Βία κατά των γυναικών: Γιατί μένουν; Τι πρέπει να γίνει; Μιλάει στο topontiki.gr ο ψυχολόγος της ΙΑΣΙΣ Στέφανος Αλεβίζος
Καθημερινά ακούμε για περιστατικά βίας κατά των γυναικών από τους συντρόφους τους και όλοι αναρωτιόμαστε γιατί μένουν;
Ο Ψυχολόγος (M.Ed., PhDc), Επιστημονικός Σύμβουλος της ΑμΚΕ ΙΑΣΙΣ κ. Στέφανος Αλεβίζος μιλάει στο topontiki.gr για τους λόγους που τις αναγκάζουν να παραμένουν δίπλα στον άνδρα που τις κακοποιεί, την πρόοδο που έχει συντελεστεί αναφορικά με την ενημέρωση των γυναικών, της αστυνομίας και της ελληνικής κοινωνίας αλλά και τι πρέπει ακόμα να γίνει για να μειωθεί αυτό το απάνθρωπο φαινόμενο.
- Τα περιστατικά βίας έχουν αυξηθεί ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Που οφείλεται αυτό;
Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια βλέπουμε μια μεγάλη αύξηση στις καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία. Αυτό φαίνεται καθαρά και στους επίσημους αριθμούς. Όμως η αύξηση του αριθμού των καταγγελιών δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έχουν αυξηθεί αντίστοιχα και τα περιστατικά στην πραγματική τους έκταση. Σύμφωνα με την εμπειρία μας στην ΙΑΣΙΣ, μέσα από την υπηρεσία Υπατία, η εικόνα είναι σαφώς πιο σύνθετη. Η Υπατία είναι η υπηρεσία της ΙΑΣΙΣ που έχει ως στόχο την ενδυνάμωση, αυτονομία και ανάπτυξη των γυναικών σε προσωπικό, κοινωνικό και επαγγελματικό επίπεδο. Απευθύνεται σε όλες τις γυναίκες άνω των 18 ετών και προσφέρει δωρεάν ψυχοκοινωνική υποστήριξη, συμβουλευτική, νομική καθοδήγηση, εκπαίδευση σε δεξιότητες και διασύνδεση με θεσμούς και υπηρεσίες, πάντα με σεβασμό και εμπιστευτικότητα. Η καθημερινή μας επαφή με τις γυναίκες μάς δίνει μια καθαρή και άμεση εικόνα του φαινομένου. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι λοιπόν που εξηγούν την αύξηση των καταγγελιών.
Πρώτα απ’ όλα, η δημόσια συζήτηση έχει αλλάξει. Μιλάμε πιο ανοιχτά για τη βία κατά των γυναικών, για τις γυναικοκτονίες και για τη στήριξη των θυμάτων.
Τα ΜΜΕ ενημερώνουν πιο υπεύθυνα, και αυτό ενθαρρύνει περισσότερες γυναίκες να μιλήσουν και να ζητήσουν βοήθεια. Δεύτερον, λειτουργούν πλέον σε όλη τη χώρα τα Γραφεία Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της ΕΛ.ΑΣ., που διευκολύνουν την πρόσβαση των θυμάτων και συμβάλλουν στη συστηματική καταγραφή των περιστατικών. Ως Υπατία συνεργαζόμαστε στενά με τα ΓΑΕΒ για τη στήριξη γυναικών που βρίσκονται σε κίνδυνο. Τρίτον, έχει αλλάξει και το θεσμικό πλαίσιο.
Ο νομικός ορισμός της «οικογένειας» έχει διευρυνθεί, με αποτέλεσμα να καταγράφονται πλέον περιστατικά που παλαιότερα δεν εμφανίζονταν στις στατιστικές, όπως η βία ανάμεσα σε συντρόφους που δεν μένουν μαζί ή σε ομόφυλα ζευγάρια. Όλοι αυτοί οι παράγοντες αυξάνουν τις καταγγελίες χωρίς να σημαίνει απαραίτητα ότι έχει αυξηθεί αντίστοιχα και η πραγματική συχνότητα της βίας.
Αυτό που βλέπουμε καθημερινά στην Υπατία είναι ότι μεγάλο μέρος της βίας παραμένει αδήλωτο. Πολλές γυναίκες διστάζουν να απευθυνθούν στην αστυνομία ή σε υπηρεσίες στήριξης, είτε από φόβο είτε από ντροπή είτε επειδή δεν έχουν πρόσβαση στη βοήθεια που χρειάζονται. Γι’ αυτό οι επίσημες καταγραφές αντικατοπτρίζουν μόνο ένα μέρος του προβλήματος και όχι το πραγματικό του μέγεθος.
- Γιατί οι γυναίκες παραμένουν;
Το ζήτημα δεν είναι η παραμονή· είναι τα εμπόδια που κάνουν μια γυναίκα να μην μπορεί να αποχωρήσει με ασφάλεια από μια κακοποιητική σχέση. Οι γυναίκες δεν “μένουν” επειδή το επιλέγουν. Εγκλωβίζονται μέσα σε συνθήκες που είναι εξαιρετικά δύσκολο να σπάσουν χωρίς σοβαρή στήριξη. Πρώτα απ’ όλα υπάρχει ο φόβος. Ο φόβος για τον ίδιο τον δράστη, για το τί μπορεί να συμβεί στα παιδιά, για τις απειλές, αλλά και για το τι μπορεί να συμβεί αν προχωρήσει σε καταγγελία.
Υπάρχει επίσης η οικονομική εξάρτηση. Πολλές γυναίκες δεν έχουν πόρους, εργασία, κατοικία ή ένα σταθερό δίκτυο ανθρώπων που μπορούν να στηρίξουν τη μετάβασή τους σε μια ασφαλή καθημερινότητα.
Η ψυχολογική φθορά παίζει επίσης καθοριστικό ρόλο. Η συνεχής απαξίωση, η απομόνωση και ο έλεγχος επηρεάζουν τη σκέψη, την αυτοεκτίμηση και την ικανότητα του ατόμου να πάρει δύσκολες αποφάσεις. Μην ξεχνάτε ότι ο κύκλος της βίας δημιουργεί έναν μηχανισμό ελπίδας και επανασύνδεσης. Μετά από ένα επεισόδιο βίας, συχνά ακολουθεί περίοδος “ηρεμίας”, υποσχέσεων και μεταμέλειας, που δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι η κατάσταση μπορεί να αλλάξει. Τέλος, υπάρχουν και οι κοινωνικές και θεσμικές δυσκολίες. Κενά στην προστασία, καθυστερήσεις στη διαδικασία, έλλειψη ενημέρωσης ή προηγούμενες αρνητικές εμπειρίες αποθαρρύνουν πολλές γυναίκες από το να ζητήσουν βοήθεια.
Η ουσία είναι ότι η παραμονή σε ένα κακοποιητικό περιβάλλον δεν είναι ένδειξη αδυναμίας. Είναι ένδειξη των εμποδίων που έχουν μπροστά τους οι γυναίκες. Η δική μας δουλειά — ως υπηρεσίες, ως Πολιτεία, ως κοινωνία — είναι να μειώσουμε αυτά τα εμπόδια ώστε η αποχώρηση να είναι μια επιλογή ασφαλής, εφικτή και υποστηριζόμενη.
- Τι θα έπρεπε να γίνει ώστε να μειωθούν τα περιστατικά βίας στη χώρα μας;
Από την εμπειρία μας στην ΙΑΣΙΣ και μέσα από την καθημερινή δουλειά της Υπατίας, βλέπουμε ότι η βία δεν μειώνεται με μία μεμονωμένη δράση. Χρειάζεται ένα ολόκληρο σύστημα γύρω από τη γυναίκα, όχι αποσπασματικές λύσεις. Προσέξτε ένα σύστημα γύρω από τη γυναίκα και όχι γυναίκες γύρω από το σύστημα. Το σύστημα πρέπει να προσαρμοστεί στις ανάγκες των γυναικών.
Και πρώτα απ’ όλα χρειάζεται πρόληψη. Να μιλάμε στα σχολεία, στις κοινότητες, στους γονείς και στους επαγγελματίες για το τι σημαίνει υγιής σχέση και πώς αναγνωρίζουμε τα σημάδια της βίας πριν κλιμακωθεί. Η ενημέρωση από μικρή ηλικία κάνει πραγματικά τη διαφορά.
Το δεύτερο και πιο μεγάλο κομμάτι είναι η στήριξη των γυναικών στην πράξη. Στην Υπατία το βλέπουμε κάθε μέρα: μια γυναίκα δεν χρειάζεται μόνο έναν ξενώνα. Χρειάζεται κάποιον να τη στηρίξει ψυχολογικά, να τη συνοδεύσει σε υπηρεσίες, να της εξηγήσει τα δικαιώματά της, να έχει πρόσβαση σε νομική βοήθεια, να μπορεί να εργαστεί, να έχει κάπου να αφήσει τα παιδιά της. Χωρίς αυτά, η ασφάλεια μένει “στα χαρτιά”.
Το τρίτο είναι ο καλύτερος συντονισμός. Πολλές φορές η γυναίκα περνά από την αστυνομία, στο νοσοκομείο, στο δικαστήριο, στις κοινωνικές υπηρεσίες και στις δομές — και κάθε φορά ξεκινά από την αρχή. Αν θέλουμε να μειωθεί η βία, οι υπηρεσίες πρέπει να συνεργάζονται πραγματικά μεταξύ τους, με σαφείς διαδικασίες, κοινή γλώσσα και σεβασμό προς τη γυναίκα.
Και κάτι τελευταίο αλλά πολύ ουσιαστικό: για να μειωθούν τα περιστατικά, οι γυναίκες πρέπει να νιώθουν ότι το σύστημα τις ακούει, τις πιστεύει και δεν τις ματαιώνει. Ότι αντιμετωπίζονται ως άνθρωποι με ανάγκες και ευθύνες — ως γυναίκες, ως μητέρες, ως εργαζόμενες. Όχι ως “υποθέσεις”. Αν καταφέρουμε να κάνουμε αυτά τα τρία πράγματα — πρόληψη, ουσιαστική υποστήριξη και πραγματικό συντονισμό — τότε μπορούμε να αρχίσουμε να μιλάμε για μείωση της βίας στη χώρα μας.
- Τι μήνυμα στέλνετε στις γυναίκες, στους γονείς και στην Πολιτεία;
Η αλλαγή δεν θα έρθει σε μία μέρα, αλλά μπορεί να αρχίσει σε μία στιγμή: στην πρώτη φορά που μια γυναίκα θα βρει το θάρρος να ζητήσει βοήθεια, στην πρώτη φορά που μια οικογένεια θα σταθεί πραγματικά δίπλα της, στην πρώτη φορά που η Πολιτεία θα ανταποκριθεί άμεσα και υπεύθυνα. Ας κάνουμε αυτή τη στιγμή σήμερα. Μπορούμε. Και είμαστε μαζί. Κι εμείς – η ΥΠΑΤΙΑ και η ΙΑΣΙΣ – θα είμαστε εκεί δίπλα σε κάθε γυναίκα, με σεβασμό, με εμπιστοσύνη και με ανθρώπους που θα τη στηρίξουν χωρίς να την κρίνουν και χωρίς να την αφήσουν μόνη.
Διαβάστε επίσης: