαλλικής και αμερικάνικης παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Λίνκλεϊτερ, με τους Γκιγιόμ Μαρμπέκ, Ζόι Ντόιτς, Ομπρί Ντιλέν, Αντριέν Ρουγιάρ κα.

Ζωηρό, αστείο, ευρηματικό και αρκούντως νοσταλγικό, το φιλμ του Τεξανού Ρίτσαρντ Λίνκλεϊτερ αποτελεί ένα από τα πιο αγαπησιάρικα συναισθηματικά φορτισμένα γράμματα προς το σινεμά και ιδιαιτέρως στη γαλλική κινηματογραφική πρωτοπορία της Nouvelle Vague και τον προ τριετίας μακαρίτη, τον μέγα αιρετικό εικονοκλάστη, Ζαν Λικ Γκοντάρ.

Η ασπρόμαυρη ταινία, με το τετράγωνο κάδρο και τη φόρμα που παραπέμπει ευθέως στο γαλλικό σινεμά του ’60, απευθυνόμενη στους γνήσιους σινεφίλ όλου του κόσμου, αποθεώθηκε στο φεστιβάλ Καννών, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα.

Ο Λίνκλεϊτερ, ξετυλίγει με χιούμορ και ανάλαφρη διάθεση το περιπετειώδες ιστορικό της δημιουργίας της περίφημης δημιουργίας του Γκοντάρ «Με Κομμένη την Ανάσα», στην οποία πρωταγωνιστούσε το αθάνατο κινηματογραφικό ζευγάρι Ζαν Πολ Μπελμοντό και Τζιν Σίμπεργκ, ενώ ταυτόχρονα θα σχολιάσει έμμεσα τα σύγχρονα εκφραστικά αδιέξοδα του σινεμά και την έλλειψη της αποφασιστικότητας των δημιουργών να έρθουν σε σύγκρουση με τους τεχνοκράτες, να υπερασπιστούν την τέχνη και τις ιδέες τους.

Το 1959, ο 29χρονος Γκοντάρ νιώθει ανησυχία για το ανεκπλήρωτο. Όλοι οι φίλοι του, κριτικοί κινηματογράφου στα Cahiers du Cinéma, έχουν κάνει τουλάχιστον μία ταινία, ενώ εκείνος όχι. Θα βρει μία απλή ιδέα και έναν παραγωγό, τον Ζορζ ντε Μπορεγκάρ και θα ξεκινήσει. Ο παραγωγός του δίνει 20 ημέρες για τα γυρίσματα λόγω των περιορισμένου μπάτζετ και ο Γκοντάρ θα επιστρατεύσει όλους τους σκηνοθέτες της Nouvelle Vague, τον φίλο του Μπελμοντό και την ανερχόμενη Αμερικανίδα σταρ Τζιν Σίμπεργκ.

Ο Γκοντάρ, θα μπει στα πλατό, με τους δικούς του όρους και περίσσιο θράσος για έναν νέο σκηνοθέτη. Θα συγκρουστεί με τον παραγωγό του (για την ακρίβεια θα πιαστούν στα χέρια), αρνούμενος να ακολουθήσει ένα ολοκληρωμένο σενάριο. Περιφρονώντας τις βασικές αρχές των γυρισμάτων, προκαλώντας αμφιβολίες στα μέλη του συνεργείου και τους ηθοποιούς, που πασχίζουν να αποκρυπτογραφήσουν τις ανορθόδοξες μεθόδους του, μέσα από μία σχέση αγάπης, συγκρούσεων και ανασφάλειας, θα προχωρήσει απτόητος.

Η ιστορία των γυρισμάτων μιας ταινίας, που πέρασε στο κινηματογραφικό πάνθεον, μεταφέρεται από τον Λίνκλεϊτερ («Πριν το Ξημέρωμα») με τρομερό κέφι, γαλλική φινέτσα και αγάπη, ενώ από το φιλμ περνούν όλα τα μεγάλα ονόματα του γαλλικού σινεμά, από Πιέρ Ρισιέν, Ερίκ Ρομέρ και Ανιές Βαρντά μέχρι τον απίστευτο Ζαν Πιέρ Μελβίλ, τους οποίους υποδύονται άγνωστοι ηθοποιοί.

Ο ρομαντικός και ένας από τους πλέον σινεφίλ σκηνοθέτες της εποχής, Λίνκλεϊτερ αποτίει φόρο τιμής σε μια ολόκληρη εποχή δημιουργίας και εξέγερσης, μέσω του ιδιοφυούς Γκοντάρ και μιας ανατρεπτικής ταινίας που το 1960 θα άλλαζε τα πάντα για τον κινηματογράφο του 20ου αιώνα και θα αποτελεί για πάντα σημαντικό κεφάλαιο της ιστορίας του.

Και μπορεί ο ίδιος ο Γκοντάρ να δυσανασχετούσε με το αποτέλεσμα του Τεξανού, για την χαριτωμένη προσέγγισή του και την έλλειψη της συγκρουσιακής αντίληψης του ίδιου, αλλά το γοητευτικό φιλμ, που αναδεικνύει τον καλλιτεχνικό πυρετό και το επαναστατικό πνεύμα της εποχής, αποτελεί σίγουρα ένα δώρο για τους γνήσιους σινεφίλ και φυσικά τους λάτρεις του Γκοντάρ.

Έναν Γκοντάρ, που υποδύεται έξοχα και έχοντας ομοιότητες με τον διοπτροφόρο σκηνοθέτη, ο Γκιγιόμ Μαρμπέκ, την Τζιν Σίμπεργκ η τρισχαριτωμένη, πικάντικη και πειστική Ζόι Ντόιτς και τον Μπελ Μπελ ο Ομπρί Ντιλέν, που μπορεί να μην έχει την αλητεία του αξέχαστου σταρ, αλλά τουλάχιστον είναι συμπαθής και φωτεινός.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Έχοντας περάσει αρκετά χρόνια γράφοντας για το περιοδικό Cahiers du Cinema, ο Γκοντάρ, που δεν είναι ακόμη 30 ετών, νιώθει έτοιμος για την πρώτη του ταινία. Έτσι, ξεκινάει, πείθοντας τον Ζορζ ντε Μπορεγκαρ να χρηματοδοτήσει μια ταινία χαμηλού προϋπολογισμού, έχοντας ως συνοδοιπόρο τον Τρυφό.

Στο Νησί του Αμρούμ

(“Amrum”) Δράμα εποχής, γερμανικής παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Φατίχ Ακίν, με τους Τζάσπερ Μίλερμπεκ, Ντάιαν Κρούγκερ, Λάουρα Τόνκερ, Ματίας Σβαϊγκέφερ, Ντέτλεβ Μπακ κα.

Ο καταξιωμένος Φατίχ Ακίν επιστρέφει μετά από τρία χρόνια από το αξιόλογο «Το Χρυσάφι του Ρήνου», με ένα αναπάντεχο για τη γραφή του, τρυφερό και ιδιαίτερης ομορφιάς έργο, που συγχρονίζει δεξιοτεχνικά την τρυφερότητα, που αρμόζει σε μία ταινία ενηλικίωσης, με τη βαρβαρότητα του ναζισμού.

Μια ταινία για μικρούς και μεγάλους, σε εντελώς άλλο κλίμα, αλλά με την ίδια ευαισθησία του «Βερολίνο Αντίο», αντιπαραβάλει το τέλος του ναζισμού με τη σημερινή επέκτασή του και των παραφυάδων του στη Γερμανία και στον κόσμο γενικότερα. Θυμίζοντας τη δομή και τα επιχειρήματα της αριστουργηματικής «Λευκής Κορδέλας» του Χάνεκε, ο Ακίν αναδεικνύει το πέρασμα που έχουν τα μηνύματα και οι ιδεολογίες του φασισμού σε ένα παιδί, τον ύπουλο τρόπο που τα ήθη, η συμπεριφορά, η πίστη, η παράδοση και η οικογένεια μπορεί να διαμορφώσει μία αθώα συνείδηση.

Ο τούρκικης καταγωγής Γερμανός σκηνοθέτης («Η Άκρη του Ουρανού», «Μαζί ή Τίποτα») βασισμένος στις προσωπικές αφηγήσεις του σκηνοθέτη και ηθοποιού Χαρκ Μπομ, στενού συνεργάτη του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, στην ίσως πιο ώριμη φάση της καριέρας του, θα παραδώσει ένα φιλμ για όλη την οικογένεια και μαζί μια πολιτική διατριβή, που ταυτόχρονα είναι και μία από τις πλέον εύπεπτες ταινίες του.

Λίγο πριν το τέλος του Β’ Παγκοσμίου, ο 12χρονος σκανταλιάρης και τρυφερός, Νάνινγκ, γόνος οικογένειας ναζί και μέλος της νεολαίας του Χίτλερ, διάγει όμορφα παιδικά χρόνια με την έγκυο μητέρα και τα αδέρφια του στο ανεμοδαρμένο Άμρουμ, ένα νησί στο βορειότερο άκρο της Γερμανίας. Ο πατέρας του λείπει στο μέτωπο, ενώ η μητέρα του τού έχει εμφυσήσει το εθνικό φρόνημα και θυμώνει όταν κάποιοι απ’ τους κάτοικους του νησιού στρέφονται κατά του καθεστώτος και κλαίει με το άκουσμα της είδησης του θανάτου του Χίτλερ. Ο ειδυλλιακός κόσμος του καταρρέει με τη συνθηκολόγηση, η συμπεριφορά των υπόλοιπων κατοίκων του νησιού αλλάζει άρδην προς την οικογένειά του. Μία φωτογραφία και η σύνδεσή του με μία άλλη οικογένεια, αλλά και οι ιστορίες που θα ακούσει από τον θαλασσοπόρο θείο του, για το παρελθόν της οικογένειάς του, θα κλονίσουν τα πιστεύω του.

Ο Ακίν κινηματογραφεί με απαράμιλλο στιλ, ανάμεσα στο παραμύθι και τη φαντασία ενός μπόμπιρα, ενώ διατηρεί το ευθύβολο πολιτικό βλέμμα, χρησιμοποιώντας την απλότητα μία διαλεκτικής και ταυτόχρονα σχολιάζοντας καίρια την άνοδο της ακροδεξιάς στη Γερμανία, που φαίνεται να έχει ξεχάσει τα δεινά που έφερε στο παρελθόν.

Παρά τα δύσκολα ζητήματα που πραγματεύεται το φιλμ, ο Ακίν, σκάβει στους χαρακτήρες, στην παιδική ψυχολογία, στη λαογραφία και στην ιστορία, παραδίδοντας ένα μεστό δράμα εποχής, έξοχα φωτογραφημένο από τον Καρλ Βάλτερ, που ακροβατεί θαυμαστά ανάμεσα στη λυρικότητα, την πίκρα και τον ρεαλισμό, ενώ το καστ συμβάλλει στην αποτελεσματικότητα της ταινίας – ξεχωριστές οι ερμηνείες της Ντάιαν Κρούγκερ (αν και ολιγόλεπτη) και του μικρού Τζάσπερ Μίλερμπεκ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Λίγο πριν από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο απομονωμένο νησί Άμρουμ, ο 12χρονος Νάνινγκ περνάει ήσυχα τις μέρες με τη μητέρα του, περιμένοντας την επιστροφή του πατέρα του από το μέτωπο. Όταν η μητέρα του θα του εκφράσει την επιθυμία της για τρόφιμα που σπανίζουν, ο μικρός Νάνινγκ θα μπει σε μια περιπέτεια που θα του αλλάξει τη ζωή.

Σκοτώστε τον Τζόκεϊ

(“El Jockey”) Κωμικό θρίλερ, αργεντίνικης και διεθνούς συμπαραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Λουίς Ορτέγκα, με τους Ναουέλ Πέρεζ Μπεσκαγιάρ, Ούρσουλα Κορμπερό, Ντανιέλ Κάτσο κα.

Μοιάζει σαν ο Καουρισμάκι να συναντά τον Αλμοδοβάρ, να θέλουν να κάνουν κάτι που μοιάζει με Ντέιβιντ Λιντς και να έρχεται από το Μπουένος Άιρες, αυτός ο περίεργος τύπος, που γνωρίσαμε με τον αντισυμβατικό του «Άγγελο» πριν έξι χρόνια, να τους χωρίσει και να βάζει τις δικές του πινελιές σε ένα φιλμ, που δύσκολα μπορεί να καταταχθεί, ίσως μερικές φορές και να κατανοηθεί, αλλά σίγουρα να εθίσει με την ιδιόρρυθμη σκηνοθεσία του και το αινιγματικό του κινηματογραφικό σύμπαν.

Ο Λουίς Ορτέγκα, όπως και στην πρώτη του ταινία, παραμένει πιστός στην εκκεντρικότητά του και πρωτότυπος, αλλά εδώ παραείναι χαοτικός, σε ένα φιλμ που θέλει να είναι η λοξή βιογραφία ενός διάσημου αναβάτη του ιπποδρόμου. Ενός τζόκεϊ που βρίσκεται πάντα υπό την επήρεια ναρκωτικών και αιωρείται λίγο πριν από την πτώση.

Ο Ρέμο, ένας νεαρός αλλά ήδη θρυλικός τζόκεϊ έχει πάρει την κάτω βόλτα. Το αλκοόλ, οι καταχρήσεις, τα ναρκωτικά και τα ατυχήματα τον έχουν φέρει στα πρόθυρα της καταστροφής, αλλά και αντιμέτωπο με τους μαφιόζους χρηματοδότες του, ενώ η σύντροφός του κι αυτή πετυχημένη τζόκεϊ, περιμένει το πρώτο τους παιδί. Ένα δυνατό ατύχημα θα τον ρίξει σε κώμα και όταν ξυπνήσει δεν θα είναι τίποτα ίδιο, με πρώτα απ’ όλα τον ίδιο, που σταδιακά μεταμορφώνεται σε γυναίκα, ενώ στο κατόπι του βρίσκονται οι μαφιόζοι που θέλουν να τον βγάλουν από τη μέση.

Χρησιμοποιώντας σουρεαλιστικά στοιχεία, για να συγκεράσει την ανατρεπτική μαύρη κωμωδία, με το γκανγκστερικό θρίλερ και το νεονουάρ, ο Ορτέγκα θα δημιουργήσει ένα -στιλιστικά και αισθητικά ξεχωριστό – πανδαιμόνιο, που δύσκολα μπορεί να μαζέψει, ενώ ο σχολιασμός του για τους κοινωνικούς ρόλους και τα ζητήματα έμφυλης ταυτότητας μέσα στη σύγχρονη συγκεχυμένη εποχή, θα μείνουν στην επιφάνεια, καθώς αυτό που επικρατεί και μάλλον καλύτερα, είναι η πλάκα. Στο αστείο της υπόθεσης, που έρχεται και τεντώνει με την εκπληκτική ερμηνεία του, αλά Μπάστερ Κίτον, συμβάλλει δραστικά ο πρωταγωνιστής Ναουέλ Πέρεζ Μπεσκαγιάρ, ενώ δεν πάνε πίσω και οι δεύτεροι ρόλοι.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Οι τζόκεϊ Άμπριλ και Ρέμο αγωνίζονται για λογαριασμό ενός ισχυρού μαφιόζο ονόματι Ρούμπεν Σιρένα, μέχρι που ο Ρέμο σκοτώνει κατά λάθος ένα πολύτιμο άλογο κούρσας κι αυτός τραυματίζεται. Η έγκυος Άμπριλ τώρα πρέπει να βρει ένα ασφαλές μέρος για τον Ρέμο, πριν τον εντοπίσει ο Σιρένα.

Η Επέτειος

(“Anniversary”) Θρίλερ, αμερικάνικης παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Γιαν Κομάσα, με τους Ντάιαν Λέιν, Κάιλ Τσάντλερ, Φίμπι Ντίνεβαρ, Ντίλαν Ο’ Μπράιεν, Ζόι Ντόιτς, Μάντλιν Μπρούερ κα.

Στην πρώτη του αμερικάνικη ταινία, ο Πολωνός Γιαν Κομάσα, που μας συστήθηκε πριν από έξι χρόνια με το ελπιδοφόρο του «Corpus Christi», με το οποίο ήταν υποψήφιος για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, εισέρχεται στο πολιτικό θρίλερ, ένα είδος που προσπαθεί να αναστηθεί και στην Αμερική, τις περισσότερες φορές χωρίς επιτυχία, δεδομένης της ένδειας σεναρίων, αλλά και σκηνοθετών που δεν έχουν να προτείνουν κάτι διαφορετικό από τα κυρίαρχα – και καθοδηγούμενα – ρεύματα.

Έχοντας ένα αξιόμαχο καστ αστεριών, του οποίου ηγείται η Ντάιαν Λέιν, ο Γιαν Κομάσα θα προσπαθήσει να στήσει ένα συναρπαστικό θρίλερ, για τους σκοτεινούς φόβους της Αμερικής και ταυτόχρονα να ικανοποιήσει τα θέλω των παραγωγών του.

Μια δεμένη οικογένεια βρίσκεται παγιδευμένη στην αναταραχή ενός αμφιλεγόμενου ανερχόμενου κινήματος, γνωστού ως «Η Αλλαγή». Η Έλεν και ο Πολ, ένα ζευγάρι φιλελεύθερων με τέσσερα παιδιά, βλέπουν τις ζωές τους να καταρρέουν όταν η πρώην μαθήτρια της πρώτης, Λιζ, επανεμφανίζεται και αρχίζει να βγαίνει με τον γιο τους. Καθώς η Λιζ γίνεται μέλος της οικογένειας, οι εντάσσεις αυξάνονται και η αφοσίωση δοκιμάζεται. Η Λιζ φέρνει στην επιφάνεια συγκρούσεις που έχουν αρχίσει να σιγοβράζουν, τη στιγμή που το ίδιο το έθνος βρίσκεται σε μια δύσκολη περίοδο αβεβαιότητας.

Η ταινία, που θα μπορούσε να αποτελέσει συνέχεια του εξαιρετικού «Μία Μάχη Μετά την Άλλη», πολύ γρήγορα παραδίδεται στην αφέλεια, τον διδακτισμό, το διχαστικό λόγο, τους ακραία σχηματικούς και μονοδιάστατους χαρακτήρες, την υπερβολή και τη συνωμοσιολογία, που θα ζήλευαν και οι φανατικοί ακροδεξιοί της Αμερικής, αλλά και οι θανάσιμοι εχθροί τους.

Ο Κομάσα προσπαθεί, με έναν υπερβολικά εγωκεντρικό τρόπο και χωρίς σαφή πολιτική τοποθέτηση, να ασχοληθεί με τα πάντα και τελικά, πέφτει θύμα της ίντριγκας που θα τραβούσε το ενδιαφέρον του κοινού, αλλά και μιας σεναριογράφου σε σύγχυση.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μια δεμένη οικογένεια βρίσκεται παγιδευμένη στην αναταραχή ενός αμφιλεγόμενου ανερχόμενου κινήματος γνωστού ως «Η Αλλαγή». Η Έλεν και ο Πολ βλέπουν τις ζωές τους να καταρρέουν όταν μια πρώην μαθήτρια της Έλεν επανεμφανίζεται και αρχίζει να βγαίνει με τον γιο τους.

Μετανιώνοντας για Σένα

(“Regretting You”) Αισθηματικό δράμα, αμερικάνικης και γερμανικής παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Τζος Μπουν, με τους Άλισον Γουίλιαμς, Μακένα Γκρέις, Σκοτ Ίστγουντ κα.

Γλυκανάλατο σινερομάντζο, σε όχι και τόσο ροζ αποχρώσεις, αλλά πολύ κοντά σε ένα Άρλεκιν, που θέλει να επαναλάβει την εμπορική επιτυχία της περσινής ταινίας «Τελειώνει με Εμάς», που βασιζόταν, όπως και τούτο δω το ιλουστρασιόν κατασκεύασμα, σε μυθιστόρημα της Κόλιν Χούβερ και έγινε επιτυχία μέσω των κοινωνικών δικτύων.

Ο Τζος Μπουν, που ειδικεύεται στις νεανικές ρομαντικές κομεντί, με φανερή βιασύνη, δεν θα ξεφύγει από τα τετριμμένα, ακολουθώντας τη συνταγή ενός ευτελούς ρομάντζου, με «προοδευτικά, φεμινιστικά» και αρκετά επιδερμικά μηνύματα.

Η Μόργκαν Γκραντ και η κόρη της, Κλάρα, καλούνται να εξερευνήσουν ό,τι απέμεινε μετά από ένα καταστροφικό ατύχημα, μία τραγωδία, που αποκαλύπτει μια συγκλονιστική προδοσία, και τις αναγκάζει να αντιμετωπίσουν βαθιά κρυμμένα οικογενειακά μυστικά, να επαναπροσδιορίσουν την αγάπη και να ανακαλύψουν εκ νέου η μία την άλλη.

Το σενάριο, που συμβαδίζει με την προχειρότητα της σκηνοθεσίας, θέλει να αναπτύξει μία ιστορία ανθεκτικότητας και αυτογνωσίας δυο γυναικών, μητέρας και κόρης, μετά από ένα καθοριστικό για τη ζωή των ηρώων τραγικό γεγονός, αλλά τελικά το μόνο που μένει είναι ένα αδιάφορο συναισθηματικό μπλέξιμο, οι κούφιες μεγαλοστομίες και οι πόζες των ανυπόληπτων πρωταγωνιστών – ο Σκοτ Ίστγουντ μοιάζει με τον Γκέκορι Πεκ, μπροστά στους διπλανούς του…

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Μόργκαν και η κόρη της Κλάρα καλούνται να εξερευνήσουν ό,τι απέμεινε μετά από ένα καταστροφικό ατύχημα που αποκαλύπτει μια προδοσία και τις αναγκάζει να αντιμετωπίσουν κρυμμένα οικογενειακά μυστικά.

Επιχείρηση Καμπούλ

(“13 Jours, 13 Nuits”) Θρίλερ, γαλλικής παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Μαρτέν Μπουρμπουλόν, με τους Ροσντί Ζεμ, Λίνα Χούντρι, Σίνσε Μπαμπέτ Κνούσεν, Κριστόφ Μοντενέ κα.

Ο Μαρτέν Μπουρμπουλόν, που τα τελευταία χρόνια γυρίζει γαλλικές υπερπαραγωγές, με πιο πρόσφατες τις περιπέτειες των «Τριών Σωματοφυλάκων», ως γαλλική απάντηση στο αμερικάνικο σινεμά ψυχαγωγίας, συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο, με μια πολυδάπανη παραγωγή, γύρω από μία ιστορία στο Αφγανιστάν και την επικράτηση των Ταλιμπάν, σύμφωνα με το βιβλίο του Μοχάμεντ Μπίντα.

Μόνο που αυτή τη φορά, ο Μπουρμπουλόν, ακολουθεί κατά γράμμα τις αμερικάνικες συνταγές σύγχρονων ανάλογων περιπετειών, αντικαθιστώντας τον Αμερικάνο ήρωα με τον Γάλλο και αφήνοντας μονοδιάστατους τους «κακούς», ενώ δεν είναι και λίγες οι «αμερικανιές», με υπερβολές και θαύματα, που γίνονται μόνο στο σινεμά.

Εκεί που τα πάει αρκετά καλά ο Γάλλος σκηνοθέτης, είναι στους αμείωτους ρυθμούς της έντασης, το σασπένς, τις απαραίτητες ανατροπές και την αναπαράσταση μίας χαώδους Καμπούλ.

Στις 15 Αυγούστου του 2021, καθώς οι αμερικάνικες δυνάμεις αποσύρονται όπως όπως, με την εισβολή των Ταλιμπάν και την κατάληψη της εξουσίας, βυθίζοντας την πόλη στο χάος, χιλιάδες Αφγανοί συρρέουν στο τελευταίο ασφαλές καταφύγιο, τη γαλλική πρεσβεία, απ’ την οποία έχει αποχωρήσει ο πρέσβης προς τη βάση του ΝΑΤΟ. Ο διοικητής Μοχάμεντ Μπίντα και η επίλεκτη ομάδα του παγιδευμένος ανάμεσα σε εκατοντάδες πολίτες, με τη βοήθεια της Εύας, μίας νεαρής Γαλλοαφγανής, πρέπει να διαπραγματευτεί με τους Ταλιμπάν και να οργανώσει μία ασφαλή έξοδο προς το αεροδρόμιο.

Αν εξαιρέσουμε τους δυο συμπαθείς πρωταγωνιστές, Ροσντί Ζεμ και Λίνα Χούντρι, που βεβαίως απέχουν από τους αντίστοιχους Αμερικάνους συναδέλφους τους, παρότι πρέπει να υπερασπιστούν επιφανειακούς χαρακτήρες, η ταινία δεν μπορεί να ξεφύγει από τα απλοϊκά μονοδιάστατα μηνύματα και τα κουραστικά κλισέ, που έχει επιβάλλει το Χόλιγουντ, στο ταλαίπωρο είδος. Ο Μπουρμπουλόν, μπορεί να κρατά τη διασκέδαση του σασπένς σε ικανοποιητικά επίπεδα, αλλά χάνει κατά κράτος όταν πρέπει να χειριστεί κάτι περισσότερο από μία χοντροκομμένη περιπέτεια, που θα μπορούσε να προβάλλεται το βράδυ στους γαλλικούς στρατώνες.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Με τους Ταλιμπάν να εισβάλλουν στην Καμπούλ, η γαλλική πρεσβεία είναι το τελευταίο καταφύγιο για χιλιάδες ανθρώπους. Ο διοικητής της πρεσβείας Μοχάμεντ Μπίντα και η επίλεκτη ομάδα του προσπαθούν να οργανώσουν ένα κομβόι με εκατοντάδες πολίτες προς το αεροδρόμιο.

Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:

Ο Φίλος μου ο Τάφιτι

(“Tafiti – Across the Desert”) Γερμανικό παιδικό ψηφιακό animation, σε σκηνοθεσία Νίνα Βελς και Τίμο Μπεργκ, για τη φιλία, με τις περιπέτειες μίας σουρικάτας κι ενός αγριογούρουνου, που πρέπει να διασχίσουν μια επικίνδυνη έρημο, για να βρουν ένα μπλε λουλούδι. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

Με Λένε Στέλιο

(“Jag heter Stelios”) Σε μια σπάνια προβολή της, η ταινία του Γιόχαν Μπεργκενστράλε, σουηδικής παραγωγής του 1972, που βασίζεται στο μυθιστόρημα «Μετανάστες» του Θοδωρή Καλλιφατίδη, περιγράφει τη ζωή ενός νεαρού Έλληνα μετανάστη στη Σουηδία.

Αυθεντική, ντοκιμαντερίστικη προσέγγιση ενός δράματος για τη μετανάστευση, τον ρατσισμό και την αποξένωση, με ερασιτέχνες ηθοποιούς και τη συμμετοχή της Δέσποινας Τομαζάνη.

Διαβάστε επίσης:

Ο Steven Spielberg ενώνει ξανά τις δυνάμεις του με τον συνθέτη John Williams για την επερχόμενη ταινία του με θέμα τα UFO

George MacKay: Τι απαντά στις φήμες που τον θέλουν να είναι ο επόμενος James Bond

Ο Guillermo del Toro «προτιμά να πεθάνει» παρά να χρησιμοποιήσει AI σε ταινία

ΠΕΜΠΤΗ 30.10.2025 17:37
Exit mobile version