Η Μεσόγειος άλλαξε: Πάνω από 1000 ξενικά είδη απειλούν το οικοσύστημα – Τι αναφέρουν στο topontiki.gr από το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος
Η Μεσόγειος θάλασσα, έχει αλλάξει πρόσωπο μέσα σε μόλις μία γενιά. Τα τελευταία 20 χρόνια περισσότερα από 1.000 ξενικά είδη έχουν εισέλθει στα νερά της, μεταβάλλοντας σταδιακά τη δομή, τη λειτουργία και τις ισορροπίες των θαλάσσιων οικοσυστημάτων.
Η διάνοιξη και διαπλάτυνση της Διώρυγας του Σουέζ, η εντατική ναυσιπλοΐα και η μεταφορά θαλάσσιου έρματος από τα εμπορικά πλοία, σε συνδυασμό με την υπεραλίευση και την κλιματική αλλαγή, λειτούργησαν σαν επιταχυντές. Είδη από τον Ινδικό και Ειρηνικό Ωκεανό βρίσκουν πλέον στη Μεσόγειο συνθήκες που τους επιτρέπουν όχι απλώς να επιβιώσουν, αλλά να αναπτύξουν βιώσιμους πληθυσμούς.
Μακράκανθος αχινός
«Αν οι θάλασσες μας ήταν υγιείς, με επαρκή βιομάζα και ισχυρούς πληθυσμούς θηρευτών, πολλά από αυτά τα είδη είτε δεν θα εγκαθίσταντο είτε δεν θα προκαλούσαν καμία αναστάτωση», τονίζει η κ. Μηλιού και προσθέτει: «Η υπεραλίευση δημιουργεί “άδειους τόπους”. Σε αυτά τα υπεραλιευμένα, αποδυναμωμένα οικοσυστήματα, τα ξενικά είδη βρίσκουν χώρο να απλωθούν».
Δεν είναι όμως όλα τα ξενικά είδη εισβολικά. Ο όρος «εισβολικό» αφορά μόνο εκείνα που προκαλούν σοβαρές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και στις οικοσυστημικές ισορροπίες. «Υπάρχουν ξενικά είδη που ενσωματώνονται χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, ακόμη και με θετικές επιδράσεις. Άλλα γνώρισαν μια απότομη αύξηση και στη συνέχεια ισορρόπησαν, ενώ κάποια απλώς δεν επιβίωσαν. Το οικοσύστημα δεν είναι στατικό, εξελίσσεται», εξηγεί η ερευνήτρια.
Ακανθόπερκα
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το λεοντόψαρο (Pterois miles), ένα εντυπωσιακό αλλά και προβληματικό είδος που προέρχεται από τον Ινδικό Ωκεανό. Χωρίς φυσικούς θηρευτές στη Μεσόγειο, ο πληθυσμός του αυξήθηκε ραγδαία. «Το λεοντόψαρο σήμερα έχει σε μεγάλο βαθμό ισορροπήσει στο οικοσύστημα, όμως συνεχίζει να ασκεί πίεση, κυρίως στα μικρότερα ψάρια», λέει η κ. Μηλιού. Παράλληλα, επισημαίνει ότι είναι απολύτως ασφαλές για κατανάλωση. «Η αλιεία και η κατανάλωσή του μπορούν να λειτουργήσουν ως εργαλείο ελέγχου του πληθυσμού του, αρκεί να υπάρχει σωστή ενημέρωση για τα δηλητηριώδη αγκάθια του».
Λεοντόψαρο
Άλλο χαρακτηριστικό είδος είναι ο μακράκανθος αχινός Diadema setosum, που καταγράφηκε για πρώτη φορά στις ελληνικές θάλασσες το 2010. Στις έρευνες του Ινστιτούτου Αρχιπέλαγος παρατηρήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια εξαιρετικά υψηλές πυκνότητες, από την επιφάνεια έως και τα 95 μέτρα βάθος. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια ο πληθυσμός του παρουσιάζει αισθητή μείωση στην ανατολική Μεσόγειο. «Αυτό δείχνει ότι η φύση συχνά βρίσκει τρόπους να επαναφέρει ισορροπίες, αν και δεν γνωρίζουμε πάντα προς ποια κατεύθυνση», σχολιάζει η κ. Μηλιού.
Στις ελληνικές θάλασσες έχει πλέον καθιερωθεί και το καλαμάρι Sepioteuthis lessoniana, το μοναδικό ξενικό είδος καλαμαριού που έχει καταγραφεί στο Αιγαίο από το 2009. Στον Ινδο-Ειρηνικό αποτελεί βασικό εμπορικό είδος, γεγονός που ανοίγει νέες προοπτικές και για την παράκτια αλιεία. Αντίστοιχα, ο «Γερμανός» (Siganus luridus), ένα φυτοφάγο ψάρι που έχει εγκατασταθεί από τη δεκαετία του ’40, είναι πλέον κοινό και καταναλώσιμο, αν και η υπερβόσκηση που προκαλεί επηρεάζει τα λιβάδια Ποσειδωνίας.
Γερμανός
«Πολλά από τα είδη που σήμερα θεωρούμε “παλιά” εισβολικά, όπως ο Γερμανός ή ορισμένες σκορπίνες, δεν προκάλεσαν τελικά τις καταστροφές που φοβόμασταν», αναφέρει η κ. Μηλιού και προσθέτει: «Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να ανησυχούμε, αλλά ότι χρειάζεται ψύχραιμη, επιστημονική προσέγγιση».
Οι άμεσες επιπτώσεις στον άνθρωπο παραμένουν περιορισμένες, με εξαίρεση συγκεκριμένα είδη όπως ο λαγοκέφαλος, που είναι εξαιρετικά τοξικός και επικίνδυνος για κατανάλωση. «Το μεγαλύτερο ζήτημα δεν είναι η άμεση απειλή για την υγεία μας, αλλά η πίεση που ασκείται στο ίδιο το οικοσύστημα και στις υπηρεσίες που μας προσφέρει», υπογραμμίζει η κα Μηλιού.
Σύμφωνα με την ίδια, η απάντηση δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στο παρελθόν. «Δεν υπάρχει γυρισμός. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τις θάλασσες όπως τις έχουμε διαμορφώσει», λέει χαρακτηριστικά. Η προσαρμογή, η εκπαίδευση –ιδίως των ψαράδων και των παράκτιων κοινωνιών– και η σωστή αναγνώριση των ειδών είναι κρίσιμες. Πάνω απ’ όλα, όμως, προτεραιότητα παραμένει η αντιμετώπιση της υπεραλίευσης. «Αν δεν αποκαταστήσουμε τους φυσικούς μηχανισμούς άμυνας των θαλασσών μας, κανένα μέτρο δεν θα είναι αρκετό», καταλήγει η κα Αναστασία Μηλιού.
Διαβάστε επίσης:
ΗΣΑΠ: Για δεύτερη ημέρα χωρίς στάση στο σταθμό Βικτώρια μετά τις 10μμ για τους συρμούς προς Κηφισιά
Hellenic Train: Ταλαιπωρία για τους επιβάτες του Intercity 57, ακινητοποιήθηκε στον Δομοκό